Η εισήγηση του ΚΚΕ(μ-λ) στη συζήτηση της δεύτερης μέρας του διήμερου για τη Μ.Π.Π.Ε. με θέμα: Τομές και προτάσεις που προώθησε η ΜΠΠΕ στην παραγωγή και την κοινωνία, αντιμαχόμενη τη γραμμή της παλινόρθωσης. Παρουσιάστηκε από τον σ. Δημήτρη Μάνο.
Σήμερα, πενήντα χρόνια μετά την εξαπόλυση ενός μαζικού κινήματος εκατομμυρίων ανθρώπων «που θα συντάραζε γη και ουρανό» την δηλαδή φαινομενικά απόλυτη κυριαρχία στη γη του ιμπεριαλιστικού συστήματος και την.. αταραξία, το βόλεμα του θολού ουρανού της ρεβιζιονιστικής παλινόρθωσης, κάθε επαναστάτης και αγωνιστής που έχει αναφορά σε αυτήν είναι αναγκαίο να τοποθετηθεί με έναν συνολικότερο τρόπο απέναντι στο μεγάλο ιστορικό και μαζικό κίνημα.
Όταν δεν δέχεται τη λάσπη και την αντικομουνιστική συκοφάντηση η ΜΠΠΕ το λιγότερο θεωρείται μία ρομαντική σύλληψη του Μάο, μία «γραφικότητα» ενός κοινωνικού «πειραματισμού» που στην καλύτερη των περιπτώσεων απέτυχε να εκσυγχρονίσει την αχανή χώρα και συντρίφτηκε πάνω στον τοίχο της ιστορίας.
Αυτό που θα επιχειρήσουμε να συζητηθεί με την παρούσα παρέμβαση είναι η εσωτερική κοινωνική διάσταση της ΜΠΠΕ ως ενός μαζικού κινήματος που εκτός από να «βομβαρδίζει» τα αστικά επιτελεία και να ανατρέπει κατεστημένες αστικές και ρεβιζιονιστικές αξίες, θέσεις και θεσμούς αντιπροσώπευε κατευθύνσεις που έδιναν «θετικές» θα λέγαμε με τη σημερινή γλώσσα, απαντήσεις στο σύνολο των τομέων της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, και ως προς το ιδεολογικό αλλά και ως προς το αναπτυξιακό, κοινωνικό, οικονομικό κλπ κομμάτι. Ανολοκλήρωτες απαντήσεις πολλές φορές αλλά όχι πάντα, ωστόσο χαρακτηριστικές μιας άλλη πρότασης από αυτή που δοκιμάστηκε στη σοβιετική εμπειρία. Το πόσο «άλλης» είναι βέβαια θέμα μιας ιδιαίτερης συζήτησης καθώς η σοσιαλιστική οικοδόμηση στην πρώην ΕΣΣΔ -λιγότερο στις χώρες της λεγόμενης Ανατολικής Ευρώπης- διέθετε κατά καιρούς πολλά στοιχεία κινημάτων μαζικού χαρακτήρα (ο σταχανοφισμός ή τα κομμουνιστικά Σάββατα, ο πόλεμος κατά του αναλφαβητισμού, ο «εξηλεκτρισμός συν σοβιέτ» ακόμη αν το δούμε με ευρύτερη ματιά ήταν τέτοια κινήματα).
Η παρέμβαση στο εργαστήριο θα χωριστεί σε δύο, θα μπορούσαμε να πούμε μέρη, και θα κλείσει με έναν σύντομο επίλογο.
Στο πρώτο μέρος θα σκιαγραφηθεί σε γενικές γραμμές τι αποτελούσε τη βάση αυτής της «διαφορετικής πρότασης» για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση και το κοινωνικό-πολιτιστικό-παραγωγικό προχώρημα. Εκτός των άλλων μια τέτοια παρουσίαση του ζητήματος
είναι «πιστή» σε μία άποψη για το πώς θα πρέπει οι εισηγήσεις, ειδικά σε τέτοια θέματα, να εκθέτουν εαυτόν και να αποκαλύπτουν μέσα στη συζήτηση τα όποια θεωρητικά εργαλεία και αφετηρίες τους.
Στο δεύτερο μέρος θα γίνουν συγκεκριμένες αναφορές και θα παρουσιαστούν σε πλαίσια που να μην χρονοτριβούν και εμποδίζουν την συζήτηση στο εργαστήριο, συγκεκριμένα παραδείγματα μια σειρά κοινωνικούς τομείς, αυτών των γενικών κατευθύνσεων κατά τη διάρκεια της ΜΠΠΕ.
Πολύ σύντομα στο κλείσιμο της εισήγησης θα τεθούν προς κρίση κάποια συμπεράσματα και θα τεθούν ερωτήματα.
A” MEΡΟΣ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΣΑΦΗΝΗΣΕΙΣ
1. Η γραμμή των μαζών
Η γραμμή των μαζών που εφάρμοσαν οι Κινέζοι κομμουνιστές από την εποχή των βάσεων του Γιενάν περικυκλωμένοι από στρατούς που ήθελαν να τους αφανίσουν είχε ένα βασικό χαρακτηριστικό. Ότι οι κομμουνιστικές μαοϊκές ιδέες κατέκτησαν την κύρια δύναμη της επανάστασης, τους αγρότες αλλά και την βασική πρωτοπόρο δύναμη, τους εργάτες χωρίς να χρειαστεί να τις αποσπάσουν από αντίπαλα σοσιαλιστικά ρεύματα (π.χ. σήμερα γνωρίζουμε πως οι μπολσεβίκοι «απαλλοτρίωσαν» στοιχεία του αγροτικού τους προγράμματος και υιοθέτησαν το πρόγραμμα των αριστερών εσέρων). Ότι εφάρμοσαν το πρόγραμμά τους σε «κόκκινες βάσεις» που βέβαια εξασφαλίστηκαν από την αυταπάρνηση και την στρατηγική ευελιξία του Κινέζικου Λαϊκού Απελευθερωτικού στρατού αλλά και την κάλυψη στα νώτα που παρείχε η σοβιετική Μαντζουρία –μην το ξεχνάμε- σε αυτούς τους ελιγμούς. Ότι κάτι τέτοιο έκανε δυνατό να κινητοποιηθεί από τη βάση ο παράγοντας λαϊκές μάζες. Αυτό εννοούσε προφανώς ο Μάο όταν έγραφε πως η αγροτική μεταρρύθμιση εφαρμόστηκε στην Κίνα από τα «κάτω προς τα πάνω».
Επιπρόσθετα οι Κινέζοι κομμουνιστές είχαν τη δυνατότητα να μελετήσουν τη συσσωρευμένη θετική αλλά και αρνητική εμπειρία της σοβιετικής σοσιαλιστικής οικοδόμησης και να αντλήσουν θετικά και αρνητικά συμπεράσματα. Αυτά τα «παρείχαν» οι μπολσεβίκοι και το σοβιετικό κόμμα μέσα από το δικό τους τιτάνιο αγώνα που πρώτη φορά έσπαγε την ιμπεριαλιστική-καπιταλιστική αλυσίδα.
Με αυτή την έννοια η «ιδέα» των μαζικών κινημάτων που οικοδομούν το σοσιαλισμό, του κόμματος μαθητή και δασκάλου, «ιδέα» που υπάρχει στα έργα του Λένιν για τη διχτατορία του προλεταριάτου θα λέγαμε «επανέρχεται» με την έκρηξη της ΜΠΠΕ και είναι ταυτόχρονα μία συνέχεια και μία τομή αυτής της πορείας για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Ή για να μιλήσουμε διαλεκτικά μία τομή της συνέχειας…
2. Τα στοιχεία μιας «άλλης» λογικής και κατεύθυνσης
Οι βάσεις αυτής της κριτικής που ασκήθηκε στη σοβιετική εμπειρία και στις κατευθύνσεις που πρέπει να υιοθετηθούν στη σοσιαλιστική οικοδόμηση βρίσκονται στην συζήτηση που ξεκίνησε στην Κίνα πάνω στο έργο του Στάλιν σχετικά με το Οικονομικό εγχειρίδιο που θα εκδίδονταν στην Σοβιετική Ένωση και θα ανέπτυσσε τους οικονομικούς νόμους του σοσιαλισμού, γνωστό και ως «Τα Οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού». Εκεί ο Στάλιν ασκούσε –εκτός των άλλων- θα λέγαμε διμέτωπη κριτική στις προσεγγίσεις εκείνες που θεωρούσαν ότι είτε θα έπρεπε να παρακαμφθεί ή να αγνοηθεί ο νόμος της αξίας είτε να υιοθετηθεί και να διευρυνθεί από τον σοσιαλισμό.
Συνεχίστηκε σε άλλη –έντονα διαχωριστική βάση- αυτή η κινέζικη κριτική τοποθέτηση όταν πια με την απουσία του Στάλιν οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές εξέδωσαν τελικά το Οικονομικό Εγχειρίδιο για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση υιοθετώντας εκτός από το νόμο της… αξίας και τον καπιταλιστικό δρόμο γενικότερα.
Αν και πολλά από τα έργα αυτής της περιόδου έχει αμφισβητηθεί αν είναι του Μάο ή Ερυθροφρουρών από την ηγετική ομάδα που καθοδήγησε την ΜΠΠΕ, ωστόσο εμπεριέχουν (τόσο αυτά που περιλαμβάνονται στα Άπαντα όσο και αυτά που δεν περιλαμβάνονται) τις στοιχειώδεις κατευθύνσεις μιας αντίληψης για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση όχι μόνο στενά «κινέζικου» χαρακτήρα αλλά πλατύτερου και καθολικού.
«Βρισκόμαστε» στην εποχή λίγο μετά το Μεγάλο Άλμα προς τα Εμπρός. Ο Μάο έχει αποτιμήσει ως ένα βαθμό την τιτάνια αυτή προσπάθεια του κινέζικου λαού, έχει προχωρήσει και σε αυτοκριτικές τοποθετήσεις (για τις προσδοκίες σχετικά με την παραγωγή χάλυβα, για τα πλάνα που δεν καλύφτηκαν, για μέθοδες που έφεραν παρενέργειες οικονομικού και όχι μόνον χαρακτήρα). Ωστόσο αυτό που πρέπει να υπογραμμιστεί –και μάλιστα την περίοδο που ξεκινούσε η κριτική σχετικά με το ζήτημα των βραχυπρόθεσμων υλικών κινήτρων με τους σοβιετικούς ρεβιζιονιστές– είναι η υπενθύμιση του Μάο ότι από την άποψη των μακροπρόθεσμων στόχων της σοσιαλιστικής οικοδόμησης –τονίζεται το μακροπρόθεσμα σε αντίθεση με το βραχυπρόθεσμα- η τελική αποτίμηση είναι θετική. Είναι η περίοδος των ιδεολογικών εκστρατειών για τα «πέντε αντί» και για τα «τρία αντί» που απευθύνονταν στα στελέχη του κόμματος και ουσιαστικά χτυπούσαν την αστικοποίηση των στελεχών. Αλλά ταυτόχρονα με αυτό είναι και η κινητοποίηση ενάντια στα τρία βλαβερά στυλ (γραφειοκρατικό, υποκειμενικό και δογματικό) και στους πέντε ανεπιθύμητους τρόπους συμπεριφοράς (αλαζονεία, υπεροψία, υπερβολική αυτάρκεια, οκνηρία και αδιαφορία). Οι κινέζικες –όχι μόνο κομματικές- μάζες είχαν συνηθίσει τέτοιου είδους εκστρατείες όπως το 1942 στις απελευθερωμένες «κόκκινες» βάσεις αλλά και το 1948 προκειμένου να «προληφθούν» και να αντιμετωπιστούν αυταρχικές και αλαζονικές συμπεριφορές από μέρους των βετεράνων του ένοπλου αγώνα.
3. Η κριτική στον Στάλιν
Ξεπερνώντας το πρόβλημα της αυθεντικότητας των κειμένων μπορούμε να ισχυριστούμε πως οι βάσεις αυτής της κριτικής τοποθέτησης βρίσκονται σε τρεις σημαντικούς λόγους που εκφώνησε ο Μάο το 1958 (10,20 και 22 Μάρτη) στη Συνδιάσκεψη του Σεγκτού.
Συμφωνώντας με τις παρεμβάσεις Στάλιν στη συζήτηση για την κατάρτιση ενός Εγχειριδίου της σοσιαλιστικής οικονομίας –αναφερθήκαμε πιο πάνω- ότι το πέρασμα στον κομμουνισμό απαιτεί την αύξηση της κοινωνικής παραγωγής και του διαθέσιμου πλούτου, το πέρασμα από τη συλλογική ιδιοκτησία στο σύστημα ιδιοκτησίας όλου του λαού (που ο Στάλιν δεν το ταυτίζει με το κράτος) και την άνοδο του επιπέδου ζωής των εργαζομένων (εργάσιμη μέρα έξη ωρών, πολυτεχνική παιδεία, βελτίωση συνθηκών κατοικίας, αύξηση μισθών, μείωση τιμών) ο Μάο προσθέτει και έναν άλλον παράγοντα: Τους ιδεολογικούς όρους, τονίζοντας ότι αυτός ο παράγοντας απουσιάζει από την σταλινική λογική. Ιδεολογικούς όρους που να επιτίθενται «στη νόμιμη εξουσία της αστικής τάξης», «να γκρεμίζουν τις τυφλές πεποιθήσεις», «τους παλιούς κανόνες και τα παλιά συστήματα». Το εποικοδόμημα ταυτίζεται εδώ με την ιδεολογία εννοούμενη ως γενικοί κοινωνικοί και πολιτιστικοί όροι ζωής, πεποιθήσεις, αξίες, συμπεριφορές, κατεστημένες κοινωνικές και εργασιακές πρακτικές κλπ και δεν είναι καθόλου άσχετο ότι ο Μάο αναφέρει ως παράδειγμα την εναλλαγή και την αντιστροφή ρόλων ανάμεσα στα στελέχη της παραγωγής και τους εργάτες. Το γνωστό σύστημα των «δύο συμμετοχών» (τα στελέχη «κατεβαίνουν» και εργάζονται στην παραγωγή και οι εργάτες «ανεβαίνουν» και αποχτούν από τη μια εμπειρίες διοίκησης και από την άλλη η δική τους πρακτική εμπειρία στην παραγωγή αξιοποιείται στις μεθόδους διοίκησης). Πρόκειται για πρακτικές που προηγήθηκαν της Πολιτιστικής Επανάστασης και ενυπήρχαν όχι μόνο ως… πειραματισμοί.
Βέβαια το μεγάλο σημείο συμφωνίας και ταυτότητας Στάλιν –Μάο είναι η άποψη και θέση πως δεν πρέπει να γίνεται σύγχυση ανάμεσα στη σχεδιοποίηση της σοσιαλιστικής οικονομίας και τους αντικειμενικούς όρους και περιορισμούς που αυτή συναντά προσπαθώντας να εκφράσει τους οικονομικούς νόμους όπου δεν αρκεί η απάντηση του «κεντρικού σχεδιασμού». Με αυτή την έννοια Στάλιν και Μάο μένουν συνεπείς στον «αντικρατισμό» των μεγάλων κομμουνιστικών κινημάτων και δεν θεοποιούν το κράτος και τον κεντρικό σχεδιασμό ως μοναδική αντιρρόπηση σε τάσεις και θέσεις που ζητούσαν από τότε να πουλιούνται και να αγοράζονται τα μέσα παραγωγής και να αφεθεί ο νόμος της αξίας να λύσει από μόνος του τις εμπορευματικές σχέσεις που δημιουργούνται ανάμεσα στα δύο είδη σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας.
