Οι «συμμαχικοί» βομβαρδισμοί της Συρίας, από ΗΠΑ-Αγγλία-Γαλλία, δεν μπορούν να «βάλουν κάτω από το χαλί» τον οξύτατο ανταγωνισμό μεταξύ τους αλλά και με την Γερμανία που εκφράζεται τόσο με τον εμπορικό πόλεμο, που κήρυξε ο Τράμπ, με την σημαντική άνοδο των δασμών στην εισαγωγή χάλυβα και αλουμινίου, όσο και με τις επιπτώσεις για Γερμανία και Γαλλία από την αποχώρηση των ΗΠΑ από την συμφωνία για τα πυρηνικά με το Ιράν.
Η όξυνση του ανταγωνισμού στα πλαίσια της «δυτικής συμμαχίας» δεν είναι χωρίς εξήγηση και, βέβαια, δεν είναι λιγότερο επικίνδυνη για τους εργαζόμενους και τους λαούς στον κόσμο, καθώς αποτελεί και αυτή, όπως και αυτή της «Δύσης» (ΗΠΑ –ΕΕ κ.α) κόντρα με την «Ανατολή» (Ρωσία –Κίνα κ.α.), το βασικό πεδίο πάνω στο οποίο εξελίσσεται και κλιμακώνεται η επίθεση στα δικαιώματα, η φτώχεια και η εξαθλίωση, η ενίσχυση των δεσμών της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, η αμφισβήτηση συνόρων και συμφωνιών, οι επεμβάσεις και οι πόλεμοι. Η διαμόρφωση μίας «δυτικής συμμαχίας», υπό αμερικάνικη κηδεμονία, η οποία θα είναι ισχυρή και δεν θα τίθεται υπό αμφισβήτηση, αποτελεί στρατηγικό στόχο για τις ΗΠΑ καθώς αποτελεί σημαντικό όρο για να νικήσει τους στρατηγικούς εχθρούς της Ρωσία-Κίνα.
Οι ΗΠΑ, ως η πιο ισχυρή ιμπεριαλιστική δύναμη, έχει την δυνατότητα να πιέζει τους συμμάχους της και να τους αναγκάζει σε υποχωρήσεις και συμβιβασμούς, οξύνοντας την αντιπαράθεση στον ύψιστο βαθμό, στο «μη περαιτέρω», ασκώντας εκβιαστικά διλήμματα, ακόμα και οικονομικούς πολέμους. Βέβαια, σήμερα η κατεύθυνση του Τράμπ «η Αμερική πρώτα» από άλλους εκλαμβάνεται σαν διάθεση των αμερικάνων ιμπεριαλιστών να απομονωθούν (!!!) ενώ κάποιοι άλλοι έφτασαν στο σημείο να θεωρήσουν ότι οι ΗΠΑ θα γίνουν σύμμαχοι με την Ρωσία. Τίποτα από αυτά δεν συμβαίνει. Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός θα συνεχίσει να κινείται στην κατεύθυνση της παγκόσμιας κυριαρχίας και θα συνεχίσει, ταυτόχρονα, να είναι αντιμέτωπος με την έλλειψη των «μέσων» -σε κάθε επίπεδο- που διαθέτει, για την επίτευξή των στόχων του. Σε αυτή την φάση, και όσο πιέζεται χρονικά για να προλάβει και να αντιμετωπίσει την ανασυγκρότηση και την αναβάθμιση εχθρών και «φίλων», θα χρησιμοποιεί την στρατηγική της όξυνσης και της έντασης για να μπορέσει να ανταπεξέλθει τόσο στα πολλά μέτωπα όσο και στις δικές του αδυναμίες.
Από αυτή την άποψη πρέπει να δούμε και τον οικονομικό πόλεμο των ΗΠΑ με την ΕΕ, η οποία βέβαια δεν έχει σαν αρχή της τον Τράμπ αλλά διεξάγεται με ένταση εδώ και δεκαετίες, με κάθε τρόπο και μέσο. Από την αποκάλυψη σκανδάλων ( Siemens–Volkswagen ) μέχρι τις φορολογικές ατασθαλίες και τα πρόστιμα στην Apple και την αμερικάνικη ανάμειξη(JPMorgan) στα …δομημένα ομόλογα στην Ελλάδα, τα χτυπήματα διαδέχονται το ένα το άλλο, σε έναν οικονομικό ανταγωνισμό που, ειδικά την περίοδο της κρίσης, από το 2008 και μέχρι τα σήμερα, πήρε ακόμα πιο οξυμένα χαρακτηριστικά. Στον ανταγωνισμό των ιμπεριαλιστών της «δυτικής συμμαχίας», η οικονομική πλευρά είναι ιδιαίτερα σημαντική, δεν αποτελεί όμως την κύρια πλευρά του, καθώς είναι προσανατολισμένος στην γεωστρατηγική υπεροχή και κυριαρχία. Επειδή στον οικονομικό ανταγωνισμό δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι οι ΗΠΑ θα τα καταφέρουν απέναντι στην ΕΕ, μιας και δεν αποτελούν τον μοναδικό οικονομικό ανταγωνιστή τους αλλά υπάρχουν και άλλοι, είναι αναγκαστική η γεωστρατηγική επικράτηση. Έτσι, όλες οι πολιτικές, ακόμα και η ύψωση των δασμών, εντάσσεται σε αυτή την κατεύθυνση. Επιπλέον, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι από την αύξηση των δασμών σε χάλυβα και αλουμίνιο θα ωφεληθεί η αμερικάνικη οικονομία. Κάτι, που έρχεται να επιβεβαιώσει μία τέτοια εκτίμηση, αποτελεί η παράταση που έδωσε ο Τράμπ, για την ισχύ της αύξηση των δασμών, σε σχέση με την Ε.Ε, από 1 Μαΐου σε 1 Ιουνίου (είναι η δεύτερη φορά που δίνεται). Η παράταση έρχεται να «συμπέσει» με την αποχώρηση των ΗΠΑ από την συμφωνία με το Ιράν για τα πυρηνικά και εκεί να αρχίσει ένα νέος γύρος εκβιασμών και αντιπαραθέσεων με ιδιαίτερα οξυμένα χαρακτηριστικά.
