Με αμείωτη ένταση συνεχίζεται η κυβερνητική επίθεση που υπακούει στους όρους του τρίτου μνημονίου με ΕΕ – ΕΚΤ – ΔΝΤ για την ψήφιση από τη Βουλή όλων των αντεργατικών – αντιλαϊκών νόμων, «προαπαιτουμένων» για την υλοποίηση της συμφωνίας και της σχετικής χρηματοδότησης. Μέχρι το τέλος του 2015 η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να περάσει τα περισσότερα από τα μισά μέτρα που έχουν συμφωνηθεί, μάλιστα τα πιο σημαντικά και αντιλαϊκά.
Το νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή την Τετάρτη 18 Νοεμβρίου για να ψηφιστεί το βράδυ της επομένης με την, πάγια πλέον, κατεπείγουσα διαδικασία αλλάζει τους όρους «προστασίας» της πρώτης κατοικίας για όσους δεν έχουν να πληρώσουν τα στεγαστικά τους δάνεια, κάνει πιο σφιχτό το πλαίσιο για τις 100 δόσεις σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία, διαμορφώνει νέο καθεστώς για τις τιμές στα γενόσημα φάρμακα και, τέλος, επιβάλει νέα φορολογία σαν «ισοδύναμο» αντιστάθμισμα του ΦΠΑ στην εκπαίδευση.
Το ζήτημα των στεγαστικών δανείων και της εξυπηρέτησής τους αποτελεί για τους ιμπεριαλιστές και το ξένο κεφάλαιο ένα σημαντικό ζήτημα που αφορά την περιουσιακή κατάσταση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών που βρίσκονται σε διαδικασία ανακεφαλαίωσης. Αυτή ήταν και η κύρια πλευρά της διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης με τους «θεσμούς» και όχι η δήθεν προστασία του κόσμου από πλειστηριασμούς του σπιτιού του. Για την πλειονότητα όσων δεν θα μπορούν να καλύψουν τα στεγαστικά τους δάνεια ξεκινάει ένας απίστευτος λαβύρινθος που έχει από όλα: δικαστήρια, εμπειρογνώμονες, διακανονισμούς και «τραπεζική δεοντολογία». Αλλά και για όσους υποτίθεται ότι «προστατεύονται» αυτό γίνεται αφού συμμορφωθούν με τους όρους πληρωμής που θα καθορίζονται από τις τράπεζες. Ανοίγει έτσι ο δρόμος των πλειστηριασμών κατοικιών λαϊκών οικογενειών, παρά τις διαβεβαιώσεις κυβερνητικών και τραπεζιτών ότι «οι τράπεζες δεν θέλουν να πάρουν τα σπίτια». Εδώ να σημειώσουμε ότι τα σπίτια του κόσμου δεν προστατεύονται από πλειστηριασμούς αν υπάρχουν χρέη σε εφορία ή ασφαλιστικά ταμεία και επιπλέον ότι οι τράπεζες προηγούνται κάθε άλλου με την προηγηθείσα αναθεώρηση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Στην ουσία η κυβέρνηση ξεμπλοκάρει τους όποιους φραγμούς υπήρχαν στη διαχείριση των ιδιωτικών ακινήτων που είναι υποθηκευμένα, έτσι ώστε να αρχίσει να εισρέει χρήμα στα τραπεζικά ταμεία και ταυτόχρονα να ενισχύεται το ενεργητικό τους με πραγματικές αξίες, ένα σημαντικό στοιχείο για τη συμμετοχή ξένων και ντόπιων επενδυτών στο μετοχικό τους κεφάλαιο. Η συμφωνία αυτή αποτελεί και το πρώτο μέρος μιας γενικότερης συμφωνίας που αφορά τα «κόκκινα δάνεια», και εκεί η ντόπια αστική τάξη με εκπρόσωπο την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ θέλει να διαπραγματευτεί την τύχη των επιχειρηματικών δανείων που δεν εξυπηρετούνται, κάτι που σημαίνει ότι οι νέοι μέτοχοι των τραπεζών μετά την ανακεφαλαίωση, αλλά και οι ΕΕ – ΕΚΤ μέσω του ΤΧΣ και του ΕΣΜ, θα ελέγξουν σε σημαντικό βαθμό τη χρεοκοπημένη «επιχειρηματικότητα».
