Η αποχή, η άνοδος του λεγόμενου ευρωσκεπτικισμού και η αξιοσημείωτη στερέωση της παρουσίας ακροδεξιών κομμάτων σ’ αυτές ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά των φετινών ευρωεκλογών. Θα τολμούσαμε να πούμε πως εκτός από την αντίθεση, την δυσαρέσκεια αλλά και την απογοήτευση των ευρωπαικών λαών γι’ αυτό που αποκαλείται ευρωπαϊκό οικοδόμημα, και που εκφράστηκε με όλες τις δυνατές επιλογές, στις φετινές ευρωεκλογές αντανακλάστηκαν με πιο καθαρό τρόπο σε σχέση με παλιότερα οι αντιθέσεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που το καθοδηγούν αλλά και κρατικές δυσαρέσκειες κάθε είδους. Δείγμα και αυτό τον εγγενών αντιφάσεων που διατρέχουν την Ευρωπαϊκή Ένωση και οι οποίες έχουν αναζωπυρωθεί από την αλληλεπίδραση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και του επίσης παγκόσμιου ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού.
Η αποχή: μέτρο αντίθεσης αλλά και αποξένωσης των λαών από την ΕΕ
Τα ποσοστά αποχής είναι αλήθεια ότι κινήθηκαν λίγο χαμηλότερα σε σχέση με αυτά των ευρωεκλογών του 2009. Αποτέλεσμα δύο κατά βάση λόγων: του «εθνικού χρώματος» που πήραν οι ευρωεκλογές σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες (όπως και στη χώρα μας), και των προσπαθειών, αρκετά έγκαιρα και επίμονα αυτή τη φορά, των ευρωενωσίτικων μηχανισμών προπαγάνδας να αποτρέψουν το ρέυμα της αποχής. Σημαντικό στοιχείο της προπαγάνδας αυτής υπήρξε η προσπάθεια λουστραρίσματος αυτού του ιμπεριαλιστικού κατασκευάσματος που ακούει στο όνομα Ευρωκοινοβούλιο. Το γεγονός δηλαδή πως, με βάση της συνθήκη της Λισαβόνας, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά την επιλογή του προσώπου που θα διατελέσει νέος πρόεδρος της Κομισιόν, θα πρέπει να λάβει υπόψη του (χωρίς φυσικά να το δεσμεύει) τι ανέδειξαν με την ψήφο τους οι Ευρωπαίοι πολίτες στο ευρωκοινοβούλιο.
Φυσικά, τα ποσοστά της αποχής παραμενουν σε δυσθεώρητα ύψη, σε σημείο που ο κάθε άλλο παρά υποστηρικτής της αποχής από τις ευρωκάλπες Γ.Δελαστίκ να έχει σαν υπότιτλο σε σχετικό άρθρο του: «Τέτοιο … «ευρω-φτύσιμο» των ευρωεκλογών από τους ψηφοφόρους των 28 κρατών- μελών της ΕΕ ομολογουμένως δεν το φανταζόνταν κανείς». Και όντως τα στοιχεία που δίνει είναι αποκαλυπτικά. Μόλις σε έξι από τις 28 χώρες η συμμετοχή είναι πάνω από 50%. Σε όλες τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που συμμετέχουν στην ΕΕ, με εξαίρεση την Λιθουανία στην οποία η αποχή ήταν μόνο… 55%, η αποχή κυμάνθηκε από το 64% (Εσθονία) έως το εντυπωσιακό 87% της Σλοβακίας. Όπως αναφέρει ο ίδιος αρθρογράφος «αιτία της αποστροφής που αισθάνονται οι Σλοβάκοι προς την ΕΕ και η οποία αποτυπώνεται στη (μηδαμινή) συμμετοχή τους σε κάθε ευρωεκλογές είναι οι ωμοί εκβιασμοί της ΕΕ προς τη σλοβάκικη κυβέρνηση την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα».
