Το ΚΚΕ(μ-λ) ήδη από τα πρώτα σημάδια της επικείμενης -τότε- κρίσης του συστήματος εκτιμούσε ότι θα την πληρώσει ο εργαζόμενος λαός. Το φθινόπωρο του 2008 πήρε μια σειρά πρωτοβουλίες ώστε ο λαός μας να συγκροτηθεί στους χώρους δουλειάς και κατοικίας, να μη βρεθεί απροετοίμαστος και να μπορέσει να αντισταθεί στην ένταση της επίθεσης σε ό,τι είχε κατακτήσει. Οι πρωτοβουλίες αυτές λοιδορήθηκαν από το σύνολο σχεδόν των άλλων δυνάμεων της Αριστεράς, αφού είχαν άλλες εκτιμήσεις για τη στάση του συστήματος, συνάντησαν την άρνησή τους να συμβάλουν.
Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι, η επίθεση προχωρούσε, ο λαός μας αντιστάθηκε με τις μαζικές κινητοποιήσεις του τη διετία από το 2010 έως τις αρχές του 2012, προκάλεσε σοβαρά ρήγματα στο πολιτικό σκηνικό. Μέσα από την κίνησή του δημιούργησε συλλογικότητες αντίστασης κύρια σε συνοικιακό επίπεδο που ισχυροποιήθηκαν κατά τη διάρκεια και μετά το λεγόμενο «κίνημα των πλατειών» του καλοκαιριού του ’11.
Φυσικά αυτή η κίνηση του λαού δεν θα μπορούσε να μην είναι επηρεασμένη από την ουσιαστική αποσυγκρότηση της εργατικής τάξης, από την επικράτηση ρεφορμιστικών αυταπατών στο κίνημα και την ιδεολογική και πολιτική κατάσταση της Αριστεράς. Για πολλούς, ένα κίνημα έξω από τους χώρους δουλειάς ήταν η απάντηση στο πρόβλημα. Σε αυτές τις συλλογικότητες -τις «λαϊκές συνελεύσεις»- επικράτησαν λογικές «αντεπίθεσης» του τύπου «δεν πληρώνω» αντί για λογικές αντίστασης απέναντι στη μείωση των μισθών και των εισοδημάτων των λαϊκών στρωμάτων, στην ανεργία. Η απάντηση στην επίθεση ήταν το «δεν πληρώνω» τα χαράτσια, τα διόδια, τις ΔΕΚΟ κ.λπ. Το «πληρώστε με» για να μπορώ να αντεπεξέλθω στις υποχρεώσεις που μου επιβάλλονται δεν υπήρχε.
Παράλληλα καλλιεργούνταν και οι αυταπάτες μιας άλλης διακυβέρνησης του τόπου. Αυτή η λογική, ιδιαίτερα μετά τις εκλογές του ’12, οδήγησε στη μείωση των αντιστάσεων, στην απομαζικοποίηση των συλλογικοτήτων και τη μετατροπή τους, όσων απέμειναν, σε παραρτήματα συγκεκριμένων πολιτικών χώρων.
Η επίθεση του συστήματος άγγιξε και το ζήτημα της λαϊκής στέγης. Χιλιάδες εργαζόμενοι βρέθηκαν σε αδυναμία να πληρώσουν τα δάνειά τους αλλά και «υποχρεώσεις» απέναντι στο κράτος. Και σε αυτή την περίπτωση οι λογικές «αντεπίθεσης» που επικράτησαν ήταν ανάλογες των προηγούμενων. Βοηθούμενες και από τη στάση του συστήματος που δεν ήταν έτοιμο να προχωρήσει εντατικά σε κατασχέσεις και πλειστηριασμούς, αναβάλλοντάς τα με διάφορα νομοθετήματα, κορυφαίο των οποίων ήταν ο νόμος Κατσέλη.
