Η όξυνση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στις αστικές τάξεις Ελλάδας – Τουρκίας και η αύξηση των «ατυχημάτων» αποτελούν επικίνδυνους παράγοντες για τους λαούς και πυκνώνουν τα σύννεφα για το ενδεχόμενο μίας σύγκρουσης ή ακόμα και ενός πολέμου των δύο «συμμάχων» στα πλαίσια του ΝΑΤΟ. Στη χώρα μας, απέναντι σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση για το λαό, οι απαντήσεις που έρχονται από πολλές δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά δεν βρίσκονται σε μία αντιπολεμική – ανιιμπεριαλιστική κατεύθυνση αλλά σε μία απροκάλυπτη ή καλυμμένη «εθνικοπατριωτική» στάση. Ενώ κάποιοι άλλοι, υποτιμώντας την ιμπεριαλιστική εξάρτηση, προσπαθούν να ξεφύγουν μέσω ενός ανέξοδου «διεθνισμού».
Στη βάση αυτή δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι δεν αναπτύσσεται αντιπολεμικό – αντιιμπεριαλιστικό κίνημα αλλά είτε έχουμε κομματικές συγκεντρώσεις (ΚΚΕ) είτε εθιμικές κινητοποιήσεις (ΣΕΚ) με αποπροσανατολιστικό περιεχόμενο (δίκη ΧΑ-ανοικτά σύνορα). Μία προηγούμενη περίοδο είχαμε και συμμετοχή κάποιων (ΚΟΕ – ΑΡΔΗΝ κλπ) στα εθνικιστικά συλλαλητήρια για το «Μακεδονικό», που πήγαν για να …πιάσουν το σφυγμό του κόσμου που συγκεντρώθηκε σε αυτά.
Είναι φανερό ότι είμαστε πολύ μακριά από το «κλίμα» και τις κινητοποιήσεις που είχαν συγκλονίσει τη χώρα τόσο στους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας όσο και στον πόλεμο στο Ιράκ. Και αυτό βέβαια έχει να κάνει με τη γενικότερη οπισθοχώρηση του κινήματος αλλά κυρίως γιατί τα ερωτήματα και οι απαντήσεις βρίσκονται μέσα στη χώρα και όχι κάπου αλλού. Με αποτέλεσμα η τοποθέτηση και η στάση να έχουν βάρος, ευθύνη και επιπτώσεις. Εδώ αποκαλύπτεται το περιεχόμενο όλων των διακηρύξεων και η πραγματική ή ψεύτικη διάθεση για σύγκρουση με τους ξένους και ντόπιους δυνάστες του λαού. Ας γίνουμε όμως πιο συγκεκριμένοι.
Η περίπτωση του ΚΚΕ
Το ΚΚΕ καταγγέλλει σε όλους τους τόνους, τόσο στο «Ριζοσπάστη» όσο και στις ομιλίες και τις συνεντεύξεις του γραμματέα του Δ. Κουτσούμπα, τη μετατροπή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ σε «σημαιοφόρο του ΝΑΤΟ» στην περιοχή των Βαλκανίων και της Νοτιονατολικής Μεσογείου. Λέει συγκεκριμένα: «Όλες οι τελευταίες εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει αναλάβει ρόλο «σημαιοφόρου» του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ στην περιοχή, με το αζημίωτο φυσικά, δηλαδή την προώθηση των συμφερόντων των ελληνικών μονοπωλίων» (ομιλία Δ. Κουτσούμπα στο Σύνταγμα). Στην τοποθέτηση αυτή είναι φανερή η αποτύπωση της άποψης του ΚΚΕ περί «ιμπεριαλιστικής Ελλάδας» που αναλαμβάνει ρόλους πολύ συγκεκριμένους αλλά και τόσο επιθετικούς θα συμπληρώναμε εμείς .