Η κυβέρνηση Τσίπρα έχοντας παραδοθεί «ψυχή τε και σώματι» στις επιδιώξεις των δανειστών-ληστών και έχοντας αναλάβει να προωθήσει την επίθεση ενάντια στον λαό, διαπραγματεύεται με τους ιμπεριαλιστές κυρίως για τα συμφέροντα της ντόπιας κεφαλαιοκρατίας, την αναβάθμιση του ρόλου και της θέσης της. Εδώ ας σημειώσουμε την αρνητική στάση της ντόπιας φαρμακοβιομηχανίας απέναντι στη συμφωνία με τους εταίρους όσον αφορά τα γενόσημα φάρμακα, αλλά αυτό που έχει σημασία για τον λαό είναι η συνεχιζόμενη υποβάθμιση της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψής του από τη μείωση της δαπάνης για φάρμακα στα νοσοκομεία από 570 εκατ. ευρώ το 2016 σε 530 εκατ. ευρώ μέχρι το 2018.
Για τον λαό προετοιμάζεται νέος γύρος επίθεσης με Ασφαλιστικό, φορολογία αγροτών, εργασιακά δικαιώματα και μαζικές απολύσεις, οργάνωση απεργίας και συλλογικές συμβάσεις, μισθολόγιο για τους δημοσίους υπαλλήλους και έπεται συνέχεια, αφού μέχρι το τέλος του Νοεμβρίου κατατίθεται ο προϋπολογισμός του 2016 και πρέπει να παρουσιαστεί στους εταίρους-δανειστές και το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα 2016-2019.
Το επόμενο διάστημα ο εργαζόμενος λαός θα βρεθεί αντιμέτωπος με νέα αντιλαϊκά μέτρα που θα επιδιώξουν να ισοπεδώσουν ό,τι έχει απομείνει από τους προηγούμενους γύρους επίθεσης. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η κυβέρνηση θα υπηρετήσει με «συνέπεια» τις στοχεύσεις του συστήματος, καθώς καθημερινά βάζει στην άκρη ως κακόγουστο προεκλογικό αστείο κάθε «ισοδύναμο» μέτρο ή «παράλληλο πρόγραμμα» που θα αντισταθμίζει τη σαρωτική επίθεση. Η κυβέρνηση βιάζεται να δείξει «έργο» προς τους ιμπεριαλιστές, φτιάχνοντας το δικό της «success story» της επίθεσης, ενισχύοντας έτσι τη θέση της αλλά ταυτόχρονα επιδιώκει να διαμορφώσει και ένα πλαίσιο που θα κάνει ελκυστικές ξένες επενδύσεις, είτε με ξεπούλημα περιουσιακών στοιχείων, υποδομών και πλουτοπαραγωγικών πηγών είτε με τη δημιουργία οικονομικών ζωνών καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και φορολογικών απαλλαγών για το κεφάλαιο.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, έχοντας πάρει οριστικό διαζύγιο με τη «λαϊκή ανακούφιση» και το «αντιμνημόνιο», αναζητεί να προσφέρει υπηρεσίες, να στηριχτεί και να στηρίξει αστικά ταξικά συμφέροντα και στρώματα στα οποία τάζει «ευκαιρίες», είτε με το ΕΣΠΑ είτε με το «επενδυτικό πακέτο» Γιουνκέρ και φυσικά με την ισοπέδωση των εργατικών δικαιωμάτων και κατακτήσεων.
Η κυβέρνηση βιάζεται ακόμα περισσότερο να περάσει μεγάλο μέρος των αντιλαϊκών μέτρων το επόμενο διάστημα καθώς θέλει να προλάβει και τις εργατικές – λαϊκές αντιδράσεις που συνεχώς διογκώνονται απέναντι στην πολιτική της. Να διαμορφώσει τετελεσμένα και ένα αντιδραστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα δυσκολεύεται να αναπτυχθεί η αντίσταση και η πάλη του λαού καθώς θα χειροτερεύουν καθημερινά οι όροι της ζωής του. Θέλει να εκμεταλλευτεί την απογοήτευση του κόσμου και την οπισθοχώρηση του κινήματος για να διαμορφώσει ένα κλίμα υποταγής και αν μπορέσει και συναίνεσης στο αντεργατικό και αντιλαϊκό της έργο.