Εξ άλλου οι αρνητικές εμπειρίες του Μεγάλου Άλματος αλλά και «αντίσταση» που συναντά στο κομματικό και κρατικό κατεστημένο πείθουν και το Μάο –αν δεν ήταν ήδη…πεισμένος- πως δεν υπάρχουν παρακαμπτήριες οδοί προς το κομμουνιστικό μέλλον.
Με αυτές τις επισημάνσεις τονίζεται για άλλη μια φορά ο βασικός στόχος της παρούσας παρέμβασης που επιδιώκει να αναδείξει το κίνημα της ΜΠΠΕ ως ένα κίνημα που είχε μία συνολικότερη πρόταση
για το πώς θα συνεχίζονταν η σοσιαλιστική οικοδόμηση απέναντι σε ζητήματα που δεν ήταν μόνο «κινέζικα».
Χαρακτηριστικότερα κάτι τέτοιο αναδεικνύεται στη συνολική και ανταγωνιστική πια τοποθέτηση στις απόψεις που εκτίθενται εκεί όταν οι χρουτσωφικοί προχωρούν στην έκδοση του εγχειριδίου.
4. Η κριτική στο χρουτσωφικό «Εγχειρίδιο»
Ξεκινώντας ιστορικά και φιλοσοφικά ασκείται κριτική στη λογική της «υποτιθέμενης οριστικής εδραίωσης» των σοσιαλιστικών μορφών ιδιοκτησίας. Τονίζεται ότι το πέρασμα στον κομμουνισμό και η μετάβαση από τα διάφορα σοσιαλιστικά συστήματα θα έχουν το χαρακτήρα επανάστασης τουλάχιστο πολιτιστικού χαρακτήρα καθώς θα συνεχίζεται η ταξική πάλη ανάμεσα στο σοσιαλισμό και τα υπολείμματα του καπιταλισμού. Πως αυτή η όξυνση της ταξικής πάλης περνά μέσα από τρεις βασικές αντιθέσεις της σοσιαλιστικής οικοδόμησης: την αντίθεση πνευματικής-χειρωνακτικής εργασίας, την αντίθεση στελεχών-βάσης, την αντίθεση χωριού–πόλης και επαρχιών-κεντρικής διοίκησης. Ακόμα και αν σε πρώτη φάση οι αντιθέσεις αυτές μπορεί να μην έχουν ανταγωνιστικό χαρακτήρα είναι απαραίτητο «να λύνονται με αγώνες».
Ασκείται δριμεία κριτική στη λογική ότι τα καταναλωτικά αγαθά γίνονται ατομική ιδιοκτησία, τονίζει την απουσία αναφοράς στην κοινωνική κατανάλωση και στην κατεύθυνση ότι τα υλικά κίνητρα πρέπει να αποτελούν το κίνητρο για την αύξηση της παραγωγής. Τονίζει την ανάγκη των «ηθικών κινήτρων» και πως τα ατομικά υλικά κίνητρα πρέπει να αναφέρονται σε σύνδεση με τα συλλογικά συμφέροντα, σε σύνδεση με την υπεροχή των συλλογικών συμφερόντων πάνω στα ατομικά, σε σύνδεση με την προτεραιότητα των μακροπρόθεσμων συμφερόντων πάνω στα βραχυπρόθεσμα και όλο αυτό το πλέγμα σχέσεων σε σύνδεση με την υπεροχή των γενικών συμφερόντων πάνω στα όποια ιδιαίτερα συμφέροντα. Ακόμα και αν αυτά εμφανίζονται με συλλογική μορφή (π.χ. η κοινοτική ιδιοκτησία, και οι συνεταιρισμοί). Υπογραμμίζει πως δεν υπάρχει καμία αναφορά στο επίπεδο συνείδησης.
Από κει και πέρα εκφράζει τον σκεπτικισμό για τη δυνατότητα πώλησης των μέσων παραγωγής ακόμα και αν αυτά τα αγοράζουν τα αγροτικά κολχόζ, όπως και την έκπληξη για την ανάδειξη –την ώρα που διακηρύσσονταν το πέρασμα τάχα στον κομμουνισμό μέσω του παλλαϊκού κράτους- μορφών ατομικής ιδιοκτησίας πλάι στις δύο κεντρικές μορφές σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας. Φανερά εκφράζει την αντίθεση των Κινέζων στην καθιέρωση της μονοπρόσωπης διεύθυνσης στα εργοστάσια και εκεί για πρώτη φορά γίνεται αναφορά στη συλλογική διεύθυνση όπως την εννοούσε η μαοϊκή κριτική δηλαδή το σύστημα των «δύο συμμετοχών» (αναφέρθηκε πιο πάνω) και της «τριπλής συμμαχίας» (κομματικών στελεχών, διοίκησης και εργατικής βάσης). Αυτό το τελευταίο δείχνει πως η μαοϊκή αντίληψη είχε επίσης μία πρόταση ενότητας για τη διεύθυνση των εργοστασίων αλλά και του κράτους γενικότερα που θα προβληθεί εμβληματικά στα χρόνια της Πολιτιστικής Επανάστασης ως βασική κατευθυντήρια γραμμή: Αγώνας, κριτική, νέα ενότητα.
5. Η σοσιαλιστική οικοδόμηση στην παραγωγή
Το κοινό στοιχείο ανάμεσα στην περίοδο που προετοίμασε την ΜΠΠΕ και την περίοδο της ΜΠΠΕ είναι η αντίληψη πως τα ζητήματα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην παραγωγή βρίσκονται σε διαλεκτική ενότητα με το ζήτημα της ιδεολογίας και της προώθησης της ταξικής πάλης.
Ο Μάο έλεγε πως «οι λαϊκές μάζες είναι προικισμένες με απεριόριστη δύναμη. Είναι ικανές να οργανωθούν και να συγκεντρώσουν τις προσπάθειες τους σε πόστα και τομείς δουλειάς όπου μπορούν να δώσουν ελεύθερη διέξοδο στην ενέργεια τους. Μπορούν να συγκεντρώσουν τις προσπάθειες τους στην παραγωγή σε πλάτος και σε βάθος και να δημιουργήσουν έναν αριθμό έργων που να αυξάνει πάντα για δική τους ευημερία».
Επιχειρήθηκε από τους ρεβιζιονιστές επίγονους του Μάο που έκαναν σημαία τη λεγόμενη θεωρία «της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων» να παρουσιάσουν ένα σπάσιμο αυτής της οργανικής ενότητας παραγωγής-ιδεολογίας. Κατ” αυτούς και σύμφωνα με τους αστούς που τους υποστηρίζουν, αντιπαρατίθενται από τη μια η θεωρία της ατομικής ευημερίας στην οποία αποσκοπούσε η ανάπτυξη της παραγωγής μέσω των «τεσσάρων εκσυγχρονισμών» και από την άλλη η κολεκτιβιστική επιβολή των προσωπικών θυσιών για χάρη του συνόλου, κάτι σαν «ασκητική του σοσιαλισμού» και του απόλυτου «εξισωτισμού στην φτώχεια». Αυτό το τελευταίο ήταν η αγαπημένη κριτική των σοβιετικών σοφών στο κινέζικο εγχείρημα.
Ουδέν ανακριβέστερο τούτου. Το παραπάνω εδάφιο αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα. Οι Κινέζοι ξαναβάζοντας το τρένο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης πάλι στις ταξικές του ράγες ασκώντας κριτική στο αστικό, σχεδόν προσκοπικό, σύνθημα «όλοι για έναν και ένας για όλους» και αντικαθιστώντας το με το σύνθημα «όλοι για όλους» έθεσαν τη συνέχιση της σοσιαλιστικής κατεύθυνσης σε πρώτη γραμμή. Κάτι τέτοιο δεν ήταν μόνο αποτέλεσμα της ανάγκης, ότι η Κίνα δεν διέθετε υψηλή τεχνική και κεφάλαια αλλά κεφάλαιο «εντάσεως εργασίας» δηλαδή μεγάλο πληθυσμό όπως υποστηρίζουν οι αστοί κριτικοί της ΜΠΠΕ και του Μεγάλου Άλματος. Επρόκειτο για διαφορά ιδεολογικού και πολιτικού χαρακτήρα όπου βέβαια και τα «τέκνα της ανάγκης» δηλαδή οι πολυπληθείς μάζες εντάσσονται και αποτελούν μία υλική δύναμη με την κινητοποίηση τους.
Τους Κινέζους τους απασχολούσε το θέμα της εκβιομηχάνισης της χώρας τους (ακόμα και το 1972 σε επίσκεψη του Βρετανού πρωθυπουργού στο Πεκίνο ο Μάο «παραδέχεται» ότι η Κίνα ακόμα βρίσκεται «τεχνολογικά πίσω»). Όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με μία άλλη λογική, την λογική μιας περισσότερο εξισορροπημένης διαδικασίας εκβιομηχάνισης ταυτόχρονης ανάπτυξης των παραδοσιακών και ξένων μεθόδων, της ταυτόχρονης ανάπτυξης μεγάλων, μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων, ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας και ισόρροπης ανάπτυξης της αγροτικής παραγωγής.
Όταν προσπαθούν να λύσουν το ζήτημα της αδυναμίας παραγωγής χημικών λιπασμάτων με την ανάπτυξη της χοιροτροφίας που θα παρέχει αυτά τα οργανικά συστατικά-λιπάσματα, ενώ ταυτόχρονα έτσι θα προκαλείται λιγότερη σκλήρυνση του εδάφους, δεν εκφράζουν γενικόλογες «οικολογικές» ευαισθησίες αλλά ανάγκες και πολιτικές προτεραιότητες και ιεραρχήσεις. Το ζήτημα της παραγωγής λαχανικών –αυτό το «ταπεινό» παραγωγικό στοιχείο- γίνεται κεντρικό ζήτημα της ΜΠΠΕ στο χωριό, όπως και το ζήτημα της παραγωγής σιτηρών-δημητριακών όπου εκφράζεται πάλη γραμμών! Ο ίδιος ο Μάο δημοσιεύοντας στις αρχές του εξήντα τις θέσεις για τις «δέκα μεγάλες σχέσεις» στην κινέζικη οικονομία επιβεβαιώνει πως έχει πλήρη συνείδηση των σύνθετων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η παραγωγική συγκρότηση της κινέζικης οικονομίας καθώς και των ταξικών τους διαστάσεων.
Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και το σύνθημα «να προωθούμε την επανάσταση, να αναπτύσσουμε την παραγωγή» στην ώριμη φάση της ΜΠΠΕ, αν και αυτό το τελευταίο εξέφρασε και την τάση διόρθωσης «αριστερών σφαλμάτων» με την εγκατάλειψη της παραγωγής και την στοχοπροσήλωση μονόπλευρα στις ιδεολογικές και πολιτικές αντιπαραθέσεις.
Ωστόσο αυτό το τελευταίο σύνθημα δείχνει ότι το μαοϊκό επιτελείο, γύρω στο 1968 διαπιστώνει ότι έχει συντελεστεί μία διάρρηξη της οργανικής και διαλεκτικής σχέσης ιδεολογικού αγώνα- προώθησης παραγωγής. Δικαιώνονται έτσι τάχα οι όψιμοι αλλά και σύγχρονοι επικριτές της ΜΠΠΕ για την ρομαντική και καταστροφική της ροπή; Ακυρώνεται με αυτό τον τρόπο ότι αναφέρθηκε μέχρι τώρα για την ρεαλιστική βάση αυτού του μεγάλου μαζικού κινήματος;
Πριν φτάσουμε στην όψιμη φάση της ΜΠΠΕ, από τις ίδιες τις αφετηρίες της, πρώτα απ” όλα, διαπιστώνουμε πως συντελείται μια ιδεολογική και πολιτική μετατόπιση άλλου είδους στο επίπεδο αυτής της σχέσης ταξική πάλης-παραγωγής.
Το επαναστατικό επιτελείο –που περιορίζεται ηγετικά σε λίγα άτομα, πάντα με βάση τις κινέζικες πληθυσμιακές αναλογίες- αλλά και ο ίδιος ο Μάο, συνειδητοποιούν πριν ξεσπάσει η ΜΠΠΕ, ότι ΔΕΝ ΑΡΚΟΥΝ τα συνεχή ιδεολογικά κινήματα πολιτικής διαμόρφωσης-συμμόρφωσης, ούτε τα μεγάλα κινήματα στο επίπεδο της παραγωγής που «εκβιάζουν» την μαζική κινητοποίηση..
Ότι οι σύνθετες απαιτήσεις της ταξικής πάλης, και η αναμέτρηση των δύο γραμμών στο κόμμα και στο κράτος και με τη διεθνή –επιπρόσθετα- διάσταση που στην αντιπαράθεση με τους σοβιετικούς ρεβιζιονιστές είχε δοθεί, επέβαλλαν η σχέση ιδεολογίας- πραγματικής οικονομίας, και κοινωνίας να περάσει σε άλλο επίπεδο. Για να ακολουθήσουμε τη φιλοσοφική γραμμή του κινέζικου επαναστατικού επιτελείου, κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο ακόμα και αν χρειαστεί η «ενότητα των δύο σε ένα» να σπάσει σε «διαχωρισμό του ενός στα δύο».
Γιατί αν η παραγωγική συγκρότηση και ανάπτυξη κατά κάποιο τρόπο ταυτίζεται με την «οικοδόμηση», η άλλη πλευρά της ταυτότητας, δηλαδή η ένταση της ταξικής πάλης συνδέεται με την… αποδόμηση. Η «επανάσταση μέσα στην επανάσταση» πρέπει να αρχίζει να γκρεμίζει αν πραγματικά επιδιώκει μία πιο στέρεα, για τη δεδομένη ιστορική φάση, εδραίωση, μία νέα «περαστικά κινούμενη ισορροπία». Δεν μπορεί να περιορίζεται στα ιδεολογικά … «μερεμέτια».
Γκρέμισμα και οικοδόμηση πως μπορούν όμως να συνδυαστούν αφού η εξαπόλυση της ΜΠΠΕ αναγκαστικά ενδυναμώνει την πλευρά της αποδόμησης, της καταγγελίας, της επίθεσης; Η ανατροπή της κατεστημένης κατάστασης έτσι ή αλλιώς αναδεικνύεται σε κύρια πλευρά κάθε επαναστατικής διαδικασίας, δεν εξαιρείται και η διαδικασία που θέλει να ανατρέψει όχι μόνο τους ανθρώπους που μέσα στο κόμμα και το κράτος έχουν πάρει τον καπιταλιστικό δρόμο, και που επιδιώκει όχι μόνο ή όχι πρωτίστως, να τους καταστείλει ή να τους περιορίσει αλλά να «συντρίψει» (όρος που χρησιμοποιείται συχνά κατά τη διάρκεια της ΜΠΠΕ) όλους τους θεσμούς, τους μηχανισμούς, τις συνήθειες και τις αναπαραγόμενες συμπεριφορές που συνδέονται με αυτό το στρώμα.
Εδώ καταφεύγουμε σε μία άλλη φιλοσοφική κατηγορία του κινέζικου διαλεκτικού υλισμού που δεν αποδέχεται την χεγκελιανή αρχή της διπλής αντίφασης ή άρνησης της άρνησης, αλλά στις δύο αντιπαρατιθέμενες πλευρές μίας αντίφασης προτάσσει ως ανώτερη σύνθεση τη φιλοσοφική κατηγορία της «υπέρβασης». Για τους Κινέζους π.χ., το γκρέμισμα του κρατικού μηχανισμού που είχε δομηθεί πάνω στις κατευθύνσεις «αυτών που ακολουθούν τον καπιταλιστικό» δρόμο σε πρώτη φάση και η αναίρεση αυτού του γκρεμίσματος σε δεύτερη, δεν οδηγούν σε μία καινούργια θέση στην οικοδόμηση μιας εξουσίας των μαζών σώνει και καλά. Δεν πρόκειται για μία γραμμική πορεία: άρνηση-άρνηση της άρνησης-κατάφαση, αλλά μία σύνθεση ανωτέρου επιπέδου.
