Εργαζόμενοι στο Δημόσιο: επίθεση-αντιστάσεις-προοπτική
Οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν εξαίρεση στη συνολικότερη επίθεση που έχει εξαπολύσει το σύστημα και οι κυβερνήσεις του (ΠΑΣΟΚ και ΝΔ) ενάντια στους εργαζόμενους. Η θεωρία που αναπτύχθηκε και συντηρείται «περί προνομιούχων Δ.Υ.» στοχεύει ακριβώς εκεί: Να χτυπήσει σημαντικά δικαιώματα και καταχτήσεις, ν” αλλάξει το τοπίο, να ελαχιστοποιήσει αντιδράσεις στην προσπάθεια προσαρμογής των οικονομικών δεδομένων του δημόσιου τομέα στο κυρίαρχο ρεύμα της εποχής. Μόνο που κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει μονομιάς, αφού σκοντάφτει στις «αγκυλώσεις» που δημιουργεί η εξάρτηση σε συνδυασμό με την κεκτημένη ταχύτητα αλλά και τη συλλογικότητα που σε γενικές γραμμές ισχύει στο Δημόσιο. Ας δούμε πιο συγκεκριμένα κάποια πράγματα.
Διακηρυγμένος στόχος το «λιγότερο κράτος» ή, για την ακρίβεια, «το κράτος να γίνει κράτος». Να διευρυνθεί, συγκροτηθεί αποτελεσματικότερα ο βασικός του πυρήνας, ο καπιταλιστικός. Κάθε παραγωγική διαδικασία που κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες είχε περάσει στο συλλογικό καπιταλιστή μεταβιβάζεται βίαια τις πιο πολλές φορές στον ιδιώτη. Το ίδιο το αστικό κράτος να λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια με τρόπο που όλο και περισσότερο θα προσομοιάζει με επιχείρηση του ιδιωτικού τομέα, τόσο σε ό,τι αφορά τους «συναλλασσόμενους» όσο και τους δημόσιους υπαλλήλους. Εκεί ακριβώς αρχίζουν τα προβλήματα για το σύστημα. Πόση αποδοχή άραγε θα έχει ένα τέτοιο κράτος από τις λαϊκές μάζες; Και πόση επίδραση θα μπορούν να έχουν πλέον οι απόψεις περί επιστροφής στο λεγόμενο κράτος πρόνοιας, όταν θα έχει φανεί ξεκάθαρα ο αντιλαϊκός χαρακτήρας του αστικού κράτους;
Η επίθεση (με τον απατηλό όρο της «μεταρρύθμισης» που χρησιμοποιείται διά πάσα νόσο με στόχο τον ιδεολογικό και πολιτικό αφοπλισμό του Δ.Υ. κινήματος και τη δημιουργία προϋποθέσεων «κοινωνικού αυτοματισμού») είναι πολύπλευρη. Βασική επιδίωξη, η πειθάρχηση και υποταγή των εργαζόμενων στο Δημόσιο. Σειρά νόμων έχουν στόχο αυτό ακριβώς το πράγμα. Ο αντιδραστικός δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας (με πάνω από το 1/3 το «Πειθαρχικό Δίκαιο») έχει δώσει δείγματα γραφής στην εφαρμογή του. Ακολουθεί το «πρόγραμμα Πολιτεία» στο ίδιο μήκος κύματος, συνεπικουρούμενο από σωρεία οδηγιών, εγκυκλίων κ.λπ. Η επιλογή του συστήματος είναι σαφής: Το κλίμα πρέπει να αλλάξει επειγόντως στο Δημόσιο τόσο για τους λόγους που αναφέραμε όσο και γιατί αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση για τους υπόλοιπους εργαζόμενους.
