Η συζήτηση για το προεδρικό καθεστώς δεν είναι καινούρια στην Τουρκία. Συνεχίζεται από τον καιρό της στρατιωτικής χούντας του 1980, από εκπροσώπους της άρχουσας τάξης, από τον Τουργκούτ Οζάλ μέχρι τον Ταγίπ Ερντογάν. Η όξυνση των αντιθέσεων και των συγκρούσεων ανάμεσα στις μερίδες της άρχουσας τάξης, η πολιτική κρίση στο εσωτερικό της φασιστικής δικτατορίας, ο κατακερματισμός στα πλαίσια του καθεστώτος, η πίεση για τη διαχείριση της εσωτερικής κρίσης οδήγησαν στις σημερινές εξελίξεις με τις ψηφοφορίες στη βουλή και το δημοψήφισμα.
Μετά την απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος τον Ιούλη του 2016, ξεκίνησε η προσπάθεια να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν στο εσωτερικό του καθεστώτος, αλλά και αποκαλύφθηκε το μέγεθος της αντιπαράθεσης και της διάσπασης της άρχουσας τάξης με τη διαδικασία εκκαθάρισης του κρατικού μηχανισμού. Η άρχουσα τάξη αγωνίζεται να κλείσει τα κενά, να καλύψει τις αδυναμίες της, χρησιμοποιεί όλα τα μέσα για να επωφεληθεί από τις αντιθέσεις των ιμπεριαλιστών. Χάνει την ψυχραιμία της στο κουρδικό, παγώνει τη διαδικασία «συνομιλιών για την ειρήνευση». Αλλάζει τα πλάνα της στην Συρία, σκληραίνει την πολιτική της με σκοπό να ανατρέψει τις κατακτήσεις στην Ροζάβα, κύριος εχθρός της είναι οι Κούρδοι. Στην προσπάθεια να θωρακίσει το κράτος, κραδαίνει το όπλο του σοβινισμού για να κερδίσει την υποστήριξη των μαζών στην πολιτική της στην Συρία. Παρά τις ορατές αδυναμίες της, η φασιστική δικτατορία είναι αποφασισμένη να προχωρήσει στην ανασυγκρότησή της.
Τώρα που η φασιστική δικτατορία προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί, αναγκάζεται να πραγματοποιήσει αυτό που ο Ραχμί Κοτς (1) το 2004 είχε δηλώσει. Πως το καλύτερο σύστημα είναι «η έξυπνη δικτατορία» και το δεύτερο καλύτερο, το προεδρικό καθεστώς (Χουριέτ, 30/12/2004). Αν και η δικτατορία του ενός ανδρός, σαν εργαλείο για τη διατήρηση της εξουσίας της άρχουσας τάξης, μπορεί να της προξενήσει προβλήματα και είναι πιθανό να βαθύνει την κρίση του συστήματος, παρ’ όλα αυτά οι ανάγκες της τουρκικής άρχουσας τάξης είναι πιο σημαντικές από τους πιθανούς κινδύνους του ενός «διαταραγμένου και παράφρονα» άνδρα.
Το φασιστικό κράτος ξεπέρασε τα όρια με την πρόσκληση του Ερντογάν στις 11 Οκτώβρη προς τον Μπαχτσελί να αποχωρήσει από την διεκδίκηση της προεδρίας. Αυτή η ρύθμιση δεν έγινε εύκολα. Οι διαπραγματεύσεις που έγιναν για μεγάλο διάστημα στο παρασκήνιο ανάμεσα στις μερίδες της αστικής τάξης και τους εκπροσώπους τους, είναι σαφές πως πραγματοποιήθηκαν σε κλίμα συναίνεσης για την οργάνωση πιο επιθετικής και σκληρής εσωτερικής πολιτικής. Η άρχουσα τάξη βυθισμένη στην κρίση της είναι αναγκασμένη να χρησιμοποιεί τις πιο σκληρές φασιστικές μεθόδους. Αυτή την ανάγκη εξυπηρέτησε η αποχώρηση του Μπαχτσελί, που άνοιξε τον δρόμο για την προεδρία και την εφαρμογή, με μια τροπολογία στη βουλή στο άρθρο 18 του συντάγματος, του προεδρικού καθεστώτος. Είναι προφανές ότι η αντιπολιτευτική στάση του κεμαλικού CHP στερείται σοβαρότητας, γιατί, αν πραγματικά ήθελε να μπλοκάρει αυτή τη ρύθμιση, δεν θα περνούσε τόσο εύκολα. Υπάρχουν παραδείγματα που δείχνουν τη δυνατότητα της αντιπολίτευσης να μπλοκάρει αποφάσεις. Με βάση την ανάλυση της κατάστασης, μπορούμε να πούμε ότι κοινός παρονομαστής των διαφόρων μερίδων της άρχουσας τάξης είναι η ανάγκη τους για ένα πολιτικό σύστημα πιο επιθετικό, πιο καταπιεστικό, πιο κατασταλτικό. Η αληθινή συζήτηση και αντιπαράθεση είναι για το ποιος και πόσο μερίδιο θα αρπάξει απ’ αυτό το σύστημα.
