Μετά τη νέα και ακόμη πιο θορυβώδη ευθυγράμμιση της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ στις επιταγές των ιμπεριαλιστών και της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης, ξαναφούντωσαν τα ίδια εκβιαστικά διλήμματα.
Αρχισαν πάλι να ακούγονται οι χιλιοειπωμένες θεωρίες περί του μικρότερου κακού. Με τη διαφορά ότι τώρα δεν τα αναπαράγουν μόνο το ΠΑΣΟΚ, η ΝΔ και το ΠΟΤΑΜΙ, αλλά και ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να δικαιολογήσει τις ραγδαίες προσαρμογές του τους τελευταίους μήνες.
«Καλύτερα, λοιπόν, τα προαπαιτούμενα και το 3ο μνημόνιο παρά η χρεωκοπία», «καλύτερα να χάσεις το χέρι σου παρά το κεφάλι σου», «καλύτερα μέσα στην ασφάλεια του ευρώ και της ΕΕ παρά στο χάος και το άγνωστο»…
Κοινός τόπος (καθόλου πρωτότυπο) όλων αυτών το ότι ο «μόνος δρόμος» που υπάρχει για το λαό μας και τους λαούς γενικότερα είναι αυτός που έχει χαράξει το καπιταλιστικό σύστημα και οι ιμπεριαλιστές. Μόνο μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, σύμφωνα με τους κυρίαρχους, μπορούν να γίνουν κάποιες διαφοροποιήσεις προς το καλύτερο και να περιοριστούν οι πιο άγριες πλευρές της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης. Δεν έχει καμία σημασία για τους υποστηρικτές και τους απολογητές του συστήματος το ότι ο «δρόμος» τους οδηγεί στη ραγδαία επιδείνωση όλων των πλευρών της ζωής των λαών. Δεν έχει καμία σημασία που οι πόλεμοι, η εξαθλίωση, η πείνα αποτελούν πλέον μια καθημερινή πραγματικότητα για το μεγαλύτερο τμήμα του πλανήτη. Αυτό που έχει σημασία γι’ αυτούς είναι, όσο παραμένουν κυρίαρχοι και δεν αμφισβητούνται, να συνεχίζουν την ιδεολογική τους τρομοκρατία και τα κηρύγματα για το πόσο ο καπιταλισμός είναι ανίκητος και παντοδύναμος.
Ο ελληνικός λαός απέκτησε αρκετή εμπειρία, ιδιαίτερα τα πέντε τελευταία χρόνια, σε σχέση με το τι κρύβεται πίσω από την ιδεολογική-πολιτική τρομοκρατία. Το βίωσε στο πετσί του και αντέδρασε με τους αγώνες του, αλλά και με την ψήφο του όταν δεν είχε άλλο τρόπο. Τόσο, όμως, οι αρνητικοί συσχετισμοί, όσο και η όλη πολιτική της «Αριστεράς στην κυβέρνηση» δεν επέτρεψαν στις δυνάμεις του λαού να κάνουν τα απαραίτητα βήματα ώστε μέσα από τους αγώνες και τις συγκρούσεις να ανακαλύψουν, να χαράξουν το δικό τους δρόμο κόντρα στους διάφορους καπιταλιστικούς μονόδρομους, αλλά και τις μικροαστικές-εύκολες φαντασιώσεις που έβρισκαν έκφραση στον ΣΥΡΙΖΑ, τις συνιστώσες του και μια σειρά δυνάμεις του εξωκοινοβουλίου.
Μεγάλα τμήματα του λαού, εκφράζοντας την αγανάκτηση και την οργή τους, οδηγήθηκαν να αμφισβητήσουν τους κυρίαρχους και τις επιλογές τους μέσα από μορφές και τρόπους που σήμερα, δυστυχώς γι’ αυτά τα τμήματα, αποδεικνύονται ενσωματώσιμοι και παντελώς αδύνατοι να προκαλέσουν ανατροπές και ρήξεις προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων. Επί της ουσίας, το πλήγμα που δέχτηκαν αυτά τα στρώματα είναι διπλό και γι’ αυτό φέρνουν ευθύνη ΟΛΕΣ ΟΙ ΠΛΕΥΡΕΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ, η κάθε μία με τον τρόπο της και από το πόστο της.