Αυτό που βάλλεται στην ουσία είναι η βεβαιότητα και η μονιμότητα σαν κυρίαρχη εργασιακή σχέση στο Δημόσιο. Και αν προς το παρόν δεν μπορούν να την καταργήσουν, γίνονται σοβαρές προσπάθειες ανατροπής μέσω των ιδιωτικοποιήσεων και της de facto συνύπαρξης μιας πλειάδας ελαστικών εργασιακών σχέσεων: συμβασιούχοι, ορισμένου χρόνου ή έργου, ωρομίσθιοι, αναπληρωτές, επίκουροι, με αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, μέσω προγραμμάτων του ΟΑΕΔ (stage), σε εργολαβίες, με πιο πρόσφατη την εισαγωγή της μερικής απασχόλησης και στο Δημόσιο με αφορμή-πρόσχημα τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Η διεύρυνση αυτού του κομματιού της εργασίας είναι σίγουρο πως θα επιχειρηθεί να λειτουργήσει σαν πολιορκητικός κριός στο δικαίωμα στη μονιμότητα.
Το νέο «μισθολόγιο» επιχειρεί να παγιοποιήσει την πολιτική της λιτότητας, να συνδέσει το μισθό με τη λεγόμενη παραγωγικότητα και να εξατομικεύσει την αμοιβή, σπάζοντας τον ενιαίο τρόπο αντίστασης και διεκδίκησης αυξήσεων, καταδικάζοντας τους Δ.Υ. σε μισθούς και συντάξεις πείνας. Σε συνάρτηση με αυτό, η αντιασφαλιστική λαίλαπα έχει τις ιδιαίτερες εκφράσεις της τόσο στη σύνταξη (κύρια και επικουρική) όσο και στο εφάπαξ που περικόπτεται δραστικά.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι τα δύο αυτά μέτωπα (μισθολογικό-ασφαλιστικό) αποτέλεσαν τα κομβικά ζητήματα με βάση τα οποία αναπτύχθηκαν οι αγώνες των Δ.Υ. τα τελευταία χρόνια και εκφράστηκε η αντίσταση στην αντεργατική επίθεση, αναγκάζοντας τόσο την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ να συμπλεύσουν απόλυτα. Μοναδικό τους άγχος, το ποιος θα ελέγξει τον κρατικό μηχανισμό (χαρακτηριστική η δήλωση Καραμανλή να μείνει το κράτος «ουδέτερο» την προεκλογική περίοδο), ενώ όποιος και να βγει υπόσχεται νέους αντιδημοσιοϋπαλληλικούς νόμους και ακόμα μεγαλύτερη επίθεση στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις των Δ.Υ.
Για τους εργαζόμενους στο Δημόσιο η αντίσταση είναι μονόδρομος. Κόντρα στη γραμμή των δύο αστικών κομμάτων που ελέγχουν μέσω των συνδικαλιστών τους την ΑΔΕΔΥ, τις ομοσπονδίες αλλά και τα περισσότερα σωματεία, χρειάζεται ν” ακουστεί η φωνή της χαμηλόμισθης-χαμηλόβαθμης δημοσιοϋπαλληλίας, που θα θέσει ξεκάθαρα το στόχο της ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ αυτής της πολιτικής. Είναι θετικό ότι στο Δημόσιο υπάρχουν παντού σωματεία και σύλλογοι. Το ζητούμενο είναι πώς θα διαφοροποιηθεί και εντέλει ανατραπεί ο σημερινός συσχετισμός και θα ενισχυθούν οι ταξικές δυνάμεις, κόντρα στη γραμμή συμβιβασμού και υποταγής αλλά και εποικοδομητικών προτάσεων προς το σύστημα. Σ” αυτή την κατεύθυνση θα συνεχίσουμε να παλεύουμε με πίστη στις απόψεις μας και εμπιστοσύνη στη δύναμη του κινήματος. Αλλωστε το σύστημα και οι πολιτικοί του εκφραστές δεν θα μας αφήσουν χωρίς δουλειά. Το ίδιο και τους Δ.Υ. που θ” αναζητήσουν διέξοδο στη συλλογικότητα και τον αγώνα.
φ.494, 7/2/04