Νομίζουμε πως, σε αντίθεση με την Ελλάδα που μπήκε στην τότε ΕΟΚ σε μια άλλη φάση της παγκόσμιας και ευρωπαϊκής κατάστασης, με αποτέλεσμα τα πρώτα χρόνια της ένταξης να καλλιεργηθούν μια σειρά αυταπάτες και προσδοκίες, όλες αυτές οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης μπήκαν στην ΕΕ με τραγικά χαμηλωμένες τις προσδοκίες. Και κυρίως σε μια συγκυρία που η κλιμάκωση της επίθεσης ενάντια στους λαούς αλλά και οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις εντός και εκτός ΕΕ δεν άφηναν περιθώρια για άσκηση από την πλευρά των ιμπεριαλιστικών χωρών της ΕΕ μιας πολιτικής έναντι των χωρών αυτών πιο ισορροπημένης (το καρότο είχε φαγωθεί και έμενε μόνο το μαστίγιο). Συνυπολογίστε στην αντιμετώπιση των χωρών αυτών από την ΕΕ, το γεγονός της μετατροπής τους σε πεδίο του αμερικανοευρωπαϊκού ανταγωνισμού (παλιά και νέα Ευρώπη κατά Μπους, κλπ).
Αλλά και στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις χώρες της δυτικής Ευρώπης, όπως και στις χώρες που είναι ενταγμένες εδώ και αρκετές δεκαετίες στην ΕΕ, τα ποσοστά της συμμετοχής που κυμάνθηκαν μεταξύ 40-50% δεν μπορούν να συνιστούν επιτυχία για τους ευρωλάτρες.
Ευρωσκεπτικισμός: η άλλη έκφραση της δυσαρέσκειας
Όσον αφορά τον λεγόμενο ευρωσκεπτικισμό, είναι για μας τουλάχιστον φανερό πως, ανεξάρτητα αν έχει δεξιό ή αριστερό πρόσημο, αποτελεί μια έκφραση της μεγάλης δυσαρέσκειας των ευρωπαϊκών λαών απέναντι στις ακολουθούμενες βάρβαρες πολιτικές που επιβάλλει η ιμπεριαλιστική ΕΕ και το ευρωπαικό μονοπωλιακό κεφάλαιο. Σήμερα, με τους γνωστούς συσχετισμούς δύναμης, την κατάσταση (άσχημη) της αριστεράς και προπαντός τον (τουλάχιστον) ρεφορμιστικό προσανατολισμό της, αυτή η δυσαρέσκεια κεφαλαιοποιείται κύρια από τα δεξιά έως τα ακροδεξιά.
Έχουμε πρόσφατα γράψει πως το ακροδεξιό Ουγγρικό Jobbik, που στις ευρωεκλογές απέσπασε σχεδόν το 15% των ψήφων, αντλεί δύναμη από ένα συνδυασμό μεγαλοϊδεατικών απόψεων (διεκδίκηση εδαφών από Ρουμανία και Σλοβακία) και ρατσιστικής προπαγάνδας ενάντια στους Ρομά, με μια δήθεν αντισυστημική ρητορεία ενάντια στις απαιτήσεις του ΔΝΤ. Εξάλλου και το δεξιό κυβερνών κόμμα χρησιμοποιεί αντίστοιχη αντι-ΔΝΤ ρητορεία, κάτι που εκτός των άλλων δεν αποκλείεται να υποστηρίζεται αφανώς και από το Βερολίνο… Την ίδια στιγμή τα κεντροαριστερά κόμματα στην Ουγγαρία εμφανίζονται υπέρμαχοι των βάρβαρων μέτρων που προτείνει το ΔΝΤ, καθιστώντας ακόμα πιο ευάλωτα στην προπαγάνδα του Jobbik τα πιο φτωχά τμήματα του ουγγρικού λαού. Στον κανόνα αυτόν, εξαίρεση αποτελεί η έκφραση της αντίθεσης στις πολιτικές της ΕΕ μέσω κομμάτων της ρεφορμιστικής αριστεράς, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ στη χώρα μας ή η Ενωμένη Αριστερά στην Ισπανία που απέσπασε ένα 10%.