Όταν στην κριτική τους στο «Εγχειρίδιο» έγραφαν πως οι συντάκτες οικονομικών συγγραμμάτων και εγχειριδίων πρέπει να έχουν και μία «βαθιά φιλοσοφική παιδεία» και πως τα οικονομικά συγγράμματα πρέπει να «γράφονται από φιλοσόφους» ο Μάο και το επαναστατικό επιτελείο το… εννοούσαν. Γιατί σύμφωνα με το Μάο δύο είναι οι πηγές που παράγουν γνώση: η πάλη για την παραγωγή και η ταξική πάλη. Ο επιστημονικός πειραματισμός αποτελεί την επιτομή, την αιχμή αυτής της γνωστικής διαδικασίας και η φιλοσοφική σκέψη το «όλον» που την περιέχει.
Η υπέρβαση της αντίθεσης οικονομίας–πολιτικής, οικοδόμησης- αποδόμησης, γκρεμίσματος του παλιού-οικοδόμησης του νέου, ακούει στο όνομα «κοινωνικοί μετασχηματισμοί».
Με αυτή την έννοια ο όρος Πολιτιστική ή ακόμα και Μορφωτική όπως συνήθιζαν οι περισσότεροι δυτικοί να αποκαλούν την μαοϊκή «επανάσταση μέσα στην επανάσταση», ίσως είναι μικρός για να χωρέσει αυτή την υπέρβαση. Υπέρβαση που αποκαθιστά το λενινιστικό «σώμα» αντιλήψεων για την περίοδο της δικτατορίας του προλεταριάτου ως μία περίοδο «βαθιών κοινωνικών μετασχηματισμών» (βίαιων και ειρηνικών) και το «αποκαθάρει» από προσμίξεις με ξένα ως προς αυτό το σώμα υλικά και χαρακτηριστικά, προσμίξεις υποχρεωτικές ίσως ή μάλλον σίγουρα υποχρεωτικές σε άλλες φάσεις της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και της πολιτικής και στρατιωτικής αντιπαράθεσης (όπως π.χ. ο πατριωτικός πόλεμος ενάντια στον χιτλερισμό).
Σε τι συνίστανται όμως αυτοί οι «βαθιοί κοινωνικοί σχηματισμοί» και τι δίπολο αντίφασης εμπεριέχουν;
6. Εποικοδόμημα και παραγωγικές σχέσεις: η διαλεκτική επενέργεια
Οι Κινέζοι έλεγαν στην κριτική τους για το Εγχειρίδιο ότι είναι δύσκολο να εξηγήσουμε με σαφήνεια τα προβλήματα που έχουν σχέση με την οικονομική βάση και τις σχέσεις παραγωγής χωρίς να παίρνουμε υπόψη μας τα προβλήματα που αφορούν στο εποικοδόμημα.
Αυτή την «ειδική σχέση» παραγωγικών σχέσεων–εποικοδομήματος και για να είμαστε πιο ακριβολόγοι της σχέσης των μεταβολών στις παραγωγικές σχέσεις με τις μεταβολές στο εποικοδόμημα, επισημαίνει και ο Βασίλης Σαμαράς στο βιβλίο του «η Αριστερά αντιμέτωπη με τον εαυτό της» κάνοντας λόγο για τους αναγκαίους κοινωνικούς μετασχηματισμούς διάφορων επιπέδων της περιόδου της δικτατορίας του προλεταριάτου. «Δίνοντας όνομα» σε αυτού του είδους την υπέρβαση .
Σε αυτήν την προσέγγιση πρέπει να αναζητηθούν οι νέες απαντήσεις που έχουν τουλάχιστο να κάνουν με το κράτος και την κοινωνία στις μεταβατικές κοινωνίες.
Σε αυτήν την «ειδική σχέση» επικεντρώνονταν οι Κινέζοι όταν μιλούσαν για «επαναστατικοποίηση των παραγωγικών σχέσεων»
Στα υποδείγματα επαναστατικών μετασχηματισμών που θα εκτεθούν πιο κάτω, πράγματι, είναι δύσκολο να διαχωρίσει κανείς τους μετασχηματισμούς που αναφέρονται πχ στο εκπαιδευτικό σύστημα, το τυπικό σχολείο, από τους μετασχηματισμούς που εμπεριέχονται στην παραγωγή. Ό όρος «κοινωνικός μετασχηματισμός» εκφράζει αυτή την ειδική σχέση πολιτιστικών υπερδομών και παραγωγικών σχέσεων.
Γιατί παραγωγικές σχέσεις δεν είναι μόνο οι σχέσεις ιδιοκτησίας και διανομής των μέσων παραγωγής. Στις παραγωγικές σχέσεις συμπεριλαμβάνονται η κοινωνική και εργασιακή ιεραρχία, οι σχέσεις μέσα στην παραγωγή, οι διαφορές μορφωτικού και εκπαιδευτικού επιπέδου, η σχέση διεύθυνσης-εκτέλεσης κλπ. Μέσω αυτής της κοινωνικοπολιτιστικής διάστασης συνδέονται οι παραγωγικές σχέσεις με την ιδεολογία και το εποικοδόμημα. Δεν γνωρίζουμε κατά πόσο ήταν γνωστά στους Κινέζους κομμουνιστές τα Οικονομικά –Φιλοσοφικά Χειρόγραφα του «νεαρού» Μαρξ όπου περιλαμβάνονταν η θέση πως στον πρωτόγονο κομμουνισμό ο καταμερισμός εργασίας -και όχι το αντίθετο!- προηγήθηκε των σχέσεων ιδιοκτησίας, και της ίδιας της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής την οποία καθόρισε και επέβαλλε. Όμως είναι φανερή η «επιστροφή» (επιστροφή όμως με όρους μιας ανώτερης ενότητας) στα νάματα της μαρξιστικής οικονομικής φιλοσοφίας.
Αυτόν τον «καταμερισμό εργασίας», του αστικού δικαίου που διαβρώνει την σοσιαλιστική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και σταδιακά την μεταμορφώνει σε αστική, καπιταλιστική ιδιοκτησία στόχευαν οι κοινωνικοί μετασχηματισμοί που ήθελε να δημιουργήσει η ΜΠΠΕ. Στη θέση του αστικού καταμερισμού εργασίας και των πολιτιστικών και κοινωνικών υπερδομών που τον υποστήριζαν και τον αναπαρήγαγαν και που έπρεπε να συντριφτούν, ήταν ανάγκη να δημιουργηθούν νέες πολιτιστικές κοινωνικές υπερδομές που να «εφάπτονται» και να υποστηρίζουν -αν όχι να «υποκινούν» και να επιβάλλουν- τις νέες εργασιακές πρακτικές.
Τούτη η προσέγγιση δεν αγνοεί καθόλου την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Αντίθετα οι Κινέζοι μελετώντας τις ευρωπαϊκές αστικές επαναστάσεις, υποστήριζαν -με εξαίρεση τη Βρετανία που και εκεί βέβαια χρειάστηκε αντί της επανάστασης ένας πολιτικός συμβιβασμός και μία Χάρτα των Δικαιωμάτων- ότι η κυρίως βιομηχανική επανάσταση πραγματοποιήθηκε όταν έγιναν οι αστικές επαναστάσεις και συγκροτήθηκαν τα αστικά κράτη, δηλαδή αναδύθηκε ένα νέο εποικοδόμημα. Ο μαοϊκός «βολονταρισμός» δεν περιμένει τις παραγωγικές δυνάμεις του καπιταλισμού να αναπτυχθούν αλλά χρησιμοποιώντας αυτό το παράδειγμα δηλώνει ότι η εκβιομηχάνιση και ο εκσυγχρονισμός της χώρας μπορούν να αναληφτούν από το κράτος της εργατικής τάξης.
Τα συνθήματα να παράγουμε ποιοτικά, ποσοτικά, γρήγορα με πνεύμα οικονομίας και καταγραφής είναι μαοϊκά συνθήματα. Η γραμμή ότι πρέπει να παράγονται και να συσσωρεύονται από τις αγροτικές κομμούνες, πλεονάσματα ακόμα και σε περιόδους που δεν είναι ορατές απειλές οικονομικών και άλλων καταστροφών επίσης μαοϊκή καταγωγή έχει. Ό όρος «αποδοτικότητα» υπάρχει και στο σοσιαλισμό σε διαφορετικό όμως πλαίσιο. Αυτό το πλαίσιο προσπάθησε να δημιουργήσει η ΜΠΠΕ. Και οι «βαθιοί κοινωνικοί μετασχηματισμοί» για τους οποίους έγινε λόγος έχουν απτό και συγκεκριμένο πρόσωπο. Περιεχόμενο μα και μορφή…
B“ MEΡΟΣ: ΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ
Α. Η ΜΠΠΕ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Το πλέον χαρακτηριστικό κοινωνικό πεδίο στο οποίο οι κατευθύνσεις της ΜΠΠΕ βρήκαν ευρύ και βαθύ πεδίο εφαρμογής ήταν η εκπαίδευση με την έννοια –που τέθηκε- της σύνδεσης της με το μεγάλο κίνημα επαναστατικοποίησης των παραγωγικών σχέσεων.
Οι κατευθύνσεις αυτές δεν δοκιμάστηκαν εκ του μηδενός γι” αυτό δεν έχουν καμία σχέση με τις δυτικές απόπειρες ερμηνείας μέσω «της μοντελοποίησης» ή απλά του πειραματισμού. Η ΜΠΠΕ δεν ήταν ένα «πείραμα» ή έστω δεν ήταν μόνον αυτό, πολύ περισσότερο δεν ήταν ένα προσωπικό «στοίχημα» του Μάο. Οι ανατροπές αυτές ήταν ένα συνεκτικό σχήμα και σώμα αλλαγών, ένα εγχείρημα κοινωνικής ανατροπής και ταυτόχρονης ανασυγκρότησης σε νέα βάση που είχε ξαναδοκιμαστεί ακόμα από το τέλος της δεκαετίας του `30 στις «κόκκινες βάσεις», συγκεκριμένα στο Γιενάν υπό την εποπτεία –τότε- του Λιν Πιάο αλλά και το περιορισμένο κίνημα επαναστατικοποίησης των παραγωγικών σχέσεων στα εργοστάσια στα τέλη του `50 και στις αρχές του `60.
1. ΔΙΑΚΥΡΗΓΜΕΝΗ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ ΤΑΞΙΚΟΤΗΤΑ
Η ΜΠΠΕ στάθηκε η πρώτη επανάσταση στο χώρο της εκπαίδευσης που ξεπερνώντας την υποκρισία του αστικού δικαίου, διακήρυξε ανοικτά πως επιδιώκει ν” ανατρέψει την ταξική ροή του εκπαιδευτικού συστήματος προς όφελος των εργατών και αγροτών.
Περίεργο πράγμα μια επανάσταση που επαγγέλλεται κάτι τόσο καθολικό όσο και η αταξική κοινωνία να διεκδικεί τόση ταξική στενότητα! Ήταν αυτό που ο Μάο, προσδιόριζε ως στρατολόγηση σπουδαστών και τεχνικών από τις τάξεις των εργατών και αγροτών. Όμως, η αντίστροφη ταξικότητα της ΜΠΠΕ ήταν ανώτερη ποσοτικά και ποιοτικά.
Α” Αλλαγή του τύπου στρατολόγησης
Κέντρο της νέας εξεταστικής πολιτικής έγινε ο χώρος παραγωγής (εργοστάσιο στην πόλη, κολεκτίβα ή ταξιαρχία παραγωγής στην ύπαιθρο).
«Βλέπει κανείς ότι μέχρι τώρα το θέμα της διάρκειας των σπουδών είναι στενά δεμένο με το θέμα της αλλαγής των κριτηρίων στρατολόγησης και επιλογής. Επιβεβαιώνεται η αρχή σύμφωνα με την οποία η παραδοχή στις ανώτερες σχολές πρέπει να γίνεται από τους τόπους δουλειάς και όχι από τα κατώτερα επίπεδα.» (Σχολείο για τις μάζες στην Κίνα).
Στο απόσπασμα αυτό διατυπώνεται η πιο ρηξικέλευθη επίθεση στον εκπαιδευτικό κορμό της παλιάς κοινωνίας: Ανατροπή της θεωρούμενης φυσικής και αιώνιας πυραμιδοειδούς εκπαίδευσης που στενεύει όσο προχωράει κανείς από «κάτω» προς τα πάνω. Η πιο τυπική έκφραση αυτής της ανατροπής αντιπροσωπευόταν από τα Εργοστασιακά πανεπιστήμια.
Σ” αυτό το πλαίσιο η στοιχειώδης και μέση εκπαίδευση παίζει ένα ρόλο πολυτεχνικής και πολιτιστικής προετοιμασίας των μαθητών, αλλά γίνεται προσπάθεια να μην αποτελούν μία βαθμίδα ταξικής επιλογής και… ποσοστιαίας συρρίκνωσης.
Β” Τα πολιτικά και ταξικά κριτήρια στο σύστημα επιλογής
Εκείνο που γινόταν στα εκπαιδευτικά συστήματα των ταξικών κοινωνιών με περισσότερο ή λιγότερο βάναυσο τρόπο, καθώς η παιδεία αποτελούσε τον ιδεολογικό μηχανισμό της άρχουσας τάξης η ΜΠΠΕ δεν το… ανέτρεψε!
Το αντίθετο, διακήρυξε προς όλες τις κατευθύνσεις πως η εργατική τάξη θα “πρεπε να εντείνει τον ιδεολογικό έλεγχό της στην παιδεία και πως τα πολιτικά – ταξικά κριτήρια είναι αναγκαίο να παίζουν αποφασιστικό ρόλο κατά την αποφοίτηση.
Έτσι, οι εργάτες και οι αγρότες που αποσπάστηκαν είτε προσωρινά από τους χώρους παραγωγής (Εργοστασιακά Πανεπιστήμια) είτε πιο μόνιμα (σπουδαστές του «επίσημου» εκπαιδευτικού συστήματος που λειτουργούσε παράλληλα), γυρνούσαν στην παραγωγή.
Εκεί κρίνονταν αναλόγως με τη στάση που θα κρατούσαν (αν μετέδιδαν τις γνώσεις τους, χαρακτηρίζονταν από «μονοπωλιακή» συμπεριφορά ή όχι, εφάρμοζαν ή όχι την προλεταριακή γραμμή και δεν ήταν άοσμοι τεχνοκράτες, αν υπολόγιζαν τις συνθήκες εργασίας των υπόλοιπων εργαζόμενων, αν σνόμπαραν ή όχι τη χειρωνακτική δουλειά, αν συμμετείχαν ή όχι στις συνελεύσεις των εργαζομένων, στις συζητήσεις κλπ).
