Αυξήθηκαν το τελευταίο διάστημα (με βάση τις πολύμορφες πιέσεις που ασκούνται στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό) οι αναφορές -κυρίως από την ΕΕ και τις διάφορες αρχές της- για το «επιτυχές» ιρλανδικό και πορτογαλικό παράδειγμα αντιμετώπισης της κρίσης χρέους που επέτρεψε σε αυτές τις χώρες να βγουν στις αγορές και μάλιστα η Πορτογαλία χωρίς γραμμή προληπτικής πίστωσης, όπως έχει ονομαστεί.
Ποια είναι όμως η διάσταση αυτής της επιτυχίας πάντα σε αντιδιαστολή με την ελληνική «περίπτωση» αλλά και σε σχέση με το γενικότερο χρέος της ευρωζώνης.
Να επαναλάβουμε σύντομα εδώ πως βασική γραμμή αντίστασης του γερμανικού οικονομικοπολιτικού επιτελείου είναι η αποκοπή των «υπερχρεωμένων χωρών» από το γενικότερο χρέος των χωρών της ευρωζώνης. Αντίθετα η πίεση των Αμερικάνων και του ΔΝΤ κατ’ επέκταση κατευθύνεται στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση, στη θεώρηση αυτών των κρατικών χρεών ως τμήμα του ενιαίου χρέους της ευρωζώνης που πρέπει να αντιμετωπιστεί με εκτεταμένα μέτρα νομισματικού χαρακτήρα.
Μιλώντας συγκεκριμένα ας δούμε λίγο από… κοντά τα «επιτυχή» παραδείγματα…
Ιρλανδία
Οι εκτιμήσεις της Κομισιόν μιλούσαν για ανάπτυξη έως και 4,6% για φέτος και ένα ποσοστό λιγότερο για το 2015. Αν και διαπιστώνεται ότι ο ρυθμός αύξησης των εξαγωγών –βασικός μοχλός ανάπτυξης του ΑΕΠ της Ιρλανδίας- έχει αρχίσει να μηδενίζεται διαπιστώνεται επίσης κάποια ποσοστιαία αύξηση της εσωτερικής ζήτησης. Κάτι τέτοιο θα επιτρέψει την αύξηση των εσόδων και θα μειώσει τα ποσοστά του ελλείμματος κάτω από το 2,9% δηλαδή κάτω από το μέσο ποσοστό του «επιτρεπτού» ελλείμματος της ευρωζώνης.
Επίσης σημαντική θεωρείται η δημιουργία από ίδιους πόρους ενός πιστωτικού μαξιλαριού 20 δις ευρώ που λειτουργεί ως… δείκτης προστασίας και προσφυγής αν οι αγορές αποφασίσουν για διάφορους λόγους να αυξήσουν τα περιθώρια διακύμανσης των επιτοκίων με τα οποία δανείζεται σήμερα η Ιρλανδία (πιο φτηνά είναι αλήθεια από όλες τις χώρες του… οικονομικού Νότου -ας το πούμε έτσι μιας και βρίσκεται στον γεωγραφικό Βορρά ).
Καθώς η Ιρλανδία ήταν η πρώτη χώρα που βγήκε από τα μνημόνια τα Χριστούγεννα του 2013 εκφράστηκαν και τότε πολλές επιφυλάξεις για το… μέγεθος του πιστωτικού μαξιλαριού και για το αν ένα τέτοιο ποσό θα ήταν αρκετό για να αντιμετωπιστούν σφοδρές και συνεχείς επιθέσεις των αγορών.
