14 ΙΟΥΝΗ 2015

Επιτυχία του κουρδικού και αριστερού κινήματος, φρένο στην παντοδυναμία Ερντογάν

Του Δημήτρη Παυλίδη

Με τη μετατροπή σε υπηρεσιακό πρωθυπουργό του Αχμέτ Νταβούτογλου, το αστικό πολιτικό σκηνικό αλλά και ευρύτερα η πολιτικοοικονομική κατάσταση στην Τουρκία μπήκαν και επίσημα σε περίοδο αστάθειας. Ο Νταβούτογλου αναμένει να πάρει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ως επικεφαλής του μεγαλύτερου κόμματος, υπόθεση που κατά πάσα πιθανότητα δεν θα είναι εύκολη ύστερα από τα αποτελέσματα των εκλογών της προηγούμενης Κυριακής 7 Ιουνίου για τη σύνθεση της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης. Πρώτη φορά ύστερα από τις εκλογές του Νοεμβρίου 2002, 13 χρόνια μετά, το κόμμα των Τούρκων ισλαμιστών δεν διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία και είναι αναγκασμένο ή να αναζητήσει κυβερνητικό εταίρο ή να ξαναπάει σε εκλογές. Στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις που μεσολάβησαν από τις εκείνες του 2002, το κόμμα του Ερντογάν είχε καταφέρει να κυριαρχήσει ελέγχοντας άνετα την Εθνοσυνέλευση των 550 εδρών.
Αυτήν τη φορά όμως τα πράγματα δεν πήγαν το ίδιο καλά όπως παλιότερα για το κυβερνητικό κόμμα και τον αληθινό ηγέτη του, ο οποίος, αν και στην θέση του προέδρου, έκανε κανονικά προεκλογική εκστρατεία. Το AKP απώλεσε  2,5 εκατομμύρια  ψήφους και 9 εκλογικές μονάδες, συγκέντρωσε ποσοστό 40,9% και εξέλεξε 258 βουλευτές. Οι κεμαλικοί του CHP διατηρήθηκαν στα ίδια επίπεδα των εκλογών του 2011, συγκεντρώνοντας 11,5 εκατομμύρια ψήφους και 24,8%. Σημαντική άνοδο είχαν οι εθνικιστές φασίστες του Μπαχτσελί, φτάνοντας  τα 7,6 εκατομμύρια  ψήφους και ποσοστό 16,2%, σαφής ένδειξη μιας επανερχόμενης πολιτικής πόλωσης, φαινόμενο όχι ασυνήθιστο στη χώρα όταν οι κοινωνικοί αγώνες  αναπτύσσονται και η αριστερά επανακάμπτει. Μεγάλος νικητής των εκλογών, όπως αναμενόταν άλλωστε, το Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα (HDP) που ξεπεράσει το εκλογικό όριο και με 6 εκατομμύρια ψήφους και 13,12% μπήκε θριαμβευτικά στην Εθνοσυνέλευση με ομάδα 80 βουλευτών. Πρώτη φορά ένα κόμμα με σαφείς αναφορές στο κουρδικό κίνημα αυτοδιάθεσης και υποστηριζόμενο από ένα τόξο αριστερών ομάδων και οργανώσεων όχι μόνο μπαίνει στη Βουλή, αλλά και με την παρουσία του αποδιοργανώνει το τρικομματικό σκηνικό της τελευταίας δεκαετίας. Οι εκλογές έγιναν μέσα σε ένα τεταμένο κλίμα, ειδικά αφ’ ότου ξεκίνησαν οι αιματηρές επιθέσεις ενάντια στο HDP, με κορυφαία τη βομβιστική επίθεση στο κέντρο του Ντιγιαρμπακίρ. Η συμμετοχή στις εκλογές υπήρξε μεγάλη, φτάνοντας το 86,6%, δηλαδή πήγαν και ψήφισαν 47,5 εκατομμύρια εκλογείς και οι επιθέσεις αντί να αποθαρρύνουν πείσμωσαν τους υποστηρικτές του HDP.