Αναβαπτιζόμενοι στην εμπιστοσύνη των εργαζόμενων μαζών έπαιρναν ένα δίπλωμα ή πτυχίο, που πιστοποιούσε την ικανότητα τους να ενσωματωθούν στη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
«Παίρνουμε μερικούς φοιτητές που ήταν στη γεωργική σχολή του Σιάν όπου είχαν μελετήσει τη φρουτοκαλλιέργεια και τους λέμε, να τα φυτά, δείξτε μας τι ξέρετε να κάνετε. Αποτέλεσμα: δεν κατάφεραν να κάνουν τίποτε. Ήξεραν μόνο θεωρία και λόγια. Απέναντι στην πρακτική οι θεωρίες δεν θα τους βοηθήσουν και οι δικοί μας σπεσιαλίστες που είχαν εκπαιδευτεί εδώ, σε μας, αποδείχτηκαν ανώτεροι. Τότε μίλησα μ” αυτούς τους φοιτητές. Θα ομολογήσουν ότι έχουν δηλητηριαστεί από τις ιδέες του Λιου -Σάο -Σι και είχαν πιστέψει πως ήταν ανώτεροι γιατί είχαν κάνει ανώτερες σπουδές ενώ εμείς αντίθετα δεν είχαμε σπουδάσει. Ήρθαν εδώ σαν υπάλληλοι. Αλλά όταν τους αποδείξαμε την πραγματική αξία της κουλτούρας τους κατάλαβαν ότι δεν μπορούν να μεταφέρουν τις θεωρίες τους μέσα από το σχολείο στην παραγωγή και την πρακτική. Είχαν χρέος τους να ενσωματωθούν στις μάζες, για να μάθουν μέσα από την εργασία. Μόνο τότε οι θεωρίες τους θα μπορούσαν να εφαρμοστούν αποτελεσματικά συμβάλλοντας στη γενική άνοδο του βιοτικού και κοινωνικού επιπέδου». (Ένα χωριό στην Πολιτιστική Επανάσταση).
Γ” Η μεταρρύθμιση του εξεταστικού από τη σκοπιά μιας ανώτερης ανθρωπιστικής ηθικής
Η καλλιέργεια μιας ανώτερης, ηθικά και ανθρωπιστικά στάσης στοιχειοθετεί έναν όχι «ήσσονος σημασίας» στόχο της αλλαγής του εξεταστικού συστήματος. «Τα σημερινά προγράμματα είναι υπερβολικά, σκοτώνουν τον κόσμο, οι μαθητές της εκπαίδευσης (στοιχειώδους και μέσης), οι φοιτητές των Πανεπιστημίων ζούνε σε μια κατάσταση καθημερινής έντασης. Σήμερα οι εξετάσεις είναι οργανωμένες σαν να αντιμετωπίζεις έναν εχθρό». (Μάο Τσε Τουνγκ)
Η λιμνάζουσα πραγματικότητα ερχόταν σε σύγκρουση (σύμφωνα με το Μάο) με τις ανθρώπινες ανάγκες όπως τις αξιολογεί ένας κομμουνιστής. Συνεπώς το παλιό εξεταστικό σύστημα έπρεπε να ανατραπεί με τρόπους πρωτόγνωρους και δημιουργικούς. Χωρίς αυτό να σημαίνει την κατάργηση των εξετάσεων αλλά την υιοθέτηση μιας ζωντανής και δημιουργικής εξεταστικής μεθόδου: δίνοντας προκαταβολικά τα θέματα και αφήνοντας τους φοιτητές να τα μελετήσουν και να τα απαντήσουν συμβουλευόμενοι τα βιβλία, συγκεντρώνοντας τις δυνάμεις στη διαμόρφωση των ικανοτήτων ανάλυσης και λύσης των προβλημάτων.
Σε ορισμένα μαθήματα ειδίκευσης έγιναν προσπάθειες για την μεταρρύθμιση των εξετάσεων. «Σε μια εξέταση σε ειδικά κυκλώματα και ειδίκευση σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, ζητήθηκε από τους φοιτητές να καταλάβουν μερικές βασικές θεωρητικές έννοιες. Αυτή η πρακτική προκάλεσε τεράστιο ενδιαφέρον στους φοιτητές, πολλοί απ” αυτούς αφού διόρθωσαν τα σχετικά απλά λάθη με πρωτοβουλία τους, ζήτησαν από τον καθηγητή τους να κάνει, πιο δύσκολες ερωτήσεις. Μερικοί φοιτητές σταμάτησαν από τη δυσκολία ορισμένων λαθών. Τότε οι άλλοι έκαναν ερωτήσεις για να τους βοηθήσουν να σκεφτούν ή έκαναν μια συζήτηση με τον καθηγητή για να μελετήσουν το πρόβλημα. Μια εξέταση αυτού του τύπου είναι από μόνη της μια ζωντανή και δυναμική διαδικασία στη διάρκεια της οποίας μελετώνται τα προβλήματα παίρνοντας την πρωτοβουλία». (Σχολείο για τις μάζες στην Κίνα).
Συμπυκνώνοντας έχουμε τα εξής στοιχεία:
Η εξέταση, όχι ως πρακτική απόρριψης (ή αποδοχής) αλλά έναυσμα για μελέτη και δημιουργία.
Η αδυναμία μαθησιακής ανταπόκρισης όχι ως αποκλεισμός αλλά ως παράγοντας που κινητοποιεί την αλληλοβοήθεια και αναδεικνύει τόσο το σπουδαστή που τα «καταφέρνει καλύτερα» (σε ρόλο διδακτικό) όσο και «αυτόν που υστερεί» (αφού με τη βοήθεια και τον διάλογο ξεπερνά το πρόβλημα).
Τα θέματα, όχι παγίδες εξόντωσης, αλλά πραγματικά, με την αρχαιοελληνική σημασία του όρου, -ως «θέματα»-, πεδία, δηλαδή, ερευνητικής δουλειάς.
Η ανώτερη ηθική στάση είχε, κατά συνέπεια, και μια οικονομική (με την πλατιά έννοια του όρου) αναπτυξιακή θεμελίωση (για όσους μιλούν περί αιθεροβαμόνων κι αθεράπευτα ηθικιστών ρομαντικών).
2. ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ- ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΝΟΙΧΤΩΝ ΘΥΡΩΝ
Οι μετασχηματισμοί στη σύνδεση παιδείας-παραγωγής, στις αντιλήψεις για τη γνώση, στο εξεταστικό σύστημα ενεργοποίησαν ένα επαναστατικό «ντόμινο» σ” όλο το φάσμα της εκπαίδευσης.
Δεν έφτανε η στρατολόγηση να γίνεται μόνο από τις τάξεις των εργατών και αγροτών (όσο κι αν αυτό έγινε στην Κίνα της ΜΠΠΕ πολύ πιο «κομμουνιστικά εμπλουτισμένο»). Οι ηγέτες της ΜΠΠΕ είχαν συνείδηση ότι δεν ήταν αρκετό να υπάρχει μια «κόκκινη» διανόηση (όσο σημαντικό επίτευγμα κι αν θεωρούνταν κάτι τέτοιο).
Οι κυρίαρχες σχέσεις στο πολιτιστικό εποικοδόμημα βρίσκονταν με τη μεριά του αστισμού-ρεβιζιονισμού και παρήγαγαν ένα ιδιότυπο κοινωνικό γενιτσαρισμό, μετατρέποντας τους πιο προικισμένους γόνους των εργατών στο αντίθετο τους, σε νεοαστούς διαχειριστές.
Ήταν σε γνώση της ΜΠΠΕ πως τα πιο «επικίνδυνα» εκπαιδευτικά συστήματα των εκμεταλλευτριών τάξεων ήταν εκείνα, που μπορούσαν να αφυδατώσουν τις κατώτερες τάξεις από τα πιο μορφωμένα τους στοιχεία. (Φυσικά δεν μιλάμε για αστικές τάξεις σαν την ελληνική!)
«Ας πάρουμε για παράδειγμα το θέμα των στόχων διαμόρφωσης. Το αμερικάνικο σύστημα έχει για στόχο να διαμορφώσει «πνευματικούς οδηγούς». Το σοβιετικό σύστημα έχει για στόχο να διαμορφώσει εκατομμύρια «οργανωτές και ηγέτες του λαού», με λίγα λόγια να φτιάχνει υπαλλήλους. Ο Κομφούκιος έλεγε: «Στους καλύτερους φοιτητές, οι καλύτερες θέσεις». Ο Λιου Σάο Σι έλεγε: «Μελετήστε για να γίνετε υπάλληλοι»". (Η ταξική πάλη στο Κινγκ Χούα μετά την Πολιτιστική Επανάσταση).
Αλλά και εξωτερικοί παρατηρητές της ΜΠΠΕ στην εκπαίδευση είχαν να το λένε…
«Δεν είναι η κοινωνική σύνθεση του πανεπιστημιακού πληθυσμού που βρίσκεται υπό αμφισβήτηση αλλά η φύση του Πανεπιστημίου. Δεν είναι πια αντικείμενο συζήτησης η ποσότητα χρόνου που ο διευθυντής πρέπει να περάσει στη μηχανή του εργάτη (μολονότι η εμπειρία δείχνει πως χωρίς μια διαρκή κοινωνική ένταση ο διευθυντής δουλεύει πολύ λίγες ώρες στη μηχανή) αλλά το σύνολο της διοίκησης και καταμερισμού» (Ροσάνα Ροσάντα: Η Διαλεκτική του Μάο Τσε Τουνγκ).
Η συνθηματική λέξη που χρησιμοποιούσαν οι Κινέζοι ήταν «ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΕ ΑΝΟΙΚΤΕΣ ΠΟΡΤΕΣ». Ανοικτό βεβαίως ως προς τι και μέχρι που… Ο Μάο είχε περιγράψει -όπως είδαμε- τα γενικά χαρακτηριστικά μιας τέτοιας εκπαίδευσης (μείωση χρόνου σπουδών, σύνδεση με την πρακτική, «πρωτιά» στην πολιτική, στρατολόγηση από εργάτες και αγρότες και επιστροφή, συνένωση παραγωγικής δουλειάς με την ύλη των μαθημάτων κ.λπ.). Με πιο κρίσιμο το ζήτημα της ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΤΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ, το επαναστατικό «ντόμινο» επεκτάθηκε στον ΤΡΟΠΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ – ΣΥΝΘΕΣΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ – ΥΛΗ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ -ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΠΟΥΔΩΝ – ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ. Όλη η σφαίρα του εκπαιδευτικού παραδόθηκε στον έλεγχο, την κριτική και τον μετασχηματισμό.
Την απάντηση, ως προς τι ανοικτό, μας δίνει η διεκδίκηση της διεύθυνσης του σχολείου. Την απάντηση στο μέχρι που η «διεκδίκηση» όλων των άλλων τομέων.
3. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΣ –ΑΣΚΗΣΗ ΗΓΕΜΟΝΙΑΣ
Η διεύθυνση των σχολείων δεν αντιμετωπίστηκε από την ΜΠΠΕ ως ένα διοικητικό θέμα με την στενή γραφειοκρατική του έννοια, αλλά ως ζήτημα θεμελιακό που διαμόρφωνε όλο το υπόλοιπο φάσμα της παρεχόμενης παιδείας (ύλη, προγράμματα κλπ.). Επρόκειτο ουσιαστικά για την άσκηση της ηγεμονίας της εργατικής τάξης στο χώρο του σχολείου. Σ” αυτή την τάξη, στις ανάγκες, στις αξίες και την ιδεολογία της, τελικά στον έλεγχο της, όφειλε να είναι ανοικτό το σχολείο… Με τον ίδιο τρόπο που όφειλε να είναι κλειστό στην αστική τάξη και σ” όλη τη σκουριά που αυτή κουβαλούσε.
Η άσκηση της διεύθυνσης του σχολείου από την εργατική τάξη, αποτελούσε τη «δίδυμη αδελφή» της εργοστασιακής εκπαίδευσης που στηνόταν παράλληλα και βασανιστικά στους χώρους παραγωγής.
Έτσι, οι «δίδυμες αδελφές» συνεργάζονταν για την κατάληψη και απόσπαση αυτού του οχυρού από την αστική τάξη. Η μια από τα «έξω» η άλλη από τα «μέσα». Σε πολλές περιπτώσεις, αυτή η συνεργασία δεν ήταν εύκολο πράγμα, όπως θα δούμε.
«Ας πάρουμε το θέμα της μορφής της ιδιοκτησίας στη σοσιαλιστική κοινωνία εκτός από το γεγονός ότι το πρόβλημα δεν λύθηκε οριστικά και ότι υπάρχουν μερικές περιπτώσεις ατομικών παραγωγών, η ουσία είναι εκείνη της διευθυντικής πραγματικής εξουσίας. Αυτό ισχύει και για μια εταιρία και για ένα σχολείο. Πρέπει να δούμε σε ποιας κοινωνικής τάξης τα χέρια βρίσκεται η πραγματική διεύθυνση. Πάνω σ” αυτό το πρόβλημα η πάλη είναι ανοικτή γιατί η αστική τάξη δεν υποτάσσεται. Αρνείται να χάσει ένα χώρο που παραδοσιακά ήταν δικός της και των παιδιών της…» (Σχολείο για τις μάζες στην Κίνα).
Πραγματικά η διεκδίκηση αυτή κάθε άλλο παρά με αβρό τρόπο πραγματοποιήθηκε, καθώς η αντίσταση της αστικής τάξης ήταν ισχυρή. Η ένταση της αντίστασης συνέπεσε με την κορύφωση του κινήματος της νεολαίας, των ερυθροφρουρών, που άρχισε να πιάνει γύρω στα 1968, τα όρια του, στα σχολεία και τις σχολές.
Η αναταραχή και αποδιοργάνωση, που μοιραία προκλήθηκε, συνοδεύτηκαν από εμφάνιση εκατοντάδων φραξιών, όπου ήταν δύσκολο να διακρίνει κανείς τη «δεξιά από την αριστερά» πολύ περισσότερο, αφού η πρώτη κρυβόταν «και πίσω από υπεραριστερά συνθήματα, όχι λίγες φορές».
Έτσι, καλέστηκε η ίδια η εργατική τάξη με τις Ομάδες Εργατικής Προπαγάνδας να μπει στα πανεπιστήμια, στα σχολεία και τις υπόλοιπες σχολές.
Η είσοδος αυτή πλαισιώθηκε από μονάδες του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού και σ” ορισμένες περιπτώσεις υπήρξαν και θύματα από τις συγκρούσεις.
«Αν δεν συνεχίσουμε να κριτικάρουμε σε βάθος αντιλήψεις σαν «οι εξωτερικοί δεν μπορούν να διευθύνουν εσωτερικούς» ή «όποιος δεν έχει επαγγελματική ικανότητα δεν έχει δικαίωμα λόγου», η αστική τάξη μπορεί να ξαναβάλει χέρι στην εξουσία» (Σχολείο για τις μάζες)». Η προειδοποίηση σαφής…
Ο Μάο αναγκάστηκε να επέμβει προσωπικά, και να ρίξει όλο το πολιτικό βάρος του, με ντιρεκτίβα που ειδικά αναφερόταν στο ζήτημα της εργατικής διεύθυνσης του σχολείου και στο «αποτελείωμα της προλεταριακής επανάστασης στην εκπαίδευση»:
«Για ν” αποτελειώσουμε την προλεταριακή επανάσταση στην εκπαίδευση πρέπει ν” αναλάβει τη διεύθυνση η εργατική τάξη, πρέπει να ενδιαφερθούν για την υπόθεση οι εργατικές μάζες και να πραγματοποιήσουν, σε στενή συνεργασία με τους αγωνιστές του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, την τριπλή επαναστατική ενότητα, συγκεντρώνοντας και τα δραστήρια στοιχεία που, ανάμεσα στους φοιτητές, τους καθηγητές και τους εργαζόμενους στα σχολεία, είναι αποφασισμένα να προωθήσουν μέχρι τέλους την προλεταριακή επανάσταση στην εκπαίδευση. Οι Ομάδες Εργατικής Προπαγάνδας πρέπει να μείνουν για πολύ στα σχολεία και να παίρνουν μέρος σε όλα τα καθήκοντα του αγώνας -κριτική -μετασχηματισμός.
Πρέπει ακόμα να διευθύνουν για πάντα τα σχολεία.
Στην ύπαιθρο πρέπει να ασχοληθούν με τα σχολεία οι πρώην φτωχοί και μεσαίοι αγρότες του κατωτέρου στρώματος που είναι οι πιο σταθεροί σύμμαχοι της εργατικής τάξης» (Μάο, Λόγοι από την Πολιτιστική Επανάσταση).