Κάπου εδώ όμως τελειώνουν τα… καλά νέα για την Ιρλανδία. Γιατί το σημαντικότερο όφελος για τη χώρα προκύπτει από τις τελευταίες αλλαγές στον τόπο υπολογισμού του ΑΕΠ και του χρέους της από την ΕΕ, καθώς το χρέος της Ιρλανδίας θα μειωθεί περαιτέρω από την ρευστοποίηση της bad bank (τράπεζα στην οποία συγκεντρώθηκαν όλα τα επισφαλή, στην Ελλάδα θα τα έλεγαν «κόκκινα» δάνεια) που δημιούργησε η χώρα κατά την έναρξη της κρίσης χρέους το 2008. Πραγματικά η κρίση χρέους της Ιρλανδίας έχει την εξής ποσοτική, στα όρια της ποιοτικής, διαφορά από την Ελλάδα: ήταν μια κρίση τραπεζιτικού, χρηματοπιστωτικού χρέους (όπως και η Ισπανία που τυπικά δεν είναι σε μνημόνια). Παρά τα μνημόνια και την κρίση ο τομέας της οικονομίας που είχε να κάνει με την πληροφορική εξακολουθούσε να λειτουργεί και να παράγει, και δεν πραγματοποιήθηκε αυτή η εκτεταμένη αναδιάρθρωση-ισοπέδωση του παραγωγικού ιστού που επιβλήθηκε και συνέβη στην Ελλάδα. Τον Δεκέμβριο του 2010, η ιρλανδική κυβέρνηση, αφότου είχε εγγυηθεί όλα τα δάνεια που είχαν δώσει οι άπληστοι τραπεζίτες της, έφτασε στο χείλος της χρεοκοπίας και ζήτησε τη βοήθεια της Ευρωζώνης.
Αντίθετα, η συμμετοχή της χώρας στα προγράμματα των μνημονίων αύξησε το μικρό δημόσιο χρέος της . Το Ιρλανδικό δημόσιο χρέος εκτοξεύτηκε από το 24,9% του ΑΕΠ το 2007 στο 124,4% το 2013 (!), ενώ η ανεργία το 2012 είχε φτάσει το 14,7% και οι τιμές των ακινήτων ακόμη και σήμερα εξακολουθούν να βρίσκονται 50% κάτω από την κορυφή του 2007. Εδώ το Ιρλανδικό παράδειγμα είναι πολύ τυπικά…. Ελληνικό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι καμία δημόσια εκδήλωση δεν πραγματοποιήθηκε την ημέρα της «αποδέσμευσης» και μόνο το 5% των ερωτηθέντων πολιτών δήλωνε κάποια αισιοδοξία για το μέλλον. Πως άλλωστε; Κυβέρνηση και «μέσα» προειδοποιούσαν πως τέλος των μνημονίων δεν σημαίνει και τέλος της λιτότητας. Από τότε μάλιστα μέχρι σήμερα έχουν παρθεί και άλλα μέτρα αντεργατικών μέτρων και ρυθμίσεων και φόρων για τα… ακίνητα.
Πορτογαλία
Η Πορτογαλία ένα χρόνο αργότερα βγήκε να το πούμε πιο… αέρα –πατέρα, στις χρηματαγορές. Χωρίς προληπτική γραμμή πίστωσης, αρνούμενη το τελευταίο μέρος των μνημονιακού προγράμματος και δανείστηκε σε μια ευνοϊκή οικονομική στιγμή για την ευρωζώνη, στο «κουρμπέτι» (και γενικά για τους κρίκους των ιμπεριαλιστικών αλυσίδων, θα αναλύσουμε παρακάτω). Δανείστηκε μάλιστα και με ποσοστά λίγο πάνω από το 3% εγκαινιάζοντας ένα κύκλο φτηνού δανεισμού για τις οικονομίες του Νότου που αξιοποίησαν και οι ελληνικές νομισματικές αρχές όταν επιχείρησαν τη δική τους έξοδο. Φυσικά και αυτός ο ενάρετος κύκλος δανεισμού έδειξε να ταράζεται αρκετά ανησυχητικά από την κρίση που προκάλεσε η χρεοκοπία της Τράπεζας του Αγίου Πνεύματος και των συνδεδεμένων με αυτές χρηματοπιστωτικών ομίλων. Την λυπητερή μάλιστα την πλήρωσε η Ελλάδα όταν επιχείρησε για δεύτερη φορά να εμφανιστεί για δανεισμό στις αγορές… Δείγματα φυσικά του εύθραυστου των αποφάσεων εξόδου και των μη αναμενόμενων συνεπειών (οι αιτιάσεις στην Κομισιόν ήταν περισσότερες σε σχέση με την Ιρλανδία).