Η εξέλιξη αυτή δεν εξέπληξε όσους παρακολουθώντας από κοντά τις τουρκικές εσωτερικές διεργασίες είχαν διαπιστώσει μια σταθερή μείωση της κοινωνικής στήριξης που απολάμβανε ο Ερντογάν, ακόμη και σε στρώματα και περιοχές όπου είχε την απόλυτη ηγεμονία. Κύρια αιτία, ειδικά σε αυτές τις κοινωνικές κατηγορίες, το ξεθώριασμα των παλιότερων οικονομικών παροχών αφ’ ότου άρχισε το λαχάνιασμα της τουρκικής οικονομίας, η αύξηση της ανεργίας, το κλείσιμο της αγοράς εργασίας και ο καλπασμός των τιμών των καταναλωτικών αγαθών. Παρ’ όλ’ αυτά η ύπαιθρος και η αγροτική ασιατική Τουρκία συνέχισαν να παρέχουν υποστήριξη στους ισλαμιστές, θεωρώντας ακόμη πως ήταν αυτοί που αληθινά ενδιαφέρθηκαν για την ανύψωση της χαμοζωής τους. Οι μεγάλες απώλειες του Ερντογάν εντοπίζονται στα αστικά κέντρα και στη μεσαία τάξη που εισέπραξε πρώτη τα αποτελέσματα του οικονομικού ξεφουσκώματος. Σε συνδυασμό με την απολυταρχική κυβερνητική συμπεριφορά του, βρέθηκε απέναντι του, όπως και ένα μεγάλο τμήμα της μορφωμένης νεολαίας που φοβήθηκε την επιβολή ισλαμικών κανόνων και απαγορεύσεων στη δημόσια και κοινωνική σφαίρα. Το μεγάλο ξέσπασμα πριν από δυο χρόνια, με αφετηρία τα γεγονότα στο πάρκο Γκεζί, ήταν σημαντική καμπή. Παρά την τεράστια αστυνομική καταστολή και τη συνακόλουθη κινηματική υποχώρηση, η ζημιά για τον Ερντογάν έγινε,  σταδιακά άρχισε να μορφοποιείται και να αποκρυσταλλώνεται και πολιτικά.
Στις κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις πρέπει να προστεθούν και ορισμένοι άλλοι παράγοντες που από διαφορετικές αφετηρίες και ξεχωριστές στοχεύσεις συνέτειναν από κοινού έτσι ώστε στριμωχτεί ο Ερντογάν. Και να ανακοπεί εν τέλει η θριαμβευτική πορεία του προς τον στόχο του, να κυριαρχήσει πλήρως στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Πρώτον, η εκ νέου αφύπνιση του κουρδικού παράγοντα, ειδικά αφ’ ότου οι εξελίξεις στη Ροζάβα με επίκεντρο το Κομπάνι δημιούργησαν κλίμα ευφορίας και αυτοπεποίθησης από τις επιτυχίες και τη διεθνή υποστήριξη.  Δεύτερον, οι αναπτυσσόμενοι κοινωνικοί αγώνες και ειδικότερα η αγωνιστική ενεργοποίηση  τμημάτων  της εργατικής τάξης που προχώρησαν σε διεκδικητικούς αγώνες ή αντέδρασαν στην φιλοεργοδοτική κυβερνητική πολιτική. Κορυφαία περίπτωση το μαζικό εργοδοτικό έγκλημα στο ορυχείο  της  Σόμα, που εξόργισε, αλλά και οι πρόσφατες απεργίες στην αυτοκινητοβιομηχανία. Τρίτον, η συνειδητοποίηση σε τμήματα του λαού αλλά και σε μερίδες της μεγαλοαστικής τάξης των αδιεξόδων και των αποτυχιών της εξωτερικής πολιτικής και της συντριβής των φιλοδοξιών που καλλιέργησε ο Ερντογάν αναφορικά με τον ηγεμονικό περιφερειακό ρόλο της Τουρκίας.
