Του Νίκου Παπαβασιλείου
Γιατί υπάρχουμε
Ας ξεκινήσουμε από αυτό το ρητορικό αλλά και θεμελιώδες ερώτημα και ας δώσουμε μερικές βασικές απαντήσεις που αφορούν και στις δύο όψεις του ερωτήματος. Και στο «από που ήρθαμε» και στο «που το πάμε».
Υπάρχουμε ως κομμάτι και γέννημα του κομμουνιστικού κινήματος. Η ρίζα μας ξεκινάει από τις απαρχές του. Από το Κομμουνιστικό Μανιφέστο και την Κομμούνα του 1871. Από εκεί που γεννήθηκε η κοσμοθεωρία και ο αγώνας που επιδιώκει να δώσει μια Ιστορικά νέα κατεύθυνση και διέξοδο στην ταξική πάλη. Στην ταξική πάλη που υπήρχε πριν από το Μάρξ και που η ύπαρξη της είναι ανεξάρτητη από τη θέληση των κομμουνιστών. Στην ταξική πάλη που υπάρχει έτσι κι αλλιώς σε κάθε ταξική κοινωνία και αποτελεί τον κινητήρα της Ιστορίας. Η κομμουνιστική κοσμοθεωρία και το κομμουνιστικό κίνημα οραματίζεται και παλεύει για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση. Μια κοινωνία χωρίς τάξεις, μια κοινωνία σοσιαλιστική-κομμουνιστική, μια κοινωνία ελεύθερων παραγωγών.
Το κομμουνιστικό κίνημα σε αυτά τα περίπου 150 χρόνια είχε μια συγκλονιστική διαδρομή. Μια διαδρομή στην οποία απέδειξε κιόλας πως η κοσμοθεωρία του δεν είναι μια ουτοπία, αλλά βασίζεται στις πραγματικές και υλικές αντιθέσεις και ανάγκες αυτού του κόσμου. Μια διαδρομή που το έφερε στο κέντρο των παγκόσμιων εξελίξεων και αποτέλεσε το κύριο και βασικό ζήτημα όλων των κυρίαρχων τάξεων, όλων των κυρίαρχων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων του πλανήτη. Μια διαδρομή στην οποία πορεύτηκαν εκατοντάδες εκατομμύρια μαζών του πλανήτη. Μια διαδρομή που με εποποιίες έφερε πρωτόγνωρες στην Ιστορία της ανθρωπότητας και για την ανθρωπότητα, νίκες. Αλλά και μια διαδρομή που ανακόπηκε, ανατράπηκε, ηττήθηκε. Και στη βάση αυτής της ήττας της σήμερα και εδώ και πολλές δεκαετίες χλευάζεται και συκοφαντείται από όλες τις κυρίαρχες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις. Συστηματικά και ακατάπαυστα και σε παγκόσμια κλίμακα το καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα στοχεύει να ξορκίσει και να σβήσει από την Ιστορία της ανθρωπότητας το αρχινισμένο έργο των εκατοντάδων εκατομμυρίων. Να παρουσιάσει ως νομοτέλεια την ήττα του, και ακόμα περισσότερο να παρουσιάσει τους σκοπούς του από «καταστροφικούς» έως και «εγκληματικούς».
Από αυτές τις ρίζες και από αυτή τη διαδρομή γεννηθήκαμε και υπάρχουμε και εμείς σήμερα ως πολιτική Οργάνωση. Και είναι (και) δικά μας όλα αυτά που παράχθηκαν σε αυτή τη συγκλονιστική διαδρομή. Τα βήματα συγκρότησης και ισχυροποίησης της πάλης του κομμουνιστικού κινήματος, αυτά που έφεραν την κοσμοθεωρία μας στην καθημερινή ζωή των εκατομμυρίων ξυπόλητων, αυτά με τα οποία όρμησαν οι μάζες στην έφοδο τους στον ουρανό. Αλλά είναι δικά μας και τα προβλήματα, οι ανεπάρκειες που γεννήθηκαν μέσα σε αυτήν την πάλη. Αυτά στα οποία βασίστηκε το μπλοκάρισμα και η ανακοπή της και που έφεραν την υποχώρηση και την ήττα.
Είναι δικά μας όλα όσα πρέπει να υπερασπιστούμε, να κρατήσουμε , να αναπτύξουμε. Και είναι δικά μας και όλα τα ερωτήματα και τα ζητήματα που αφορούν στους όρους που γέννησαν την υποχώρηση και την ήττα. Αυτά που πρέπει να απαντηθούν –με την μαζική πάλη και μέσα από την μαζική πάλη- για να συνεχιστεί η διαδρομή από τη νέα της αφετηρία.
Παρακάτω θα προσδιορίσουμε πιο συγκεκριμένα αυτή τη «νέα αφετηρία». Αλλά πριν από αυτό ας απαντήσουμε στο ερώτημα «Γιατί υπάρχουμε» και από τη δεύτερη όψη του. Δηλαδή ας απαντήσουμε στο ποιοι είναι οι σκοποί της πάλης μας. Σήμερα , κάθε μέρα και με ποια προγραμματική και στρατηγική κατεύθυνση.
Παλεύουμε λοιπόν για να υπηρετήσουμε την εργατική τάξη , το λαό και τη νεολαία της χώρας μας. Σε αυτές τις κοινωνικές δυνάμεις βρίσκεται αποκλειστικά η αναφορά μας. Η πολιτική μας σε κάθε «μικρό», επιμέρους, μεγαλύτερο ή κεντρικό ζήτημα που τίθεται στη χώρα, διαμορφώνεται με αποκλειστικό κριτήριο την υπεράσπιση των συμφερόντων και των δικαιωμάτων αυτών των κοινωνικών δυνάμεων. Την υπεράσπιση της δυνατότητας τους να αντισταθούν μαζικά και με όρους κινήματος απέναντι στην ακατάσχετη επίθεση του συστήματος. Την προβολή της ανάγκης και της δυνατότητας τους να διεκδικήσουν μαζικά, να παλέψουν για να αποσπάσουν κατακτήσεις και νίκες. Παλεύουμε λοιπόν για να έχει νίκες ο εργαζόμενος λαός και η νεολαία στην καθημερινή ταξική πάλη στην οποία έχουν απέναντι τους το κεφάλαιο, την αστική τάξη και τους ιμπεριαλιστές προστάτες της. Η πάλη αυτή αφορά σε όλο το φάσμα των ζητημάτων της ζωής του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας. Αφορά σε όλα τα εργασιακά, οικονομικά, κοινωνικά και δημοκρατικά δικαιώματα. Αφορά στο δικαίωμα του στην ειρήνη και άρα στην πάλη ενάντια στον άδικο πόλεμο, ενάντια στον ιμπεριαλισμό που τον φέρνει γενικά, ενάντια στον αμερικανονατοϊκό ιμπεριαλισμό που καθημερινά –και στις περιόδους της «ειρήνης»- ενισχύει την επικυριαρχία του στη χώρα και το ίδιο προωθεί και επιδιώκει σε όλη την ευρύτερη περιοχή.
Όμως ταυτόχρονα και στη βάση αυτής της καθημερινής ταξικής πάλης που εξελίσσεται ολοένα πιο σφοδρή στις μέρες μας, τίθεται το ερώτημα της προοπτικής της, της συνολικής έκβασης της. Το ερώτημα τίθεται επιτακτικά πριν από όλα με βάση τα χαρακτηριστικά, την ίδια τη φύση και τα αδιέξοδα του συστήματος. Που διαρκώς αποκαλύπτουν ότι στα πλαίσια του δεν υπάρχει «χώρος» για ζωή με δικαιώματα για τον εργαζόμενο λαό και τη νεολαία. Για αυτό η επίθεση του δεν αφήνει ούτε πόντο ανάσας και δικαιωμάτων στους αποκάτω. Αυτή η επίθεση είναι και η στρατηγική απάντηση του συστήματος στο ερώτημα της συνολικής έκβασης της ταξικής πάλης. Μια επίθεση που δεν χτυπάει «μόνο» εργασιακά, κοινωνικά, οικονομικά δικαιώματα, αλλά που στη βάση αυτών των χτυπημάτων επιδιώκει να αναιρέσει τους όρους συγκρότησης και πάλης των από κάτω. Πριν από όλα της εργατικής τάξης που αποτελεί με βάση τη θέση της στην παραγωγή και στην κοινωνία τον κορμό των δυνάμεων που μπορούν να σταθούν απέναντι στο σύστημα και με όρους αναμέτρησης με αυτό. Το σύστημα λοιπόν επιδιώκει την «οριστική ήττα», την «παντοτινή καθυπόταξη» των εργατικών και λαϊκών μαζών στα πλαίσια του, στη βαρβαρότητα του, όση και αν είναι αυτή. Δεν «συζητά», δεν διανοείται καμιά άλλη εκδοχή της εξέλιξης της ταξικής πάλης.
