Στο επίκεντρο της ελληνικής δημοσιογραφίας και πολιτικής βρίσκονται εδώ και καιρό οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Το σύνολο των ΜΜΕ «οργίζεται», η κυβέρνηση «προειδοποιεί» ενώ η αντιπολίτευση καταγγέλλει «υποχωρητικότητα απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις». Μια «ιερή αγανάκτηση» έχει καταβάλει όλους. Απαριθμούν παραβιάσεις, διακρίνουν «πολεμικά σχέδια» της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας, που αμύνεται με μοναδικό όπλο τη διεθνή νομιμότητα και αναζήτα πάντα σχέσεις καλής γειτονίας, αποφεύγοντας τις εντάσεις και εμμένοντας στην ειρηνική επίλυση των διαφορών. Το ‘χουμε φαίνεται στο αίμα μας, εμείς οι Έλληνες, να είμαστε φιλότιμοι και ειρηνικοί, να αποτελούμε «σταθεροποιητικό παράγοντα» στην περιοχή, αν όχι σε ολόκληρο τον κόσμο. Σε αντίθεση με τους Τούρκους, που το εκμεταλλεύονται διαρκώς. Γι’ αυτό και στο εξής «θα απαντάμε σκληρά στις τουρκικές προκλήσεις»!
Πριν αρχίσουμε από τώρα να διαλέγουμε στρατόπεδα, σημαίες και φυσεκλίκια, ας δούμε πώς έχουν τα πράγματα. Διευκρινίζοντας εξαρχής ότι η «επιλογή όπλων και στρατοπέδων» στο όνομα της επανάστασης, του έθνους ή της παρτίδας δεν αφορά το «ποιος επιτίθεται σε ποιον», τη θέση για τον χαρακτήρα της «ελληνοτουρκικής σύγκρουσης», οπωσδήποτε σημαντική για έναν γενικό πολιτικό προσανατολισμό και την προετοιμασία του λαού σε περίπτωση πολέμου (να μην πάει σαν πρόβατο στη σφαγή), αλλά τη συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης όταν αυτός ξεσπάσει. Ωστόσο, υπάρχει «μεγάλη άνεση» σε ορισμένες δυνάμεις της αριστεράς, που έχουν από τώρα έτοιμο «σχέδιο δράσης» σε περίπτωση πολέμου, που διακρίνουν από τώρα τα αντιμαχόμενα «στρατόπεδα» και με ποιο θα συναχθούν. Το κρίσιμο ζήτημα είναι τι εξυπηρετεί τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και του λαού της χώρας και των λαών της περιοχής. Τι αδυνατίζει τις πολεμικές επιδιώξεις του ιμπεριαλισμού και τους τυχοδιωκτισμούς της κάθε αστικής τάξης. Τι εξυπηρετεί εν τέλει την επαναστατική ανατροπή.
Ο κίνδυνος μιας ελληνοτουρκικής σύγκρουσης επανέρχεται διαρκώς. Είναι ένας υπαρκτός κίνδυνος και έχει δίκιο ο κόσμο να ανησυχεί. Γιατί δεν πρόκειται τόσο για «τακτικές αποπροσανατολισμού» από τα μνημόνια στην Ελλάδα ή από την πολιτική αστάθεια στην Τουρκία, δεν έχουν σχέση με τις «φιλοδοξίες του Ερντογάν».
Αν και δεν νοείται ελληνοτουρκική αντιπαράθεση έξω από τους γενικότερους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, έξω από τα γεωπολιτικά σχέδια που έχει ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός στην περιοχή και στη βάση των οποίων εξελίσσεται και αναπτύσσεται ο ανταγωνισμός μεταξύ της ελληνικής και τούρκικης αστικής τάξης, θα περιοριστούμε στα «νερά του Αιγαίου», ελπίζοντας να αποφύγουμε τον κίνδυνο να «πνίξουμε το θέμα», όπως συχνά συμβαίνει με όσους μιλάνε για «τουρκική επιθετικότητα» και «αμυντική θέση της Ελλάδας».
Σε κάθε περίπτωση, το πρώτο σημαντικό καθήκον σήμερα είναι η αποτροπή ενός άδικου ιμπεριαλιστικού πολέμου, η ανάπτυξη αντιιμπεριαλιστικού-αντιπολεμικού κινήματος που να ακυρώνει τα σχέδια των ιμπεριαλιστών, τους τυχοδιωκτισμούς των αστικών τάξεων που έχουν συνδέσει τη μοίρα τους με αυτούς του σχεδιασμούς.
Επανερχόμαστε τώρα στο ερώτημα των ημερών. Υπάρχει «τουρκική επιθετικότητα»; Βεβαίως και υπάρχει. Μόνο που δεν τεκμηριώνεται στη βάση του διεθνούς δικαίου, που είναι, σε κάθε περίπτωση, ένα ιμπεριαλιστικό δίκαιο, που τηρείται, παραβιάζεται και αλλάζει ανάλογα με τα συμφέροντα του ιμπεριαλισμού. Και ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός παραβιάζει σταθερά και χρόνια τώρα αυτό το δίκαιο. Το ίδιο και η ιμπεριαλιστές της ΕΕ σε μια σειρά από χώρες. Δεν πρόκειται καν για ένα κοινά αποδεκτό «διεθνές δίκαιο», που παραβιάζει συστηματικά η Τουρκία και τηρεί ευλαβικά η Ελλάδα.