Και εκεί που θα περίμενε κάποιος η «ιμπεριαλιστική Ελλάδα» του ΚΚΕ να αποτελεί κίνδυνο για τους λαούς και τις χώρες της περιοχής, η τοποθέτηση προσαρμόζεται είτε πρόκειται για το «Μακεδονικό» είτε για την ένταση στα ελληνοτουρκικά. Σε δηλώσεις του ο Δ. Κουτσούμπας λέει πως «Προϋπόθεση είναι ότι πρέπει να αλλάξει εδώ -και τώρα και να υπάρξει δέσμευση- το Σύνταγμα της γειτονικής δημοκρατίας, πριν υπάρξει οποιαδήποτε συμφωνία, είτε για το όνομα ή μια συνολικότερη συμφωνία. Βασική προϋπόθεση και πρώτη εγγύηση που πρέπει να παρασχεθεί, η εξάλειψη των αλυτρωτισμών, των εθνικισμών και των διεκδικήσεων.» Μία τοποθέτηση πλήρως ενταγμένη στην «εθνική γραμμή» που βλέπει στην πΓΔΜ μια απειλή απέναντι στον «σημαιοφόρο του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ».
Ενώ για τα ελληνοτουρκικά εκτιμάει πως «Το επικίνδυνο σκηνικό συμπληρώνεται με την κλιμάκωση της επιθετικότητας της Τουρκίας η οποία αμφισβητεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας στο Αιγαίο, ιδιαίτερα τα σύνορα, μετά και την επισημοποίηση των διεκδικήσεων της Τουρκίας μέσα από ελληνικό έδαφος, κατά την πρόσφατη επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα.» Εδώ η «ιμπεριαλιστική Ελλάδα» του ΚΚΕ αντιμετωπίζει ανοικτό πρόβλημα αμφισβήτησης κυριαρχικών δικαιωμάτων της και μάλιστα η κυβέρνησή της έχει δώσει τέτοια δικαιώματα. Στη συλλογιστική του ΚΚΕ η ντόπια αστική τάξη είναι «σημαιοφόρος» των πιο δολοφονικών δυνάμεων του πλανήτη (ΝΑΤΟ-ΗΠΑ), αλλά στην ελληνοτουρκική αντιπαράθεση δίνει «χώρο» στον αντίπαλο να αναθεωρήσει και να διεκδικήσει, δείχνοντας υποχωρητικότητα.
Συγνώμη που εμείς δεν θέλουμε να ακολουθήσουμε τη συγκαλυμμένη «εθνικοπατριωτική» συλλογιστική του ΚΚΕ, αλλά στην ιστορία δεν έχουμε δει καμία ιμπεριαλιστική χώρα να παραχωρεί και μάλιστα με δική της ευθύνη σπιθαμή εδάφους, θάλασσας ή αέρα από την κυριαρχία της, το αντίθετο συμβαίνει. Εκτός αν ο χαρακτήρας του «σημαιοφόρου» δεν είναι ιμπεριαλιστικός, όπως λέει το ΚΚΕ, αλλά βαθιά εξαρτημένος και υποτελής. Αλλά ακόμα και σε αυτή την περίπτωση (της εξάρτησης και της υποτέλειας) δεν χάνει τα τυχοδιωκτικά και επιθετικά του χαρακτηριστικά, διεκδικώντας αναβαθμισμένο ρόλο και θέση στην περιοχή με αντάλλαγμα την παραχώρηση στους ιμπεριαλιστές της χώρας και τη μετατροπή της «σε πεδίο βολής φτηνό».
Η περίπτωση ΚΟΕ και άλλων
Σε άρθρο του «Δρόμου της Αριστεράς» (9/2/2018) με τίτλο «Ό,τι είναι εθνικό δεν είναι εθνικιστικό» διαβάζουμε την εκτίμηση πως «Σε χώρες κυριαρχούμενες από μεγάλες δυνάμεις, σε χώρες όπου η μεγαλοαστική τάξη έχει συνταχθεί με τους εχθρούς της χώρας και του λαού, σε χώρες που μετατρέπονται σε σύγχρονες ημι-αποικίες και αδειάζουν από λαϊκή και εθνική κυριαρχία, ο πατριωτισμός και η ενότητα του λαού αποτελούν «όπλα φοβερά κάτω από τα κουρέλια». Και όλα αυτά για να δικαιολογήσουν την παρουσία τους στα εθνικιστικά συλλαλητήρια σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη όπου, όπως λένε, «πήγαμε γιατί θέλαμε με τα δικά μας μάτια και τη δική μας κρίση να αποκτήσουμε μια πιο συνολική άποψη και γνώμη» (στο ίδιο).
