Λέγεται πως ο ποιητής και κυνικός Μελέαγρος, που έζησε τον 1ο αιώνα π.χ., με καταγωγή από τα Γάδαρα, είχε χαρακτηρίσει την περιοχή που περίπου σήμερα αποτελεί την σύγχρονη Συρία, ως «μια χώρα που είναι ολόκληρος ο κόσμος». Και ο σύγχρονος Λιβανέζος ιστορικός Αμπντέλ Νουρ, γράφοντας για τη διαδρομή του Χαλεπιού στο πέρασμα των αιώνων, το χαρακτήρισε μικρογραφία ολόκληρης της Συρίας.* Και πράγματι! Το Χαλέπι δεν έχει μόνο μια αδιάλειπτη ζωή οκτώ χιλιάδων χρόνων, μια θρησκευτική ιστορία ως η τρίτη σημαντικότερη πόλη του Ισλάμ, στα χρόνια της Αναγέννησης, αποτελώντας ταυτόχρονα σταυροδρόμι στον παλιό δρόμο του μεταξιού. Το Χαλέπι υπήρξε διαχρονικά η αληθινή οικονομική και εμπορική καρδιά της Συρίας πριν ακόμη την ανεξαρτησία, κορυφαία πολυεθνική και πολυ-θρησκευτική πόλη με ισχυρή παράδοση κοινής συμβίωσης και ανοχής και φυσικά το μεγαλύτερο σε πληθυσμό αστικό κέντρο της χώρας. Για όλους αυτούς τους λόγους αλλά και για τη στρατηγική θέση του στον βορρά, το Χαλέπι είναι το μεγάλο διακύβευμα στην εξέλιξη της διεθνούς και εμφύλιας αναμέτρησης που διεξάγεται στην δύστυχη αραβική χώρα.
Οι στρατιωτικές εξελίξεις μέσα και γύρω από το Χαλέπι, τον Αύγουστο, υπογράμμισαν την σημασία που δίνουν όλες οι πλευρές για τον έλεγχο της πόλης. Χωρισμένο περίπου στη μέση, με τις δυνάμεις του συριακού καθεστώτος να κυριαρχούν στη δυτική πλευρά και τους σουνίτες ισλαμιστές αντάρτες (όχι του Ισλαμικού Χαλιφάτου) στην ανατολική, μαζί με έναν μικρό τομέα στον βορρά να ελέγχεται από δυνάμεις των Κούρδων, το Χαλέπι πολιορκείται από πολλές μεριές. Οι πολιορκητές όμως είναι ταυτόχρονα και πολιορκούμενοι, παγιδευμένοι σε έναν θανάσιμο πολεμικό εναγκαλισμό. Οι μεν επιδιώκουν να πολιορκήσουν το ελεγχόμενο από τους άλλους τμήμα της πόλης, προσπαθώντας ταυτόχρονα να αποφύγουν την περικύκλωση. Σε αυτόν τον ιδιότυπο χορό του θανάτου, ο πληθυσμός της παλιάς πόλης αλλά και των κατοπινών αστικών επεκτάσεων είτε στα δυτικά (το νέο μεσοαστικό Χαλέπι) είτε στα ανατολικά προάστια με τους πρώην αγροτικούς πληθυσμούς που συνέρρευσαν στις τελευταίες δεκαετίες, πληρώνει βαρύ φόρο αίματος με αρκετούς να βρίσκονται στα όρια της λιμοκτονίας. Η τελευταία πράξη του συνεχιζόμενου δράματος ήταν η επιτυχής προσπάθεια των ανταρτών να σπάσουν την πολιορκία στα νότια της πόλης, ανατρέποντας θέσεις που είχε κερδίσει ο συριακός στρατός τον περασμένο Ιούλιο, παρά την υποστήριξη που αυτός δέχεται από τον αέρα από τα πολεμικά ρωσικά και συριακά αεροσκάφη. Και σαν αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης, είχαμε την πύκνωση των αεροπορικών και πυραυλικών επιθέσεων από τον στρατό του Ασαντ και τη ρώσικη πολεμική αεροπορία, με αποτέλεσμα νέες καταστροφές στον αστικό ιστό και περισσότερα θύματα από τον άμαχο πληθυσμό.
