Ψωμί, δουλειά, ελευθερία, ειρήνη, μόνο η λαϊκή πάλη μπορεί να κατακτήσει
Το 35,7% του πληθυσμού της Ελλάδας (δηλαδή περίπου 3,9 εκατομμύρια άνθρωποι) βρίσκονται σε «κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού» διαπιστώνει η τελευταία έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ, που συμπίεσε το «μέτρο της φτώχειας», μια και με τις συνθήκες του 2009 το παραπάνω ποσοστό θα ήταν στο 44,3%!
Γι’ αυτό το αποτέλεσμα και για πολλά άλλα που βρίσκονται «μέσα» και έξω από αυτό, επιχαίρουν και δίνουν συγχαρητήρια στην κυβέρνηση οι ιθύνοντες του ΔΝΤ και της ΕΕ, δηλαδή οι εκπρόσωποι των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της ΕΕ και των ΗΠΑ. Τη συνέχιση των «μεταρρυθμίσεων» που έφεραν αυτό το αποτέλεσμα απαιτούν ταυτόχρονα οι λεγόμενοι «δανειστές», για να βάλουν ακόμα πιο βαριά δεσμά ληστείας της χώρας και του λαού και να επιβάλουν ακόμα πιο βάρβαρες σχέσεις δουλείας στην εργατική τάξη. Έτσι, παρ’ όλο που αναγνωρίζουν το «success story» που οι ίδιοι εξάλλου καθοδήγησαν και επόπτευσαν, δεν παρέχουν την πολυπόθητη για την κυβέρνηση –και όχι μόνο γι’ αυτή– άδεια να εμφανίσει ένα «τέλος» και μια «νέα αρχή» που θα σηματοδοτούν πως γίναμε μια «κανονική χώρα», που λέει και ο Βενιζέλος. Προληπτική στήριξη, νέα εποπτεία, νέο πρόγραμμα, με τέτοιους και ανάλογους όρους, Ουάσινγκτον και Βερολίνο δίνουν τα όρια της μεταμφίεσης που είναι επιτρεπτή, και μέσα σε αυτά τα όρια αναζητεί το πώς θα σταθεί και θα περπατήσει το κυβερνητικό κέντρο, αλλά και συνολικά το αστικό πολιτικό σύστημα. Μέσα σε αυτά τα όρια διεκδικεί και ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνητικό ρόλο, υποσχόμενος μεγαλύτερα επιδόματα από αυτά που ανακοίνωσε ο Σαμαράς για τους εξαθλιωμένους, και σπεύδοντας να κερδίσει τη συμφωνία του Καμένου των ΑΝΕΛ σαν άλλο ένα βήμα για να φτάσει στην κυβέρνηση της «σωτηρίας» από την «ανθρωπιστική κρίση» που μας βρήκε…
Όμως ακόμα πιο σοβαρές και επικίνδυνες εξελίξεις για τον λαό, ακόμα και από την τεράστια συσσώρευση εξαθλίωσης που επίσημα διαπιστώνεται, μπορεί να φέρουν αυτά που διαδραματίζονται στην περιοχή εξαιτίας της ιμπεριαλιστικής –κυρίως αμερικανικής– πολεμικής στρατιωτικής δράσης. Η συμφωνία Βενιζέλου – Κασουλίδη, για ενοποίηση των θαλάσσιων χώρων Ελλάδας – Κύπρου και αναβάθμισης του άξονα με την Αίγυπτο (και φυσικά με το Ισραήλ) απέναντι στις τουρκικές κινήσεις και προκλήσεις, είναι πλήρως ενταγμένη στο πλαίσιο των αμερικανικών επιδιώξεων για την αναβάθμιση του ελέγχου και της κυριαρχίας τους στη Μ. Ανατολή. Στο πλαίσιο δηλαδή της έντασης των εκβιασμών μεταξύ όλων των υποτακτικών των ΗΠΑ, ώστε όλοι τελικά να στοιχηθούν στα σχέδιά τους, ακόμα