Με την τροποποίηση του συντάγματος, η φασιστική δικτατορία επιχειρεί να θέσει ένα νέο πλαίσιο και όρια. Μετά τον ξεσηκωμό του Γκεζί το 2013, κλιμάκωσε τις επιθέσεις ενάντια στον λαό, τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις ελευθερίες. Μετά τις εκλογές του 2015, διευρύνεται η επιθετικότητα ενάντια στα λαϊκά κοινωνικά στρώματα, με ιδιαίτερη επιθετικότητα στο Κουρδικό Εθνικό Κίνημα και το κουρδικό έθνος. Στην αντίσταση του κουρδικού λαού σ’ αυτήν την επίθεση η φασιστική δικτατορία απάντησε με ακόμη σκληρότερη επιθετικότητα. Δεκάδες πόλεις βομβαρδίστηκαν, κατοικημένες περιοχές ισοπεδώθηκαν και χιλιάδες κούρδοι δολοφονήθηκαν. Όλες οι αντιπολιτευόμενες, δημοκρατικές και επαναστατικές δυνάμεις δέχτηκαν την ίδια επίθεση. Κλιμακώθηκε η στρατιωτική και φασιστική πολιτική.
Μετά τις 15 του Ιούλη, με το πρόσχημα πως υπάρχει κίνδυνος πραξικοπήματος από τον στρατό και αντιπολιτευόμενες δυνάμεις, διοργάνωσε εκκαθαρίσεις στο κράτος, με το άλλοθι της κατάστασης έκτακτης ανάγκης και επιχείρησε στρατιωτική εισβολή στην Ροζάβα. Δεκάδες χιλιάδες συνελήφθησαν, εκατοντάδες χιλιάδες προσήχθησαν, εκατοντάδες μαζικές οργανώσεις έκλεισαν, δεκάδες αντιπολιτευόμενα ΜΜΕ διέκοψαν τη λειτουργία τους. Εφαρμόστηκε φανερά η λογοκρισία στο διαδίκτυο, η κοινοποίηση ειδήσεων μέσω ηλεκτρονικών μηνυμάτων χαρακτηρίστηκε έγκλημα. Οι εκλεγμένοι δήμαρχοι στο Κουρδιστάν απομακρύνθηκαν, άλλοι συνελήφθησαν και το κράτος ανέλαβε τα δημαρχεία. Οι συν-πρόεδροι του HDP και οι βουλευτές του κλείστηκαν στην φυλακή. Έγιναν ρουτίνα οι συλλήψεις των βουλευτών του HDP. Ακόμη και την αναπνοή των Κούρδων, των Τούρκων και των άλλων εθνοτήτων, αν μπορούσε, θα ήθελε να απαγορέψει η φασιστική δικτατορία!
Τον Απρίλη το 2017, διεξάγεται το δημοψήφισμα για την τροποποίηση του συντάγματος σε κλίμα έντονης πίεσης και εκφοβισμού, με στόχο να υπερισχύσει το ΝΑΙ. Η εκστρατεία θα πραγματοποιηθεί με την ενεργοποίηση όλων των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους ώστε να μην ακουστεί άλλη φωνή. Το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης -MHP μαζί με το AKP συμπληρώνει την φασιστική μαφία, με τις συμμορίες και τις παραστρατιωτικές δυνάμεις να συμμετέχουν στο όργιο της καταστολής. Έτσι θα προσπαθήσουν να πιέσουν ασφυκτικά τις δυνάμεις που κάνουν εκστρατεία υπέρ του ΟΧΙ. Με οποιοδήποτε κόστος, χωρίς ίχνος ελευθερίας, με αντιδημοκρατικές μεθόδους, θα προσπαθήσουν να εξασφαλίσουν το ΝΑΙ. Οι συνθήκες διεξαγωγής το δημοψηφίσματος μοιάζουν με τις συνθήκες του δημοψηφίσματος της χούντας του 1980.
Βιώνουμε μια διαδικασία δημοψηφίσματος, τα αποτελέσματα της οποίας είναι προφανή. Η φασιστική δικτατορία εξαπολύει μια ιδεολογικοπολιτική επίθεση χειραγώγησης προσπαθώντας να προκαθορίσει το αποτέλεσμα σε ΝΑΙ. Η λαϊκή ψήφος θα είναι για το θεαθήναι.
Όλες οι εκλογές των τελευταίων δυο χρόνων έδωσαν το πρόσχημα και τη νομιμότητα στην φασιστική δικτατορία για να εξαπολύσει νέες επιθέσεις. Το γεγονός ότι οι βουλευτές και οι δήμαρχοι του HDP εκλέχτηκαν δεν εμπόδισε να υποστούν διώξεις και να χάσουν τις θέσεις τους. Οι εκλογές και οι κάλπες είναι το παιχνίδι της δήθεν δημοκρατίας και το τελειώνουν όποτε θέλουν δίχως προσχήματα. Όπως λέει ένα τραγούδι, «Οι εκλογές έγιναν σφαίρες εναντίον μας».