Επρόκειτο, δηλαδή, για μια «κανονική» επανάσταση που, ταυτόχρονα, αποδομούσε και οικοδομούσε. Κάτι τέτοιο επιβάλλονταν από τη φύση ενός κινήματος από τα «σπλάχνα» μιας κατεξοχήν μεταβατικής κοινωνίας σαν τον σοσιαλισμό. Επείγουσα ανάγκη για να μην μετατραπεί ξανά η πολιτική αντιπαράθεση στην εκπαίδευση σε μια διαμάχη ακαδημαϊκού χαρακτήρα με την μόνιμη παραμονή της εργατικής τάξης στα σχολεία. Παράλληλα, όμως, αναγκαίοι και κάποιοι συμβιβασμοί με στελέχη που θεωρήθηκε (σωστά ή λάθος) ότι κριτικαρίστηκαν υπερβολικά ή άδικα…
«Δίκοπο μαχαίρι», καθώς, συνέπιπταν όλα αυτά με την ανάδειξη κάποιων ευρύτερων συμβιβασμών, σε ανώτερο κομματικό ή κρατικό επίπεδο, στο τέλος της ΜΠΠΕ.
Έτσι, λοιπόν, από τις προτάσεις εργατικής διεύθυνσης, που σύντομα θα εκτεθούν, δεν είναι πάντα εύκολο να διακρίνει κανείς εκείνη ή ετούτη την πλευρά ή αν «αντιπροσωπεύονται» εκεί όλες οι πλευρές με τις αντιφάσεις τους.
Στη Σαγκάη, (στα τέλη του ’68) η Επαναστατική Επιτροπή των δασκάλων των κεντρικών συνοικιών και των προαστίων της πόλης δημοσίευσε μια «σύνθεση γνωμών και προτάσεων» για το πως πρέπει να οργανωθεί η άσκηση της εργατικής διεύθυνσης στα σχολεία.
Οι προτάσεις χωρίζονταν σε τρία μέρη:
1. «Τα εργοστάσια διευθύνουν τα δημοτικά σχολεία»
«Οι σύντροφοι που κάνουν αυτήν την πρόταση συμβουλεύουν ν” αφήσουμε τη διεύθυνση του σχολείου στο εργοστάσιο που βρίσκεται κοντά. (Τα μικρά εργοστάσια μπορούν να συγκεντρώνονται και να διευθύνουν ένα σχολείο μαζί). Το σχολείο αντιστοιχεί σε μια μονάδα βάσης του εργοστασίου (τομέας) και υπόκεινται άμεσα στην καθοδήγηση της επαναστατικής επιτροπής του εργοστασίου.
Αυτοί νομίζουν ότι το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της διεύθυνσης αυτής είναι το σπάσιμο της υπόθεσης καθοδήγησης, στην οποία υποβάλλονται τα σχολεία (δημοτικός μορφωτικός υπεύθυνος, επαρχιακός, κεντρικό σχολείο) και η εναπόθεση της εξουσίας της διεύθυνσης των σχολείων άμεσα και για πάντα στα χέρια της εργατικής τάξης».
2. «Οι συνοικίες πρέπει να διαχειρίζονται τα δημοτικά σχολεία». Εδώ γίνεται βάση οργάνωσης και διεύθυνσης η γειτονιά – συνοικία.
«Οι σύντροφοι που έχουν αυτή την γνώμη προτείνουν ότι με την εγκατάσταση των εργατικών ομάδων περιφρούρησης στις διάφορες συνοικίες της πόλης πρέπει να ιδρύεται η επαναστατική επιτροπή της συνοικίας με τους βιομηχανικούς εργάτες και τους εργάτες που έχουν πάρει σύνταξη σαν βασικά στελέχη και αρχηγούς οικογενειών, ν” αξιοποιηθούν στο έπακρο οι μεγάλοι συνταξιοδοτημένοι εργάτες των συνοικιών».
3. Τα σχολεία δεν πρέπει να τα διευθύνουν αναγκαστικά τα εργοστάσια και οι συνοικίες.
«Με τις εργατικές ομάδες προπαγάνδας που θα μείνουν καιρό στα σχολεία θα δημιουργηθούν σταθερές σχέσεις σύνδεσης με τα εργοστάσια, τις κολεκτίβες, τις συνοικίες».
Έτσι, η παραμονή των εργατών στα σχολεία, με πιο αργά και προσεκτικά βήματα, θα εξασφάλιζε τη «διάδοχη» κατάσταση.
Αντίθετα, οι δύο πρώτες προτάσεις ήθελαν να επιφέρουν πιο γρήγορα και αποφασιστικά πλήγματα σ” αυτό που ονομάσαμε «πυραμιδωτή οργάνωση της εκπαίδευσης», στην αυτονόμηση των εκπαιδευτικών υπηρεσιών από την κοινή.
Το πνεύμα της «Παρισινής Κομμούνας» ιδιαίτερα στο τελευταίο αυτό ζήτημα ήταν παρόν.
Στην ίδια λογική βάδιζαν και οι αντίστοιχες προτάσεις για την άσκηση της διεύθυνσης του σχολείου από εργάτες και φτωχούς αγρότες στην ύπαιθρο:
«Το δημοτικό σχολείο πρέπει να είναι μέρος της ταξιαρχίας παραγωγής και αυτή να το διευθύνει και σε ό,τι αφορά την πολιτική διεύθυνση και σε ό,τι αφορά τα οικονομικά, τους δασκάλους κ.λπ.
…Νομίζουμε ότι αυτό ανταποκρίνεται στην κατεύθυνση της σοσιαλιστικής ανάπτυξης γιατί η ταξιαρχία παραγωγής είναι μια μονάδα που δεν πρέπει να απασχολείται μόνο με τη γεωργία, τη δασοκομία, την κτηνοτροφία, αλλά πρέπει να ‘χει και μια κομματική οργάνωση, ένα διοικητικό οργανισμό και μια μορφωτική εργασία» (Σχολείο για τις μάζες).
Εδώ, σκιαγραφείται με τον πλέον έντονο τρόπο η εκπαίδευση του κομμουνιστικού μέλλοντος…
Και για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία για το πώς «ψυχολογήσαμε» τα βαθύτερα κίνητρα τέτοιων μετασχηματισμών, παραθέτουμε ένα κομμάτι από το περιοδικό «Ρεμπίν Ριμπάο», γραμμένο το 1968, που ειρωνεύεται την σύνθετη διοικητική δομή του σχολικού συστήματος:
«Σύμφωνα με τον οποίο το κεντρικό δημοτικό σχολείο διευθυνόταν από το γραφείο κουλτούρας και εκπαίδευσης της περιοχής, που όμως (τα κεντρικά δημοτικά σχολεία) διεύθυναν τα δημοτικά σχολεία ολοκληρωμένου τύπου, που όμως με τη σειρά τους διεύθυναν τα σχολεία 1ου τύπου». Είναι σαφής η σατυρική πρόθεση του αρθρογράφου.
4. Μια ενδιάμεση μορφή
Στη «συνάντηση» της εργοστασιακής παιδείας με την μέχρι τότε «επίσημη» θεσμοθετημένη εκπαίδευση, προέκυπταν ενδιάμεσες μορφές «συγχώνευσης» εκπαίδευσης και παραγωγής.
Μάλιστα, μερικές σχολές μηχανολογίας έχουν διαλυθεί και συγχωνευτεί με κοντινές βιομηχανικές μονάδες και μονάδες σχεδιασμού, έτσι ώστε, οι φοιτητές, καθηγητές, μηχανικοί, σχεδιαστές εργάτες και τεχνικοί, να κάνουν διάφορες δουλειές εναλλάξ μέσα στα κοινόβια, αυτά που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε κοινόβια παραγωγής. «Εκεί, όλοι παράγουν, μαθαίνουν και δημιουργούν με τη σειρά τους και μετά ξεπηδούν ομάδες παραγωγής που μπορούν να ξεκινήσουν καινούργια κοινόβια παραγωγής και μάθησης» (Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα).
Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι δεν προηγήθηκαν τυχαία ούτε τα «συστήματα των δύο συμμετοχών», ούτε οι «τριπλές ενώσεις» στις παραγωγικές μονάδες. Αντίθετα, προετοίμασαν το έδαφος και έγιναν υποδοχείς σοβαρότατων αλλαγών στο χώρο της εκπαίδευσης γενικότερα… Και, φυσικά, καθόλου άσχετη η αναφορά μας σ” αυτές.
Βλέπουμε, τέλος, η αντιφατικότητα -καθιέρωση νέων δομών από τη μια, και συνεχείς ρευστοί μετασχηματισμοί από την άλλη- να γεννά πλήθος λύσεων και πειραματισμών. Πειραματισμοί που δεν έμειναν μόνο στα χαρτιά ή σ” ένα επίπεδο πιλοτικής εφαρμογής, αλλά εφαρμόστηκαν πλατιά (και οι τρεις προτάσεις) σε χιλιάδες σχολεία. Και το σημαντικότερο, μέσα στο καμίνι της ταξικής πάλης!
4. ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΩΜΑ
Είναι λογικό, για ανθρώπους που έχουν διαμορφωθεί μέσα στο εκμεταλλευτικό σύστημα όπου διάφορες σχέσεις και θεσμοί θεωρούνται «φυσικές» και αναμφισβήτητες, να προκαλεί κάποια έκπληξη και σκεπτικισμό αυτή η πλευρά της εκπαιδευτικής πολιτικής της ΜΠΠΕ.
Όπως επιχείρησε να «εμβολίσει» την επιλογή σπουδαστών, παρακάμπτοντας την πυραμιδωτή δομή του εκπαιδευτικού συστήματος, η ΜΠΠΕ, με τον ίδιο τρόπο, εμβολίζει και την επιλογή του διδακτικού σώματος, που θα στελέχωνε τους νέους εκπαιδευτικούς θεσμούς.
Δεν είναι ο μονός τομέας που η ΜΠΠΕ επιχείρησε να κάνει υπέρβαση του θεσμοθετημένου τρόπου παροχής και μετάδοσης της γνώσης. Αντίστοιχες μεταρρυθμίσεις προωθήθηκα στον τομέας της Ιατρικής.
Η αξιοποίηση των γνώσεων και της εμπειρίας των ηλικιωμένων και συνταξιούχων σε εργοστάσια, συνοικίες, κομμούνες…
Στην εκπαίδευση, τώρα, αυτό που αμφισβητήθηκε ήταν μια παιδεία που στηριζόταν στα «τρία κέντρα», όπως τα αποκαλούσαν οι Κινέζοι, για τους οποίους, φαίνεται, ότι ο αριθμός «τρία» είχε ιδιαίτερη θέση στη σημειολογία της ΜΠΠΕ.
Τα τρία κέντρα ήταν ο καθηγητής – το μάθημα – το βιβλίο.
Η σοσιαλιστική εκπαίδευση έπρεπε να μετατοπίσει αυτή τη δοσμένη και θεωρούμενη αιώνια τάξη πραγμάτων γιατί:
«Η εκπαίδευση που στηρίζονταν στα τρία κέντρα αναπαρήγαγε τους τρεις διαχωρισμούς: χωρισμός από την παραγωγική εργασία, χωρισμός από τις εργατοαγροτικές μάζες και χωρισμός από την προλεταριακή πολιτική» (Εργοστασιακά Πανεπιστήμια στην Κίνα).
Ένα από αυτά τα «κέντρα» ήταν ο δάσκαλος. Ξεσηκώνει ρίγη αγανάκτησης και απόρριψης αυτή η «αποκοτιά» της ΜΠΠΕ… εκπαίδευση χωρίς εκπαιδευτικούς;
Όμως, δεν επρόκειτο γι” αυτό, αλλά, για μια νέα επανατοποθέτηση πρώτα πρώτα του κοινωνικού ρόλου του δασκάλου κι έπειτα της διαμόρφωσης-σύνθεσης και ανανέωσης του διδακτικού σώματος. Εννοείται, όλες αυτές οι συνιστώσες σε στενή σύνδεση και σε μεταξύ τους αλληλεξάρτηση .
Δεν υπάρχει τίποτα το μηδενιστικό σ” αυτή την ανατροπή. Ακόμα και στο σημερινό αστικό νηπιαγωγείο π.χ., όπου τα περιθώρια μιας ανθρωπιστικής και δημοκρατικής εκπαίδευσης (λόγω του ρόλου του) είναι μεγάλα, συναντάμε ένα πρόγραμμα που δεν είναι καθόλου «δασκαλοκεντρικό», αλλά, τονίζει την αυτενέργεια κλπ των νηπίων.
Η διαφορά με την ΜΠΠΕ, είναι ότι σαν κίνημα προχώρησε ακόμα παραπέρα από τα όρια που η πιο «προοδευτική» αστική παιδαγωγική είχε φτάσει, σχετικά, με το τι είναι πιο καλό για το παιδί κλπ.
Το προς τα «μέσα» κοίταγμα της εκπαίδευσης το είχε εξαντλήσει η αστική παιδαγωγική, ενώ η ΜΠΠΕ κοιτούσε προς τα «έξω»…
-Στα Εργοστασιακά Πανεπιστήμια
Πρωτοπόρα στις αλλαγές, σχετικά με το διδακτικό σώμα ήταν, πάλι, τα Εργοστασιακά Πανεπιστήμια. Στο Εργοστασιακό Πανεπιστήμιο Εργαλειομηχανών της Σαγκάης όπου το διδακτικό σώμα δεχόταν έναν σοβαρό «εμβολισμό»:
«Έχει υποστεί αλλαγές στο βαθμό των μετασχηματισμών που πραγματοποιούνται. Αποτελείται από 22 μόνιμα μέλη και προέρχεται από τρεις πηγές: 8 είναι εργάτες και τεχνικοί του ίδιου εργοστασίου (2 έμπειροι εργάτες και 6 εργάτες/τεχνικοί που καταρτίστηκαν επιτόπου), 4 προέρχονται από τις τεχνικές σχολές της Σαγκάης και οι 10 τελευταίοι ανήκουν στο διδακτικό προσωπικό διάφορων Πανεπιστημίων. Αλλά δεν πρέπει να θεωρούνται σαν ένα μόνιμο «επαγγελματικό» σώμα. Αδιάκοπα προστίθενται έμπειροι εργάτες ή τεχνικοί του εργοστασίου που δίνουν ένα μάθημα, εκτελούν μια άσκηση, προλαβαίνουν μια δυσκολία ή λύνουν ένα πρόβλημα.» (Εργοστασιακά Πανεπιστήμια στην Κίνα).
Επειδή, όμως, δεν έφτανε αυτή η οργανωτική αναδιάταξη να σταθεί από μόνη της, έπρεπε να «γεμίσει» από νέα ουσία.
«Όταν οι μάζες παίρνουν στα χέρια τους το πρόβλημα, οι δυσανασχετήσεις των στελεχών σαρώνονται και οι δυσκολίες μπορούν να λύνονται μία -μία. Το καθήκον μας συνίσταται τότε να βοηθήσουμε το εργοστάσιο να βρει το απαραίτητο διδακτικό προσωπικό. Για να γίνει αυτό οργανώνουμε συναντήσεις ανάμεσα στα διάφορα εργοστάσια που βάζουν κάτω τις εμπειρίες τους και τα μέσα τους. Το άλφα εργοστάσιο αποδεσμεύει για την εκπαίδευση δύο τεχνικούς, μηχανικούς, το βήτα εργοστάσιο ηλεκτρολόγους κλπ μέχρι που να συγκροτηθεί διδακτικό σώμα. Πέρα από αυτές τις αλλαγές και ανταλλαγές αν χρειαστεί, θα ερχόμαστε σε επαφή με τις ανώτατες τεχνικές σχολές και τα Πανεπιστήμια που παρέχουν συμπληρωματικό διδακτικό προσωπικό ή και υλικά πειραματισμών.» (Εξηγήσεις της συντρόφισσας Σιου του Γραφείου Μηχανικών Κατασκευών των δήμων της Σαγκάης, από το ίδιο βιβλίο).