Όλες οι καινούριες εξελίξεις και αλλαγές στα πολεμικά μέτωπα στη Συρία πιστοποιούν μια κοινή πλέον εκτίμηση. Στη χώρα διεξάγεται ένας διευρυμένος διεθνής πόλεμος με όλες σχεδόν τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να είναι εμπλεκόμενες είτε άμεσα είτε έμμεσα. Τελευταίο σημαντικό γεγονός η τούρκικη επέμβαση με αφετηρία τη μεθοριακή συριακή πόλη Τζεραμπλούς στα δυτικά του Ευφράτη και η άμεση πλέον εμπλοκή του τουρκικού στρατού στη συριακή αναμέτρηση, στο πλευρό ομάδων της συριακής αντιπολίτευσης. Παρά τις επίσημες δηλώσεις και ανακοινώσεις από την τουρκική κυβέρνηση, όλοι ξέρουν πως η πρωτοβουλία αυτή κύριο στόχο έχει τον κουρδικό παράγοντα. Από καιρό η Άγκυρα έδειχνε την ανυπομονησία της να παρέμβει στη βόρεια Συρία για να αποτρέψει μια ενοποίηση των θυλάκων που ελέγχουν οι Κούρδοι σε μια ζώνη που θα ενώνει τα εδαφικά κέρδη τους από το καντόνι της Τζαζίρα στα βορειοανατολικά ως το Αφρίν στα δυτικά. Πρότεινε τη δημιουργία νεκρής ζώνης, προσπάθησε να παρασύρει το ΝΑΤΟ σε κοινή δράση, απείλησε αρκετές φορές με εισβολή και με κάθε ευκαιρία είχε ξεκαθαρίσει πως δεν θα μείνει απαθής εφόσον οι Κούρδοι επιχειρήσουν να περάσουν στην δυτική όχθη του Ευφράτη. Μέχρι τώρα κυρίως οι Αμερικανοί αλλά και η Μόσχα για διαφορετικούς λόγους και σε διάφορες συγκυρίες απέτρεψαν την τούρκικη εμπλοκή. Είχε αναφερθεί επίσης στις ημέρες του αποτυχημένου στρατιωτικού πραξικοπήματος πως μερίδα της ηγεσίας του στρατού είχε σοβαρές επιφυλάξεις στην προοπτική μιας εισβολής. Όλα αυτά φαίνεται πως ξεπεράστηκαν και ο Ερντογάν εκμεταλλευόμενος την μετά-πραξικοπηματική συγκυρία και με την έγκριση ή ανοχή Ουάσιγκτον και Μόσχας, διέταξε την έναρξη της επιχείρησης «Ασπίδα του Ευφράτη». Με αυτόν τον τρόπο, επιδιώκει να συμμετάσχει ενεργά στη διαμόρφωση των πολεμικών και μεταπολεμικών συριακών δεδομένων κάνοντας όμως πιο περίπλοκο τον συριακό γόρδιο δεσμό.