Το ένα χτύπημα αφορούσε το ότι μέσα στην ΕΕ και την ΟΝΕ δεν υπάρχουν περιθώρια για φιλολαϊκές βελτιώσεις. Το χτύπημα αυτό, ουσιαστικά, ισοδυναμεί με το ότι ο λαός και η χώρα του βρίσκονται στο πλαίσιο μια φυλακής εθνών και λαών που λειτουργεί με γνώμονα την εξυπηρέτηση ιμπεριαλιστικών-καπιταλιστικών συμφερόντων.
Το δεύτερο χτύπημα είναι ότι απέναντι σ’ αυτή την φυλακή, η κυβερνώσα αριστερά, που τόσο θορυβούσε τους προηγούμενους μήνες, το μόνο που έκανε ήταν να αφήσει να πλασάρονται σαν διέξοδοι κάτι μικροαστικές, απογειωμένες ανοησίες που στην καλύτερη περίπτωση δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ονειρώξεις για αλλαγή προστάτη.
Πλανήθηκαν επί μήνες μια σειρά φαντασιώσεις που βαφτίστηκαν στρατηγική ρήξης και plan b, «αγνώστου πατρός και λοιπών στοιχείων». Η πατέντα άλλοτε ανήκε στον Βαρουφάκη, άλλοτε στην Αριστερή Πλατφόρμα, ενώ δικαιώματα ISO είχε αποκτήσει και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Ταχύρρυθμες λύσεις και φαεινές χωρίς το λαό, εκτοξεύονταν και έταζαν αποτελέσματα.
Το μπέρδεμα και η σύγχυση μεγάλωνε, όταν την ίδια περίοδο αλλά και τα προηγούμενα χρόνια σαν ανεξαρτησία της χώρας πλασσαρόταν, ακόμα και από εθνικιστικούς κύκλους, μια κοινωνία εξάρτησης, εκμετάλλευσης και καταπίεσης με άλλο νόμισμα και με άλλους προστάτες. Μια τόσο λάστιχο «ανεξαρτησία» που χώραγε τους πάντες του φάσματος από δεξιά έως πολύ «αριστερά». Ολα αυτά καταρρέουν σήμερα με μεγάλη ταχύτητα, παρ’ όλο που στον απόηχο των εξελίξεων συνεχίζουν να ακούγονται και να αναπαράγονται από αμετανόητες μικροαστικές αντιλήψεις.
Ας αφήσουμε, όμως, αυτούς τους αμετανόητους κύκλους που συνεχίζουν να ψάχνονται στις παρυφές του ΣΥΡΙΖΑ και ας έρθουμε στο λαό. Ολη αυτή η γρήγορη αποδόμηση των «εναλλακτικών» του ΣΥΡΙΖΑ δημιουργεί νέα αρνητικά δεδομένα και ενίσχυση της λογικής του καπιταλιστικού μονόδρομου. Και επειδή ίσως φαίνεται απαισιόδοξο αυτό που λέμε, να επισημάνουμε ότι όλα αυτά τα χρόνια που μεσολάβησαν άφησαν τα αποτυπώματά τους στις μάζες. Ανέβηκε η όποια πολιτικοποίηση, μεγάλα τμήματα λαού βρέθηκαν για πρώτη φορά σε μεγάλα διλλήματα και προσπάθησαν να τα απαντήσουν εκδηλώνοντας αντιστάσεις στους κυρίαρχους. Ξεκίνησε, έστω στρεβλά και με όρους κυριαρχίας του ρεφορμισμού στο κίνημα, μια συζήτηση, με μαζικούς όρους, για την προοπτική της ριζικής ανατροπής του συστήματος και το πώς ο λαός μπορεί να πετύχει νίκες και να μη βρίσκεται με το κεφάλι κάτω.