Ανύψωση της εργατικής εμπειρίας σε ορθολογιστική γνώση και χρησιμοποίηση εργατών σε ρόλο διδακτικού προσωπικού. Όπως λέει η ίδια η Σιου, το 1975 δημιουργήθηκε, μάλιστα, και ένα Εργοστασιακό Πανεπιστήμιο που η ειδική και αποκλειστική του λειτουργία ήταν να εκπαιδεύει εργάτες/τεχνικούς, που θα στελέχωναν διδακτικά τα νέα Εργοστασιακά Πανεπιστήμια!
Και σ” αυτή την περίπτωση, όμως, ήταν όρος ζωής να υπάρχει επαγρύπνηση, αφού και ο πιο επαναστατικός πολιτικός οργανισμός υπήρχε ο κίνδυνος ν” αφυδατωθεί από την ουσία του. Η ανάγκη καθημερινών πολιτιστικών επαναστάσεων.
«Όμως δεν σταματάει εδώ η δουλειά. Περιοδικά -ή με αίτηση- οργανώνονται συσκέψεις απολογισμού για να εξασφαλίζουμε πως το Πανεπιστήμιο προχωράει στο σωστό δρόμο. Το κυριότερο καθήκον μας είναι -συμπεραίνει η Σιου- ν” ανιχνεύουμε και να εντοπίζουμε τους «δύο δρόμους» που μπορεί να πάρει το Πανεπιστήμιο και να κινητοποιούμε τους εργάτες για να αγωνίζονται ενάντια σε κάθε γραφειοκρατική ή ρεφορμιστική τάση που θα μπορούσε να εκδηλωθεί».
Βρίσκουμε, ξανά, τους σπόρους του κινήματος επαναστατικοποίησης των παραγωγικών σχέσεων και την σημαντική τους συνεισφορά στην οικοδόμηση ενός εργοστασιακού εκπαιδευτικού συστήματος. Το 1974 στην Σαγκάη υπήρχαν 240 τέτοια Εργοστασιακά Πανεπιστήμια!
-Στα σχολεία που διεύθυνε η εργατική τάξη
Αλλά, και η άσκηση της διεύθυνσης από τις εργατοαγροτικές μάζες στην «επίσημη», βασική και μέση εκπαίδευση, είχε τις ξεχωριστές επιπτώσεις της στη συγκρότηση του διδακτικού σώματος. Κατά περίπτωση.
α) Στα σχολεία που εφάρμοζαν την πρόταση για κατευθείαν υπαγωγή στη εργοστάσιο:
«Στη διάρκεια των σπουδών οι μαθητές μπορούν να μελετούν, να εργάζονται και να παίρνουν μέρος στους ταξικούς αγώνες του εργοστασίου. Και οι δάσκαλοι γίνονται μέλη του εργοστασίου και δεν παίρνουν πια μισθό από το κράτος.
Με εξαίρεση μιας μειοψηφίας δασκάλων με πλήρη απασχόληση, οι άλλοι θα διδάσκουν και θα εργάζονται μαζί, θα αναμορφώνονται από την εργατική τάξη και θα τους δίνεται ένα «πιστοποιητικό ικανότητας». Αυτοί που θα απασχολούνται μερικά με τη διδασκαλία πρέπει να είναι βασικά εκλεκτά στοιχεία, με πρακτική πείρα, δηλαδή εργάτες, φτωχοί αγρότες και στρατιώτες. Με αυτό τον τρόπο μεταβάλλεται η ταξική σύνθεση στο σώμα των δασκάλων.» (Σχολείο για τις μάζες).
Οι συνέπειες της πρότασης αυτής στο «σώμα των δασκάλων» την φέρνουν πιο κοντά στις πρακτικές των Εργοστασιακών Πανεπιστημίων.
Κατά χρονικά διαστήματα, σπουδαστές και διδάσκοντες πηγαίνουν και δουλεύουν στην ύπαιθρο, στις ταξιαρχίες παραγωγής και τις αγροτικές κολεκτίβες.
«Μ” αυτό τον τρόπο αλλάζει η αντίληψη διδασκόντων- διδασκομένων της πόλης, να θεωρούν τη βιομηχανία σπουδαία και να υποτιμούν τη γεωργία».
β) Στα σχολεία εφαρμογής της πρότασης για υπαγωγή στη συνοικία:
«Κάτω από την ενωμένη καθοδήγηση των συνοικιών, μαθητές και δάσκαλοι θα μπορούν να πηγαίνουν στα εργοστάσια, στους τομείς υγείας και καθαριότητας της πόλης και σε άλλα μέτωπα, για να πάρουν μέρος στη δουλειά και την ταξική πάλη της ζώνης. Ακόμα τα σχολεία θα καλούν τις ομάδες διδασκαλίας των εργατών, αγροτών και στρατιωτών για να δέχονται από αυτούς μαθήματα. Έξω από το σχολείο, ιδρύοντας οργανώσεις μικρών κόκκινων στρατιωτών που θα καλούν εργάτες που έχουν πάρει σύνταξη, επαναστατικά στελέχη και αρχηγούς οικογενειών για να πάρουν μέρος της ευθύνης στην οργάνωση της ζωής των μαθητών έξω από το σχολείο και να παίρνουν μέρος στα τρία επαναστατικά κινήματα».
Η δεύτερη πρόταση, «περικυκλώνοντας» το σχολείο, διατηρεί το βασικό κορμό των εκπαιδευτικών, μπολιάζοντας τον, όμως, με σχέσεις που τροποποιούν σημαντικά τον κοινωνικό του ρόλο.
γ) Η πρόταση της όχι αναγκαστικής υπαγωγής των σχολείων σε εργοστάσιο/συνοικία:
Όπως και με το ζήτημα της άσκησης της διεύθυνσης των σχολείων, η πρόταση αυτή ρίχνει το βάρος στις εργατικές ομάδες προπαγάνδας που, «διαλέγοντας μερικές ομάδες με βάση τα καλά αποτελέσματα που είχαν στην κάθαρση και την σταθερότητα της ηγετικής ομάδας, στις επιτυχίες που είχαν στην μεγάλη κριτική, τις οδηγούν στην επανάσταση της διδασκαλίας».
-Στις παραγωγικές ταξιαρχίες και κολεκτίβες
«Ακριβώς όπως και στα κοινόβια της υπαίθρου, δίνεται μεγάλη έμφαση στη χρησιμοποίηση των προχωρημένων εργατών και μηχανικών στην παραγωγή σαν δασκάλων στον ιδιαίτερο τους τομέα.» («Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα»).
«Στην ύπαιθρο υπάρχει η τάση να δημιουργούνται συνεργεία που αναλαμβάνουν ολόκληρη την ευθύνη για την στοιχειώδη εκπαίδευση. Οι δάσκαλοι δε διαλέγονται, ούτε πληρώνονται πια από τα επαρχιακά ή νομαρχιακά εκπαιδευτικά τμήματα, αλλά διαλέγονται και συντηρούνται άμεσα από τα συνεργεία που αντί για μισθούς τους δίνουν βαθμούς εργασίας όπως και σε κανονικά μέλη οποιασδήποτε εργασίας.» (Στο ίδιο). Ενσωμάτωση των εκπαιδευτικών στην παραγωγική μονάδα και τη ζωή της.
Όσο προχωρούσε η ΜΠΠΕ, σε πόλη και ύπαιθρο, όλο και περισσότερο ορισμένες πρακτικές, μέσα στην πειραματική τους εφαρμογή, γίνονταν «κοινός τόπος».
Αποκρυστάλλωση των παραπάνω πρακτικών, στην σύνθεση-διαμόρφωση-ανανέωση του διδακτικού σώματος, αποτέλεσαν οι νέες τριπλές ενώσεις εκπαιδευτικών.
«Η τριπλή ένωση των εκπαιδευτικών που ήδη υπήρχαν, των εκπαιδευτικών που διαλέχτηκαν ανάμεσα στους εργάτες και των εκπαιδευτικών που διαλέχτηκαν ανάμεσα στους τεχνικούς μηχανικούς αποτελεί συνεισφορά των εκπαιδευτικών που υπηρετούν τη σοσιαλιστική επανάσταση.» (Σχολείο για τις μάζες στην Κίνα).
Δηλαδή, διδακτικό σώμα:
• Όχι στενά επαγγελματικό.
• Με συνειδητό πολιτικό και κοινωνικό ρόλο.
• Επιδεκτικό σε συνεχή ανανέωση και ταξική «διείσδυση» από εργάτες και αγρότες.
• Υπαγόμενο σε συνεχή κριτική και αναμόρφωση από διδασκόμενους και, πάνω απ” όλα, την εργατική τάξη και τις λαϊκές μάζες.
• Συνδεδεμένο και όχι αποκομμένο από τη χειρωνακτική εργασία και την υπόλοιπη κοινωνική συνεισφορά.
5. ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
Δεν έφτανε να «χτυπηθεί» το ένα κέντρο. Ο αγώνας της ΜΠΠΕ στην εκπαίδευση είχε αλληλένδετα τα διαφορά του μέρη. Σειρά είχε το «μάθημα». Ήταν, δηλαδή, η ΜΠΠΕ εναντίον των μαθημάτων; (φοβερά πράγματα).
Εννοούμε την αναμόρφωση ενός συστήματος διδασκαλίας (περιλαμβάνει προγράμματα, περιεχόμενο σπουδών, μέθοδες και ύλη μαθημάτων, κλπ), που είχε σαν χαρακτηριστικό του την ανύψωση από την υπόλοιπη κοινωνία. Μια «ανύψωση» που προσέδιδε στο σχολείο μια εξουσία απέναντι στην υπόλοιπη κοινωνία, βασισμένη στην αυθεντία, το μονοπώλιο της γνώσης, την ακαδημαϊκή κυριαρχία. Τούτο εννοούσαν όταν μιλούσαν για το «μάθημα» σαν ένα από τα κέντρα της «παλιάς» εκπαίδευσης.
Α. Η ύλη και ο τρόπος μελέτης
Η ύλη των μαθημάτων και ο τρόπος μελέτης άλλαξαν προσανατολισμό γιατί «ο δυτικός τρόπος της ακαδημαϊκής διδαχής, της εκλογής μέσα από διαγωνίσματα, της έμφασης στην ειδικότητα και στη θεωρία, ξεκομμένη από την πρακτική, συνέχισε να κυριαρχεί πάνω στην εκπαίδευση μετά την απελευθέρωση ολόκληρης της Κίνας το 1949? (Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα).
Υπήρχε συνείδηση των αξεπέραστων αδυναμιών του συστήματος που καλούνταν η ΜΠΠΕ να ανατρέψει. Έτσι, διαβάζουμε στο «Ένας μανδαρίνος στην Πολιτιστική Επανάσταση» (από το βιβλίο: Η αυτοκριτική της Επιστήμης) την αυτοκριτική ενός Κινέζου διδάκτορα της Φυσικής:
«Σε ορισμένα θέματα ήμουν γελοίος. Παραδείγματος χάριν, δίδασκα για πολλά χρόνια μηχανική υλικών. Εξηγούσα όλα τα είδη των συμμείξεων χάλυβα, τη σύσταση τους, τη χρήση τους. Μια μέρα, στο εργοστάσιο ήθελα να βρω ένα κομμάτι χάλυβα με ισχυρή περιεκτικότητα σε πυρίτιο. Αντιλήφθηκα όμως ότι όλα τα κομμάτια του χάλυβα είχαν το ίδιο χρώμα. Άρχισα τότε να σκέφτομαι πως εξηγούσα στο μάθημα στους φοιτητές, τις διαφορές ανάμεσα στα διάφορα είδη χάλυβα; Βρισκόμουν σε μεγάλη αμηχανία… Τότε πλησιάζει ένας εργάτης χάλυβα και μου λέει «ορίστε ό,τι σας χρειάζεται», κι εγώ ένοιωσα πως ντροπιάστηκα μπροστά στον εργάτη. ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ ΛΙΕΟΥ: Ντροπιαστήκατε σαν καθηγητής… ΤΣΙΕΝ-ΒΕΙ-ΤΣΑΝΓΚ: Ο εργάτης αυτός μου είπε: «Μη στενοχωριόσαστε. η θεωρία σας είναι ξεκομμένη από την πράξη και το ξέρουμε πολύ καλά, μόνο που εσείς το αγνοείτε. Αφού καταλαβαίνετε το ελάττωμά σας το διορθώσατε κι αυτό είναι καλό».
Παίρνοντας θάρρος από τα λόγια του εργάτη, τον ρώτησα πώς κατάλαβε τη σύσταση του χάλυβα και μου εξήγησε πως οι εργάτες έχουν πολλούς τρόπους γι’ αυτή τη δουλειά που δεν τις γράφουν τα βιβλία: χτυπούν μ” ένα χαλύβδινο κομμάτι (μπαστούνι) και ξεχωρίζουν τον ήχο που βγαίνει. Δεν είναι δύσκολο να μάθει κανείς αυτή τη μέθοδο, έκανα ένα μήνα να τη μάθω».
Η «Αυτοκριτική» περιγράφει ένα «περιστατικό» από τα τόσα που συναντούσε στο πέρασμα της η ΜΠΠΕ.
Για άλλη μια φορά, τα Εργοστασιακά Πανεπιστήμια αποδείχτηκαν πρωτοπόρα στην παραγωγή εκατοντάδων τέτοιων «περιστατικών», με στόχο τη συνολική τροποποίηση του περιεχομένου της διδασκαλίας:
«Νέα ύλη διδασκαλίας έχει καταρτιστεί ξεκινώντας από το γενικό πρόγραμμα του Πανεπιστημίου: «Σχεδιασμός ή κατασκευή διορθωτικών μηχανών ακριβείας». Τα κλασσικά εγχειρίδια της μηχανικής, δυναμικής, κινητικής, ηλεκτρισμού κλπ υπάρχουν και είναι, βέβαια, διαθέσιμα. Αλλά δεν ξεκινούν απ” αυτά:
Μικτές ομάδες εργατών-τεχνικών έχουν επιφορτιστεί με έρευνα και συζήτηση, με έμπειρους και παλαίμαχους εργάτες, για να συγκεντρώσουν στα «διδακτικά υλικά», περισσότερο ή λιγότερο προσωρινά, ομοιογενή σύνολα δεδομένων ή προβλημάτων.
Το σημαντικό σημείο εδώ είναι ότι τα «πρακτικά» προβλήματα κατασκευής δεν ξεχωρίζονται από τα «θεωρητικά» του σχεδιασμού.
Εδώ, όπως και στο Εργοστασιακό Πανεπιστήμιο του Κεϋλουάν, επινοούν με τη μέθοδο αυτή -έστω και σε σπέρμα- νέα ύλη διδασκαλίας, που υπακούει σε άλλη ταξινόμηση απ” αυτήν που παραδοσιακά έχει κληρονομηθεί από τη Δύση». (Εργοστασιακά Πανεπιστήμια στην Κίνα).
Β. Νέα προγράμματα σπουδών και μέθοδες διδασκαλίας
Τα βασικά στοιχεία των μετασχηματισμών στα προγράμματα σπουδών της ΜΠΠΕ ήταν: 1) σύνδεση με την πρακτική, 2) μείωση του χρόνου διδασκαλίας, 3) συνεχές αλισβερίσι εμπειρικής και ορθολογικής γνώσης, 4) προσαρμογή στις συνθήκες ζωής των εργαζομένων μαζών.