Η απεργία της 12ης Νοεμβρίου όμως έδειξε ότι τα αγωνιστικά αποθέματα του εργαζόμενου λαού δεν έχουν εξαντληθεί και αυτό αποτελεί ένα σημαντικό στοιχείο για τη συγκρότηση ενός μαζικού κινήματος αντίστασης και πάλης ενάντια στην αντιλαϊκή επίθεση κυβέρνησης – ΕΕ – ΔΝΤ. Παρά τις αυταπάτες που σκόρπισαν στον κόσμο για την ευκολία της απαλλαγής από τα βάρβαρα μνημονιακά μέτρα, παρά τον υπονομευτικό ρόλο των εργατοπατέρων γραφειοκρατών των διοικήσεων ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ, παρά τα εμπόδια της εργοδοτικής τρομοκρατίας στους χώρους δουλειάς, οι εργαζόμενοι αντιλαμβάνονται ότι χωρίς αντίσταση και αγώνες που θα στηριχτούν στις δικές τους δυνάμεις δεν υπάρχει περίπτωση να ανακοπεί και να ανατραπεί η πολιτική της επίθεσης. Είναι σίγουρο ότι με μια πανεργατική απεργία που κήρυξαν οι ηγεσίες ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ για να «βγουν από την υποχρέωση» και να εκτονώσουν τις διαθέσεις των εργαζομένων δεν αντιμετωπίζεται το μέγεθος της επίθεσης από τη μεριά της κυβέρνησης, του ντόπιου και ξένου κεφαλαίου, των ιμπεριαλιστών της ΕΕ και του ΔΝΤ. Απαιτείται μία παρατεταμένη εργατική-λαϊκή πάλη, που για να αναπτυχθεί πρέπει να απαλλαγεί από την κηδεμονία του εργοδοτικού κυβερνητικού συνδικαλισμού και τις ρεφορμιστικές αυταπάτες κάθε είδους, να στηριχτεί σε αγωνιστικούς στόχους πάλης και διεκδίκησης, να έχει γερή βάση στην πολιτική και οργανωτική συγκρότηση των εργαζομένων και της νεολαίας.
Σημαντικό ζήτημα αποτελεί το γεγονός ότι καθημερινά δημιουργούνται εστίες αντίστασης σε μια σειρά εργασιακούς χώρους και ιδιαίτερα σε εργοστάσια όπου εκδηλώνεται έντονα η επίθεση της εργοδοσίας. Από την «Ανακύκλωση» στα Γιάννενα μέχρι την «Τρίκκη» στα Τρίκαλα και από την «Ροδόπη» στην Ξάνθη μέχρι την ΒΙΣ και την Coca Cola στον Βόλο ξεδιπλώνονται σημαντικοί εργατικοί αγώνες που πρέπει να ενισχυθούν για να νικήσουν. Έχει ιδιαίτερη σημασία η ενίσχυση των εστιών αντίστασης σε κάθε χώρο και κλάδο, καθώς αυτές μπορούν να συγκεντρώσουν δυνάμεις, να διαμορφώσουν αγωνιστικές διαθέσεις, να ξεπεράσουν τα εμπόδια που βάζουν οι εργατοπατέρες στη συγκρότηση και ανάπτυξη του κινήματος.
Η επόμενη περίοδος θα είναι ιδιαίτερα δύσκολη για τους εργαζομένους και όλο τον λαό, καθώς πάνω στα προηγούμενα αντεργατικά και αντιλαϊκά μέτρα ετοιμάζονται να προστεθούν άμεσα νέα που θα καταβυθίσουν τη ζωή του λαού. Θα είναι δύσκολη και για τις δυνάμεις με αναφορά στην αριστερά και στο εργατικό κίνημα, καθώς πρέπει να αναμετρηθούν με λάθη, αυταπάτες, αδυναμίες και αρνητικούς συσχετισμούς για να συμβάλουν στη συγκρότηση της εργατικής-λαϊκής πάλης.