και αν αυτό απαιτήσει θερμά επεισόδια και αιματηρές εξελίξεις για τις χώρες και τους λαούς που καλούνται να χρησιμοποιηθούν και να δεθούν ακόμα πιο σφιχτά πίσω από το αμερικανικό πολεμικό άρμα που ήδη θερίζει τη Μ. Ανατολή. Και είναι χαρακτηριστική των εξελίξεων που «μέλλονται» και των τυχοδιωκτισμών που μπορεί να υπάρξουν η «ουδέτερη στάση» με την οποία η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζει αυτό το βάθεμα της εμπλοκής της ελληνικής κυβέρνησης στα αμερικανικά σχέδια…
Χρονοδιάγραμμα αναταράξεων
Με αυτούς τους όρους στερέωσης και συνέχισης της ληστείας του λαού και της χώρας και έντασης των πολεμικών συγκρούσεων στην περιοχή που έχουν διαμορφώσει οι ιμπεριαλιστές, παρ’ όλο που η κυβέρνηση Σαμαρά πήρε την ψήφο εμπιστοσύνης που ζήτησε, ο πολιτικός χρόνος που κέρδισε ως τον επόμενο Φλεβάρη που με αφορμή την εκλογή προέδρου θα τεθεί εκ των πραγμάτων ξανά το κυβερνητικό-πολιτικό ζήτημα δεν μπορεί να είναι ανέφελος, ούτε για την ίδια ούτε συνολικά για το πολιτικό σύστημα. Γιατί κυβέρνηση και αντιπολίτευση πρέπει να βαδίσουν στο ρημαγμένο κοινωνικό και στο εκρηκτικό γεωπολιτικό πεδίο που έχει διαμορφωθεί, γιατί σε αυτό το πλαίσιο τα κόμματα του συστήματος και οι υποψήφιοι διαχειριστές του καλούνται από τα αφεντικά τους να ανασυνταχθούν και να διαμορφώσουν σχέδια «αφηγήσεων».
Τους επόμενους λοιπόν μήνες το πολιτικό σύστημα θα περάσει ένα μακρόσυρτο στρες τεστ που δεν περιλαμβάνει μόνο τα πολλά προγραμματισμένα ραντεβού στα επιτελεία των ιμπεριαλιστικών οργανισμών (Γιούρογκρουπ, Σύνοδος Κορυφής ΕΕ, ΔΝΤ κ.ά.), αλλά και τις «απρογραμμάτιστες» και απρόβλεπτες εξελίξεις που θα προκύψουν από τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιπαραθέσεις, τις κάθε είδους ιμπεριαλιστικές παρεμβάσεις στη χώρα και τα θερμά πεδία των παρεμβάσεών τους σε Ουκρανία και Μ. Ανατολή.
Ήδη τις μέρες αυτές έχουμε μια «μη προγραμματισμένη» εξέλιξη: εν μέσω «success story», το Χρηματιστήριο υφίσταται καθίζηση και τα περίφημα spread εκτινάσσονται ξανά σε επίπεδα που δεν επιτρέπουν να βγει η χώρα στις αγορές και να «βγει από το Μνημόνιο. Πρόκειται για παρέμβαση των «αγορών» (διάβαζε των ιμπεριαλιστών), με αποδέκτες τους τωρινούς αλλά και όλους τους υποψήφιους κυβερνητικούς διαχειριστές. Μια παρέμβαση που «υπενθυμίζει» ποιος βάζει τους όρους (και ποιοι είναι οι όροι) διαμόρφωσης του πολιτικού-κυβερνητικού ζητήματος. Μια παρέμβαση που δίνει ταυτόχρονα «επιχειρήματα» για να γίνει ακόμα πιο άγρια η κυβερνητική πολιτική ενάντια στον λαό, αλλά και για να προσαρμοστούν ανάλογα όλες οι «αφηγήσεις» για το υποτιθέμενο νέο τοπίο που θα διαμορφωθεί μετά τις όποιες εξελίξεις του Φλεβάρη – Μάρτη.