Βασική διαφορά με την Ελλάδα αποτελεί η αυξημένη βαρύτητα των εξαγωγών. Οι εξαγωγές θεωρούνται η κινητήριος δύναμη στην ανάπτυξη της οικονομίας και εκτιμάται ότι θα φθάσουν στο 41% του ΑΕΠ μέχρι τα τέλη του 2014. Οι εξαγωγές είναι κατά 15% με 16% υψηλότερες σε σχέση με πριν από την κρίση και η χώρα παρουσίασε πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών μετά από μια 20ετία.
Επιπλέον τα συνδικάτα κατέληξαν με την κυβέρνηση σε μια αύξηση της τάξης των 20 ευρώ στον κατώτατο μισθό (τον χαμηλότερο μισθό της ευρωζώνης τυπικά γιατί ύστερα από ευρωπαϊκή έρευνα ο ελληνικός κατώτατος μισθός θεωρείται ουσιαστικά ο πιο χαμηλός) που από τα 485 ευρώ έφτασε στο τρομερό… ποσό των 505 ευρώ. Συμφωνία που το μεγαλύτερο συνδικάτο της χώρας αρνήθηκε να υπογράψει καθώς με το Μνημόνιο του 2011, η κυβέρνηση συμφώνησε να περιορίσει την έκταση των συλλογικών συμβάσεων επ’ αόριστον. Αξίζει να σημειωθεί πως σύμφωνα με στοιχεία από το πορτογαλικό υπουργείο Εργασίας τα οποία επικαλείται ο δρ. Σούλτερ, μόλις 328.000 εργαζόμενοι καλύπτονταν από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας έναντι… 1,9 εκατομμυρίων το 2008.
Το δημόσιο χρέος της Πορτογαλίας κυμαίνονταν στο 94% του ΑΕΠ στα τέλη του 2010, ενώ σήμερα –ύστερα από 3 χρόνια μνημονίων- έχει αυξηθεί στο 129%! Θα καταβάλει δε την τελευταία δόση του δανείου στο ΔΝΤ το 2024 και στην ΕΕ το 2042.
Ερωτήματα
Σίγουρα είναι φανερό ότι τόσο το Πορτογαλικό όσο και το Ιρλανδικό παράδειγμα δεν αντέχουν σε μια μεγάλη πίεση των αγορών ή σε μια γενίκευση-επάνοδο της κρίσης. Όμως προσφέρονται ως περιπτώσεις «επιτυχούς διαχείρισης της κρίσης χρέους» περισσότερο απ’ ό,τι η χώρα μας στο μεγάλο θεατρική σκηνή που κρύβει τον λυσσαλέο ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό που σοβεί στο παρασκήνιο. Αλλά μέχρις εκεί…
Επίσης είναι δεδομένο ότι τόσο η Πορτογαλία όσο και η Ιρλανδία αλλά και η Ελλάδα δεν έχουν δανειστεί από τον μόνιμο μηχανισμό στήριξης (ΕSM). Όπως και καμία χώρα μέχρι στιγμής. Η μόνη διαφορά βρίσκεται στο ότι η χώρα μας έχει δανειστεί από τον προσωρινό μηχανισμό στήριξης, (ΕFSM), με έκδοση ομολόγων γι αυτό τον σκοπό, ομόλογα για τα οποία εγγυώνται τα ευρωπαϊκά κράτη ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής τους στην ΕΚΤ.
Πάνω απ’ όλα δεν χρειάζονται αποδείξεις ότι ακόμη και τα ποσά του μόνιμου μηχανισμού στήριξης EMS στον οποίο συμμετέχουν με μετρητά και όχι μόνο με εγγυήσεις όλες οι χώρες της ευρωζώνης ανάλογα με την δυναμικότητα της οικονομίας, δεν αρκούν για να αντιμετωπιστούν οι πραγματικές απειλητικές κλίμακες δημόσιου χρέους χωρών της κλίμακας της Ιταλίας, ή της Γαλλίας. Αν μέσα στη δίνη και την αναρχία της κρίσης και του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού πάρουν τα πράγματα πιο δραματική τροπή…
Είναι γνωστό ότι τα μεγέθη του ελληνικού δημόσιου χρέους (τα οποία έχουμε κατ’ επανάληψη αναλύσει) είναι τέτοιας κλίμακας που ξεπερνούν κάθε δημόσιο χρέος κάθε ευρωπαϊκής χώρας σε τοπικό επίπεδο ως μεγέθη του ΑΕΠ. Συγκρινόμενα όμως με τις παραπάνω κλίμακες είναι… ψείρες. Ακόμη είναι αυταπόδεικτο εκ του αποτελέσματος ότι η πολιτική που ακολουθείται έναντι της χώρας αποδυναμώνει και τορπιλίζει κάθε προσπάθεια αύξησης του ΑΕΠ της που θα αποτελούσε- έστω από αστική σκοπιά- μια πραγματική αντιμετώπιση του χρέους και της ποσοστιαίας σχέσης του με το εγχώριο παραγόμενο προϊόν.