Έτσι, λοιπόν, κατά την ΚΟΕ, στη χώρα μας αυτό που πρέπει να προταχθεί σαν κατεύθυνση μέσα στο λαό είναι ο πατριωτισμός – και αυτό μπορεί να δικαιολογήσει τη συνύπαρξή τους στα συλλαλητήρια με φασίστες και ακροδεξιούς. Εξάλλου υπάρχει και η σχετική εμπειρία από το «μακρινό» 2011 στην πλατεία Συντάγματος. Σε άρθρο του Ρ.Ρινάλντι στο «Δρόμο» (24/2/2018) διαβάζουμε πως «Υπό την απειλή πολέμου, η Ελλάδα χάνει τα Ίμια. Η κυβέρνηση δεν τόλμησε να διακηρύξει , έστω στα λόγια , ότι είναι ελληνικά νησιά.» για να κλείσει με την εκτίμηση ότι «Άλλοι ονειρεύονται πως ένα μεγάλο αντιιμπεριαλιστικό κύμα σε Ελλάδα, Τουρκία, Βαλκάνια θα βάλει τέλος στον κίνδυνο του πολέμου. Μακάρι να ήταν έτσι, αλλά δεν είναι. Η υπερβολή του αντινατοϊκού λόγου από τέτοιες δυνάμεις κρύβει το πάγωμα και την αμηχανία απέναντι στην απειλή της επεκτατικής Τουρκίας». Οπότε τι απομένει σαν διέξοδος για το λαό, σύμφωνα με αυτή την εκτίμηση, παρά μόνο η σύμπηξη ενός «εθνικοπατριωτικού μετώπου» για τη «σωτηρία της χώρας».
Σε δελτίο Τύπου της νεοσύστατης πρωτοβουλίας «ΕΠΑΝΕΚΚΙΝΗΣΗ–RESTART» διαβάζουμε ότι «Με την πολιτική συνεχών υποχωρήσεων στον τούρκικο επεκτατισμό και την κλιμάκωση του τελευταίου, ο οποίος θέτει πλέον επίσημα θέμα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λοζάνης αλλά και την αμφισβήτηση που εγείρει ο έλεγχος των συνόρων μας από το ΝΑΤΟ κορυφώνεται η απειλή στο τόξο Κύπρος-Αιγαίο-Θράκη σύμφωνα με την πάγια στρατηγική ΗΠΑ και Τουρκίας για τριχοτόμηση της περιοχής έως τον 25ο μεσημβρινό. Τίθεται επομένως θέμα συνολικής αμφισβήτησης μας «ως χώρας και ως λαού». Είναι προφανές ότι κινείται σε «ανάλογο» πνεύμα με αυτό της ΚΟΕ και άλλων όπου η Ελλάδα παρουσιάζεται όχι απλά σαν «ψωροκώσταινα» αλλά σαν ένα «κλωτσοσκούφι» που ανά πάσα στιγμή κινδυνεύει από έναν «ακρωτηριασμό» και από «μία ιστορικών διαστάσεων καταστροφή ανάλογη του 1922» (από το ίδιο).
Στην περίπτωση αυτών των τοποθετήσεων η Ελλάδα παρουσιάζεται σαν να μην είναι αυτή με τις μεγαλύτερες δαπάνες για εξοπλισμούς (σε σχέση με το ΑΕΠ), χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ, σαν να μη συνάπτει επιθετικούς άξονες και σχέσεις με κράτη-δολοφόνους και αντιδραστικά καθεστώτα όπως αυτά του Ισραήλ και της Αιγύπτου, σαν να μην συμμετέχει σε μεγάλες πολυκλαδικές ασκήσεις με καθαρά επιθετικούς σκοπούς όπως αυτή του «Ηνίοχος 2018», χωρίς μία συγκροτημένη κεφαλαιοκρατική αστική τάξη που δεν έχει παραιτηθεί «από αυτό που ιστορικά της αναλογούσε».