Έχουμε μπει λοιπόν για τα καλά σε ένα χρονοδιάγραμμα αναταράξεων και μέσα σε αυτό καλούνται να δώσουν απαντήσεις και να βγάλουν άκρη οι πολιτικές δυνάμεις του συστήματος της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης, ενώ από δίπλα και από πολύ κοντά πια βρίσκεται και ο ΣΥΡΙΖΑ, δίνοντας ολοένα και πιο σωστές απαντήσεις για τις ανάγκες αυτού του συστήματος. Έτσι, στον εγχώριο πολιτικό καβγά του με τη ΝΔ αναπτύσσει ολοένα και πιο πολύ μια γραμμή «καταγγελίας των ανευθυνοτήτων» της κυβέρνησης, εξ αιτίας των οποίων προκαλείται αναταραχή στις τράπεζες και στις αγορές…
Βέβαια οι έξωθεν παρεμβάσεις δεν αρκούνται στην επαναχάραξη του πλαισίου των εκβιασμών και στην ανακίνηση των βασικών γεωπολιτικών μοχλών (Κυπριακό, Ελληνοτουρκικά, πΓΔΜ) μέσα από τα οποία ορίζουν την τροχιά κίνησης της χώρας και των επιλογών της. Τα (πολλά και όχι συντονισμένα) κέντρα εξουσίας παρεμβαίνουν και απευθείας στις δυνάμεις και στους «ανθρώπους τους» που συναποτελούν το πολιτικό προσωπικό, επιδιώκοντας να διαμορφώσουν όχι μόνο την κεντρική κυβερνητική λύση, αλλά σε συνάρτηση με αυτή εναλλακτικό πυλώνα, συμπληρώματα, αναχώματα και δυνάμεις διαθέσιμες για κάθε ειδικό στόχο και σκοπό, για να χρησιμοποιήσουμε όρους που ακούστηκαν στη Βουλή στη συζήτηση για την ψήφο εμπιστοσύνης.
Προϊόν και αποτέλεσμα αυτών των παρεμβάσεων είναι η κατάσταση αναβρασμού στο πάλαι ποτέ ΠΑΣΟΚ και στην εν γένει λεγόμενη Κεντροαριστερά. Πρόκειται για χώρο από τον οποίο τα κέντρα εξουσίας δεν παραιτούνται βέβαια από την κατεύθυνση ότι μπορούν να συγκροτήσουν χρήσιμα πολιτικά μορφώματα με τουλάχιστον σημαντικό ρόλο στο πολιτικό σκηνικό. Στον χώρο αυτό βρίσκεται ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του πολιτικού προσωπικού που εδώ και πολλά χρόνια προσέφερε καθοριστικές υπηρεσίες στο σύστημα, γι’ αυτό, παρά τα πολλά και μεγάλα προβλήματα που η ίδια η επίθεση έχει δημιουργήσει στον χώρο, δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να προσπεραστεί. Εξάλλου ακόμα και το βενιζελικό ΠΑΣΟΚ τα 2,5 τελευταία χρόνια είχε και έχει σημαντική συμβολή στην επίθεση και στη λεγόμενη σταθερότητα του συστήματος, αν και σε αυτό καθαυτό το σύστημα δεν μπορεί να αποδώσει –για τη συνέχεια– τα αναλογούντα εύσημα. Έτσι προκύπτουν οι επανεμφανίσεις Σημίτη, οι παρεμβάσεις του ΓΑΠ και οι «4.000» υπογραφές που ζητούν συνέδριο, η κίνηση Παπασπύρου που είχε αποτραβηχτεί για ένα διάστημα και βέβαια η δραστηριότητα των όμορων χώρων και δυνάμεων: πρώην και νυν ΔΗΜΑΡ, Ποτάμι κ.λπ.
Παράλληλα εκκρεμεί –ή, πιο σωστά, επιχειρείται με λιγότερο θορυβώδεις όρους– η ανασύνταξη της δεξιάς πολυκατοικίας και στη βάση μιας σκληρής ακροδεξιάς γραμμής και κατεύθυνσης που θα απορροφήσει και θα εντάξει τις δεξιές αμφισβητήσεις στη ΝΔ του Σαμαρά. Σε αυτή τη βάση εξαπολύθηκε και η επιχείρηση συμμαζέματος της ΧΑ –που τα τελευταία γκάλοπ την εμφανίζουν να αποδίδει καρπούς– και έχει προγραμματιστεί η δίκη της, που θα αποτελέσει σημείο καμπής της όλης διαπραγμάτευσης, τον επόμενο μήνα. Είναι βέβαιο πως για το σχέδιο αυτό ο Σαμαράς διαθέτει, έναντι των σημαντικών φυγόκεντρων τάσεων που έχουν και στον χώρο αυτό αναπτυχθεί, το πλεονέκτημα του πρωθυπουργού που παίρνει τα εύσημα από τα αφεντικά. Ωστόσο το ότι δεν παίρνει την άδεια να εμφανιστεί πως «βγαίνουμε από τα Μνημόνια» ανατροφοδοτεί τις φυγόκεντρες τάσεις και βέβαια δίνει ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στη φυγή προς τη δεξιά και αντιδραστική κατεύθυνση.
Μπορεί –και πώς– να παρέμβει ο λαός;
Είναι παραπάνω από φανερό ότι οι μαύρες Τρίτες και Τετάρτες του Χρηματιστηρίου, οι αλληλοεκβιασμοί των υποτακτικών στους αμερικανονατοϊκούς κυβερνήσεων Τουρκίας και Ελλάδας και το σύνολο των εξελίξεων στην περιοχή σημαίνουν και φέρνουν μαύρες μέρες και χρόνια για τον λαό μας και για τα θεμελιώδη δικαιώματά του στο ψωμί, στη δουλειά, στην ειρήνη, στην ελευθερία.
Μπορεί λοιπόν και πώς να παρέμβει ο λαός σε αυτές τις εξελίξεις και για την υπεράσπιση των δικών του συμφερόντων και δικαιωμάτων;
Μια πρώτη απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι πως δεν χρειάζεται να παρέμβει. Αρκεί να περιμένει μέχρι να γίνουν εκλογές με τις οποίες και διά της ψήφου του στον ΣΥΡΙΖΑ θα αποκρούσει, θα αναιρέσει, θα ανατρέψει όλους τους βασικούς κινδύνους που τον απειλούν, θα «βάλει στη θέση τους» τις δυνάμεις που του έχουν ληστέψει το ψωμί, τη δουλειά, του έχουν κατακρεουργήσει τις ελευθερίες του και τον απειλούν με ακόμα χειρότερα, του πολεμικού μακελειού συμπεριλαμβανομένου! Είναι έτσι άραγε; Υπάρχει ιστορικό προηγούμενο στο οποίο οι δυνάμεις του ιμπεριαλισμού και του κεφαλαίου (αυτές είναι οι δυνάμεις της επίθεσης που δεν τις κατονομάζει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ) υποχώρησαν και οπισθοχώρησαν εξαιτίας ενός όποιου εκλογικού αποτελέσματος; Δεν θα επιμείνουμε σε αυτά τα ρητορικά ερωτήματα και θα αρκεστούμε σε αυτό που ολοφάνερα συντελείται: η εκλογική αναμονή την οποία απαιτεί και επιβάλλει στον λαό η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει δέσει χειροπόδαρα τον λαό απέναντι στα απανωτά και βαριά χτυπήματα του συστήματος και της πολιτικής του. Αυτό και μόνο είναι αρκετό για να προσδιορίσει την τροχιά των εξελίξεων, τους όρους και τον συσχετισμό που θα «διαθέτει» ο λαός μετά τις εκλογές, όποτε γίνουν, και το όποιο αποτέλεσμά τους. Σε μια χώρα που θα συνεχίζει να είναι εξαρτημένη από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, σε μια κοινωνία που θα συνεχίζει να διευθύνεται και να ελέγχεται σε όλα τα επίπεδα από το αστικό κράτος και τις κάθε είδους δυνάμεις του ιμπεριαλισμού και του κεφαλαίου.
Μια «άλλη», απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι πως χρειάζεται ο λαός να παρέμβει «κινηματικά» ζητώντας εκλογές, όπως λόγου χάρη πρότειναν και αποφάσισαν το «αριστερό τμήμα» του ΣΥΡΙΖΑ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ με την ευκαιρία(!) της ψηφοφορίας στη Βουλή. Και για να είναι πιο… ολοκληρωμένα κινηματική αυτή η απάντηση κατασκευάζεται επιπλέον και η θεωρία να ζητήσουμε από τις ηγεσίες των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ τουλάχιστον να κηρύξουν –αν όχι και να οργανώσουν– μεγάλους αγώνες! Με αυτά όλα «εξασφαλίζεται» πως μετά τις εκλογές (που και γι’ αυτή την άποψη είναι το «ορόσημο» των εξελίξεων) ο λαός θα μπορεί να διεκδικήσει περισσότερα από τα λίγα που «δίνει» ο ΣΥΡΙΖΑ!
Μια ακόμα «άλλη» απάντηση είναι αυτή που δίνει η ηγεσία του ΚΚΕ, ότι δεν μας ενδιαφέρουν οι εκλογές, αλλά μόνο γι’ αυτές προετοιμαζόμαστε! Κάνοντας ρελάνς σε κάθε σχέδιο νόμου που καταθέτει ο ΣΥΡΙΖΑ, με ένα αντίστοιχο και, βέβαια, «ολοκληρωμένο» δικό μας. Κατασκευάζοντας τη διαφυγή της 1ης Νοέμβρη, που και την εκλογική της ετοιμότητα προετοιμάζει και προφυλάσσει ένα δυναμικό από στραβοπατήματα προς πραγματικές κινητοποιήσεις και αγώνες που πάντα μπορεί να γεννήσει η ταξική πάλη… Μετά από την 1η Νοέμβρη θα συμμεριστεί και αυτή η ηγεσία την πρόταση να κηρύξουν αγώνα οι ΓΣΣΕ – ΑΔΕΔΥ…
Με αυτές τις κατευθύνσεις και αντιλήψεις να είναι κυρίαρχες στην Αριστερά μας, δεν είναι καθόλου δύσκολο να εξηγηθεί το γιατί και πώς εμφανίζεται ακάθεκτη και ακατανίκητη η επίθεση του συστήματος. Και μάλιστα να εμφανίζεται ως φταίχτης ο λαός που «δεν καταλαβαίνει» και «δεν αντιδρά».
Όμως ο λαός φυσικά «καταλαβαίνει» αυτό που ζει και πρέπει και μπορεί να παρέμβει. Πρέπει και μπορεί να παρέμβει στο πεδίο που δουλεύει, σπουδάζει και ζει στην καθημερινότητά του. Εκεί που δέχεται τα χτυπήματα της επίθεσης, εκεί που μπορεί να συγκεντρώσει και να συγκροτήσει τις δικές του δυνάμεις. Στο πεδίο δηλαδή της ταξικής πάλης. Και δεν έχει να περιμένει ηγεσίες που θα σπεύσουν και θα παλέψουν να διαμορφώσουν όρους και στόχους γι’ αυτή την παρέμβασή του και την πάλη του, γιατί απλώς αυτές οι ηγεσίες δεν υπάρχουν. Οι ηγεσίες των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ, των ομοσπονδιών, άλλες έγνοιες έχουν και άλλες, εχθρικές προς τον λαό δυνάμεις υπηρετούν. Αλλά και οι ηγεσίες των δυνάμεων που κυριαρχούν στην Αριστερά έχουν σχέδια και στόχους που το λιγότερο που προϋποθέτουν είναι να προσπεράσουν, να παρακάμψουν τον λαό και τη νεολαία. Ο λαός πρέπει και μπορεί στην ανάγκη του να αναπτύξει τη μαζική του αντίσταση και πάλη κόντρα στην επίθεση και στην εξάρτηση να βάλει και αυτά τα εμπόδια στους λογαριασμούς του. Όχι για να «απογοητευτεί», αλλά για να τα ξεπεράσει, οικοδομώντας τους δικούς του πολιτικούς, συνδικαλιστικούς, οργανωτικούς όρους, αναπτύσσοντας την πάλη του με τον μόνο τρόπο που αυτό μπορεί να γίνει: στηριγμένος στις δικές του δυνάμεις.
Γι’ αυτές τις ανάγκες και γι’ αυτόν τον δρόμο είναι ζωτικής σημασίας η ανάληψη πρωτοβουλιών ανάδειξης και στήριξης κάθε εστίας αντίστασης και πολιτικής πάλης κόντρα στην επίθεση του ιμπεριαλισμού και του κεφαλαίου και είναι σπουδαία και αυξημένα τα καθήκοντα των δυνάμεων που έχουν εμπιστοσύνη στη δύναμη του λαού!