Δεν ξέρουμε από ποιο σημείο και μετά η Ελλάδα και το χρέος της έγιναν το… χρήσιμο σκιάχτρο . Προφανώς χρησιμοποιήθηκαν έτσι από τα πρώτη στιγμή ακόμη και αν έχει γίνει από όλες τις πλευρές παραδεχτό ότι έχει δημιουργηθεί ένα τέρας που δύσκολα πια πείθει ότι θα αντιμετωπιστεί μόνο με τις «ελληνικές προσπάθειες». Όπως –αποπροσανατολιστικά- προβάλλεται τόσο για την Ιρλανδία όσο και για την Πορτογαλία. Έχει ξετιναχτεί η βάση και η προοπτική πάνω στην οποία μεθοδεύτηκε το «ντύσιμο» της επίθεσης στο λαό και την χώρα αυτά τα πέντε χρόνια. Θα πρέπει να ληφθούν γενναίες αποφάσεις από τα «πάνω» και από τα «έξω». Εκεί όμως όπως γνωρίζουμε στήνεται ο καυγάς. Εντός της ΕΕ και μεταξύ Αμερικάνων-Γερμανών.
Η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου στηρίχτηκε σε τρεις προϋποθέσεις που τις έλαβε ως μήνυμα παρότρυνσης ώστε να προτείνει μια σύνθεση Ιρλανδικής και Πορτογαλικής λύσης για την Ελλάδα:
Το κύμα φυγής των κεφαλαίων προς τις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις ύστερα από τις διαφαινόμενες προθέσεις της Αμερικάνικης Ομοσπονδιακής Τράπεζας να αυξήσει τα επιτόκια και να κλείσει κάπως τους κρουνούς της χρηματοπιστωτικής ρευστότητας. Αυτή η επάνοδος των κεφαλαίων στα κέντρα έλαβε όσον αφορά την ευρωζώνη την επιβεβαίωση ότι αντιμετωπίστηκε η κρίση χρέους και τα πλέον επιβεβαιωτικά παραδείγματα ήταν η Πορτογαλία και Ιρλανδία (ακόμη και η Ελλάδα «ξεμύτισε»). Εκείνη μάλιστα την περίοδο δημοσιεύονται αναλύσεις για επάνοδο των κερδών των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και για αύξηση των άμεσων επενδύσεων στην ΕΕ από μεριάς Αμερικάνων (το δεύτερο έχει δύο πλευρές).
Το δεύτερο σήμα είχε να κάνει με την αλλαγή της σφικτής νομισματικής πολιτικής με το εξαγγελθέν (στην έδρα του ΔΝΤ!) πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων από μεριάς Ντράγκι.
Το τρίτο που δένει και συνδέει τα παραπάνω ήταν η γεωπολιτική σύμπλευση στο πραξικόπημα που έστησαν οι ιμπεριαλιστές στην Ουκρανία. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως το διάστημα εκείνο της «συνεργασίας» η απόφαση για την έξοδο της χώρας στις αγορές για πρώτη φορά μετά τα μνημόνια ήταν ένας «γάμος» που είχε για… κουμπάρος τα δύο μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού.
