Τα ζητήματα που ανοίγουν στο εσωτερικό της ΕΕ, και ανάλογα με την όξυνση που τα συνοδεύει κάθε φορά, εκφράζουν και αντανακλούν τις αντιθέσεις μεταξύ των κυρίαρχων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων αλλά και τους συσχετισμούς στη δεδομένη φάση. Αυτό συμβαίνει και με το περιβόητο Ευρωσύνταγμα.
Ενα ζήτημα που φαινόταν να έχει παγώσει μετά την διακυβερνητική του περασμένου Δεκεμβρίου, σήμερα αναζωπυρώνεται και τείνει να γίνει από τα κυρίαρχα ζητήματα για την παρούσα αλλά και την επόμενη περίοδο, οξύνοντας παλιές και νέες αντιθέσεις.
Τι άλλαξε τους τελευταίους έξι μήνες; Κατ” αρχήν η διεθνής συγκυρία δεν είναι ακριβώς ίδια. Οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές έχουν στριμωχτεί άσχημα στο Ιράκ, θέτοντας σε αμφιβολία ακόμα και αυτή την ίδια τη συνοχή του εσωτερικού μετώπου τους. Και αυτό έχει το αντίκτυπό του σε όλα τα επίπεδα των σχέσεών τους, κύρια στην περιβόητη συμμαχία τους. Ως γνωστόν, τις εντονότερες αντιδράσεις στην διαμόρφωση του ευρωσυντάγματος τις είχαν προβάλει η Ισπανία και η Πολωνία. Από τους πιο ένθερμους συμμάχους των ΗΠΑ στην εισβολή στο Ιράκ και με σημαντικό ειδικό βάρος στα ευρωπαϊκά πράγματα. Η πρώτη πλήρες μέλος και η δεύτερη (τότε) υποψήφιο μέλος. Μετά την 11 του Μάρτη και τα αιματηρά γεγονότα στην Μαδρίτη καθώς και την κυβερνητική αλλαγή σε Ισπανία και Πολωνία, το κλίμα σταδιακά αντιστρέφεται υπέρ των γαλλογερμανών. Καμιά αμφιβολία ότι θα προσπαθήσουν να το αξιοποιήσουν από κάθε άποψη και με κάθε τρόπο. Η επαναφορά του ευρωσυντάγματος και μάλιστα με αποφασιστικό τρόπο θα αποτελέσει έναν ουσιαστικό δείκτη των συσχετισμών στο χώρο της ΕΕ μετά την διεύρυνση.
Οι Βρετανοί δείχνουν να αιφνιδιάζονται από την ξαφνική έξαρση του ζητήματος και να βγαίνουν στην κόντρα σε πρώτο πλάνο. Κάτι τέτοιο ήταν αναμενόμενο, άσχετα αν στην προηγούμενη φάση καλυπτόταν πίσω από Ισπανία και Πολωνία. Η απειλή του Μπλέρ (που το κόμμα του για τα Βρετανικά δεδομένα θεωρείται φιλοευρωπαϊκό), για δημοψήφισμα -κίνηση που εξόργισε τους γαλλογερμανούς- καταχωρείται στις πρώτες συνέπειες του αιφνιδιασμού. Στη συνέχεια, και στις δύο πρόσφατες συνόδους των υπουργών εξωτερικών της ΕΕ, οι Βρετανοί αναλώθηκαν σε «θετικές» προτάσεις. Διεκδικούν για τον εαυτό τους το δικαίωμα του βέτο για τους τομείς: φορολογίας, κοινωνικής ασφάλισης, εργασιακά ζητήματα, και, βεβαίως, εξωτερικής πολιτικής και άμυνας. Τα δύο τελευταία σαν αυτονόητα! Προτείνουν ένα σύνταγμα «κουρελού» και μάλιστα διάτρητη.
Οι Βρετανοί (που ως γνωστόν δεν έχουν σύνταγμα) ουσιαστικά προσπαθούν, και θα είναι επιτυχία τους αν το καταφέρουν, να αναβάλλουν και αυτή τη φορά την τελική συζήτηση, που θα γίνει στην σύνοδο κορυφής το Ιούνιο, αμέσως μετά τις ευρωεκλογές. Ομως στο ζήτημα αυτό οι γαλλογερμανοί θα επιδιώξουν να εξαντλήσουν όλη την αποφασιστικότητά τους. Πρόθεσή τους να «κλειδώσουν» (όπως και με την απόφαση για το ευρώ), οριστικά το σύνταγμα. Μέσα ή έξω θα είναι το δίλημμα προς όλες τις κατευθύνσεις.
Η προσπάθεια των γαλλογερμανών στην φάση αυτή είναι να επιβάλλουν όρους όχι μόνο σε βάρος των μικρότερων χωρών, αλλά και να διαμορφώσουν μια περισσότερο στέρεα βάση στήριξης απέναντι στους ανταγωνιστές τους εντός και εκτός ΕΕ. Να επιβάλλουν στις νεοενταχθείσες χώρες της ανατολικής Ευρώπης όρους και δεσμεύσεις διαφορετικού χαρακτήρα και προσανατολισμού από αυτόν που έχουν εκδηλώσει μέχρι στιγμής.
Η γαλλογερμανική συμμαχία (που δεν έχει ακόμα χαρακτηριστικά ολοκληρωμένου άξονα, αλλά που εμφανίζει μια ανάλογη δυναμική), πέρα από το ιστορικό παράδοξό της, έχει, και στο πρόσφατο παρελθόν, περάσει από πολλά… κύματα. Αλλοτε φαίνεται να ενισχύεται, άλλοτε να ατονεί και άλλοτε να τείνει προς κατάρρευση. Ωστόσο η ύπαρξή της πρέπει να εκτιμηθεί στην βάση δύο πολιτικών στοιχείων. Από τη μια πρέπει να ανταποκριθούν, με βάση περιστασιακά – συγκυριακά κίνητρα, στην απαίτηση ενίσχυσης των άμεσων συμφερόντων τους. Από την άλλη να αναζητήσουν απαντήσεις -τις οποίες μεταθέτουν σε ένα απροσδιόριστο μέλλον- σε βαθύτερα αίτια, την εκτίναξή τους σε μεγαλύτερο, και ουσιαστικά αναβαθμισμένο, ρόλο στους παγκόσμιους συσχετισμούς και απέναντι σε πολύ ισχυρούς ανταγωνιστές.
φ.502, 29/5/04