Δημιουργήθηκε μια στάση αναμονής από τα χιλιάδες νοικοκυριά με την παράλληλη δημιουργία αυταπατών ότι η λύση θα έρθει και πάλι από μια άλλη κυβέρνηση. Σε αυτό συνέβαλε και η στάση της Αριστεράς, που αδυνατούσε ή δεν ήθελε να αγγίξει την καυτή πατάτα στην ουσία της. Στο κίνημα και σε όποιες προσπάθειες ανάδειξης του ζητήματος της υπεράσπισης της λαϊκής κατοικίας επικράτησε η εκμετάλλευση των όποιων δυνατοτήτων έδινε ο νόμος Κατσέλη, ενισχύοντας τις αυταπάτες ότι μπορεί να δοθεί οριστική και προς όφελος των οφειλετών λύση από το κράτος, τα δικαστήρια ή ακόμη και τις τράπεζες.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που με βάση αυτά δεν πείθονταν να εντάξουν το προσωπικό τους πρόβλημα σε συλλογικές διαδικασίες. Άλλωστε και η οικονομική τους κατάσταση δεν τους επέτρεπε να προχωρήσουν ούτε καν σε λύσεις τύπου νόμου Κατσέλη λόγω κόστους, ενώ από την άλλη καταλάβαιναν ότι πρόκειται για προσωρινή λύση που στην πραγματικότητά τους οδηγούσε σε ομηρία των τραπεζών. Παράλληλα, δεν έτυχε της προσοχής του κινήματος ότι οι «απαγορεύσεις» πλειστηριασμών αφορούσαν μόνο τις τράπεζες και καθόλου το κράτος, τους οργανισμούς του, ιδιώτες, ιδιωτικές υπηρεσίες παροχής υπηρεσιών κ.λπ. Όταν άρχισε να συνειδητοποιείται και αυτή η πτυχή, τότε σαν λύση βρέθηκε η αποτροπή των πλειστηριασμών. Επιπλέον, και καθόλου ασήμαντο, είναι η επικράτηση της λογικής που περικλείει το εφεύρημα της «πρώτης κατοικίας» και των παγίδων που αυτό κρύβει.
Όχι ότι δεν καθυστερήσαμε και εμείς να πιάσουμε το ζήτημα. Αλλά όπου προσπαθήσαμε να το θέσουμε σε μια άλλη βάση, πραγματικά κινηματική, χωρίς να αποκλείουμε και τις ακυρώσεις των πλειστηριασμών, συναντήσαμε τοίχο. Κατηγορηθήκαμε όσοι δεν βρίσκαμε τη λύση στα δικαστήρια ότι απογοητεύουμε τον κόσμο.
Η έλευση της άλλης κυβέρνησης, των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛΛ., έκανε πολλούς να πέσουν από τα σύννεφα. Κυρίως όμως έφερε την απόγνωση στους χιλιάδες δανειολήπτες οι οποίοι πλέον βλέπουν πιο ξεκάθαρα ότι, είτε με νόμο Κατσέλη είτε χωρίς, η περίπτωση να γλιτώσουν είναι από μηδενική έως ελάχιστη και εξαρτάται πραγματικά από τα όποια γυρίσματα της προσωπικής τους τύχης. Όσοι καθοδηγούσαν τον κόσμο σε λύσεις νομικές και κυβερνητικές, ξεχνώντας τις ευθύνες τους, στράφηκαν αποκλειστικά στην αποτροπή των πλειστηριασμών. Μια λύση προσωρινή, που με τον τρόπο που γίνεται δίνει πατήματα στην κυβέρνηση να συκοφαντεί. Τρόπο για να ξεπεράσει η κυβέρνηση αυτόν το… σκόπελο βρήκε.
Η υπεράσπιση της λαϊκής κατοικίας δεν μπορεί να περιορίζεται στις ακυρώσεις πλειστηριασμών και κυρίως δεν μπορεί να αφεθεί σε κινήσεις εικονικών συγκρούσεων ορισμένων «σωτήρων» που ελάχιστα τους προβληματίζει η μη συμμετοχή σε αυτό αυτών που έχουν το πρόβλημα. Και μάλλον ούτε καν τους ενδιαφέρει!
Για όσους μας ενδιαφέρει πραγματικά η μαζική λαϊκή κίνηση αντίστασης και διεκδίκησης του λαού, το ζήτημα της υπεράσπισης της κατοικίας δεν μπορεί να υπηρετηθεί από τις λογικές που επικράτησαν ως τώρα. Μόνη διέξοδος είναι οι συλλογικοί λαϊκοί αγώνες, η δημιουργία μαζικού κινήματος οργάνωσης και αντίστασης, από τα κάτω, μέσα από τα σωματεία, πρωτοβουλίες γειτονιάς, φοιτητικούς συλλόγους και ό,τι άλλο μπορεί να αναδείξει ως εργαλείο πάλης στην κίνησή του ο λαός. Δεν μπορεί να είναι ξεκομμένο από τη διεκδίκηση των εργατικών δικαιωμάτων σε δουλειά, μισθούς, παιδεία, περίθαλψη, κάθε λαϊκό δικαίωμα. Όσο δύσκολα κι αν έχουν γίνει τα πράγματα, όσο χρόνο κι αν κατάφερε το σύστημα να κερδίσει, όση και αν είναι η απογοήτευση του λαού, για μας δεν υπάρχει άλλη κατεύθυνση και σε αυτή τη φάση σημαντικό ρόλο έρχεται να παίξει η Λαϊκή Αντίσταση – Αριστερή Αντιιμπεριαλιστική Συνεργασία κύρια στις γειτονιές. Να βρει τρόπους επαφής με τον κόσμο που έχει το πρόβλημα και να τον βοηθήσει να συγκροτηθεί!