Σχετικά με τον τελευταίο παράγοντα είναι γνωστό πως η εξωτερική πολιτική του AKP δημιούργησε σφοδρές αντιδράσεις, ειδικά στην Ουάσιγκτον αλλά και στην Ευρώπη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα διαρκή υπονόμευση της εικόνας του Ερντογάν από τα  δυτικά ΜΜΕ και ενεργοποίηση   αστικών-αντιδραστικών φιλοϊμπεριαλιστικών δυνάμεων στο εσωτερικό της χώρας, που άρχισαν μια συστηματική αντιπολίτευση και υπονόμευση.  Η δυναμική αυτή  αντικειμενικά συναντήθηκε αρκετές φορές με την εσωτερική δυσαρέσκεια αλλά και με  κομμάτια  της τουρκικής  κοσμικής  πολιτικής-επιχειρηματικής  ελίτ που είναι σταθερά προσανατολισμένα στη Δύση, ακολουθούν την κεμαλική  παράδοση  και διατηρούν  ηγεμονική πολιτική και πολιτιστική  θέση στα μεγάλα αστικά κέντρα της δυτικής Τουρκίας και ειδικά την Κωνσταντινούπολη και στη Σμύρνη. Ορισμένοι μάλιστα φτάνουν να εκτιμούν πως στο κύμα  εκλογικής αποδοκιμασίας του Ερντογάν εντάχθηκε και το δίκτυο του Γκιουλέν, που έχει ισχυρά ερείσματα στον κρατικό και στρατιωτικό  μηχανισμό και στα  ανεπίσημα  ισλαμικά εκπαιδευτικά  δίκτυα.
Αυτές οι δυνάμεις  καμιά σχέση δεν έχουν  με την ματωμένη αριστερά της Τουρκίας, ούτε με το εθνικό δημοκρατικό κίνημα των Κούρδων και άλλων μειονοτικών εθνικών ομάδων. Στην πραγματικότητα είναι μόνιμοι αντίπαλοί τους.  Θεώρησαν όμως  πως  σε αυτήν  τη φάση ο μοναδικός τρόπος για  να εμποδιστεί η  διακηρυγμένη  πορεία  προς την απόλυτη  κυριαρχία  του Ερντογάν και του AKP  μέσω της συνταγματικής μεταρρύθμισης  ήταν η είσοδος του HDP στην Εθνοσυνέλευση. Χαρακτηριστικό από αυτήν τη σκοπιά  είναι το άρθρο εκλογικής υποστήριξης ενός  από τους βασικούς αρθρογράφους της εφημερίδας Χουριέτ, του κεντροδεξιού Μουσταφά Ακιόλ. «Στο παρελθόν ήμουν συχνά απόλυτα σίγουρος για το ποιον θα ψήφιζα. Αυτή τη φορά κλίνω προς το να ψηφίσω το Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα (HDP), που είναι στην ουσία το κόμμα των Κούρδων εθνικιστών. Αν καταφέρει να ξεπεράσει το 10%, θα λάβει γύρω στις 60 έδρες (επί συνόλου 550). Αν όχι, όλες οι έδρες του θα πάνε στο μοναδικό ανταγωνιστικό του κόμμα ανάμεσα στον κουρδικό πληθυσμό, στο ΑΚΡ. Σε αυτή την περίπτωση, το ΑΚΡ ίσως ξεπεράσει τις 330 έδρες, αποκτώντας αρκετή εξουσία ώστε να τροποποιήσει το σύνταγμα χωρίς στήριξη από άλλο κόμμα. Και ένα σύνταγμα φτιαγμένο μόνο από το ΑΚΡ (ή από οποιοδήποτε άλλο κόμμα μόνο του) θα είναι καταστροφικό. Ένα σύνταγμα πρέπει να προκύπτει από ευρεία εθνική συναίνεση και όχι από τις φιλοδοξίες του κόμματος-νικητή»