Εμείς λοιπόν υπάρχουμε στον αντίποδα αυτής της στρατηγικής επιλογής του συστήματος. Υπάρχουμε για να υπηρετήσουμε και να παλέψουμε μέσα στην εργατική τάξη και το λαό, την κατεύθυνση και την προοπτική της συνολικής αναμέτρησης με το σύστημα. Την επαναστατική ανατροπή της εξουσίας της αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστών πατρώνων της στη χώρα μας. Το διώξιμο των βάσεων και των κάθε λογής στηριγμάτων της ιμπεριαλιστικής επικυριαρχίας στη χώρα, την έξοδο της χώρας από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, το τσάκισμα του αστικού κράτους. Την κατάκτηση της Ανεξαρτησίας της χώρας που είναι αναγκαία προϋπόθεση για να παλέψει και να οικοδομήσει η εργατική τάξη και ο λαός με τη δικιά τους εξουσία στη χώρα το Σοσιαλισμό. Που η οικοδόμηση του είναι αντίστροφα η αναγκαία προϋπόθεση για τη διασφάλιση της Ανεξαρτησίας της χώρας.
Αυτή η στρατηγική κατεύθυνση θεωρούμε ότι είναι η μόνη πραγματική διέξοδος για την εργατική τάξη και το λαό. Βέβαια τα θεωρήματα του «κοινωνικού κράτους», της «παγκοσμιοποίησης», ενός «άλλου κόσμου» … μέσα στον κόσμο της καπιταλιστικής –ιμπεριαλιστικής βαρβαρότητας περισσεύουν όλες αυτές τις δεκαετίες της ήττας του εργατικού επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος. Ωστόσο το σύστημα που από τη μια βάζει τα thinktanks του να θέτουν σε κυκλοφορία αυτά τα θεωρήματα γνωρίζοντας πως υπάρχουν οι δυνάμεις του συμβιβασμού και της υποταγής, οι δυνάμεις του ρεφορμισμού, που θα κρεμαστούν από αυτά και θα τα αναπαράξουν ως «γραμμή πάλης» στο λαό, από την άλλη εφαρμόζει και προωθεί την πραγματική πολιτική του. Αυτή που αποδεικνύει με τον πιο επώδυνο τρόπο για τους εργάτες και τους λαούς σε όλο τον κόσμο και στη χώρα μας, ότι οι ιστορικές κατακτήσεις τους της προηγούμενης φάσης είναι ξένο σώμα για τον καπιταλισμό. Ότι δεν μπορούν να «ενσωματωθούν» οργανικά στο σύστημα, να το «εξορθολογίσουν» και να διαμορφώσουν έναν … μικροαστικό σοσιαλισμό αλά Προυντόν.
Εμείς λοιπόν έχουμε επίγνωση ότι στον καπιταλισμό η κάθε και όποια εργατική-λαϊκή κατάκτηση δεν είναι για πάντα «διασφαλισμένη» αλλά τελεί υπό την αίρεση των ταξικών συσχετισμών. Και ενώ παλεύουμε για κατακτήσεις και νίκες του εργαζόμενου λαού , έχουμε καθαρό ότι αυτές όταν επιτυγχάνονται δεν συνιστούν «αλλαγές» του συστήματος, δεν «ανοίγουν το δρόμο του μετασχηματισμού του», δεν αποτελούν επιχείρημα υπέρ του κακόφημου «ειρηνικού δρόμου» για την αλλαγή και το σοσιαλισμό. Εξάλλου όλες οι κατακτήσεις και οι νίκες επιτυγχάνονται με σκληρούς και πολλές φορές αιματηρούς αγώνες. Μέσα από αυτές και με αυτές οι εργαζόμενες λαϊκές μάζες και η νεολαία διδάσκονται στο σχολείο της ταξικής πάλης για την αγεφύρωτη αντίθεση που χωρίζει την εργατική τάξη από το κεφάλαιο και το λαό από τον ιμπεριαλισμό. Διδάσκονται για τον αγώνα, για τις δικές τους δυνάμεις και δυνατότητες. Τις συγκροτούν και τις αναβαθμίζουν. Πάνε πιο μπροστά όσον αφορά το ζήτημα και το ζητούμενο της συνολικής αναμέτρησης. Της αναμέτρησης που είναι ο η μόνη που μπορεί να διασφαλίσει τις νίκες τους, που είναι η βασική συνθήκη για να μπει σε μια νέα ιστορική φάση η πάλης του, στη φάση που ο εργαζόμενος λαός δεν θα τελεί υπό την εξουσία της αστικής τάξης και του ιμπεριαλισμού. Η πάλη για την οικοδόμηση μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Σε αυτή τη βάση όλοι οι αγώνες στο έδαφος του καπιταλισμού μπορεί και πρέπει να είναι, πεδίο συγκρότησης των εργατικών λαϊκών δυνάμεων. Από κάθε άποψη. Ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά. Και για αυτό πράγματι ισχύει ότι «οι μόνοι χαμένοι αγώνες είναι αυτοί που δεν δόθηκαν».
Οι «δύο κύκλοι» του κομμουνιστικού κινήματος.
Πως μπορούμε να προσεγγίσουμε την ιστορική διαδρομή των 150 χρόνων του κομμουνιστικού κινήματος; Ποια είναι η «νέα αφετηρία» που παραπάνω αναφέραμε; Ποια δεδομένα την προσδιορίζουν και ποια είναι τα νέα καθήκοντα που συγκροτούν το περιεχόμενο της; Ας απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα και μέσα από αυτά ας προσεγγίσουμε-απαντήσουμε και τα δικά μας ζητήματα.
Υπάρχουν δύο ιστορικά γεγονότα στον 20ο αιώνα με βάση τα οποία μπορούμε νε θεωρήσουμε ότι έκλεισε ένας κύκλος της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος και ταυτόχρονα άνοιξε ένας δεύτερος κύκλος. Τα γεγονότα αυτά είναι η καπιταλιστική παλινόρθωση και η ΜΠΠΕ. Και τα δύο αφορούν στο ίδιο ζήτημα αλλά από αντίθετες βέβαια κατευθύνσεις.
Η παλινόρθωση επιβεβαίωσε ότι ο σοσιαλισμός είναι μια μεταβατική κοινωνία. Μια κοινωνία στην οποία δεν έχει κριθεί οριστικά το «ποιος-ποιον» , μια κοινωνία στην οποία συνεχίζεται η ταξική πάλη. Συνεπώς μια κοινωνία η οποία μπορεί να επιστρέψει «πίσω» , να κυριαρχηθεί ξανά από τις αστικές δυνάμεις, να γίνει ξανά καπιταλιστική. Φορέας αυτού του πισωγυρίσματος δεν είναι κυρίως η παλιά αστική τάξη αλλά οι νέες αστικές δυνάμεις που γεννιούνται μέσα στο σοσιαλισμό στη βάση των νέων ζητημάτων που αντιμετωπίζει η εργατική τάξη στο πλαίσιο της πάλης της για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Ή αλλιώς στο πλαίσιο της πάλης της για την ανάπτυξη , το πλάτεμα και το βάθεμα των μετασχηματισμών που απαιτούνται σε όλα τα πεδία. Στις παραγωγικές σχέσεις, στις ταξικές διαφορές, στις κοινωνικές σχέσεις, στο πεδίο των ιδεών.
Όλο αυτό το ζήτημα δεν ήταν καινούριο θεωρητικά και ιδεολογικά για το κομμουνιστικό κίνημα αφού σε σχέση με αυτό υπάρχουν λαμπρές τοποθετήσεις από το Μάρξ, τον Ενγκελς, το Λένιν πριν το 1917. Κυρίως υπάρχει μια βασική αντίληψη-κατεύθυνση για το τι είναι και τι δεν είναι κομμουνισμός. Η εμβληματική θέση του Μαρξ «Ο κομμουνισμός δεν είναι ένα μοντέλο στο οποίο πρέπει να προσαρμοστεί η κοινωνία .Ο κομμουνισμός είναι η πραγματική κίνηση που καταργεί την σημερινή κατάσταση πραγμάτων» απορρίπτει τη μηχανιστική-μεταφυσική λογική και ανιχνεύει ήδη ένα τεράστιο πεδίο ζητημάτων που θα τίθενται μπρος «στην απεραντοσύνη των σκοπών μας». Αλλά και με πιο συγκεκριμένο τρόπο ο Μαρξ στο έργο του «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 ως το 1850» επισημαίνει τα «4 όλα» με τα οποία καλείται να αναμετρηθεί η δικτατορία του προλεταριάτου : «… Ο σοσιαλισμός είναι η ταξική δικτατορία του προλεταριάτου, σαν αναγκαίο μεταβατικό σημείο για την κατάργηση των ταξικών διαφορών γενικά, για την κατάργηση όλων των σχέσεων παραγωγής που πάνω τους στηρίζονται οι ταξικές διαφορές, για την κατάργηση όλων των κοινωνικών σχέσεων, που ανταποκρίνονται σε αυτές τις σχέσεις παραγωγής, για την ανατροπή όλων των ιδεών που προκύπτουν από αυτές τις κοινωνικές σχέσεις.» Αλλά το κομμουνιστικό κίνημα αντιμετώπισε το ζήτημα αυτό σαν άμεσο πολιτικό ζήτημα, σαν ζήτημα της ημερήσιας διάταξης της ταξικής πάλης μετά βέβαια το 1917. Για αυτό το καθήκον πάλεψε το κομμουνιστικό κίνημα που μετά το 1917 συγκρότησε το πρώτο σοσιαλιστικό κράτος και διαμόρφωσε ιστορικά πρωτόγνωρες κατακτήσεις για την εργατική τάξη και τους λαούς. Και έδωσε και τότε μάχες για την οικοδόμηση και με όρους κινητοποίησης των μαζών σε μια ορισμένη κλίμακα όπως για παράδειγμα με το σταχανωφικό κίνημα. Αλλά δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις για τη συνέχιση , το πλάτεμα και το βάθεμα της δικτατορίας του προλεταριάτου παρόλο που το ζήτημα τέθηκε πιο ολοκληρωμένα στο ΚΚΣΕ το 1950 από το Στάλιν. Ωστόσο τέθηκε μόνο εντός των πλαισίων της ηγεσίας και ενώ είχαν διαμορφωθεί και συσσωρευτεί ήδη αρνητικοί όροι. Συνεπώς και ενώ το ζήτημα έμεινε σε αυτό το επίπεδο, η συμφωνία των Μολότοφ, Μαλένκοφ, Μπέρια (και προηγούμενα του Ζντάνοφ) δεν ήταν αρκετή για να παλευτεί η αντίστροφη κατεύθυνση. Έτσι ήρθε το 1956, δηλαδή η στροφή, που σηματοδότησε την καπιταλιστική παλινόρθωση.
Απέναντι της πάλεψε η ΜΠΠΕ στην Κίνα για να αποτρέψει τον ίδιο κίνδυνο που διαγραφόταν και για την Κινέζικη επανάσταση και με δεδομένη βέβαια τότε την παλινόρθωση στην ΕΣΣΔ. Μια επανάσταση μέσα στην επανάσταση, που αγωνίστηκε για να διαμορφώσει συγκεκριμένες απαντήσεις στο ζήτημα αυτό, κάνοντας το ζήτημα της πάλης της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών. Μια επανάσταση που τελικά δεν κατάφερε το στόχο της. Η καπιταλιστική παλινόρθωση επικράτησε και στην Κίνα όπως έγινε φανερό μετά το θάνατο του Μάο (1976) αν και τότε ακόμα και χρόνια μετά η ηγεσία του Τεγκ υποχρεωνόταν να κρατά ψηλά τα πορτραίτα του Μάο Τσε Τουνγκ. Γιατί ακριβώς η ΜΠΠΕ που ηττήθηκε είχε αφήσει –και έχει αφήσει- σημαντικές, ιστορικές παρακαταθήκες για τους εργάτες και τους λαούς, για το κομμουνιστικό κίνημα. Ουσιαστικά η ΜΠΠΕ που ξέσπασε- μιλώντας στην κλίμακα του πολιτικού ιστορικού χρόνου- αμέσως μετά την παλινόρθωση ήταν μια επιβεβαίωση και εκδήλωση των «εσωτερικών δυνάμεων» που διαθέτει το κομμουνιστικό κίνημα. Που άμεσα και έμπρακτα δήλωσε «παρόν» για να αναμετρηθεί με τα νέα προβλήματα που συνάντησε η πάλη του.
Συνοψίζοντας και αναφορικά με τη θεώρηση των δύο κύκλων του κομμουνιστικού κινήματος μπορούμε να πούμε:
Η παλινόρθωση αποτέλεσε την αφετηρία της υποχώρησης, της αποδιοργάνωσης , τη βάση της ήττας του λαϊκού επαναστατικού εργατικού κομμουνιστικού κινήματος και όπως αυτό διαμορφώθηκε και εξελίχθηκε από την εποχή της Α’ Διεθνούς. Βέβαια και αυτή η διαδρομή-από την Α’ Διεθνή μέχρι ας πούμε το 1956- κάθε άλλο παρά γραμμική υπήρξε! Μέσα σε αυτήν τη διαδρομή υπήρξαν έφοδοι και πισωγυρίσματα, καθυστερήσεις και μεγάλες επιταχύνσεις, υποχωρήσεις και μεγάλα άλματα. Αλλά συνολικά είναι η πρώτη περίοδος που το κομμουνιστικό κίνημα παρουσιάζεται και θέτει μπροστά στην ανθρωπότητα, ως μια υλική και πραγματική δυνατότητα το ζήτημα ενός άλλου μέλλοντος από αυτό των ταξικών, εκμεταλλευτικών, καταπιεστικών κοινωνιών που ως τότε είχε η Ιστορία της.
Η παλινόρθωση κλείνει τον πρώτο του κύκλο αναδεικνύοντας τα όρια που είχε κατακτήσει ως τη φάση αυτή. Αλλά σχεδόν ταυτόχρονα –πάντα στην κλίμακα του ιστορικού χρόνου- η ΜΠΠΕ άνοιξε τον επόμενο, τον δεύτερο κύκλο της πάλης του κομμουνιστικού κινήματος. Αυτόν που θέλει να εξοπλίσει τους ξυπόλητους με απαντήσεις στο ζήτημα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Αυτόν που την θέση του Λένιν για την επανάσταση «μια τάξη μπορεί να ανατραπεί μόνο από μια άλλη τάξη» τη «μεταφέρει» ως θεμελιώδες ζήτημα και στην ταξική πάλη στα πλαίσια της μεταβατικής σοσιαλιστικής κοινωνίας. Και σε αυτήν την κοινωνία το ζήτημα του μετασχηματισμού της στην σοσιαλιστική-κομμουνιστική κατεύθυνση ( τα τέσσερα «όλα» που λέει παραπάνω ο Μάρξ που τα επικαλέστηκε και ο Τσάνγκ Τσουέν Κιάο από τους «4» της ΜΠΠΕ στα 1975) κρίνεται και καθορίζεται από το ίδιο ζήτημα: Από το αν η εργατική τάξη κατακτά κάθε μέρα σε αυτήν την σοσιαλιστική κοινωνία ολοένα περισσότερες αρμοδιότητες και πεδία, από το αν η εργατική τάξη αναδεικνύεται διαρκώς σε αυτήν την κοινωνία η δύναμη που ελέγχει και καθορίζει όλες τις λειτουργίες της.
Που βρισκόμαστε-τι να κρατήσουμε-τι να κατακτήσουμε
Εμείς λοιπόν «ανήκουμε» και βρισκόμαστε σε αυτόν που προσδιορίσαμε ως δεύτερο κύκλο της πάλης του κομμουνιστικού κινήματος. Αυτός δεν είναι ένας προσδιορισμός που αναιρεί τις ρίζες μας όπως παραπάνω τις αναφέραμε, αλλά ένας προσδιορισμός που μας χρειάζεται για να αποκτήσουμε μια πιο συγκεκριμένη συνείδηση της εποχής μας και των καθηκόντων που αυτή βάζει σε κάθε επαναστατική κομμουνιστική οργάνωση και προσπάθεια.
Ανήκουμε λοιπόν στο δεύτερο κύκλο αφού καταρχήν «γεννηθήκαμε» και διαμορφωθήκαμε μέσα στα πλαίσια του μ-λ ρεύματος. Του ρεύματος που στην πρώτη φάση του συγκροτήθηκε και πάλεψε ενάντια στη ρεβιζιονιστική στροφή της ΕΣΣΔ. Μια αντιπαράθεση που δόθηκε από το ΚΚΚίνας με τον Μάο Τσε Τούνγκ, το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας με τον Ενβέρ Χότζα και από μεγάλα τμήματα των κομμουνιστικών δυνάμεων σε όλο τον κόσμο. Μια αντιπαράθεση που αφορούσε στα κρίσιμα και βασικά ζητήματα της δεξιάς στροφής που επέβαλλε και κατοχύρωνε το 20ο συνέδριο του ΚΚΣΕ: «Ειρηνικό πέρασμα», «ειρηνική συνύπαρξη» με τον ιμπεριαλισμό, «παλλαϊκό κράτος» αντί για τη δικτατορία του προλεταριάτου και φυσικά το ζήτημα Στάλιν. Αλλά ωστόσο ταυτόχρονα μια αντιπαράθεση που δεν αμφισβητούσε το σοσιαλιστικό χαραχτήρα της ΕΣΣΔ και συνολικά του σοσιαλιστικού στρατοπέδου που θεωρείται δεδομένη και η ύπαρξη του και ο (σοσιαλιστικός) χαραχτήρας του.
Σήμερα, 60 χρόνια μετά είναι αρκετά φανερό ότι αυτή η σπουδαία αντιπαράθεση δεν είχε σε εκείνη τη φάση και από τη μεριά των δυνάμεων που την έδιναν, τη συνείδηση του βάθους του προβλήματος που αντιμετώπιζε το κομμουνιστικό κίνημα. Και αυτό φάνηκε και στα αμέσως επόμενα χρόνια όταν ο Μάο Τσε Τούνγκ και οι επαναστατικές δυνάμεις του ΚΚΚ αποφάσισαν εξαπολύοντας τη ΜΠΠΕ να θέσουν το ζήτημα της απόκρουσης του κινδύνου της καπιταλιστικής παλινόρθωσης ως ζήτημα μαζικής πάλης της εργατικής τάξης και του λαού. Τότε, όταν δηλαδή άνοιξε αυτός που προσδιορίσαμε ως δεύτερος κύκλος του κομμουνιστικού κινήματος, το μ-λ ρεύμα μένοντας στα ιδεολογικά χαρακτηριστικά που είχε διαμορφώσει στην πρώτη φάση του, θα λέγαμε ότι κατά βάση «δεν παρακολούθησε», δεν μελέτησε τα ζητήματα που τέθηκαν και δεν συντάχθηκε στην πάλη αυτή. Και δεν είναι τυχαίο ότι μετά το θάνατο του Μάο και την επικράτηση της ρεβιζιονιστικής στροφής στην Κίνα πολλές μ-λ οργανώσεις διαλύθηκαν.
Δεν είμαστε εμείς βέβαια που σήμερα και δεκαετίες μετά, θα «ζητήσουμε τα ρέστα» από τις επαναστατικές δυνάμεις και τους αγωνιστές που αντιπαρατέθηκαν με τη ρεβιζιονιστική στροφή γιατί δεν είχαν ολοκληρωμένη συνείδηση του βάθους που είχε αυτή η στροφή και γιατί δεν συγκρότησαν τις ιδεολογικές , πολιτικές και κινηματικές απαντήσεις που το ζήτημα πραγματικά απαιτούσε. Μια τέτοια στάση θα ήταν πολιτική ασέβεια, έλλειψη στοιχειώδους πολιτικής εκτίμησης για τον πρωτοπόρο ρόλο που είχε η πάλη αυτή που υπερασπίστηκε βασικές επαναστατικές αρχές του κομμουνιστικού κινήματος απέναντι στη θύελλα της δεξιάς-ρεβιζιονιστικής στροφής. Αλλά μια τέτοια στάση θα ήταν και άρνηση της υλιστικής-διαλεκτικής θεώρησης της ιστορίας της ταξικής πάλης. Της θεώρησης που αντιλαμβάνεται ότι σε κάθε εποχή και φάση τα κοινωνικά και τα πολιτικά υποκείμενα της πάλης έχουν τα όρια τους και τους όρους τους που προσδιορίζονται από τη φάση αυτή. Αν αρνηθούμε αυτή τη θεώρηση, αν αρνηθούμε τη «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης» , θα …τα βάλουμε… με όλη την ιστορία του Κομμουνιστικού κινήματος. Με τον Μάο και τους «4» της ΜΠΠΕ που δεν «φρόντισαν» η ΜΠΠΕ να νικήσει. Με το Στάλιν που πέθανε και άφησε «ανοιχτό» το δρόμο στην παλινόρθωση. Με το Λένιν που δεν «εξασφάλισε» πως η επανάσταση του Οκτώβρη θα έφτανε ως την τελική νίκη. Με το Μάρξ και τον Ένγκελς που δεν «μας τα είπαν όλα» από την αρχή… Με άλλα λόγια μια τέτοια στάση ανοίγει το δρόμο σε γνωστούς εχθρούς της επαναστατικής αντίληψης και κατεύθυνσης. Ανοίγει το δρόμο στην αντίληψη της εξέλιξης της ταξικής πάλης με όρους αγνωστικισμού/ ντετερμινισμού που είναι και οι δύο όψεις της παραίτησης και της απόσυρσης από αυτήν.
Ωστόσο είμαστε εμείς που θέλουμε και επιδιώκουμε το ΚΚΕ(μ-λ) σήμερα στη βάση όλων των δεδομένων που έχει παράξει η ζωή και η Ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος να προσεγγίζει όσο καλύτερα μπορεί τις απαιτήσεις, τα καθήκοντα που βάζει η εποχή μας. Εξάλλου κλείνοντας 40 χρόνια από την ανασυγκρότηση του 1982 και σαν μια απολογιστική νύξη οπωσδήποτε δεν θα λέγαμε ότι «όλα είναι σωστά και καλά καμωμένα» αλλά ταυτόχρονα μπορούμε βάσιμα να ισχυριστούμε ότι παλέψαμε να διαμορφώσουμε μια πρώτη έστω συνείδηση του δεύτερου κύκλου. Δηλαδή ότι με τις επεξεργασίες μας και την πάλη μας όλα αυτά τα χρόνια σκύψαμε στο πρόβλημα της παλινόρθωσης, προσεγγίσαμε το ζήτημα που έθεσε και άνοιξε η ΜΠΠΕ, χωρίς ταυτόχρονα να «μπερδευτούμε» και να νομίζουμε ότι αυτό που έθεσε η ΜΠΠΕ είναι η άρνηση της επαναστατικής κληρονομιάς που στον πρώτο του κύκλο έδωσε το κομμουνιστικό κίνημα.
Για να συνοψίσουμε λοιπόν στο ερώτημα «τι κρατάμε-τι να κατακτήσουμε» χρειάζεται να επιχειρήσουμε να προσδιορίσουμε αυτό που θα ονομάζαμε «ιδιοτυπία της εποχής μας». Η ιδιοτυπία που συνίσταται στον διπλό και από μια άποψη αντιφατικό χαρακτήρα της που ενυπάρχει και εκδηλώνεται στη στάση των μαζών στον κόσμο, στο επίπεδο της οργάνωσης τους, στο επίπεδο της συγκρότησης των κομμουνιστικών και επαναστατικών δυνάμεων.
Από τη μια λοιπόν και από ιστορική άποψη συνεχίζουμε να βρισκόμαστε στην εποχή που προσδιόρισε ο Λένιν: στην εποχή του ιμπεριαλισμού και των προλεταριακών επαναστάσεων. Αυτό δεν έχει αλλάξει αφού ο ιμπεριαλισμός είναι το «ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» , αφού ο ιστορικά προοδευτικός ρόλος της αστικής τάξης έχει προ πολλού ολοκληρωθεί και το καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα αναδύει παντού στον κόσμο και σε κάθε πτυχή του μόνο παρακμή και βαρβαρότητα. Μια πραγματικότητα που βοά για την ανάγκη το προλεταριάτο και οι λαοί του κόσμου να εξεγερθούν, να οργανωθούν, να αναμετρηθούν με τους δυνάστες τους , και να οικοδομήσουν έναν δικό τους λεύτερο και δίκαιο κόσμο, έναν κόσμο σοσιαλιστικό!
Από την άλλη, ωστόσο, το λαϊκό εργατικό, επαναστατικό, κομμουνιστικό κίνημα είναι αποδιοργανωμένο, αποσυγκροτημένο σε συνθήκες σχεδόν διάλυσης κάτω από το βάρος της ήττας. Από αυτήν την άποψη ζούμε «την εποχή της παλινόρθωσης». Την καπιταλιστική παλινόρθωση που ανέκοψε και ανέτρεψε την έφοδο του κομμουνιστικού κινήματος και των μαζών και το οδήγησε στην ήττα αμφισβητώντας ή και «καταργώντας» το όραμα του σοσιαλισμού που λειτούργησε για δεκαετίες θελκτικά και προωθητικά για την πάλη των εκατομμυρίων μαζών.
Μπροστά σε αυτόν τον διπλό κόμπο της εποχής μας και πάνω στο στέρεο έδαφος της ολοένα οξύτερης ταξικής πάλης και των μεγάλων αγώνων, ξεσηκωμών και αντιστάσεων που παράγονται τα τελευταία χρόνια από εργάτες και λαούς στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις και στις χώρες της περιφέρειας και της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης επισημαίνουμε αυτά που έχουμε να κρατήσουμε και αυτά που έχουμε να κατακτήσουμε:
Να κρατήσουμε ολόκληρη την επαναστατική κατεύθυνση του πρώτου κύκλου του κομμουνιστικού κινήματος, απέναντι στο κεφάλαιο, την αστική τάξη, το αστικό κράτος και τον ιμπεριαλισμό. Η καπιταλιστική παλινόρθωση θέτοντας το ζήτημα του μπλοκαρίσματος και της ανατροπής του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού μιας κοινωνίας πήγε προφανώς και φυσικά μέχρι και το τέλος της «αντίστροφης πορείας». Έθεσε και το ζήτημα της άρνησης της επανάστασης και συνακόλουθα το ζήτημα της άρνησης της ταξικής αδιαλλαξίας των από κάτω μέσα στα πλαίσια της ταξικής πάλης στο έδαφος του καπιταλισμού. Ο συσχετισμός που διαμόρφωσε για το σύστημα η παλινόρθωση και η ήττα είναι φανερό ότι λειτουργεί αρνητικά έως και διαλυτικά και στο επίπεδο της πρωτόλειας συγκρότησης της πάλης αλλά και στις περιπτώσεις που η πάλη αυτή φτάνει σε ανώτερο επίπεδο.
Ζούμε καθημερινά αυτόν τον αρνητικό συσχετισμό και σε κάθε προσπάθεια και πρωτοβουλία για να υπάρξει πάλη και αγώνας ενάντια στον άδικο πόλεμο και την εμπλοκή της χώρας, ενάντια και για την ανατροπή του νόμου Χατζηδάκη, για την αντίσταση και την ανατροπή της αντιδραστικής ταξικής επίθεσης του νόμου 4777 στα ΑΕΙ. Για όλα αυτά και πολλά άλλα μέτωπα που αφορούν είτε στην βασική (εργατική τάξη-κεφάλαιο) είτε στην κύρια αντίθεση (λαός –ιμπεριαλισμός) ο συσχετισμός που έχει διαμορφωθεί λειτουργεί αποτρεπτικά, αρνητικά και σηκώνει θύελλα μαύρων επιθέσεων και καταστολής όταν παρόλα αυτά γίνουν βήματα προς την … απαγορευμένη κατεύθυνση. Ταυτόχρονα οφείλουμε άλλη μια φορά να επισημάνουμε ότι στη θέση αυτής της αναγκαίας κατεύθυνσης της πάλης προτείνονται ως «υποκατάστατα» ή ακόμα και ως «αντικατάσταση» της άλλα επιμέρους πιο «προνομιακά» ή «αποδεκτά» ζητήματα. Ζητήματα (πχ όπως το γυναικείο ή το έμφυλο) στα οποία βέβαια κυριαρχεί η αστική αντίληψη και προσέγγιση και τα οποία «προτείνονται» όχι βέβαια για να παλευτούν στην ταξική τους βάση αλλά ως η νόμιμη πολιτική εκτόνωση ενός δυναμικού στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας και στα όρια που αυτή σήμερα έχει θέσει. Αυτή η αστική πολιτική γραμμή και νομιμότητα διαπνέει και διαπερνά δυνάμεις και συλλογικότητες του εξωκοινοβουλίου και της α/α/ακτιβισμού, αυτή η γραμμή πιέζει, και επιχειρεί να καταπνίξει και να καταστείλει πολιτικά τις αγωνιστικές τάσεις, τη διάθεση συγκρότησης και μαζικού αγώνα της νεολαίας (αλλά και των εργαζομένων) στα κεντρικά μέτωπα πάλης που απαιτούνται να συγκροτηθούν.
Είδαμε την επίδραση αυτού του αρνητικού συσχετισμού, λίγα μόλις χρόνια πριν (2006) με την καμπή στην οποία έφτασε η ανάπτυξη του επαναστατικού αγώνα στο Νεπάλ. Ένας επαναστατικός αγώνας που αποτελεί ίσως την πιο παραστατική έκφραση της ιδιοτυπίας της εποχής μας. Ένας επαναστατικός αγώνας που με μια σειρά νίκες έφτασε να απελευθερώσει το 80% του εδάφους της χώρας για να αναδιπλωθεί και να ηττηθεί στη συνέχεια κάτω από τα θεωρήματα για το «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα». Δηλαδή κάτω από πολιτικές επιλογές και κατευθύνσεις συμβιβασμού και «συνεργασίας» με την άρχουσα τάξη και τον ιμπεριαλισμό.
Αυτή τη γραμμή της ταξικής συνεργασίας και της υποταγής, τη γραμμή άρνησης της ταξικής αγωνιστικής συγκρότησης των εργαζομένων και της νεολαίας στο έδαφος του καπιταλισμού υπηρετούν και οι ρεφορμιστικές αναλύσεις που κατασκευάζονται για να ερμηνεύσουν και να απαντήσουν τάχα τις αιτίες της παλινόρθωσης. Όπως η ανάλυση της ηγεσίας του ΚΚΕ που βασίζει αν δεν ταυτίζει την υπόθεση της οικοδόμησης του σοσιαλισμού με τον κεντρικό σχεδιασμό, εξοβελίζοντας και καταργώντας το κρίσιμο και καθοριστικό ζήτημα: την πάλη και την ανάπτυξη της πάλης για το άπλωμα και το βάθεμα της κυριαρχίας της εργατικής τάξης μέσα στη μεταβατική σοσιαλιστική κοινωνία. Με τέτοια «εφόδια» από το … σοσιαλιστικό μέλλον, οι αναλύσεις αυτές, στο καπιταλιστικό παρόν το μόνο που χρειάζονται είναι εργαζόμενους και νεολαία στη γωνία και σωματεία-σφραγίδες κατάλληλα για να ασκείται η πολιτική της υποταγής και του συμβιβασμού με την πολιτική και τις δυνάμεις του συστήματος.
Να κατακτήσουμε και να αναπτύξουμε τα διδάγματα από την ιστορική πείρα της δικτατορίας του προλεταριάτου, το δρόμο που άνοιξε η ΜΠΠΕ στο κεφάλαιο αυτό. Αν επιχειρούσαμε μια εντελώς συνοπτική και κωδικοποιημένη αναφορά στο μεγάλο αυτό ζήτημα θα λέγαμε πως είναι δύο οι αλληλένδετοι και βασικοί άξονες που το προσδιορίζουν: α) Η πραγματοποίηση του βασικού μετασχηματισμού που γίνεται αμέσως μετά το πάρσιμο της εξουσίας αφορά στην αλλαγή στο σύστημα της ιδιοκτησίας. Αυτή η αλλαγή είναι απολύτως αναγκαία σαν απαρχή της νέας πάλης αλλά σε καμιά περίπτωση δεν είναι ο συνολικός μετασχηματισμός. Η νέα πάλη για το συνολικό σοσιαλιστικό μετασχηματισμό, θα κριθεί από το ρόλο που μέσα σε αυτήν θα κατακτά η ίδια η εργατική τάξη. Σε αυτή τη βάση στα πλαίσια της επανάστασης και για το προχώρημα της σε σοσιαλιστική-κομμουνιστική κατεύθυνση είναι ζητούμενη μια εκ νέου συγκρότηση της εργατικής τάξης στη βάση των νέων συνθηκών που διαμορφώνονται μετά την επανάσταση. Μια νέα συγκρότηση που θα πατήσει σε αυτήν που η εργατική τάξη κατέκτησε στο έδαφος του καπιταλισμού για να ηγηθεί και να κάνει την επανάσταση, αλλά ταυτόχρονα θα την αναπτύξει σε συγκρότηση που θα της δίνει την καθοριστική αρμοδιότητα στην παραγωγή και σε όλα τα πεδία-λειτουργίες της νέας κοινωνίας που οικοδομείται. β) Ο ρόλος του Κόμματος στις νέες συνθήκες είναι και αυτός «νέος» στο πλαίσιο της νέας σχέσης τάξη –Κόμμα- κράτος που χρειάζεται να οικοδομηθεί στα πλαίσια της επανάστασης και της μεταβατικής κοινωνίας. Εδώ το κράτος δεν είναι το αστικό αλλά το εργατικό-λαϊκό που αποτελεί όργανο της δικτατορίας του προλεταριάτου , χωρίς ωστόσο να ταυτίζεται με αυτήν. Και η «κίνηση των πραγμάτων» χρειάζεται να έχει την ιστορική φορά προς την κατεύθυνση της απονέκρωσης του κράτους και όχι βέβαια προς την ενίσχυση του και στη μετατροπή του στο «όργανο-σύμβολο» και «εγγυητή» της σοσιαλιστικής-κομμουνιστικής κατεύθυνσης. Το Κόμμα συνεπώς υπαγορεύει ή και ορίζει την πολιτική στο κράτος, στη βάση αυτής της κατεύθυνσης. Άρα την υπαγορεύει και την ορίζει όχι στη βάση μιας θεσμικής- διοικητικής σχέσης με το κράτος, αλλά στη βάση του ότι παλεύει κάθε στιγμή να είναι το «πρωτοπόρο απόσπασμα» της εργατικής τάξης , στη βάση ότι καθοδηγεί την πάλη της εργατικής τάξης για τον σοσιαλιστικό κομμουνιστικό μετασχηματισμό. Την υπαγορεύει και την ορίζει στη βάση της αρμοδιότητας που κατακτά κάθε στιγμή μέσα στην ταξική πάλη και εκφράζοντας τις επιδιώξεις της εργατικής τάξης. Αυτή η σχέση είναι η απάντηση στο πρόβλημα της απορρόφησης του Κόμματος από το κράτος, αλλά και αναγκαία συνθήκη για το βασικό ζήτημα: η εργατική τάξη στο σύνολο της να «κατακτά» και να καθορίζει την παραγωγή και όλες τις λειτουργίες και αρμοδιότητες της κοινωνίας και να εντάσσει σε αυτήν την πάλη της όλα τα λαϊκά στρώματα.
Τι (να) κάνουμε
Στη βάση όλων των παραπάνω επιδιώκουμε να διαμορφώνουμε την φυσιογνωμία μας, τη λειτουργία μας και την πολιτική μας. Στη βάση όλων των παραπάνω παλεύουμε να αποκτήσουμε ολοένα πιο διευρυμένες σχέσεις με τον εργαζόμενο λαό και τη νεολαία. Παλεύουμε τις σχέσεις αυτές να τις αποκρυσταλλώνουμε στην οικοδόμηση των μετωπικών σχημάτων και της ίδιας της Οργάνωσης , οικοδόμηση που είναι απαράβατος όρος για να παλεύουμε και να υπηρετούμε τα συμφέροντα και την επαναστατική προοπτική της εργατικής τάξης , του λαού και της νεολαίας.
Στα 40 χρόνια μας έχουμε κάνει σημαντικά βήματα και κατακτήσεις που κάθε άλλο παρά αυτονόητες ήταν και είναι. Κατακτήσεις που έχουν συγκροτήσει μια σπουδαία και αξιόλογη βάση και προίκα που μας επιτρέπει να αντιμετωπίζουμε με μαχητική αισιοδοξία την περίοδο της μεγάλης δοκιμασίας στην οποία έχουν μπει οι λαοί και ο λαός μας. Δεν έλειψαν βέβαια οι ταλαντεύσεις, οι καθυστερήσεις, οι αδυναμίες. Σε κάθε περίπτωση είμαστε σε μια « αρχή» και θα κριθεί από την πάλη μας αν ο πλούτος των κατακτήσεων μας μέσα στην ιδιότυπη εποχή μας , μέσα στο πεδίο της όξυνσης της ταξικής πάλης και των αρνητικών συσχετισμών, θα μετασχηματιστεί σε μια αναβαθμισμένη πολιτικά, ιδεολογικά και οργανωτικά δύναμη που θα διεκδικεί σημαντικό ρόλο στους αγώνες, στο κίνημα, στο άνοιγμα του δρόμου της επαναστατικής προοπτικής.
Ας συνοψίσουμε λοιπόν στο ζήτημα αυτό απαντώντας εντελώς επιγραμματικά στο ερώτημα τι κάνουμε- τι να κάνουμε
Διαμορφώνουμε και να διαμορφώσουμε πιο αποφασιστικά και θαρρετά, το περιεχόμενο και τη μορφή της Οργάνωσης με βάση την επίγνωση ότι είμαστε στο δεύτερο κύκλο του κομμουνιστικού κινήματος. Με βάση δηλαδή την επίγνωση ότι όχι μόνο εδώ και χρόνια ολοκληρώθηκε αυτό που είχε και μπορούσε να δώσει το μ-λ κίνημα στις συνθήκες της δεξιάς στροφής και της εμφάνισης της παλινόρθωσης. Αλλά κυρίως με την επίγνωση ότι έχει ανοίξει ο νέος κύκλος του κομμουνιστικού κινήματος, ότι βρισκόμαστε στην εποχή που απαιτεί την εκ νέου συγκρότηση του.
Υπερασπίζουμε και να υπερασπίσουμε πιο αποφασιστικά την επαναστατική προοπτική και διέξοδο για το λαό μας. Η υπεράσπιση αυτή δεν είναι μόνο ή κυρίως ένα ζήτημα ιδεολογικής θέσης. Είναι πάνω από όλα και πριν από όλα η πάλη αυτής της θέσης με πολιτικούς όρους και σε ενεστώτα χρόνο μέσα στο κίνημα και τους αγώνες. Δηλαδή η προβολή και η ανάδειξη της προγραμματικής κατεύθυνσης μας για την Επανάσταση για Ανεξαρτησία και Σοσιαλισμό, στη βάση των επεξεργασιών που απαιτούνται. Για τη χώρα και τα πραγματικά χαρακτηριστικά της και τι αυτά προδιαγράφουν για το χαραχτήρα της επανάστασης. Για την ανάγκη και τη δυνατότητα διαμόρφωσης συμμαχίας της εργατικής τάξης με τα λαϊκά στρώματα. Για το Μέτωπο Αντίστασης και Διεκδίκησης που είναι ο πρώτος ορίζοντας της πάλης αλλά και μια πρώτη και πρωτόλεια συγκρότηση της συμμαχίας της εργατικής τάξης με τα λαϊκά στρώματα. Για την επιδίωξη της ανάγκης να διαμορφώνονται στοιχεία Μετώπου Πάλης, και Συμμαχίας των λαών της περιοχής, ανάγκη που οξύνεται από την ένταση των πολεμικών ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών αλλά και ανάγκη που αφορά στην προοπτική και τους όρους της επανάστασης.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Η υπόθεση της συγκρότησης της εργατικής τάξης σε τάξη για τον εαυτό της και η κατάκτηση της ηγεμονίας της στην ταξική πάλη είναι θεμελιακός όρος στο δρόμο για την επαναστατική διέξοδο. Αλλά η συγκρότηση αυτή δεν θα διαμορφωθεί «από μόνη της» δεν θα έρθει ως ένα «αναπόφευκτο αποτέλεσμα» της ταξικής πάλης. Η συγκρότηση αυτή έχει με τη σειρά της τις δικές της πολιτικές προϋποθέσεις. Και μιλώντας για τη χώρα μας που βασικά είναι γεωπολιτικό πεδίο του ιμπεριαλισμού, όπως ήδη έχουμε καταγράψει στις Συνδιασκέψεις μας, το διπλό ζήτημα της συγκρότησης-ηγεμονίας δεν μπορούμε να το αντιλαμβανόμαστε «μηχανιστικά» και «τακτοποιημένο» σε μια χρονική σειρά.
Με άλλα λόγια για να εξελιχθεί το ζήτημα αυτό (συγκρότηση- ηγεμονία) χρειάζεται την συνειδητή παρέμβαση του πολιτικού υποκειμένου που θα συγκροτεί απαντήσεις στη βάση πολιτικής-ιδεολογικής κατεύθυνσης και γραμμής η οποία θα παλεύεται μέσα στους αγώνες και στο κίνημα. Τα παραπάνω ζητήματα που θέσαμε ως αναγκαιότητες για το τι να κάνουμε προσδιορίζουν σε ένα βαθμό το περιεχόμενο, τις βάσεις που θα πατήσει η ανάδειξη αυτής της γραμμής. Στο βαθμό που τα επεξεργαζόμαστε και τα διαμορφώνουμε, στο βαθμό που τα παλεύουμε μέσα στο κίνημα και τα αποκρυσταλλώνουμε στη σύνδεση μας με τις μάζες, υπηρετούμε την επαναστατική προοπτική και διέξοδο. Ταυτόχρονα έχουμε ανοιχτά τα μάτια, δεν έχουμε, δεν πρέπει να έχουμε την αντίληψη και τη λογική ενός «ολοκληρωμένου σχεδίου» που δεν έχει σε τίποτε να διδαχθεί , να τροποποιηθεί ακόμα και να ανατραπεί σε πλευρές του από την πραγματική ζωή. Όπως λέει ο Λένιν «Η ιστορία γενικά, η ιστορία των επαναστάσεων ειδικά, είναι πάντα πιο πλούσια σε περιεχόμενο, πιο ποικιλόμορφη, πιο πολύπλευρη , πιο ζωντανή, πιο «πονηρή» από ότι τη φαντάζονται τα καλύτερα κόμματα, οι πιο συνειδητές πρωτοπορίες των πιο πρωτοπόρων τάξεων…»
Απαιτήσεις και δυνατότητες της περιόδου
Όλα τα παραπάνω σήμερα δεν τα συζητάμε στο «κενό», σε «ουδέτερες» συνθήκες. Έτσι κι αλλιώς «κενό», και «ουδέτερες» συνθήκες, ποτέ δεν υπάρχουν. Αλλά σήμερα είναι σαφές ότι οι εξελίξεις με επίκεντρο τον πόλεμο στην Ουκρανία διαμορφώνουν ένα τοπίο έως και ζοφερό για τους εργάτες και τους λαούς του πλανήτη, και βέβαια για το λαό και τη νεολαία της χώρας μας. Ένα τοπίο που προκαλεί έως και «δέος» στον εργαζόμενο λαό και στους νέους ανθρώπους καθώς αντιλαμβάνονται ότι βρίσκονται μπροστά στα πιο μεγάλα ζητήματα. Ότι απειλούνται μαζικά από ανέχεια και εξαθλίωση. Ότι αποτελούν εν δυνάμει κρέας για τα κανόνια ενός ευρύτερου πολεμικού μακελειού που στήνουν και φέρνουν οι οξύτατοι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί. Σε αυτό το τοπίο ζούμε και εμείς και δεχόμαστε τις επιδράσεις του ευρύτερου κλίματος που καταρχήν διαμορφώνεται. Συναντάμε δίπλα μας, στην καθημερινότητα μας, την αίσθηση μιας «ανημπόριας» που καλλιεργείται από τους πάνω και τους έξω που απαιτούν να «αφεθούμε», στην πραγματικότητα να υποταχτούμε, στις εξελίξεις όπως αυτές θα διαμορφωθούν από τον ιμπεριαλισμό και τις αντιδραστικές δυνάμεις.
Όμως ας σκεφτούμε με καθαρό-πολιτικά, ταξικά, ιδεολογικά- μυαλό τι πραγματικά συνιστούν, τι αποκαλύπτουν, τι σημαίνουν και απαιτούν αυτές οι εξελίξεις.
-Μας αποκαλύπτουν λοιπόν και με τον πιο τραμπούκικο τρόπο ότι οι ιμπεριαλιστές και πριν από όλα οι πυρηνικές υπερδυνάμεις εδώ και πολλά χρόνια έχουν επιδοθεί στην κατασκευή όπλων που είναι ικανά να καταστρέψουν χιλιάδες φορές ολόκληρο τον πλανήτη και τη ζωή σε αυτόν!
-Ότι οι ίδιες δυνάμεις και πρώτα από όλους οι ΗΠΑ δεν τόχουν σε τίποτα να βάλουν στη φωτιά του μακελέματος άμεσα 2-3 ακόμα λαούς και χώρες μόνο και μόνο σαν την αναγκαία «προεργασία» για να συγκροτήσουν τις συμμαχίες τους, για να στριμώξουν-φθείρουν το Ρώσικο ιμπεριαλισμό, για να βάλουν στη «γωνία» και να «ουδετεροποιήσουν» την Κίνα. Δηλαδή δε τόχουν σε τίποτε να δημιουργήσουν ποτάμια αίματος και δυστυχίας για να πάνε με καλούς για τις ίδιες όρους στο μεγάλο μακελειό!
- Μας αποκαλύπτουν ότι ο Ρώσικος ιμπεριαλισμός θέλει να τα βάλει με τη «νέα τάξη» που οικοδομούν οι ΗΠΑ από το 1990 με τον ίδιο εγκληματικό τρόπο. Μακελεύοντας λαούς και επισείοντας με τον πιο χυδαίο για την ίδια τη ζωή τρόπο την απειλή του πυρηνικού ολέθρου για όλο τον πλανήτη αν δεν γίνουν «σεβαστές» οι ρώσικες επιδιώξεις για έναν κόσμο στον οποίο ο ρώσικος ιμπεριαλισμός θα έχει μια κάποια «συγκυριαρχία»
-Όλοι μαζί, και οι πρώτης τάξης και οι δευτεροκλασάτοι ιμπεριαλιστές, μας αποκαλύπτουν ότι επίσης δεν τόχουν σε τίποτα να δημιουργήσουν βίαια και απότομα συνθήκες εξαθλίωσης και πείνας για εκατοντάδες εκατομμύρια μαζών στον πλανήτη χάριν των ανταγωνισμών τους. Εξάλλου υπάρχουν ως ιμπεριαλιστές γιατί αυτές τις συνθήκες της εξαθλίωσης και της πείνας έχουν επιβάλλει ως καθεστώς ήδη σε δισεκατομμύρια μαζών στον πλανήτη.
-Συνολικά οι εξελίξεις αυτές αποκαλύπτουν στους εργάτες και τους λαούς του πλανήτη τα εκρηκτικά αδιέξοδα του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού συστήματος. Την προϊούσα και γενικευμένη κρίση του, την ιστορική παρακμή του, το σάπισμα του, την βαρβαρότητα του, που αναζητά έκφραση πλέον σε αυτό με το οποίο είναι συνυφασμένο το σύστημα αυτό. Στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και το μακέλεμα των λαών ως τη μόνη διέξοδο του. Μέχρι τον επόμενο κύκλο της κρίσης του.
Ανάλογα αποκαλύπτονται και στη χώρα μας τα αδιέξοδα, η γύμνια, η αντιδραστικότητα του συστήματος της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης και ολόκληρου του πολιτικού προσωπικού του. Που με κυνισμό και τυχοδιωκτισμό παίρνει θέση «στη σωστή πλευρά της Ιστορίας» , δηλαδή στην πλευρά των προστατών του. Γιατί αυτή είναι η μόνη πλευρά στην οποία η άρχουσα τάξη μπορεί να αναζητήσει μέσα στις συνθήκες της θύελλας την αναπαραγωγή του ρόλου της. Και στη βάση αυτή οι αστικές δυνάμεις δεν έχουν κανένα δισταγμό για το τι θα κοστίσει στο λαό η πλευρά αυτή. Και ταυτόχρονα βρίσκονται σε ταραχή και αναζητήσεις για το πως θα σταθούν απέναντι στο λαό ενώ θα του φορτώνουν τα όλο και μεγαλύτερα εγκλήματα που φέρνει σε αυτές τις συνθήκες η πολιτική «ανήκουμε στους προστάτες μας».