Ωστόσο, όλες αυτές οι επιμέρους διαφοροποιήσεις κινδυνεύουν γρήγορα να καλυφθούν κάτω από την απογοήτευση. Κάπου εδώ υπάρχει και το ζήτημα των ευθυνών που ανέλαβε και μπορεί ακόμη περισσότερο να αναλάβει το ΚΚΕ(μ-λ), και που, καθόλου τυχαία, από το 2011 έχει αναγνωρίσει την ανάγκη περισσότερων πρωτοβουλιών στο κίνημα και τη χάραξη των κατευθύνσεων πάλης για το λαό. Το ΚΚΕ(μ-λ), με την όλη του προσπάθεια που ξεκίνησε με την 7η Συνδιάσκεψή του το 2010 και έφτασε μέχρι τις επεξεργασίες της 8ης Συνδιάσκεψης το 2015, έχει προσδιορίσει αυτό που ονομάζει «ο δικός μας δρόμος» και που περνάει μέσα από τις κατευθύνσεις μας για το ΜΕΤΩΠΟ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ-ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗΣ και τις στρατηγικές μας προσεγγίσεις στο πεδίο της πάλης για την ανατροπή του συστήματος, την κατάκτηση της ανεξαρτησίας και το πέρασμα στο σοσιαλισμό.
Μ’ αυτή του την προσπάθεια, που θέλει να τη βάλει στην υπηρεσία του κινήματος και της πάλης, διαφοροποιείται σαφέστατα και πολύ διακριτά τόσο από το «δρόμο» του «μεταβατικού προγράμματος» όσο και από το «δρόμο» της «λαϊκής εξουσίας» του ΚΚΕ. Η όλη μας δράση (αυτόνομη, στα πλαίσια της Λαϊκής Αντίστασης-ΑΑΣ, αλλά και με όποιες μορφές κρίνουμε) βρίσκεται σε αντιπαράθεση με τους δύο «δρόμους» που αναφέραμε, με πολύ λίγα σημεία τομής, που αφήνουν μικρά περιθώρια κοινής δράσης.
Θεωρούμε ότι κανένας από τους δύο «δρόμους» δε μπορεί στα σοβαρά να έρθει σε σύγκρουση με τους καπιταλιστικούς μονόδρομους, μιας και παρά τις μεταξύ τους παραλλαγές, ουσιαστικά (όσο κρίνονται και παύουν να είναι διακηρύξεις) αποτελούν παραλλαγή, επί το «προοδευτικότερο», του καπιταλιστικού μονόδρομου.
Δεν έχουμε αυταπάτες για τις άμεσες δυνατότητες του λαού να βαδίσει στα χνάρια του επαναστατικού δρόμου, από κοινού με το ΚΚΕ(μ-λ). Η γραμμή μας δεν είναι σε τέτοιο βαθμό συνδεδεμένη με τις μάζες και αναγνωρίσιμη, ώστε να αποτελέσει ευδιάκριτο σημείο αναφοράς της πάλης του λαού. Ούτε έχουμε αποφύγει να δώσουμε εξηγήσεις για τους λόγους που το όλο μας στίγμα δεν είναι ακόμα φανερό στην ταξική πάλη και την κίνηση των μαζών.
Παλέψαμε πολύ και συνέχεια όλα αυτά τα χρόνια για να πάρουν σάρκα και οστά μέσα στο λαϊκό κόσμο, την εργατιά, τη νεολαία αυτά που προωθούμε. Θα συνεχίσουμε να το κάνουμε και στις νέες συνθήκες. Εκτιμάμε ότι (όσο αντιφατικό και αν ακούγεται) τα νέα δεδομένα ευνοούν την από καλύτερη θέση προώθηση της κατεύθυνσής μας . Αρκεί να μη φοβηθούμε να πάμε κόντρα σε ψεύτικα ή όχι διλήμματα. Οχι φυσικά με λόγια, αλλά με έργα και με πρωτοβουλίες.
Με τη σιγουριά ότι ο δικός μας δρόμος πατάει στη γη, όσο και δύσκολος να φαντάζει. Δεν παρακάμπτει τα κρίσιμα ζητήματα της ταξικής πάλης, το ζήτημα της εξουσίας και το ζήτημα της συντριβής του κράτους, με by pass «μεταβάσεις», με αερογέφυρες προς το μέλλον και μέσω «αντιφατικών» κυβερνήσεων στο έδαφος του πιο άγριου καπιταλισμού.
Στο τρομοκρατικό δίλλημα «ευρωμονόδρομος ή χάος» απαντάμε με το δίλλημα «με το δρόμο του καπιταλισμού-ιμπεριαλισμού ή με το δρόμο του λαού και της εργατικής τάξης».