Η νίκη του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία
Πέρα από το προφανώς ανησυχητικό, για την εργατική τάξη και το λαό και όχι μόνο της Γαλλίας, γεγονός της πρωτιάς της Μαρίν Λεπέν και του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου με σχεδόν 25%, είναι τουλάχιστον για μας καθαρό ότι αυτή η νίκη έχει και μια άλλη σημαντική πλευρά που πρόσφατα είχαμε θίξει (Προλεταριακή Σημαία, 26 Απρίλη 2014, «ΑΚΡΟΔΕΞΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ: Η διαλεκτική του μαύρου). Γράφαμε τότε:
«Ωστόσο, το Εθνικό Μέτωπο, χρησιμοποιώντας αντι-ΕΕ, στην ουσία αντιγερμανική, ρητορική, προσπαθεί όχι μόνο να χρησιμοποιήσει τη δυσαρέσκεια των λαϊκών στρωμάτων αλλά και να εκφράσει τμήματα του γαλλικού κατεστημένου που αισθάνονται άβολα ή ρίχνονται από την γερμανική πρωτοκαθεδρία. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που οι έως τώρα δημοσκοπήσεις για τις ευρωεκλογές εμφανίζουν το Εθνικό Μέτωπο πρώτο κόμμα (και άσχετα με το τι θα γίνει τελικά). Επιπλέον και σ’ αυτό το πεδίο, απηχώντας τις ανησυχίες μερίδων του κεφαλαίου ή/και θέλοντας να ρίξει γέφυρες με τέτοια τμήματα, η αρχηγός του Εθνικού Μετώπου, Μαρίν Λε Πεν, βάζει στο στόχαστρο τις συζητήσεις για την υπογραφή συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ».
Προς επιβεβαίωση των εκτιμήσεων μας, ο … Φρανσουά Ολάντ, σε τηλεοπτικό διάγγελμά του αμέσως μετά τις ευρωεκλογές και την ήττα του κόμματός του (το Σοσιαλιστικό Κόμμα ήρθε τρίτο με 13,98%, με δεύτερο το δεξιό UMP με 20,79% που και αυτό είχε απώλεια ποσοστών, ενώ το Μέτωπο της Αριστεράς – συμμαχία του ΚΚΓαλλίας με τον Ζαν Λικ Μελανσόν- πήρε το 6,34%), τόνισε ότι «η Γαλλία έχει θεμελιακό ρόλο στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση», θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να διασκεδάσει τις εντυπώσεις από μια εμφανή αύξηση της απόστασης μεταξύ του «πρώτου» (Βερολίνο) και του «δεύτερου» (Παρίσι) πυλώνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η αγγλική ιδιαιτερότητα
Ακόμα πιο αποκαλυπτικά για την όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και τις δεύτερες σκέψεις που κάνουν όλες οι μεγάλες δυνάμεις στην ευρωπαϊκή ήπειρο είναι τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών στην Αγγλία. Το ευρωσκεπτικιστικό με αρκετές ακροδεξιές αναφορές Κόμμα της Ανεξαρτησίας (UKIP) του Νάιτξελ Φάρατζ ήταν ο αδιαμφισβήτητος (μετά την αποχή, που ξεπέρασε το 66%) νικητής των εκλογών με ποσοστό κοντά στο 30%.