Ας πάρουμε πάλι, το πρωτοπόρο παράδειγμα των Εργοστασιακών Πανεπιστημίων:
«Στο παλιό σύστημα εκπαίδευσης που κυριαρχούσε στην Κίνα (όπως και σήμερα στη Γαλλία π.χ.) πίστευαν πως ήταν αναπόφευκτο το πέρασμα από τρία στάδια: 1) βασική εκπαίδευση, 2) συμπληρωματική θεωρητική διδασκαλία, 3) εξειδίκευση.
Αυτές οι τρεις φάσεις, τώρα, έχουν «σπάσει» σε 4 περιόδους:
1η περίοδος: συγκέντρωση και μελέτη των πρώτων εκπαιδευτικών ολικών: ο τόνος δίνεται στη θεωρητική μελέτη και στις βασικές επαγγελματικές τεχνικές. Κι αυτά για μια διάρκεια 8-9 μηνών.
2η περίοδος: «Να μάθουμε να κάνουμε τον πόλεμο πολεμώντας»: Οι σπουδαστές βγαίνουν από τη σχολή και ξαναγυρίζουν πάλι στα εργαστήρια. Ενσωματώνονται στις ομάδες που υπάρχουν «τριπλής ένωσης για τις καινοτομίες και την τεχνική ανανέωση» και συμβάλλουν, άμεσα, στην προώθηση των προγραμμάτων έρευνας που βρίσκονται στην πορεία και τούτο -επιμένουν οι συνομιλητές μας- μέχρι την κατασκευή.
Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι καθηγητές συνεχίζουν την διδασκαλία τους, αλλά, επί τόπου και με βάση τις δυσκολίες που συναντιούνται.
Η 3η περίοδος είναι αφιερωμένη στο «άλμα στη γνώση»: Νέα θεωρητική μελέτη, για να λυθούν τα προβλήματα που έμειναν εκκρεμή.
Η 4η περίοδος είναι, τώρα, αφιερωμένη πάλι στην πράξη: Αλλά σ” αυτό το επίπεδο οι εργάτες- τεχνικοί είναι ικανοί να αναλύουν τα προβλήματα με ανεξάρτητο τρόπο. Συμμετέχουν τώρα στις εργασίες σχεδιασμού και κατασκευής των πιο πολύπλοκων εργαλείων.» (Εργοστασιακά Πανεπιστήμια στην Κίνα).
Ο «εμβολισμός» της πυραμιδωτής δομής της εκπαίδευσης πραγματοποιείται, μ” αυτόν τον τρόπο κι απ” τα μέσα, στο μεδούλι της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Μια άλλη μαρτυρία, για την προσαρμογή του σχολείου στις συνθήκες ζωής των μαζών, έχουμε από το βιβλίο «Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα».
Η μαρτυρία αυτή σε πολλά θυμίζει τον «θεατρώνη» Ντάριο Φο, που έφτιαχνε κι ανέβαζε τις παραστάσεις του σε χώρους δουλειάς, συνοικίες, καφενεία κλπ με τα μωρά των μανάδων να κλαίνε και να τρώνε γαριδάκια, «θυσιάζοντας» έτσι, τη θεατρική «μυσταγωγία»:
«Έτσι το καινούριο πρόγραμμα μαθημάτων στην ύπαιθρο είναι πολύ προσγειωμένο στην πραγματικότητα, αντικατοπτρίζοντας τις πρακτικές ανάγκες των αγροτών στην παραγωγή, στην ταξική πάλη. Χρησιμοποιούνται καλά διάφοροι ντόπιοι ειδικοί, παραδειγματικοί και ηρωικοί εργάτες που μιλάνε για τα προβλήματα και τις τεχνικές που έχουν κατακτήσει. Οι ώρες των μαθημάτων είναι εύκαμπτες και ανάλογες με την εποχή για να μπορούν οι μαθητές και οι μαθήτριες να ασχοληθούν με την παραγωγή τις εποχές της έντονης δραστηριότητας. Τα παιδιά μπορούν να φέρουν μαζί τους στην τάξη τα μικρότερα τους αδέρφια ή ακόμα και τα ζώα που πρέπει να φροντίζουν».
ΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΕ ΑΛΛΟΥΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ
Η σχετικά αναλυτική παρουσίαση των ανατροπών στην εκπαίδευση της ΜΠΠΕ βασίστηκε εν πολλοίς και σε προηγούμενη εργασία του 1996 (περιοδικό Έναυσμα) για τα τριάντα χρόνια της ΜΠΠΕ που συμπυκνώθηκε και ταξινομήθηκε. Οφείλεται επιπρόσθετα και στο ότι είναι γνωστό πως σε κάθε κοινωνία αυτές οι ανατροπές εμβολίζουν το σύνολο της κοινωνικής ζωής -η εκπαίδευση είναι ένας ιδεολογικός-αναπαραγωγικός κοινωνικός μηχανισμός- αλλά και στην ιδιαιτερότητα της σχέσης τους με τις ανατροπές στις παραγωγικές σχέσεις. Οι αλλαγές στο σύστημα εκπαίδευσης κατέχουν κεντρικό ρόλο στην ΜΠΠΕ. Εδώ ίσως δικαιολογείται ο όρος «μορφωτική επανάσταση» στην πολύ ευρεία της έννοια.
Εν συντομία θα παρουσιαστούν και οι αλλαγές στους υπόλοιπους κοινωνικούς τομείς.
1. Στην υγεία- περίθαλψη
Στην Ιατρική, δόθηκε μεγάλο βάρος στην ορθολογικοποίηση και ανάδειξη σε επιστημονικό επίπεδο της παραδοσιακής Ιατρικής. Χαρακτηριστικό αποτέλεσμα αυτής της κίνησης ήταν η ανάπτυξη, σε επιστημονική βάση, του βελονισμού όπου έφτασαν να γίνονται μέχρι και πολύπλοκες επεμβάσεις, όχι με ολική αναισθησία αλλά με βελονισμό!
Στον ίδιο τομέα, η δημιουργία μιας πλατιάς πρωτοβάθμιας περίθαλψης στηριγμένης στο σύστημα των «ξυπόλητων γιατρών», (αγρότες, κατά βάση, που ύστερα από ταχύρυθμη εκπαίδευση και με την καθοδήγηση των τοπικών κέντρων υγείας, αναλάμβαναν να παρέχουν υπηρεσίες υγείας, πρώτου βαθμού και προληπτικής ιατρικής, στις αγροτικές μάζες) βρίσκονταν σε παρόμοια κατεύθυνση. Ονομάστηκαν έτσι όχι γιατί δεν είχαν… παπούτσια αλλά γιατί συμμετείχαν ξυπόλητοι στα γεμάτα νερό χωράφια κατά τη συγκομιδή του ρυζιού. Από τις τάξεις των ξυπόλητων γιατρών και μερικές φορές αποκλειστικά από αυτούς γίνονταν επιλογές αυτών που ήθελαν να συνεχίσουν τις ιατρικές σπουδές στα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Το βασικότερο όμως η αντίληψη της «ανάληψης της υγείας» από τις μάζες. Αυτό δεν αντιπροσωπεύει μόνο την αντίσταση στην εξουσίας της «λευκής μπλούζας» αλλά στην αξιοποίηση ενός δυναμικού ΠΟΥ ΕΝΥΠΑΡΧΕΙ (σήμερα η δυτική ιατρική ανακαλύπτει την… ενεργό ή ενεργητική θεραπεία) σε όλα τα επίπεδα. Από την εγρήγορση, κινητοποίηση-πρόληψη (προληπτική ιατρική) μέχρι και αυτό που αποκαλέστηκε «συνεργατική ιατρική».
Τι συνιστούσε τη «συνεργατική ιατρική»; Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα Ταμεία Ασθενείας των αγροτικών ή περιφερειακών «κομμούνων». Αυτά δεν ήταν παρά ταμεία που βασίζονταν σε μία πολύ μικρή και ίση για όλους αλλά καθολική χρηματική συμμετοχή και εξασφάλιζαν –τουλάχιστον για τις αρρώστιες που συνδέονταν με την εποχικότητα ή με τοπικές συνθήκες- τη δωρεάν παροχή φαρμάκων. Υπό την κάλυψη αυτών των ταμείων γιατροί γενικοί και ειδικευόμενοι από την πόλη έρχονται στις αγροτικές κομμούνες και κάνουν εντατικά μαθήματα υγιεινής, θεραπευτικής και φαρμακολογίας. Το κόστος εξοικονόμησης πόρων και εργασιακού χρόνου, από την επίσκεψη στις ατέλειωτες ουρές των αστικών ιατρείων στις πόλεις, είναι επίσης διόλου ευκαταφρόνητη ωφέλεια. Αν παραστεί ανάγκη οι άρρωστοι πηγαίνουν στο πιο κοντινό νοσοκομείο, και το ταμείο πληρώνει όλα τα έξοδα μέχρι ενός ποσού. Από εκεί και πέρα αναλαμβάνει η ταξιαρχία παραγωγής με κεφάλαια από ένα σύστημα που ονομάζεται «πέντε εγγυήσεις».
Το σημαντικό στοιχείο είναι η ενεργητική συμμετοχή των μαζών και η παρακίνηση του ενδιαφέροντος για την υγιεινή και τις συνθήκες καθαριότητας, την απομάκρυνση των ζώων από τους κυρίως οικισμούς, την πρωινή μαζική κινέζικη γυμναστική, το μοίρασμα των γευμάτων και την σωστή διατροφή , την παρακίνηση της επίσκεψης σε γιατρούς και τη συζήτηση στις αγροτικές κολλεκτίβες γύρω από όλα αυτά τα «ανέγγιχτα» με την παλιά κατάσταση, ζητήματα. Αυτό εξ άλλου σήμαινε και το σύνθημα «να αναλάβουν οι μάζες την εξουσία στην υγεία και στις υπηρεσίες της». Και έφτανε μέχρι το επίπεδο τα μικρά παιδιά της κοινότητας –τα ίδια που ενθαρρύνονταν και υποστηρίζονταν στο να προσπαθούν να μάθουν στους αναλφάβητους γονείς γράμματα και γραφή- να βοηθούν συγκεντρώνοντας θεραπευτικά βότανα που οι επιτροπές υγείας της κοινότητας συγκέντρωναν συστηματικά.
Η ανάπτυξη της ιατρικής πρακτικής του βελονισμού και της παραδοσιακής βοτανοθεραπείας συγκαταλέγονται σε αυτή τη διαφορετικού τύπου προσπάθεια αξιοποίησης της πρακτικής εμπειρίας, της γνώσης του λαού αλλά και της στήριξης στις «δικές μας δυνάμεις». Να σημειωθεί πως η στροφή στον βελονισμό και στην παραδοσιακή βοτανοθεραπεία καταπολεμήθηκε σκληρά από το επιτελείο του Λιου Σάο Σι υπέρ της δυτικής ιατρικής και των μεθόδων της.
Βέβαια η ανάπτυξη αυτών των δύο ιατρικών πρακτικών έγινε σε συνδυασμό με ότι μπορούσε να «παντρευτεί» με τη δυτική ιατρική και ταυτόχρονα καταβλήθηκε προσπάθεια να εξυψωθεί θεωρητικά αλλά και «εργαλειακά». Ένα πολύ μεγάλο φάσμα αναισθησίας σε μία σειρά χειρουργικές επεμβάσεις από αφαίρεση αμυγδαλών, επεμβάσεις σε κατάγματα, πνευμονοεκτομές, γαστρεκτομές, μέχρι και επεμβάσεις νευροχειρουργικής και αφαίρεσης όγκων στον εγκέφαλο πραγματοποιήθηκαν με μέθοδο αναισθησίας τον βελονισμό μειώνοντας σε σημαντικό βαθμό τις αρνητικές επιπτώσεις της κλασσικής ολικής νάρκωσης.
Στη βάση της εξύψωσης αυτών των ιατρικών πρακτικών ανακαλύφτηκαν νέα σημεία ηλεκτρικής ενεργοποίησης του οργανισμού ή αντίθετα μέσω λιγότερων σημείων ενεργοποιήθηκαν πολλές περισσότερες περιοχές και ομάδες νευρώνων και διακλαδώσεων ενώ εμπλουτίστηκε η μέθοδος με τη χρησιμοποίηση αποσταγμένου νερού, καλύτερης ποιότητας και μεγαλύτερης ποικιλίας βελόνων και παροχή ηλεκτρικού ρεύματος μέσω ραδιοσυσκευών που καθόριζαν τα ρεύματα του ανθρώπινου σώματος. Αυτές οι συσκευές επινοήθηκαν και εφευρέθηκαν μέσα από τη γνωστή διαδικασία των «δύο συμμετοχών».
Η εργασιακή-εκπαιδευτική εφαρμογή της γραμμής των δύο συμμετοχών στην υγεία είχε τη δική της μορφή. Όπως π.χ. τη συνεργασία του Ινστιτούτου Φυσιολογίας του Παραρτήματος Ανατολικής Κίνας, της Ακαδημίας Επιστημών της Κίνας και των εργαζόμενων του ιατρικού τομέα του Λαϊκού Νοσοκομείου της Σαγκάης με ανταλλαγές ρόλων, με πειράματα πάνω στους ίδιους τους εαυτούς τους προκειμένου να δοκιμαστούν αποτελεσματικά σημεία βελονισμού και καινούργιες μέθοδες νευρικής διέγερσης. Τα πειράματα αυτά στον ίδιο τον εαυτό αποσκοπούσαν να νοιώσουν την ένταση του πόνου και να έρθουν στη θέση του ασθενή.
Κατ” αναλογία μέσα στο ίδιο το προσωπικό του νοσοκομείου γιατροί έκαναν τις βάρδιες του νοσηλευτικού προσωπικού για να δουν και να αντιμετωπίσουν από κοντά τα προβλήματα περίθαλψης και αντίστροφα στα επαναστατικά συμβούλια ή επιτροπές των νοσοκομείων οι προτάσεις, οι παρατηρήσεις και οι κριτικές του νοσηλευτικού προσωπικού λαμβάνονταν υπόψη στον σχεδιασμό της λειτουργίας των νοσοκομείων. Ο Κινέζος νοσηλευτής ήταν μέλος της «ιατρικής ομάδας» και συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων και στον καθορισμό των θεραπευτικών πρακτικών. Βασικό ενωτικό στοιχείο αυτής της διαδικασίας είναι η πολιτική κατεύθυνση «να υπηρετούμε το λαό».
Μία άλλη τέτοια περίπτωση που αναφέρεται στο βιβλίο ξενόγλωσσων εκδόσεων του Κρατικού εκδοτικού οργανισμού Κίνας και που αναδημοσίευσε ο Γαλλοκινεζικός σύνδεσμος φιλίας το 1972 παρουσιάζει την περίπτωση εγχείρησης στον πνεύμονα που πραγματοποίησε από κοινού τα μέλη του ιατρικού προσωπικού του Νοσοκομείου των Εργατών –Αγροτών- Στρατιωτών του Πεκίνου και του Ινστιτούτου Ερευνών Φυματίωσης του Πεκίνου.
2. Η απλοποίηση της διοίκησης και η εκτίμηση-αποτίμηση της εργασίας
Βασικό στοιχείο της «απλοποίησης της διοίκησης» που επαγγέλλονταν η ΜΠΠΕ είναι η ανάληψη μιας σειράς έργων καταγραφής, διανομής, αξιολόγησης από τις τοπικές συνελεύσεις και τις επαναστατικές επιτροπές που δημιουργήθηκαν εκφράζοντας την τριπλή συμμαχία. Αυτό σε συνδυασμό με την αλλαγή του τρόπου εκτίμησης-αποτίμησης της εργασίας έφεραν σημαντικές απλοποιήσεις στον διοικητικό-ελεγκτικό μηχανισμό.