Στις αντιλήψεις (ΚΚΕ-ΚΟΕ–άλλων) που πολύ συνοπτικά παρουσιάστηκαν πιο πάνω, ενώ υπάρχει μία τελείως διαφορετική εκτίμηση για το χαρακτήρα της χώρας και των διεθνών σχέσεών της, εν τέλει, υπάρχει ένας κοινός τόπος για τους κινδύνους που την απειλούν (ο αλυτρωτισμός της πΓΔΜ και ο τουρκικός επεκτατισμός) καθώς και για τις υποχωρήσεις της κυβέρνησης και γενικότερα συμφωνούν σε ένα «εθνικοπατριωτικό» πνεύμα που οι απολήξεις του είναι πολύ κοντά στις αστικές αντιλήψεις και πρακτικές. Εδώ είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε ότι η ιστορία του ρεβιζιονισμού – ρεφορμισμού στη χώρα μας και η πρακτική του γύρω από τα «εθνικά ζητήματα» κινούνταν πάντα στην κατεύθυνση της «εθνικής ομοψυχίας» και της «εθνικής γραμμής». Από τη στάση του ΚΚΕ στην ελληνοτουρκική κρίση του 1987 μέχρι τη συμμετοχή του ΣΥΝ στα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία το 1992, η υποταγή στην κυρίαρχη αστική κατεύθυνση συνεχίζεται μέχρι τα σήμερα τόσο στις «παλιές» της όσο και στις «νέες» εκδοχές της. Με βασικό χαρακτηριστικό τον αποπροσανατολισμό του λαού και τον αφοπλισμό του απέναντι στην κυρίαρχη αστική και ιμπεριαλιστική προπαγάνδα και κατεύθυνση.
Τα δικά μας ερωτήματα και οι απαντήσεις
Στη δική μας αντίληψη οι απαντήσεις δεν μπορούν παρά να ξεπηδήσουν από την «ανάγνωση» των εξελίξεων στον κόσμο, την περιοχή και τη χώρα μας. Και μέσα από την εκτίμηση αυτών των εξελίξεων καλούμαστε να απαντήσουμε στο ερώτημα: ποιοι είναι οι κύριοι εχθροί του λαού και της χώρας μας ; Απαντάμε λοιπόν όσο πιο καθαρά γίνεται ότι είναι οι ιμπεριαλιστές και οι ντόπιες κεφαλαιοκρατικές αστικές τάξεις και προσανατολίζουμε την πάλη μας και καλούμε το λαό προς τα εκεί να στρέψει την πάλη του, αναπτύσσοντας ένα εργατικό-λαϊκό κίνημα που δεν θα μπαίνει κάτω από τις σημαίες των δυναστών του αλλά θα υψώνει τις δικές του σημαίες.
«Αναγνωρίζουμε, λοιπόν, την ύπαρξη πατρίδας και το απαραβίαστο των συνόρων, αλλά δεν οικοδομούμε πατριωτικό κίνημα. Αναγνωρίζουμε και προσβλέπουμε σε μια Ελλάδα ανεξάρτητη, αλλά δεν οικοδομούμε εθνικοανεξαρτησιακό κίνημα. Ανάλογα παλεύουμε και διακηρύσσουμε την ειρήνη και την εναντίωσή μας στον πόλεμο. Δεν οικοδομούμε πασιφιστικό κίνημα, δεν μπερδευόμαστε για το ποιος τροφοδοτεί τους πολέμους, τη βία. Και θα κάνουμε ό,τι περνάει απ’ το χέρι μας να ξεσηκωθεί ο λαός υπέρ της ειρήνης και κατά του πολέμου. Και θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας ώστε μέσα σ’ αυτή την πάλη και όσο είναι ζωντανή να οικοδομηθεί μια κομμουνιστική ταξική αντίληψη.» [από τις Θέσεις της 8ης Συνδιάσκεψης του ΚΚΕ(μ-λ), Απρίλης 2015]
Ιδιαίτερα στη σημερινή περίοδο η ανάπτυξη ενός μαζικού αντιπολεμικού – αντιιμπεριαλιστικού κινήματος είναι ζωτικής σημασίας τόσο για το λαό μας όσο και για τους λαούς της περιοχής.