Ο εγγλέζικος ιμπεριαλισμός έχει επιλέξει εδώ και πάνω από μισό αιώνα να πατάει σε δύο βάρκες. Από τη μια στις ΗΠΑ (θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε και αγγλοσαξονική συμμαχία-συννενόηση) και από την άλλη στην συμμετοχή του –με το ειδικό του βάρος- στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όχι όμως και στην ευρωζώνη. Η συμμαχία με τις ΗΠΑ επιδιωκόταν να εξισορροπήσει τα αποτελέσματα που δημιουργούσε η πρωτοκαθεδρία του λεγόμενου γαλλογερμανικού «άξονα», στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Και η συμμετοχή στην ΕΕ επιδιωκόταν να είναι ένα αντίβαρο στην συμμαχία με τις ΗΠΑ που φαινόταν και ήταν λεόντεια. Μέχρι το 1989-1991, οι ισορροπίες βρίσκονταν πιο εύκολα. Από τότε και έπειτα, όχι. Η μετατροπή της Αγγλίας σε «πρόθυμο» των ΗΠΑ κατά την διάρκεια των επεμβάσεων σε Αφγανιστάν και Ιράκ, την μετέτρεψαν σε κόκκινο πανί για τους γαλλογερμανούς, χωρίς τα οφέλη που αποκόμισαν από αυτή τους τη συμπόρευση με τις ΗΠΑ να είναι ανάλογα. Στην πορεία κινήθηκε πιο ευρωπαϊκά (όσο ευρωπαϊκά μπορεί να κινηθεί ο εγγλέζικος ιμπεριαλισμός). Η κρίση του 2008 και οι κινήσεις που γίνονται από την Γερμανία αλλά και τη Γαλλία έχουν ανησυχήσει σφόδρα την Αγγλία. Το πιο χαρακτηριστικό είναι πως νιώθει να απειλείται οικονομικά (αν και δεν είναι μόνο οικονομικό), διότι με αφορμή την κρίση, οι ιμπεριαλιστές της ηπειρωτικής Ευρώπης πάνε να περιορίσουν τον παγκόσμιο ρόλο του εγγλέζικου Citi. Νομιζουμε πως μια ερμηνεία της νίκης του Φάρατζ πρέπει να λάβει υπόψη και σοβαρά αυτές τις σημαντικές παραμέτρους. Η νίκη του δηλαδή αποτελεί κατά βάση αντανάκλαση των σοβαρών ενστάσεων που έχει ο εγγλέζικος ιμπεριαλισμός για τον τρόπο και τους δρόμους πάνω στους οποίους κινείται η ΕΕ και των ανησυχιών του ότι η άλλη πλευρά έχει βάλει στο στόχαστρο τα ατού που έχει συγκεντρώσει στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Από την πλευρά μας, χωρίς να αποκλείουμε τίποτε, θεωρούμε πιο πιθανό να χρησιμοποιηθεί από την κυβέρνηση Κάμερον (ως εκπροσώπου του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού) όλη αυτή η κατάσταση, ώστε να τεθούν στο ευρωπαϊκό τραπέζι οι «κόκκινες γραμμές» του Λονδίνου.
Τα προβλήματα είναι μπροστά μας
Θα μας πήγαινε μακριά μια αναλυτική αναφορά και στις αλλες ευρωπαϊκές χώρες. Πριν ολοκληρώσουμε ωστόσο αυτήν την παρουσίαση και χωρίς να θεωρούμε ότι έχουμε καλύψει (κάθε άλλο) πολιτικά όλα τα ζητήματα που αναδείχθηκαν με αφορμή και διαμέσου των ευρωεκλογών, θα αναφερθούμε σύντομα σε δύο διαφορετικές περιπτώσεις που όμως συνδέονται…
Το ένα είναι το εκλογικό αποτέλεσμα στην Γερμανία. Παρά την πτώση του, το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα της Άνκελα Μέρκελ διατηρεί την πρωτιά και την πρωτοβουλία των κινήσεων. Είναι και αυτό μια ισχυρή ένδειξη πως παρά τα προβλήματα που και αυτός αντιμετωπίζει, ο γερμανικός ιμπεριαλισμός στο πεδίο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ο πιο δυνατός παίχτης. Και ταυτόχρονα η κύρια δύναμη που σήμερα ρυμουλκεί την άμαξα της επίθεσης ενάντια στους λαούς στον ευρωπαϊκό χώρο. Από αυτό αντλεί όχι μόνο κέρδη αλλά και δύναμη. Βέβαια -όχι πως δεν το γνωρίζει, αλλά δεν μπορεί να κάνει αλλιώς (διαφορετικά δεν θα είχαμε καπιταλισμό και ιμπεριαλισμό)- πρωτοστατεί στην επιβολή μιας πολιτικής που οξύνει πανευρωπαϊκά τις αντιθεσεις και όχι μόνο αυτές μεταξύ ιμπεριαλισμού και λαών ή κεφαλαίου και εργασίας. Αλλά και τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, όπως και την δυσαρέσκεια αστικών τάξεων του ευρωπαϊκού Νότου (και όχι μόνο). Και φυσικά γνωρίζει πως η οικονομική του κυριαρχία δεν μπορεί επί μακρόν να τον πάει μπροστά, όσο εξακολουθεί να υφίσταται ο στρατιωτικός και στρατηγικός (πυρηνικός) του νανισμός.