Ξεκινώντας από την εμπειρία της κολεκτίβας του Τατσάι εφαρμόστηκε ένα σύστημα απολαβών σε είδος και σε χρήμα που δεν έπαιρνε υπόψη του μόνο την ποσότητα εργασίας, το χρόνο εργασίας που ξοδεύονταν για την παραγωγή αλλά και άλλα στοιχεία όπως την ηλικία, την ικανότητα για δουλειά, τις μυϊκές διαφορές ανάμεσα στα φύλα, τυχόν αναπηρίες κλπ. Κάτι τέτοιο βέβαια «θύμιζε» το μακρινό κομμουνιστικό μέλλον («ανάλογα με τις ικανότητες του»)αλλά η ΜΠΠΕ δεν αντιμετώπισε μόνο αυτή τη διάσταση. Επιπλέον αξιολογούνταν κατά πόσο η συγκεκριμένη εργασία έγινε με στόχο την ανύψωση συνολικά της παραγωγικής θέσης της κομμούνας (μπορεί μία καλλιέργεια να ήταν ατομικά επικερδής όμως να μην ωφελούσε μεσοπρόθεσμα τον παραγωγικό προσανατολισμό της κοινότητας), πόσο σπατάλησε τα κοινοτικά πλεονάσματα ή όχι, τι εξοικονόμηση πόρων έκανε, πόσο βοήθησε τα πιο αδύναμα μέλη της κοινότητας κλπ. Όσο και αν «γαβγίζει» η αστική και ρεβιζιονιστική προπαγάνδα για την κατάργηση κάθε προσωπικής αξιολόγησης κλπ η ΜΠΠΕ επιβεβαιώνει ότι αυτή η αξιολόγηση γίνονταν αλλά σε άλλη βάση: Με κριτήριο το πόσο ανταποκρίνονταν στα γενικά μακροπρόθεσμα συλλογικά συμφέροντα όπως αυτά συζητιόνταν και καθορίζονταν στις γενικές συνελεύσεις τοπικού χαρακτήρα. Αυτές οι συνελεύσεις αποφάσιζαν να κατανέμουν τους «βαθμούς εργασίας» ύστερα από συζήτηση στα πλαίσια τακτικών χρονικά συγκλήσεων.
Κάτι τέτοιο επέφερε σημαντική μείωση των ατέλειωτων ποσοτικών λογιστικών καταγραφών και απελευθέρωσε εργασιακές δυνάμεις που ρίχτηκαν στην παραγωγή. Με μία έννοια λογιστές και παραγωγοί ήταν τα ίδια πρόσωπα αφού οι επαναστατικές επιτροπές και οι συνελεύσεις καθόριζαν τα όρια αυτής της εργασιακής αξιολόγησης.
Όταν ο Μάο έλεγε ότι στο μέλλον η αγροτική κομμούνα στην ύπαιθρο πρέπει να γίνει το βασικό κύτταρο της διοίκησης αυτή την κατάσταση προδιέγραφε. Πράγματι οι κομμούνες μέσω των ταξιαρχιών παραγωγής (οριζόντια διασύνδεση) άρχισαν σιγά-σιγά να δημιουργούν εργοστάσια μεταποίησης απ” όπου αγόραζαν πιο φτηνά τις μεταποιημένες τροφές και με βάση αυτή την εξέλιξη ξεκίνησε να αναπτύσσεται ένα δίκτυο μικρών επαρχιακών και περιφερειακών πόλεων.
Η παραγωγή μεθανίου από την χημική αξιοποίηση των ακαθαρσιών, τα οργανικά λιπάσματα από τα απόβλητά της χοιροτροφίας που μετά από επεξεργασία επανέρχονταν στην αγροτική παραγωγή είναι αποτέλεσμα μια τέτοιας παραγωγικής-διοικητικής απλοποίησης,διασύνδεσης.
Τρεις αρχές ή κατευθύνσεις διατρέχουν αυτού του είδους τη σοσιαλιστική διαχείριση:
Πάνω σε αυτό τον καμβά είχαν αυστηροποιηθεί σημαντικά τα νομικά πλαίσια για την άδεια κατασκευής εργοστασίων ενώ εργοστάσια που δημιουργούσαν προβλήματα στις καλλιέργειες είτε έκλειναν είτε υποχρεώνονταν να λάβουν μέτρα και να δώσουν άμεσα αποζημιώσεις αντίστοιχες στη ζημιά που προκαλούνταν.
Οργανωμένη σε λαϊκές κοινότητες (κομμούνες) η ύπαιθρος είχε σαν βάση τις ταξιαρχίες παραγωγής –κάτι αντίστοιχο με δικά μας χωριά- αλλά και απλούστερες ενώσεις όπως οι ομάδες παραγωγής.
Όμως στις πόλεις η εξουσία έγινε προσπάθεια να περάσει ουσιαστικά στις επαναστατικές επιτροπές της γειτονιάς. Αυτές οι επιτροπές εκλέγονταν από τους κατοίκους της γειτονιάς και έλεγχαν τις κοινωνικές υπηρεσίες, τις κοινές καντίνες και τα εστιατόρια, την ασφάλεια των μετακινήσεων–κυκλοφορίας, διαχειρίζονταν τα συλλογικά έργα και τους τοπικούς συνεταιρισμούς, έλεγχαν τις τιμές των προϊόντων και το πώς διεξάγονταν το εμπόριο, και ενθάρρυναν –πρωτοπόρα η μαοϊκή Κίνα και σε αυτό- ένα δίκτυο ανταλλαγής και αλληλοβοήθειας υπηρεσιών. Σε αυτά τα πλαίσια χρησιμοποιούνταν και οι συνταξιούχοι ενώ σημαντική βοήθεια δίνονταν έτσι στις εργαζόμενες μητέρες. Επίσης οργάνωναν τις εκπολιτιστικές εκδηλώσεις και μαζικό αθλητισμό αλλά και πολιτικές συζητήσεις όπου εκτός από την εφαρμογή της γενικής κρατικής πολιτικής γίνεται και κριτική συζήτηση της κρατικής πολιτικής.
Η διαφορά του «κινέζικου δρόμου» φαίνεται ακόμα και ως προς αυτό: Τέτοιες π.χ. επιτροπές υπήρχαν και στην Κούβα ο ρόλος τους όμως ήταν περισσότερο κατασταλτικός, αστυνόμευσης και αναφοράς στις αρχές. Οι ίδιες εξ άλλου επιτροπές συνοικίας αποστερημένες από την ουσία και το περιεχόμενο τους χρησιμοποιήθηκαν από την ρεβιζιονιστική ηγεσία –ως καταδότες- στην αιματηρή καταστολή της νεολαίας και των εργατών τον Ιούνιο του 1989 προσπαθώντας να αποπροσανατολίσουν τους βετεράνους ότι δήθεν κινδύνευε ο… σοσιαλισμός. Η σύγχυση και η αντιφατική πολλαπλή αναφορά βέβαια είναι στοιχεία επίσης… κινεζικά και ουκ ολίγες φορές εντοπίστηκαν κατά τη διάρκεια της ΜΠΠΕ και λίγο μετά.
3. Οι μισθοί και οι τιμές
Συναφές με τα παραπάνω είναι και το ζήτημα των μισθών και των τιμών και το πώς αντιμετωπίστηκε σε δύο επίπεδα: Της αποδυνάμωσης του αστικού δικαίου που στο σοσιαλισμό σημαίνει ίση δουλειά για ίση εργασία, και της αγοραστικής ικανότητας των μαζών στο σοσιαλισμό, δηλαδή των τιμών.
Όσον αφορά το πρώτο κάποια στοιχεία έχουν ήδη δοθεί από τους κοινωνικούς μετασχηματισμούς σε παιδεία-υγεία. Ο Μάο έγραφε πως ακόμα ήταν αναγκασμένοι να πληρώνουν μισθούς με το «σύστημα των οχτώ βαθμίδων» και ανάλογα με τις σπουδές.
Σε αυτό το ζήτημα να προσθέσουμε πάλι την επενέργεια του νόμου της αξίας μέσα (αλλά όχι αποκλειστικά) από την αναγκαστική συνύπαρξη της κρατικής ιδιοκτησίας όλου του λαού με κέντρο τη βιομηχανία και της συλλογικής ιδιοκτησίας των αγροτικών κομμούνων με κέντρο την αγροτική παραγωγή. Το «πλησίασμα» και η ισόρροπη ανάπτυξη βιομηχανίας–αγροτικής παραγωγής έδινε κάποια αποτελέσματα στην… τιθάσευση αυτού του νόμου αλλά εξακολουθούσε να τίθεται ένα βασικό πρόβλημα: Ήταν αναγκαίο να υπολογίζεται στις τιμές το κοινωνικό πλεόνασμα –που για τα καπιταλιστικά δεδομένα είναι η υπεραξία με τη μορφή του κέρδους- καθώς, αν δεν υπολογίζονταν και είχαμε μία εξίσωση τιμών-αξίας δεν θα δημιουργούνταν συσσώρευση. Από την άλλη κρίνονταν αναγκαίο κάποιες παραγωγικές μονάδες να λειτουργούν χωρίς κέρδος ακριβώς γιατί το επέβαλλε η ανάγκη της ισόρροπης ανάπτυξης και ικανοποίησης των αναγκών των μαζών σε διάφορους τομείς (π.χ. ιατρικά εργαλεία). Αντίστοιχο πρόβλημα αντιμετώπιζαν και οι σοβιετικοί όταν γράφονταν τα «Οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού».
Η μαοϊκή γραμμή –που περιέλαβε με πολύ έντονη κριτική το γιουγκοσλαβικό παράδειγμα της «αυτοδιαχείρισης»- με το ξέσπασμα της ΜΠΠΕ ήταν σαφής ως προς αυτό: Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το νόμο της αξίας ωστόσο οφείλουμε να περιορίσουμε σημαντικά τη σφαίρα δράσης του.
Σε αυτά τα πλαίσια η παρέμβαση δεν πραγματοποιούνταν μόνο στο επίπεδο της τιμής αλλά και τι έπρεπε να παραχθεί. Θα παράγονταν λαχανικά που άφηναν περισσότερα περιθώρια κέρδους έτσι που η κατανάλωση θα υποτάσσονταν στις απαιτήσεις της «παραγωγής», δηλαδή του κέρδους ή αντίθετα με κριτήριο τη χρησιμότητα, ποικιλία, τα θρεπτικά συστατικά που παρείχαν κλπ η κατανάλωση, η σοσιαλιστική κατανάλωση θα επέβαλλε στην σοσιαλιστική παραγωγή τα είδη και τις ποικιλίες που έπρεπε να καλλιεργηθούν;
Η απλοποίηση της διοίκησης, το ανέβασμα της πρακτικής πείρας από την παραγωγή στη διοίκηση, η ένταξη των επαγγελματιών υγείας-παιδείας στις παραγωγικές ταξιαρχίες ή στις βιομηχανικές μονάδες παραγωγής και η αναδιάταξη του ίδιου του επαγγελματικού σώματος, η εναλλαγή κλπ αποδυναμώνουν ή καλύτερα ελέγχουν τη δράση αυτού του νόμου (όπου η αξία του εμπορεύματος δημιουργείται από την κοινωνικά αναγκαία εργασία που περιέχει).
Χρειάστηκε βέβαια και μία ιδιαίτερη πολιτική τιμών που περιγράφεται πολύ συγκεκριμένα στο βιβλιαράκι «Γιατί η Κίνα δεν έχει πληθωρισμό» που δημοσιεύτηκε από τις Ιστορικές Εκδόσεις το 1977.
Κεντρικό στοιχείο αυτής της πολιτικής η σταθερότητα των τιμών και η προσπάθεια να πέφτουν κι άλλο στα εμπορεύματα που ικανοποιούν τις βασικές ζωτικές ανάγκες του πληθυσμού.
4. Ο στρατός
Δεν θα μπορούσε η παρούσα προσέγγιση να μην αναφερθεί και στο ρόλο του στρατού.
Το Κράτος βέβαια ο δίδυμος αδερφός της Βίας κατά τα αρχαιοελληνικά μυθολογικά αφηγήματα αποτελεί την οργανωμένη βία της κάθε κυρίαρχης τάξης. Άρα και του προλεταριάτου που όμως η ιδιομορφία της δικής του ιστορικής αποστολής είναι ότι προσπαθεί να το νεκρώσει και να το εξαλείψει. Η Κομμούνα του Παρισιού έδωσε τις πρώτες βασικές απαντήσεις για το πώς θα εκπληρώνονταν αυτό το αντιφατικό καθήκον: Ένοπλος λαός που εκλέγει τους διοικητές του. Η σοβιετική σοσιαλιστική εμπειρία και τα πολλαπλά καθήκοντα που χρειάστηκε να αντιμετωπίσει (πολεμικός κομμουνισμός, εμφύλιος, ΝΕΠ, ο πατριωτικός πόλεμος αργότερα) προσέδωσαν κάποια χαρακτηριστικά στον σοβιετικό στρατό (που και σε αυτόν είχαν καταργηθεί οι πολλαπλές ιεραρχικές διακρίσεις και βαθμοί και επανήλθαν λίγο πριν την χιτλερική εισβολή) που δεν αρκούσε η παράλληλη λειτουργία του πολιτικού επιτρόπου (Κομισάριου) για να τα απαντήσει.
Ο Κινέζικος Λαϊκός Στρατός ήταν βέβαια διαφορετικά ως ένα βαθμό ζυμωμένος με τη δράση και την ζωή κατά βάση των αγροτών που αποτέλεσαν την κύρια δύναμη της κινέζικης επανάστασης. Τόσο στα καθαυτό επαναστατικά κινήματα όσο και στα κινήματα της παραγωγής.
Κινήματα απλοποίησης της στρατιωτικής ιεραρχίας και των βαθμών είχαν γίνει και πριν την ΜΠΠΕ και κατά τη διάρκεια της επανήλθαν με πιο φιλόδοξους στόχους όπως η κατάργηση ή ο περιορισμός του «επαγγελματισμού» στο στρατό.
Από τον δεύτερο όμως χρόνο της ΜΠΠΕ ο ΛΣ χρησιμοποιείται -για την παρέμβαση αρχικά στα Παν/μια και στα εργοστάσια αλλά και οι στρατιώτες καλούνται να αποτελέσουν ένα από τα μέλη των τριπλών επαναστατικών επιτροπών. Προφανώς ως μηχανισμός ήταν η μόνη σταθερή αναφορά στο αναγκαστικό χάος και την αναταραχή που προκλήθηκε από την ΜΠΠΕ. Αυτό πόσο ήταν ανάγκη και πόσο καθαρότερη επιλογή;
Απόδειξη βέβαια αυτής της διαφορετικής σχέσης με τον λαό είναι και η άρνηση απλών στρατιωτών και διοικητών να καταστείλουν και να ματοκυλίσουν τη νεολαία και τους εργάτες της Τιέν Αν Μεν που υποχρέωσε τη ρεβιζιονιστική νέα αστική τάξη να καταφύγει σε μονάδες της επαρχίας και να αναβιώσει το φάντασμα της απειλής ενάντια στη «σοσιαλιστική» πατρίδα (όπως έκανε και με τις αποστεωμένες πια επιτροπές γειτονιάς) προκειμένου να επιβάλλει την αιματοχυσία.
Γενικότερα, παράλληλα με τον ρόλο του κόμματος η ΜΠΠΕ μας «κληροδοτεί» κάποια σημαντικά ερωτήματα για το ρόλο και τα περιθώρια δράσης του στρατού και των «μηχανισμών» κατά τη σοσιαλιστική οικοδόμηση άρα και των κινημάτων αποδόμησης της αστικής κληρονομιάς που ο Μάο τις ονόμασε «πολλές πολιτιστικές επαναστάσεις».
ΑΝΟΙΓΟΝΤΑΣ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ…