Θρησκευτικός πόλεμος απειλείται στη Μ. Ανατολή, υποστηρίζεται από διάφορες πλευρές και αναπαράγεται ως άποψη στα ΜΜΕ. Αιτία, η εκτέλεση του σιίτη σεΐχη Νιμρ Αλ Νιμρ και άλλων 46 σιιτών από το καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας.
Μόνο που θρησκευτικοί πόλεμοι δεν υπάρχουν και μάλλον δεν υπήρξαν ποτέ. Υπήρξαν και υπάρχουν μόνο πόλεμοι συμφερόντων. Συμφερόντων οικονομικών, πολιτικών, ταξικών, κρατικών.
Ανάλογες βάσεις και αφετηρίες είχαν τα διάφορα «σχίσματα». Ρώμης και Βυζαντίου. Η δημιουργία διάφορων «αυτοκέφαλων» εκκλησιών με τα αντίστοιχα «δόγματα». Της Αγγλικανικής, των Διαμαρτυρόμενων, η μεταφορά της παπικής έδρας στην Αβινιόν για εκατό περίπου χρόνια κ.λπ. Αντίστοιχα και στον μουσουλμανικό κόσμο η διάσταση για το ποιος θα διαδεχτεί τον προφήτη, ο Αλί ή ο Αμπού Μπακρ, είχε σαν υπόβαθρο το ποια φατρία θα ηγεμονεύσει στο Χαλιφάτο.
Όσο για την -χρόνια- «ιερή» διαμάχη ανάμεσα στην κοσμική και θρησκευτική εξουσία, δεν είχε τίποτα το ιερό. Αφορούσε απλά και καθαρά το ποιος θα έχει το πάνω χέρι σ’ αυτόν τον ανίερο συνεταιρισμό της εκμετάλλευσης και καταπίεσης του λαού. Ο διαχωρισμός εκκλησίας-κράτους ιδιαίτερα μετά τη Γαλλική Επανάσταση του 1789 και την ανάδειξη της αστικής τάξης ως κυρίαρχης έβαλε νέους όρους σ’ αυτόν το συνεταιρισμό. Πολύ περισσότερο καθώς εκείνοι που ίσχυαν επί φεουδαρχίας ήταν ασύμβατοι με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και κερδοφορίας.
Ισλάμ και ιμπεριαλιστική ανάμειξη
Η αντίστοιχη διαδικασία στο μουσουλμανικό κόσμο καθυστέρησε μερικούς αιώνες και προχωράει μέσα από σειρά αντιφάσεων. Αντιφάσεων που περιπλέκονται ακόμη περισσότερο με την ιμπεριαλιστική επέμβαση εδώ και πάνω από έναν αιώνα.
Η περιοχή της Μ. Ανατολής και ιδιαίτερα από τότε που διαπιστώθηκε ότι διαθέτει τα πλουσιότερα κοιτάσματα πετρελαίου υπήρξε πεδίο άγριου ανταγωνισμού ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Ανταγωνισμοί που συμπλέκονταν με τις τοπικές αντιθέσεις, ταξικές, κρατικές, των διάφορων φατριών, σε συνεχείς διασταυρούμενους και εναλλασσόμενους συνδυασμούς.
Η προσπάθεια των ΗΠΑ (ήδη από το 1991 και ιδιαίτερα με την κλιμάκωση της επέμβασής τους το 2003) να «αναμορφώσουν» την περιοχή υπό την κυριαρχία τους σκόνταψε σε πολλά εμπόδια. Στις αντιστάσεις που συνάντησαν, στην αντίθεση των άλλων ιμπεριαλιστών αλλά και στις αντιφάσεις της ίδιας της πολιτικής τους. Ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατο (και παραμένει σαν τέτοιο) να εναρμονίσει, ευθυγραμμίσει τις πολύμορφες και έντονες τοπικές αντιθέσεις και να τις εντάξει στην πολιτική των ΗΠΑ.
Τα επίδικα της συριακής κρίσης
Εδώ βρισκόμαστε σήμερα. Στην περίπτωση της Συρίας εμφανίζονται συμπυκνωμένες και διασταυρούμενες σειρά αντίθετων επιδιώξεων και αντιθέσεων πολλών δυνάμεων. Κεντρικός στόχος των ιμπεριαλιστών της Δύσης αλλά και ορισμένων δυνάμεων της περιοχής, ο εξοβελισμός της Ρωσίας. Η ακύρωση της ρωσικής προσπάθειας, που διατηρεί βάσεις στη Συρία και δεσμούς με το καθεστώς Άσαντ, να επανακάμψει στη Μεσόγειο και την περιοχή της Μ. Ανατολής.
Από κοντά και οι ιδιαίτερες επιδιώξεις των άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, όπως λ.χ. της Γαλλίας, που διεκδικούσε μια μορφή «ανανέωσης» στις σημερινές συνθήκες της «εντολής» που πάλαι ποτέ της είχε ανατεθεί. Ταυτόχρονα, η εξουδετέρωση της μοναδικής δύναμης (κράτος) συμμάχου του Ιράν που συνεχίζει να αποτελεί το μεγάλο τοπικό «αγκάθι» στις επιδιώξεις ΗΠΑ-Δύσης.
Σ’ αυτή την κατεύθυνση συνενώνονται, συγχωνεύονται οι επιδιώξεις και άλλων τάσεων και δυνάμεων.
Της Σ. Αραβίας τόσο στα πλαίσια της χρόνιας αντιπαλότητάς της με το Ιράν όσο και της διεκδίκησης ρυθμιστικού ρόλου στην περιοχή. Έναν ρόλο που ιδιαίτερα έντονα και επιθετικά διεκδικούσε και από τη μεριά της η Τουρκία. Θα πρέπει ακόμη να παίρνεται υπόψη ότι το καθεστώς Άσαντ αποτελούσε γενικότερο στόχο των ανερχόμενων φεουδαρχικών τάσεων και δυνάμεων της περιοχής καθώς ήταν ο τελευταίος εκπρόσωπος του κάποτε κυρίαρχου μπααθικού (νασερικού) αστικού ρεύματος στην περιοχή.
Από τη «δημοκρατική αντιπολίτευση» στον ISIS
Σε μια πρώτη φάση χρησιμοποιήθηκαν σαν μοχλός η φιλοδυτική συριακή αντιπολίτευση και ισλαμικές ομάδες σε μια προσπάθεια αξιοποίησης της λαϊκής δυσαρέσκειας απέναντι στο έτσι κι αλλιώς αντιδραστικό καθεστώς Άσαντ και στα πλαίσια του γενικότερου κλίματος που είχαν διαμορφώσει οι λαϊκές κινητοποιήσεις σε μια σειρά χώρες της περιοχή.
Το καθεστώς Άσαντ ωστόσο, με την υποστήριξη Ρωσίας, Ιράν και Χεζμπολά, έδειξε να αντέχει. Αυτό οδήγησε σε κλιμάκωση της επέμβασης, πιο οργανωμένη, πιο συγκροτημένη και πολλαπλώς υποστηριζόμενη. Με πυρήνα ισλαμιστικές ομάδες που δρούσαν σε Ιράκ και Συρία εμφανίστηκε «ξαφνικά» μια στρατιωτική δύναμη που σάρωσε το στρατό του Ιράκ και ανάγκασε σε σειρά σημαντικών υποχωρήσεων τις συριακές στρατιωτικές δυνάμεις.
Ένα δημιούργημα των ιμπεριαλιστών της Δύσης με άμεση στήριξη και συμμετοχή των Σ. Αραβίας, Εμιράτων και Τουρκίας. Η συνεχής τροφοδότηση του ISIS με όπλα, χρήμα και «εθελοντές» έφερε σε δύσκολη θέση το καθεστώς Άσαντ που άρχισε να δείχνει σημεία κατάρρευσης.
Η ρωσική επέμβαση
Απέναντι σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο εκδηλώθηκε η άμεση και αποφασιστική αντίδραση της Ρωσίας, μιας και, αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα ανέτρεπε βασικές στρατηγικές της επιδιώξεις. Η άμεση στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας, οι ενισχύσεις από το Ιράν και τη λιβανική Χεζμπολά άρχισαν να ανατρέπουν τα δεδομένα στο πεδίο των μαχών. Πάνω απ’ όλα ωστόσο έστελνε ένα πολιτικό μήνυμα μεγάλης βαρύτητας προς όλες τις κατευθύνσεις.
Ο ρωσικός ιμπεριαλισμός με αυτή του την -πρώτη μακριά από τα σύνορά του- στρατιωτική επέμβαση έδειξε ότι δεν είναι διατεθειμένος να αποχωρήσει αμαχητί από την περιοχή. Τέθηκε έτσι ένα κρίσιμο ερώτημα για όλες τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και πρώτα και κύρια για τις ΗΠΑ. Θα σήκωναν το γάντι προχωρώντας σε μια κλιμάκωση της αναμέτρησης με άγνωστο το μέχρι πού μπορούσε να φθάσει ή θα αναζητούσαν κάποια μορφή προσωρινού έστω συμβιβασμού; Με βάση αυτό, οι διαπραγματεύσεις που είχαν ξεκινήσει πριν ακόμη την έναρξη των ρωσικών βομβαρδισμών αποκτούν, από ένα σημείο και μετά, ιδιαίτερη βαρύτητα.
Στην τροχιά της έντασης
Ιδιαίτερη σημασία έχει η επίδραση ατής της εξέλιξης στις δυνάμεις της περιοχής και ειδικότερα σε Τουρκία και Σ. Αραβία. Αυτό που είδαν -και καθόλου αβάσιμα- στη ρωσική επέμβαση και στην πιθανότητα ενδοϊμπεριαλιστικού συμβιβασμού ήταν η ματαίωση των ιδιαίτερων σχεδίων και επιδιώξεών τους. Όσο για τους οπλαρχηγούς του ISIS, δεν ήταν δύσκολο να αντιληφθούν ότι υπήρχε σοβαρή πιθανότητα να μετατραπούν στους αποδιοπομπαίους τράγους της όλης ιστορίας.
Σ’ αυτή τη βάση αποκτούν ιδιαίτερη σημασία ορισμένα γεγονότα ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζουν η σφαγή στο Παρίσι και η κατάρριψη του ρωσικού Σουχόι από τους Τούρκους. Ενέργειες που κάλλιστα θα μπορούσαν να αποδοθούν σε «πρωτοβουλία» τοπικών δυνάμεων καθώς εναρμονίζονταν με βασικές τους επιδιώξεις. Την πυροδότηση της αντιπαράθεσης των ιμπεριαλιστών της Δύσης με τη Ρωσία και τη ματαίωση ενός πιθανού συμβιβασμού που θα τις έθετε στο περιθώριο. Την κλιμάκωση αυτής της αντιπαράθεσης που θα τις αναδείκνυε σε πολύτιμα «εργαλεία» της Δύσης και με τα ανάλογα ανταλλάγματα.
Αν αυτά είναι αρκετά φανερά, το ερώτημα εδώ είναι άλλο. Θα μπορούσε, λ.χ., η Τουρκία να προχωρήσει στην κατάρριψη ρωσικού αεροσκάφους χωρίς να έχει πράσινο φως από τις ΗΠΑ; Κι αν όχι από την πολιτική ηγεσία, μήπως από άλλα κέντρα στις ΗΠΑ που υποστηρίζουν την αναγκαιότητα πιο αποφασιστικής αντιμετώπισης της «ρωσικής πρόκλησης»; Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Απ’ ό,τι δείχνουν πάντως οι έως τώρα αντιδράσεις, η -επίσημη τουλάχιστον- γραμμή των ΗΠΑ είναι της σχετικής αυτοσυγκράτησης. Μια στάση που εναρμονίζεται και με τη στάση των συμμάχων τους, Αγγλίας, Γαλλίας, Γερμανίας κ.ά.
Μια εκτέλεση-πρόκληση
Παρ’ όλα αυτά ωστόσο -και ίσως γι’ αυτό- οι αντιδράσεις των τοπικών δυνάμεων συνεχίζουν να κινούνται στην τροχιά της έντασης. Η διαφοροποίηση βρίσκεται στο ότι στην πρώτη γραμμή βγαίνει πλέον η Σ. Αραβία, μιας και η Τουρκία «εκτέθηκε» πλέον αρκετά και αντιμετωπίζει την άμεση και έντονη ρωσική πίεση.
Η απόφαση του Ριάντ να προωθήσει τη δημιουργία μιας -υποτίθεται- «αντιτρομοκρατικής» συμμαχίας με χώρες που κινούνται στα ίδια νερά δεν φάνηκε να παίρνει κάποια αξιόλογη υπόσταση. Χρειαζόταν πλέον κάτι άλλο, πιο δραστικό, για να δημιουργηθεί η όξυνση που επιδίωξε η σαουδαραβική ηγετική κλίκα.