Φαίνεται πως η αμερικάνικη πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, προσπαθώντας να συγκεράσει διαφορετικές ανάγκες και προτεραιότητες προέκρινε-αποδέχθηκε μια ελεγχόμενη εμπλοκή της Τουρκίας, πιστεύοντας πως αυτή θα λειτουργήσει εξισορροπητικά και πιο λειτουργικά για την σύμπτυξη του σουνιτικού μετώπου ενάντια σε Ισλαμικό Κράτος και Ασαντ. Τον τελευταίο καιρό οι οβιδιακές μεταμορφώσεις των σουνιτικών ένοπλων ομάδων, οι αλλαγές ονομάτων και οι αποκηρύξεις της σχέσης τους με την αλ-Κάιντα έδειχναν πως κυοφορείται στο παρασκήνιο μια νέα συμμαχία-εργαλείο για την δυτική επέμβαση. Μπορεί όμως να διαμορφωθεί έστω και μια εύθραυστη ισορροπία σε αυτόν τον κυκεώνα των επιμέρους δυνάμεων και παραγόντων που ενεργούν στον συριακό πόλεμο; Πολύ δύσκολο έως αδύνατο. Ήδη από τις πρώτες ώρες της εισβολής φάνηκε πως η Άγκυρα θα αρπάξει κάθε ευκαιρία για να κινηθεί πέρα από το μεθοριακό κομμάτι, προς τα νότια με σκοπό να φτιάξει μια νεκρή ζώνη που θα εκτείνεται μέχρι την Μανμπίζ (Ιεράπολη) και την αλ-Μπαμπ. Η τελευταία είναι αρκετά κοντά στο Χαλέπι για το οποίο κανείς, ούτε η Άγκυρα ούτε οι Αμερικάνοι, ούτε φυσικά η σουνιτική και κουρδική αντιπολίτευση θα ήθελαν να κυριευθεί εξολοκλήρου από τις δυνάμεις του Ασαντ. Οι κινήσεις της Τουρκίας και η εμπλοκή των δυνάμεων της σε μάχες με συριο-κουρδικές δυνάμεις ανάγκασαν την Ουάσινγκτον αλλά και ευρωπαϊκές πρωτεύουσες να προχωρήσουν σε δημόσιες παρεμβάσεις οι οποίες ζητάνε περιορισμό των τούρκικων επιχειρήσεων μόνο ενάντια στο Ισλαμικό κράτος και αποκλειστικά στη μεθόριο. Νουθεσίες τις οποίες δημόσια απέρριψε η Άγκυρα επαναλαμβάνοντας πως στόχος της είναι όλες οι τρομοκρατικές ομάδες, των Κούρδων συμπεριλαμβανομένων. Παρ’ όλα αυτά, φάνηκε να υπάρχει μια ανάσχεση στην προώθηση των τούρκικων δυνάμεων, γεγονός που σε αυτή την φάση δεν μπορεί να αξιολογηθεί. Οι επόμενες εβδομάδες θα δείξουν αν αυτό το περίπλοκο σχήμα μπορεί να ισορροπήσει έστω και προσωρινά και να μην υπάρξει μια νέα κλιμάκωση των εχθροπραξιών.
Σε κάθε περίπτωση, το σίγουρο είναι πως ο Συριακός πόλεμος έχει πάψει να είναι προ πολλού εμφύλιος (αν ποτέ υπήρξε ως τέτοιος) και έχει μετατραπεί σε μια διεθνή σύγκρουση ιστορικής κλίμακας. Το ζοφερό μέλλον της Συρίας θα επηρεάσει όλη την Μέση Ανατολή και την Μεσοποταμία και μέσω αυτών, ευρύτερους διεθνείς συσχετισμούς, μέτωπα και συμμαχίες. Οι κίνδυνοι για μια γενίκευση της αναμέτρησης παραμονεύουν συνεχώς και κανένας από τους εξωτερικούς παράγοντες που υποδαύλισαν και συντηρούν τον πόλεμο δεν μπορεί να αποσυρθεί πριν παίξει και τα τελευταία του χαρτιά. Από αυτή την σκοπιά, το απόφθεγμα του Μελέαγρου για την σημασία και την ταυτότητα της Συρίας πριν δύο χιλιάδες χρόνια μπορεί να επιβεβαιωθεί με εφιαλτικό τρόπο στο, όχι μακρινό, δυσοίωνο μέλλον.
* Ορισμένα από τα στοιχεία του άρθρου αντλήθηκαν από το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του Τσαρλς Γκλας, «Η Συρία Φλέγεται, το Ισλαμικό Κράτος και ο θάνατος της Αραβικής Άνοιξης» που εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Διάμετρος».