Όταν η κυβέρνηση –στις αρχές του φθινοπώρου- επιχειρεί να αξιοποιήσει αυτές τις προϋποθέσεις. «σήματα» ή ρήγματα, τα πράγματα ήδη αρχίζουν να αλλάζουν και οι προϋποθέσεις να αναιρούνται. Προηγήθηκε η έντονη ευρωπαϊκή σύγκρουση (πρώτο Παρίσι) και ακολούθησε η σύγκρουση Γερμανών-Αμερικάνων με την ακύρωση της συνάντησης στην Ουάσιγκτον για να ναυαγήσει οριστικά κάθε προοπτική εξόδου από το πρόγραμμα (δεύτερο Παρίσι). Είχε βέβαια προηγηθεί η αρνητική αξιολόγηση συστημικών ελληνικών τραπεζών που αν ήθελε το κυβερνητικό επιτελείο θα μπορούσε να… αποκωδικοποιήσει. Αλλά η ελπίδα πεθαίνει τελευταία.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν πρόλαβε καν να γεννηθεί…
Χαρακτηριστικό παράδειγμα των ανατροπών που έχουν γίνει και στις τρεις αυτές «ενθαρρυντικές» προϋποθέσεις και της όξυνσης του ανταγωνισμού είναι ότι εγκαλείται ο γνωστός Τόμσεν του ΔΝΤ στη έδρα του οργανισμού για πολιτικές παραχωρήσεις που έκανε το 2010 όσον αφορά την συμμετοχή των ευρωπαίων και των όρων που εκείνοι έθεσαν αποτρέποντας –τότε-την αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους (προηγήθηκαν αναλύσεις «λαγών» του ΔΝΤ όπως της πρώην αντιπροσώπου του οργανισμού στην χώρα μας, Μιράντας Ξαφά ότι το ΔΝΤ δεν πρόκειται να ξανακάνει το ίδιο λάθος που αντιβαίνει προς τις… αρχές του).
Για να επανέλθουμε στο ερώτημα πόσο αληθινή είναι η διάσταση ανάμεσα στις επιτυχίες του Πορτογαλικού και Ιρλανδικού παραδείγματος σε σχέση με το Ελληνικό, μπορούμε να συμπεράνουμε πως οι υπαρκτές διαφορές (μικρότερο ως προς το ΑΕΠ δημόσιο χρέος, διαφορές στη διάρθρωση του, όχι πλήρης διάλυση του παραγωγικού ιστού και των εξαγωγών, μεγαλύτερη σταθερότητα στην είσπραξη των εσόδων) αποτελούν μια βάση διαφοροποίησης όχι όμως στο μέγεθος που προβάλλεται και χρησιμοποιείται.
Τηρουμένων των αναλογιών και οι οικονομίες των χωρών αυτών έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα από την κρίση (και πάνω απ’ όλα των μέτρων για… την αντιμετώπιση της στο γνωστό μοτίβο της μεταφοράς πλούτου από κάτω προς τα πάνω και από τα μέσα προς τα έξω) και το μέλλον ξημερώνει με πολλά ερωτηματικά. Με μια έννοια αντανακλούν και το ρόλο των εξαρτημένων αστικών τάξεων. Είναι άλλο πράγμα μια αστική τάξη της Ιβηρικής με παρελθόν αποικιοκρατικό –όπως και η Ισπανία επίσης- ή των… βρετανικών νήσων με την ευρύτερη έννοια φυσικά και τις εναλλακτικές εξαρτήσεις που κάτι τέτοιο επιφέρει (στην Ιρλανδία έχουν μεγάλη οικονομική παρέμβαση και οι Αμερικάνοι) και άλλο πράγμα μια αστική τάξη στο μαλακό υπογάστριο της Ευρώπης, καρπαζοεισπράχτορας με αυτό τον ιδιόμορφο διχασμό ανάμεσα στη γεωπολιτική και οικονομική εξάρτηση.
Κι όμως όλα τα παραπάνω δεν δικαιολογούν την ποιοτική διαφορά στο βαθμό που ειδικά οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές την επικαλούνται σήμερα για να στριμώξουν το συνόλου του… υπηρετικού πολιτικού προσωπικού και να αποκρύψουν τον ανταγωνισμό που οξύνεται και εντείνεται εντός της ΕΕ και ανάμεσα σε Αμερικάνους και Ευρωπαίους.
Δ.Μ.