Το άλλο αποτέλεσμα είναι αυτό της Κύπρου. Με αξιοσημείωτη αποχή για τα κυπριακά δεδομένα, που άγγιξε το 58%, ο κυπριακός λαός, μόλις δέκα χρόνια μετά την ένταξη στην ΕΕ, και για την οποία πρωτοστάτησε όχι μόνο η δεξιά και η σοσιαλδημοκρατία της Κύπρου αλλά και το αυτοαποκαλούμενο αριστερό και κομμουνιστικό ΑΚΕΛ, εξέφρασε με αυτόν τον τρόπο την οργή και τη δυσαρέσκειά του για τις πολιτικές που του έχουν επιβληθεί από την ΕΕ, πρωτοστατούσης της Γερμανίας. Η οποία βρήκε την ευκαιρία τόσο να ψαλιδίσει εν ονόματι όλης της «Δύσης» τις διασυνδέσεις της ελληνοκυπριακής άρχουσας τάξης με το ρώσικο ιμπεριαλισμό όσο και να διεισδύσει σε μια μέχρι πρότινος περιοχή «σημαδεμένη» από τους αγγλοσάξονες. Νωπές είναι οι μνήμες όλων από τον εκβιασμό που ασκήθηκε στην κυπριακή βουλή και την επιβολή εξοντωτικών μέτρων «εξόδου από την κρίση» στον κυπριακό λαό. Το δυστύχημα είναι πως με συνέργεια και της αριστεράς (ΑΚΕΛ) σήμερα η Κύπρος και ο λαός της είναι ακόμα πιο μπλεγμένοι στα αμερικανοευρωπαϊκά ιμπεριαλιστικά γρανάζια και ακόμα πιο ευάλωτοι στους ιμπεριαλιστικούς εκβιασμούς. Πράγμα πολύ ανησυχητικό, όταν μάλιστα ήδη εξυφαίνονται, και για μια ακόμη φορά, σχέδια νομιμοποίησης της διχοτόμησης του νησιού πίσω από την πλάτη του κυπριακού λαού.
Τελειώνοντας, να τονίσουμε για μια ακόμη φορά πως, εάν απέναντι στις αντιλαϊκές πολιτικές της ΕΕ, οι αριστερές και κομμουνιστικές δυνάμεις δεν προωθήσουν, ενισχύσουν και συγκροτήσουν την αντίσταση των ευρωπαϊκών λαών, που ξεσπάει αυθόρμητα και κατά κύματα, να είμαστε προετοιμασμένοι για ακόμη χειρότερες καταστάσεις. Γι’ αυτό και δεν φτάνει το ειρωνικό μειδίαμα απέναντι στο εξελισσόμενο ενδοϊμπεριαλιστικό παζάρι της επιλογής νέου προέδρου της Κομισιόν. Απαιτείται επιμονή στην αποκάλυψη των πραγματικών χαρακτηριστικών της ΕΕ, απαιτείται υπομονή και επιμονή στην προβολή της μοναδικής διεξόδου για το λαό μας, την έξοδο από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, την δημιουργία κινήματος ικανού να σπάσει τα ιμπεριαλιστικά δεσμά.
Τ.Σ.
Προλεταριακή Σημαία 735, 7/6/2014