Η διάθεση του λαού να πει ΟΧΙ, επειδή αντιδρά στις φασιστικές επιθέσεις, δεν θα φέρει την αλλαγή. Κύριο καθήκον είναι να συγκροτηθεί ένα μέτωπο με μαχητική γραμμή, να φωνάξει την αλήθεια ενάντια στις κάλπες του φασισμού και να πείσει τις λαϊκές μάζες να δουν πέρα από αυτές. Σίγουρα, αν κερδίσει το ΝΑΙ, θα σκληρύνει η επίθεση στην ζωή, τα πολιτικά δικαιώματα και τις δημοκρατικές κατακτήσεις. Όμως, κάθε ψήφος που θα πέσει στην κάλπη θα σημαίνει επιστροφή στο σκοτάδι και στην κάθε είδους πολιτική καταστολής.
Να πρωταγωνιστήσουμε στον αγώνα ενάντια στη συνταγματική αναθεώρηση και την δικτατορία, να αντισταθούμε στην κατάργηση όσων δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών απέμειναν. Δεν αρκεί να πούμε ΟΧΙ. Μια εκστρατεία υπέρ του ΟΧΙ είναι ανίσχυρη επιλογή, θολώνει τη στάση ενάντια στον φασισμό και τον προσανατολισμό των λαϊκών στρωμάτων, εξασθενεί την αυτοπεποίθηση στην δύναμή τους και τα παραδίδει στην ιδεολογική χειραγώγηση του συστήματος.
Οι επαναστάτες, οι δημοκράτες και οι πατριώτες να συνειδητοποιήσουν πως απέναντι στην επιθετικότητα του φασισμού δεν αρκεί το ΟΧΙ που θα πούνε στην κάλπη, πρέπει να το κάνουν με σαφή πολιτικό προσανατολισμό και καθαρή στάση. Στο μέτωπο του ΟΧΙ μπαίνει και το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα -CHP που επιχειρεί να φανεί αντιφασιστικό. Έτσι δεν σταματάει ο φασισμός, αντίθετα νομιμοποιείται στην κάλπη.
Καλούμε όλο τον λαό, τις δημοκρατικές δυνάμεις, τους επαναστάτες και τους προοδευτικούς να χρησιμοποιήσουν το όπλο της ΑΠΟΧΗΣ και να σταματήσουν να νομιμοποιούν τη φασιστική πολιτική στις κάλπες. Να αγωνιστούμε ενάντια στον φασισμό με νύχια και με δόντια, με όλες τις δυνατότητες και τα μέσα της πάλης μας, να οργανωθούμε για να διασφαλιστεί μια σωστή πολιτική κατεύθυνση μέσα στον λαό, αντιμετωπίζοντας κατάματα την πραγματικότητα.
Να οργανωθούμε απέναντι στις φασιστικές επιθέσεις με όλες μας τις δυνάμεις, με τον στόχο της ΑΠΟΧΗΣ από το δημοψήφισμα. Να επικεντρώσουμε στον αγώνα στον δρόμο, στις πλατείες, στα αμφιθέατρα, στα εργοστάσια και στο βουνό, στον ένοπλο και άοπλο αγώνα, πάντα αντιστεκόμενοι και οργανωμένοι για την ανατροπή του φασισμού. Κάνοντας ΑΠΟΧΗ να μην ξεχνάμε ότι είναι καθήκον μας να εξηγήσουμε στις πλατιές μάζες τους στόχους που θέλει να πετύχει η φασιστική δικτατορία. Την αντιφασιστική διάθεση του λαού να την μετατρέψουμε σε αγώνα που θα αντιμετωπίσει τον φασισμό και θα διεκδικήσει δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες.
Δεν φθάνει το ΟΧΙ, πρέπει να κάνουμε ΑΠΟΧΗ! Να ακυρώσουμε τις κάλπες! Να αποκαλύψουμε τον παράνομο και αντιδημοκρατικό χαρακτήρα των εκλογών και του δημοψηφίσματος. Να κάνουμε ΑΠΟΧΗ για να οργανώσουμε την επανάσταση, για να αγκαλιάσουμε το μέλλον, για να μην περιοριστεί η ελπίδα των καταπιεσμένων, για να μην φυλακιστούν οι προσδοκίες τους και ο επίμονος αγώνας τους στις κάλπες!
Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος Τουρκίας/ Μαρξιστικού Λενινιστικού, TKP/ML-MK
Φεβρουάριος 2017
Σ.τ.μ.
* Εκτεταμένα αποσπάσματα της απόφασης της ΚΕ που κυκλοφόρησε πρόσφατα