Είτε προβλέπεται από το διεθνές δίκαιο είτε όχι, η πρόθεση της Ελλάδας για επέκταση των θαλάσσιων χωρικών υδάτων από τα 6 ν.μ στα 12 ν.μ μετατρέπει αυτομάτως το Αιγαίο σε κλειστή θάλασσα για την Τουρκία, αποκλείοντάς την από την πρόσβαση στο Αιγαίο. Εξαφανίζει έτσι τα διεθνή ύδατα. Αυτό το «δικαίωμα» δόθηκε στην Ελλάδα από τους ιμπεριαλιστές όχι γιατί αγαπάνε τα ελληνικά νησιά αλλά για να «παίζουν» με τους ανταγωνισμούς Ελλάδας-Τουρκίας προς όφελός τους. Και είναι στη διακριτική ιμπεριαλιστική ευχέρεια πότε θα της επιτρέψουν να το εφαρμόσει ως απειλή απέναντι στη Τουρκία. Είναι αυτό «ελληνική επιθετικότητα»; Προς το παρόν, το Αιγαίο ανήκει στο ΝΑΤΟ, χάρη στην «φιλειρηνική και εθνική» πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Τα ίδια ισχύουν για το περίφημο FIR Αθηνών. Είναι η παραβίαση του FIR παραβίαση εθνικής κυριαρχίας; Το FIR περιλαμβάνει εθνικό και διεθνή εναέριο χώρο. Σε διεθνή ύδατα και εναέριο χώρο δεν ασκείται εθνική κυριαρχία αλλά έλεγχος των πτήσεων που ανατίθεται σε μια χώρα (στην περίπτωσή μας, στην Ελλάδα), όπως και έγινε το 1952 με τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκίας. Επομένως, η παραβίαση του FIR Αθηνών από τουρκικά αεροσκάφη δεν είναι αμφισβήτηση εθνικής κυριαρχίας και παραβίαση εθνικού εναερίου χώρου, όπως μονότονα επαναλαμβάνουν τα πολεμοκάπηλα κανάλια, αλλά παραβάσεις κανόνων εναέριας κυκλοφορίας. Κάτι δηλαδή τελείως διαφορετικό, που δεν δικαιολογεί τις πολεμικές κραυγές εκ μέρους της… αμυνόμενης Ελλάδας. Υπάρχει ζήτημα με αυτές τις παραβιάσεις; Βεβαίως. Αλλά όχι μόνο για την Ελλάδα όσο με τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας, που ανέθεσε στην Ελλάδα το FIR (Περιοχή Πληροφοριών Πτήσεων).
Κάθε φορά λοιπόν που ανεβαίνει το θερμόμετρο στην περιοχή (όχι με «αποκλειστική ευθύνη» της Τουρκίας, εξάλλου όλοι κάτι έχουμε ακούσει για αμερικανικούς και ΝΑΤΟϊκούς βομβαρδισμούς στην ευρύτερη περιοχή), η Τουρκία αμφισβητεί χωρικά ύδατα, εναέριο χώρο και FIR. Δεν δέχεται να υποβάλει στην Αθήνα σχέδια πτήσης για τα στρατιωτικά της αεροσκάφη στο διεθνή εναέριο χώρο. Διεκδικεί συγκυριαρχία και «μοιρασιά» στο Αιγαίο, γιατί ως «σωστό» καπιταλιστικό κράτος ανταγωνίζεται, απειλεί και απειλείται από το επίσης «σωστό» καπιταλιστικό κράτος της Ελλάδας. Κάτω από την υψηλή κηδεμονία των ΗΠΑ, που έχουν τον τελευταίο λόγο για το ποια αστική τάξη θα ευνοηθεί, ανάλογα με τα συμφέροντά της.
Όσο για τον «άξονα συνεργασίας και φιλίας» μεταξύ Ελλάδας- Αιγύπτου- Ισραήλ (βραβευμένες όλες… με το Νόμπελ ειρήνης), για τη δημιουργία ΑΟΖ: είναι φανερό ότι αποτελεί μια κίνηση… «καλής γειτονίας και φιλίας» απέναντι στην Τουρκία και όχι επιθετική ενέργεια. Και μόνο αφελείς ή συνειδητοί ψεύτες μπορούν να ισχυριστούν ότι θα επωφεληθούν οι λαοί από τις ΑΟΖ και τις «δουλειές με τα πετρέλαια». Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει.
Οι πόλεμοι προετοιμάζονται πρώτα ιδεολογικά πριν διεξαχθούν με πραγματικά πυρά. Ας είμαστε επομένως ιδιαίτερα επιφυλακτικοί και προσεκτικοί κάθε φορά που ακούμε για «διεθνές ή εθνικό δίκαιο», για το «δίκιο» του έθνους και του λαού να κυριαρχεί και να καταπιέζει άλλα έθνη και λαούς, αδιαφορώντας για τη δική του ελευθερία και ανεξαρτησία. Γιατί σοφά έχει ειπωθεί ότι ένας λαός που κυριαρχεί ή φιλοδοξεί να κυριαρχήσει εις βάρος άλλων λαών δεν μπορεί να είναι ελεύθερος.