«Πιθανή είναι η επιβολή αμερικανικών κυρώσεων κατά ευρωπαϊκών εταιρειών που συνεργάζονται με το Ιράν», δηλώνει στο CNN ο Τζόν Μπόλτον (Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ). Και ενώ ο υπουργός εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, δηλώνει «ότι οι ΗΠΑ δεν είχαν ως στόχο την Ευρώπη» για την αποχώρησή τους από την συμφωνία για τα πυρηνικά με το Ιράν, ο αμερικάνος πρέσβης στο Βερολίνο, Ρίτσαρντ Γκρενέλ, με ανάρτησή του στο διαδίκτυο, καλεί τις γερμανικές εταιρείες «να αναστείλουν άμεσα τις εμπορικές σχέσεις με το Ιράν», προκαλώντας αντιδράσεις και από τα κόμματα και τους βιομήχανους της Γερμανίας. Από την άλλη πλευρά, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τούσκ, δηλώνει ότι «η στάση του Αμερικάνου προέδρου θα συναντήσει μία ενιαία ευρωπαϊκή προσέγγιση» και οι 28 κυβερνήσεις της ΕΕ σε κοινή τους δήλωση ξεκαθαρίζουν ότι «η ΕΕ θα παραμείνει δεσμευμένη στην συνεχιζόμενη, πλήρη και αποτελεσματική εφαρμογή της πυρηνικής συμφωνίας παρά την απόφαση των ΗΠΑ να αποσυρθούν».
Είναι φανερό ότι οι ΗΠΑ, υπό την διοίκηση Τράμπ, είναι αποφασισμένες να ασκήσουν ασφυκτική πίεση στους «συμμάχους» και, ιδιαίτερα, τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές σε «οριακό» σημείο, διακινδυνεύοντας ακόμα και το μέτωπο που δημιουργήθηκε στην Συρία, με στόχο να τους σύρουν πίσω τους και με τους δικούς τους όρους, στον σημαντικό στόχο, για τις ΗΠΑ, που λέγεται Ιράν. Από την άλλη πλευρά, και παρά τους υψηλούς τόνους, των Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών τόσο, όσο αφορά, το ζήτημα των δασμών, όσο και την αποχώρηση των ΗΠΑ από την συμφωνία και τις απειλές που εκτοξεύονται από την κάθε πλευρά, είναι σίγουρο ότι κύριο στόχο τους αποτελεί ένας «έντιμος συμβιβασμός» με την αμερικάνικη υπερδύναμη και όχι η πλήρης ρήξη με αυτή. Στην βάση αυτή, η προετοιμασία και για τα δύο ζητήματα έχει ήδη ξεκινήσει από τις επισκέψεις, τόσο της Μέρκελ, όσο και του Μακρόν, στην Ουάσιγκτον, όπου, φυσικά, δεν πήγαν για να τον κάνουν να αλλάξει άποψη για την συμφωνία με το Ιράν και την υπόθεση των δασμών αλλά να αντιληφθούν, από «πρώτο χέρι», τι θα τους κοστίσει η μη συμμόρφωση και να εκτιμήσουν τον χειρισμό από την δική τους πλευρά. Φυσικά να μην ξεχάσουμε για το «πόσο τέλειος» μπορεί να γίνει ο Μακρόν κατά τα λεχθέντα του Τράμπ, με την συμμετοχή της Γαλλίας στην επίθεση στην Συρία, σε αντίθεση με την Μέρκελ που δεν άκουσε τέτοιες φιλοφρονήσεις.
Η απόφαση των ΗΠΑ για την επιβολή δασμών στις εισαγωγές χάλυβα και από την ΕΕ, σε συνδυασμό με τις απειλές για συμμόρφωση στον οικονομικό αποκλεισμό, που φαίνεται ότι θα ακολουθήσει για το Ιράν, θα αποτελέσει, για την επόμενη περίοδο, ένα πεδίο νέων ανταγωνισμών ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές της «Δυτικής συμμαχίας». Έναν ανταγωνισμό που, από την μία πλευρά (ΗΠΑ) θα γίνεται συνεχής επίδειξη δύναμης και όξυνσης της έντασης, ενώ, από την άλλη πλευρά (ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές) θα γίνεται προσπάθεια εξισορρόπησης, συμβιβασμών και ταυτόχρονα διεκδίκησης αυξημένου ρόλου στις παγκόσμιες υποθέσεις. Το σίγουρο είναι ότι η πλευρά που μπορεί να το «τραβήξει στα άκρα» είναι αυτή του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και αυτό είναι που θα καθορίσει και τις νέες ισορροπίες που θα βρουν στις μεταξύ τους σχέσεις οι ιμπεριαλιστές της «Δύσης».