Με αυτήν την αναφορά δεν θέλουμε να μειώσουμε την  καθοριστική επίδραση που  είχαν οι εθνικοί αγώνες των Κούρδων αλλά και οι κοινωνικοί αγώνες στην αλλαγή του κλίματος και την ενίσχυση του HDP. Ούτε την  πολύπλευρη  δράση της επαναστατικής αριστεράς,  που σε πείσμα της τριαντάχρονης και πλέον  καταδίωξης όχι  μόνο επιβιώνει, αλλά παίζει  καθοριστικό  ρόλο στους δρόμους και σε πολλά μέτωπα  κοινωνικών διεκδικήσεων. Ούτε ακόμη την σημαντική επιρροή νέων κοινωνικών κινημάτων που αναπτύχτηκαν τα τελευταία χρόνια.   Αρκετές από αυτές τις δυνάμεις έδωσαν  κριτική  ή ανεπίσημη  υποστήριξη  στο HDP, παρά τις σημαντικές διαφωνίες για πολλές από  τις θέσεις του. Αν και δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν  πως η είσοδος στη Βουλή μπορεί  στην πορεία να εξελιχθεί σε αρνητικό παράγοντα  για τη χρειαζούμενη  ριζοσπαστικοποίηση των κοινωνικών και εθνικών αιτημάτων  των λαών και των εργαζομένων.  Ο Μουσταφά Ακιόλ στο  ίδιο προεκλογικό  άρθρο του σημείωνε με νόημα αναφορικά με τον μελλοντικό ρόλο του HDP: «Αν το HDP δεν  μπει  στη Βουλή, η ήδη ανήσυχη βάση του θα ριζοσπαστικοποιηθεί θέτοντας σε κίνδυνο την πολύ αναγκαία «ειρηνευτική διαδικασία» ανάμεσα στους Κούρδους μαχητές και στην κυβέρνηση. (…) Πιστεύω ότι ένα HDP εντός Βουλής είναι καλύτερο για την τουρκική δημοκρατία από ένα HDP εκτός Βουλής».
Ήδη με επίκεντρο το  νέο  πολυτελές προεδρικό μέγαρο και με άμεσο διαπραγματευτή τον Ερντογάν άρχισαν οι ζυμώσεις για τον σχηματισμό συμμαχικής κυβέρνησης. Μέχρι την Πέμπτη 11/6 το απόγευμα δεν ήταν σαφές προς τα πού θα πάνε τα πράγματα. Η συνάντηση του Ερντογάν με τον Μπαϊκάλ,  που μέχρι πρότινος θεωρούνταν εντελώς ξοφλημένος, δείχνει πως το καθεστώς θα προσπαθήσει να ανασύρει  κάθε εφεδρεία για να μην οδηγηθεί σε παραπέρα αποσταθεροποίηση . Όσο για τον Ερντογάν και το AKP, θα ήταν μεγάλο λάθος να θεωρηθεί πως έχουν μπει σε ανεπίστρεπτη καθοδική πορεία. Διατηρούν ακόμη ισχυρή λαϊκή απήχηση, παρά το στρίμωγμα, διαθέτουν μεγάλα πλέον ερείσματα στον κρατικό μηχανισμό και έχουν ακόμη την πρωτοβουλία των κινήσεων. Την ίδια στιγμή η Τουρκία  εισέρχεται σε περίοδο ρευστότητας και μεταβολών, με άγνωστο προορισμό.

Αναζήτηση
Κατηγορίες
Βιβλιοπωλείο-Καφέ

Γραβιάς 10-12 - Εξάρχεια
Τηλ. 210-3303348
E-mail: ett.books@yahoo.com
Site: ektostonteixon.gr