Η εκτέλεση του σιίτη σεΐχη Νιμρ Αλ Νιμρ και άλλων 46 σιιτών με το πρόσχημα της «αντιτρομοκρατικής» δράσης εντάσσεται σε αυτήν ακριβώς τη λογική. Η οργισμένη αντίδραση του Ιράν και γενικότερα των σιιτών ήταν μέσα σ’ αυτά που ακριβώς επιδίωκαν. Να προσδώσουν στις επιδιώξεις τους «θρησκευτικό» χαρακτήρα. Να συσπειρώσουν γύρω τους τους σουνίτες που αποτελούν και τη μεγάλη πλειοψηφία του μουσουλμανικού κόσμου. Να οξύνουν την αντίθεση με το Ιράν σε επίπεδα αντιπαράθεσης και -αν είναι δυνατόν- να τορπιλίσουν την όποια προσέγγιση Δύσης-Ιράν.
Ακόμη περισσότερο, να πυροδοτήσουν τη γενικότερη όξυνση στην περιοχή και τη ματαίωση των οποιωνδήποτε συμβιβασμών Δύσης-Ρωσίας. Το ερώτημα για το αν οι Σαουδάραβες ενήργησαν αυτοβούλως και «χωρίς να ρωτήσουν» κανέναν ισχύει και σ’ αυτή την περίπτωση.
Το κρίσιμο δίλημμα
Ορισμένες απαντήσεις μπορούν ως ένα βαθμό να δοθούν με βάση τη συνολικότερη εκτίμηση της κατάστασης. Έχουμε την άποψη ότι οι κινήσεις των τοπικών δυνάμεων μπορεί να θέτουν ζητήματα, να δημιουργούν προβλήματα και εντάσεις, να λειτουργούν αποσταθεροποιητικά, αλλά ο αποφασιστικός ρόλος και αυτός που διαμορφώνει το συνολικότερο πλαίσιο ανήκει στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Η κύρια διακύβευση εδώ είναι συγκεκριμένη και ταυτόχρονα έχει και τις προεκτάσεις της.
Αφορά κατ’ αρχάς την παρουσία του ρωσικού ιμπεριαλισμού στη Συρία. Θα γίνει αυτή «ανεκτή» από τις ΗΠΑ-Δύση και υπό ποιους όρους; Η όποια απάντηση δοθεί θα έχει άμεση επίδραση στη διαμόρφωση συνολικά της κατάστασης στην περιοχή αλλά και τις επιδράσεις της στη γενικότερη διαδικασία αναδιάταξης δυνάμεων στον κόσμο.
Άμεση αναμέτρηση ή κάποια μορφή συμβιβασμού που στην ουσία θα μεταθέτει το πρόβλημα; Η απάντηση στο ερώτημα, πέρα από τις επιδιώξεις της κάθε πλευράς, έχει μια βασική συνάρτηση. Το συσχετισμό δυνάμεων τόσο συνολικά όσο και ειδικότερα, το πώς αυτός εκφράζεται στην περιοχή (σε επίπεδο συμμαχιών και συγκέντρωσης-διάθεσης δυνάμεων).
Επιδιώξεις και συσχετισμοί
Στο πεδίο της Μ. Ανατολής και σε αντίθεση, λ.χ., με τα πλεονεκτήματα που διέθετε στο μέτωπο της Ουκρανίας, η ρωσική πλευρά έχει να αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα. Στο ζήτημα των συμμαχιών υπολείπεται σοβαρά της Δύσης τόσο στο συνολικότερο πεδίο όσο και ειδικά στην περιοχή όπου οι συμμαχίες που διαθέτει και περιορισμένες είναι και σχετικά επισφαλείς. Ταυτόχρονα, αντιμετωπίζει προβλήματα και δυσκολίες όσον αφορά την πρόσβαση και μεταφορά δυνάμεων στο πεδίο της αναμέτρησης.
Όσον αφορά την πλευρά των ΗΠΑ-Δύσης, αυτή εμφανίζεται να έχει όλα τα πλεονεκτήματα. Σε επίπεδο συμμαχιών, βάσεων, στόλων κ.λπ. Υπό έναν ωστόσο όρο. Της ενιαίας και σταθερής αντιμετώπισης του ζητήματος από τη μεριά των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Αυτό ωστόσο δεν είναι καθόλου δεδομένο. Το ότι «προθυμοποιούνται» όλες τους να συμμετάσχουν ενεργά (και στρατιωτικά) στην «καταπολέμηση της τρομοκρατίας» έχει σχέση με τις ιδιαίτερες επιδιώξεις της κάθε μιας. Πολύ απλά παίρνουν -ένοπλη- θέση στη διαγραφόμενη μοιρασιά των ρόλων στην περιοχή (ακόμη και η «συγκρατημένη» έως πρόσφατα Γερμανία).
Ταυτόχρονα έναν ρόλο έχει και η πίεση που αισθάνονται από τις διαστάσεις που έχει πάρει το μεταναστευτικό ρεύμα. Είναι ωστόσο εντελώς άλλο ζήτημα το πόσο και μέχρι πού είναι διατεθειμένες να τραβήξουν την αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Η Γερμανία, η «πολύπειρη» Βρετανία, ακόμα και η επιθετικότατη έως πρόσφατα Γαλλία. Εκδηλώνουν «μετριοπαθείς» και συμβιβαστικές διαθέσεις ακόμη και σε σχέση με το ζήτημα-«αγκάθι», της συμμετοχής του Άσαντ στη διαδικασία «επίλυσης». Όσο για τον υπερβάλλοντα ζήλο δυνάμεων σαν τη Σαουδική Αραβία, Τουρκία κ.ά. πολύ δύσκολο να κοντράρουν τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις εφόσον αυτές πάρουν τις αποφάσεις τους.
Το ζήτημα των συμμαχιών
Αναφερόμενοι ειδικότερα στις ΗΠΑ θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι το πρόβλημα των συμμαχιών δεν αφορά μόνο το ζήτημα της Συρίας, αλλά έχει ευρύτερες διαστάσεις στρατηγικού χαρακτήρα. Ιδιαίτερα μετά τα αδιέξοδα της πολιτικής Τσένι-Μπους και την κρίση που προκάλεσε στο πλαίσιο της δυτικής συμμαχίας είναι ένα ζήτημα στο οποίο αποδίδουν πλέον -και καθόλου ανεξήγητα- ιδιαίτερη βαρύτητα. Άλλωστε η ανάδειξη του Ομπάμα στην προεδρία των ΗΠΑ αυτόν τον αναπροσανατολισμό εξέφρασε. Βεβαίως, και όπως ήδη αναφέρθηκε, οι διαφορετικές τάσεις και δυνάμεις στις ΗΠΑ δεν έπαψαν να υπάρχουν και να προωθούν τις επιδιώξεις τους, ενώ θα πρέπει να συνυπολογίζεται ότι επίκεινται προεδρικές εκλογές.
Το αν η λήξη της θητείας Ομπάμα θα σημαίνει και νέο αναπροσανατολισμό της πολιτικής τους μένει να το δούμε. Όπως μένει να δούμε και το αν, πότε και ποιας μορφής διακανονισμός μπορεί να προκύψει στην παρούσα κρίση.
Το βέβαιο πάντως είναι πως είτε στη μια είτε στην άλλη εκδοχή των πραγμάτων ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις για το ξαναμοίρασμα του κόσμου, η διαδικασία αναδιάταξης δυνάμεων βρίσκονται σε μια πορεία που έχει πολύ δρόμο ακόμα. Μέχρι τότε θα συνεχίσουν να κομματιάζονται οι λαοί στη Συρία, στη Μέση Ανατολή και συνολικά στον κόσμο και μέχρι να βρουν το δικό τους δρόμο.
ΥΓ.: Σε πρόσφατο βίντεο δημόσιας εκτέλεσης ομήρων από τον ISIS διακηρύχθηκε ξανά το πόσο αυτοί -ως πιστοί- «αγαπούν τον θάνατο» σε αντίθεση με τους «άπιστους» που προτιμούν τη ζωή. Μια μικρή απορία.
Θεωρώντας εύλογο ότι οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές μιας τέτοιας αντίληψης θα πρέπει να είναι οι εμπνευστές της (ιμάμηδες, σεΐχηδες, εμίρηδες, μουλάδες, χαλίφηδες κ.λπ.), γιατί δεν ζώνονται οι ίδιοι τα άρματα και τα εκρηκτικά; Γιατί αυτό το «θείο δώρο» του θανάτου το προσφέρουν σε νέους και νέες που φανατίζουν και δεν το κρατάνε για τον εαυτό τους; Έτσι ώστε να ’χουν τη δυνατότητα να συναντήσουν άμεσα και αυτοπροσώπως τον προφήτη τους; (Χώρια τα «εξτρά» που διακηρύσσουν ότι υπάρχουν στον παράδεισό τους).
Βασίλης Σαμαράς