Τι σημαίνουν όμως όλα αυτά για το προλεταριάτο, για τους λαούς και το λαό μας, για την κατεύθυνση μας και την πάλη μας όπως παραπάνω τις προσδιορίσαμε;
- Σημαίνουν ότι μεγαλώνει και καταδείχνεται πλατιά το χάσμα που χωρίζει τους λαούς από τον ιμπεριαλισμό, την εργατική τάξη από το κεφάλαιο και το καπιταλιστικό σύστημα. Ότι το προλεταριάτο και οι λαοί εκβιάζονται από την ίδια την κατάσταση που βιώνουν να αναζητήσουν το δικό τους δρόμο, τις δικές τους απαντήσεις. Ότι το ίδιο το σύστημα «επιχειρηματολογεί» την ανάγκη της επαναστατικής ανατροπής του
- Σημαίνουν ότι τα μικρά και μεσαία αστικά στρώματα χάνουν ακόμα περισσότερο την αναφορά τους στο σύστημα, ή αλλιώς ότι οι κυρίαρχες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις χάνουν ακόμα περισσότερο τα στρώματα αυτά ως βάση τους. Ότι οξύνεται συνεπώς ακόμα περισσότερο το ήδη έντονο «πολιτικό ζήτημα» που καταγράφεται ως πρόβλημα διαμόρφωσης κυβερνητικών λύσεων και πολιτικού συστήματος και στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις και σε χώρες της εξάρτησης και της περιφέρειας.
- Σημαίνουν ότι η (δυτική) αστική δημοκρατία χάνει τα «φύλλα συκής» με τα οποία κάλυπτε την καταπίεση, την τρομοκρατία και την καταστολή των μαζών, ενώ ανάλογα διαταράσσονται και οι «ισορροπίες» που με διαφορετικούς όρους είχαν επιβάλλει τα καθεστώτα σε Ρωσία, Κίνα κλπ
- Σημαίνουν ειδικότερα για τη χώρα μας την πλήρη κατάρρευση των αστικών αφηγημάτων περί «ανάπτυξης», «γεωπολιτικής αναβάθμισης», «ενεργειακού κόμβου» κλπ. Ο εξαρτημένος καπιταλισμός της χώρας απογυμνώνεται από τις αφηγήσεις του. Η μεγαλοαστική τάξη προβάλλει ολοένα και περισσότερο όπως πράγματι είναι: ξενόδουλη, τυχοδιωκτική, αντιδραστική ως το μεδούλι, απόλυτα εχθρική για το λαό και τη νεολαία, έτοιμη και διατεταγμένη για τα πιο μεγάλα εγκλήματα σε βάρος του λαού και των λαών της περιοχής. Αναδεικνύεται με άλλα λόγια πως η τάξη που «ηγείται» στη χώρα έχει το λαό και την ίδια τη χώρα σαν βάση διαπραγμάτευσης για τη δικιά της αναπαραγωγή, τους δικούς της ρόλους, στα πλαίσια της ιμπεριαλιστικής της εξάρτησης.
Σημαίνουν όλα αυτά ότι συσσωρεύονται όροι κοινωνικοί και πολιτικοί νέων ξεσπασμάτων, νέων ξεσηκωμών και εξεγέρσεων των μαζών στον κόσμο και στη χώρα μας. Ότι η περίοδος των λαϊκών, εργατικών, αγροτικών, νεολαιίστικων μαζικών αγώνων που άνοιξε εδώ και μερικά χρόνια όχι μόνο δεν έκλεισε αλλά βρίσκεται στην αρχή της, ότι τροφοδοτείται με καύσιμα από την ίδια την πραγματικότητα. Ας είμαστε βέβαιοι ότι η φωτογραφία της σημερινής στιγμής που απεικονίζει να επικρατεί το μούδιασμα και το δέος είναι μόνο της σημερινής στιγμής. «Αύριο» έρχονται νέα μαζικά κύματα ξεσηκωμών και αγώνων.
ΔΕΝ σημαίνουν όλα αυτά ότι οι εξελίξεις «από μόνες τους» θα κινηθούν προς τη φορά που εμείς παλεύουμε, προς την κατεύθυνση της συγκρότησης του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος και της επαναστατικής διεξόδου. Αλλά όμως σημαίνουν όλα αυτά πως αυξάνονται οι δυνατότητες, οι απαιτήσεις και οι ευθύνες για δυνάμεις που θέλουν να παλέψουν στην κατεύθυνση αυτή.
Σημαίνουν όλα αυτά τη διαμόρφωση συνθηκών που συνηγορούν στην επανάσταση για Ανεξαρτησία και Σοσιαλισμό ως τη μόνη πραγματική διέξοδο για την εργατική τάξη και το λαό στη χώρα μας. Ότι το Μέτωπο Αντίστασης και Διεκδίκησης δεν είναι και δεν θα είναι μια «φαεινή» που βρήκαμε για να έχουμε και εμείς ένα «αφήγημα». Αλλά μια ζώσα πολιτική και κοινωνική κατάσταση που γεννιέται μέσα από τις συνθήκες της πάλης και της κοινωνίας (ας θυμηθούμε ότι σε μια αυθόρμητη εκδοχή του υπήρξε και το 2010-11) που απαιτεί από αυθόρμητη να γίνει συνειδητή. Δηλαδή απαιτεί επεξεργασία, πολιτική κατεύθυνση και πάλη αυτής της κατεύθυνσης μέσα στο Μέτωπο. Ότι η πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό τον πόλεμο και την εξάρτηση δεν είναι δεν θα είναι «μια παλιά και ξεπερασμένη θεωρία» (αφού είμαστε στην εποχή της … «παγκοσμιοποίησης»!!) αλλά ανάγκη ζωής για το λαό, βάση της χειραφέτησης του από τις δυνάμεις του συστήματος. Αλλά και γραμμή και κατεύθυνση με βάση την οποία μπορεί και να συγκροτηθεί και να ηγεμονεύσει η εργατική τάξη , γραμμή και κατεύθυνση που μπορεί να φλογίσει και να αναδείξει τη νεολαία σε δύναμη κρούσης του λαϊκού κινήματος.
Σημαίνουν όλα αυτά πως πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειες για την πολιτική, ιδεολογική και οργανωτική αναβάθμιση της Οργάνωσης και των Μετωπικών σχημάτων που αναφέρονται σε αυτήν στα μέτρα που απαιτεί η εποχή μας. Πως πρέπει να «ετοιμαστούμε» από κάθε άποψη για να παλέψουμε μέσα στο λαό και με το λαό στις θύελλες της εποχής μας. Στο κάτω-κάτω ανήκουμε στις δυστυχώς ελάχιστες εξαιρέσεις των πολιτικών δυνάμεων που κάθε άλλο παρά αιφνιδιάζονται από την φορά των εξελίξεων, από τις πλατιά αποκάλυψη των πραγματικών χαρακτηριστικών και επιδιώξεων του συστήματος και των δυνάμεων του. Αυτή η δικαίωση των εκτιμήσεων και των κατευθύνσεων μας που εδώ και δεκαετίες θέτουμε και παλεύουμε, πρέπει και μπορεί να αποτελέσει προωθητική βάση στην περίοδο των μεγάλων απαιτήσεων και καθηκόντων που έχουμε μπει.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Η εκ νέου συγκρότησης του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος είναι η πιο επιτακτική, η πιο σπουδαία για τους εργάτες και τους λαούς, ανάγκη της εποχής μας.
Είμαστε πεπεισμένοι ότι με βάση τα δεδομένα που διαμορφώνονται στην ταξική πάλη αλλά και με βάση τις σημερινές μας αφετηρίες, τις κατακτήσεις της 40χρονης διαδρομής μας, μπορούμε να βαδίσουμε σε αυτήν την υπόθεση.
Είμαστε πεπεισμένοι ότι ισχύει η εκτίμηση μας για την δυνατότητα της «ανισόμετρης» -σε σχέση με τα καθαυτά αποτελέσματα των αγώνων- ενίσχυσης των κομμουνιστικών δυνάμεων.
Σε αυτό λοιπόν τον σπουδαίο, γεμάτο δυσκολίες και απαιτήσεις, δίκαιο και ελπιδοφόρο αγώνα της εκ νέου συγκρότησης του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος καλούμαστε να προχωρήσουμε!