Ο φετινός γιορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς ανέδειξε -ανάμεσα σε τόσα άλλα- και την πλήρη γύμνια του υποταγμένου συνδικαλισμού των ηγεσιών σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ. Σε μια περίοδο που η εργατική τάξη και οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν μια ολοένα και χειρότερη κατάσταση, σε μια περίοδο που η αφαίρεση δικαιωμάτων εναλλάσσεται με τις καθημερινές ανθρωποθυσίες στα εργασιακά κάτεργα, και λίγο πριν τον γιορτασμό της Πρωτομαγιάς, οι ξεπουλημένες αυτές ηγεσίες συνυπέγραψαν πολιτική διακήρυξη με εκπροσώπους της εργοδοσίας και διάφορων αστικών φορέων, ενισχύοντας τη γραμμή της ταξικής υποταγής που υπηρετούν πιστά. Με την βαρύγδουπη υπογραφή «Κοινωνική Συμμαχία» οι ηγεσίες ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, από κοινού με την ΓΣΕΒΕΕ, την ΕΣΕΕ, τον Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας, το Τεχνικό Επιμελητήριο, το Οικονομικό Επιμελητήριο, ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος, ο Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος και η Ανώτατη Γενική Συνομοσπονδία Συνταξιούχων Ελλάδας, υποτίθεται ότι επιδιώκουν «την ‘παλινόρθωση’ της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας» όπως δηλώνουν.
Με φρασεολογία που χρησιμοποιείται ίδια και απαράλλαχτη εδώ και δεκαετίες προκειμένου να περιγράψει δήθεν τις «κακοδαιμονίες» της ντόπιας κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής, και να προτείνει «λύσεις», η διακήρυξη της «συμμαχίας» είναι ένα μνημείο κυβερνητισμού, συνδιαχείρισης και ταξικής υποταγής. Πρόκειται για ένα κείμενο κατευθείαν υπαγορευμένο από την αστική ιδεολογία και αντίληψη, που αντανακλά την πλήρη αναχώρηση αυτών των συνδικαλιστικών ηγεσιών από την ταξική πάλη και την ευθεία συμπόρευσή τους με τις δυνάμεις του κεφάλαιου και της αστικής τάξης.
Θεωρώντας τους εαυτούς τους ως τους «αντιπροσωπευτικότερους φορείς της κοινωνίας των πολιτών» προτείνουν «ένα ρεαλιστικό και δίκαιο εθνικό σχέδιο παραγωγικής συγκρότησης» του οποίου «βασικοί πυλώνες» είναι «η ανθρωποκεντρική, διατηρήσιμη, χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, που στηρίζεται στο κράτος δικαίου και την κοινωνική δικαιοσύνη».
Και άλλα τέτοια φαιδρά, θα λέγαμε εμείς, εάν τα πράγματα δεν ήταν τόσο σοβαρά και εξοργιστικά. Διότι πίσω από αυτές τις βαρύγδουπες φράσεις και τη φλυαρία, κρύβεται η αξιοποίηση του αρνητικού συσχετισμού που επικρατεί στο εργατικό κίνημα, προκειμένου να προωθηθούν νέες αντεργατικές πολιτικές, να μπει ακόμη περισσότερο στο περιθώριο η εργατική τάξη. Να θυμίσουμε ότι η ηγεσία της ΓΣΕΕ μόλις πριν από μερικές εβδομάδες συνυπέγραψε με τον ΣΕΒ και τους υπόλοιπους εργοδότες μία άθλια συλλογική σύμβαση που ανοίγει το δρόμο για νέες αντιασφαλιστικές ρυθμίσεις.
Να θυμίσουμε επίσης ότι η ηγεσία της ΓΣΕΕ δεν κούνησε ούτε το δαχτυλάκι της όταν πέρασε το χτύπημα στο δικαίωμα στην απεργία. Και γιατί να το κάνει, άλλωστε, όταν θεωρεί ότι η απεργία είναι «ξεπερασμένη μορφή πάλης» όπως δήλωσε ο πρόεδρός της Γ. Παναγόπουλος;
Να θυμίσουμε, επίσης, ότι την ώρα που προχωρούν οι ιδιωτικοποιήσεις το μόνο που έχει υπάρξει είναι μερικές ανακοινώσεις, ενώ εντελώς αδιάφορες αφήνουν τις ηγεσίες αυτές τα «μικρά» καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι. Και δεν έχει τέλος ο κατάλογος των στοιχείων που υπενθυμίζουν τον ταξικό προσανατολισμό αυτής της ηγεσίας…
Αυτός ο προσανατολισμός της είναι που υπηρετείται και μέσα από την «Εθνική Μέρα Δράσης» που εξήγγειλε με όλους αυτούς. Συμβάλλοντας στον ιδεολογικό αποπροσανατολισμό και τη σύγχυση της εργατικής τάξης, προβάλλει την αυταπάτη των κοινών στόχων και των κοινών συμφερόντων εργαζομένων και εργοδοτών, εργατικής τάξης και ντόπιου κεφάλαιου. «Όλοι μαζί», «ενωμένοι» ενάντια σε έναν απροσδιόριστο «κοινό» εχθρό, αλλά και στον «λαϊκισμό» και την «πόλωση». Η λεγόμενη «Εθνική Μέρα Δράσης», αφού πέρασε από διάφορες μεταθέσεις, έχει εξαγγελθεί για τις 30 Μαΐου για την οποία η ΑΔΕΔΥ έχει καλέσεις 24ωρη απεργία. ΓΣΕΕ και υπόλοιποι δεν έχουν δεσμευτεί ακόμη. Σε κάθε περίπτωση, όμως, θα πρόκειται για μία ακόμη άσφαιρη ντουφεκιά από τη μεριά τους. Αν την υλοποιήσουν κιόλας, αφού απεργία ενάντια στους «κοινωνικούς συμμάχους» σου αποτελεί μία «μικρή» αντίφαση (την οποία, βεβαίως, αυτή η συνδικαλιστική ηγεσία «λύνει» με την όλο και πιο σπάνια προκήρυξη απεργιών)!
• Για εμάς είναι προφανές ότι η κατάσταση αυτή μπορεί να απαντηθεί με ένα και μοναδικό τρόπο: με την ενεργοποίηση των ίδιων των εργαζομένων σε μια πραγματικά ταξική, αγωνιστική κατεύθυνση, στο δρόμο της αντίστασης και της διεκδίκησης, κόντρα στη συναίνεση και την υποταγή. Είναι σαφές ότι αυτή η κατεύθυνση δεν μπορεί να υλοποιηθεί από αυτές τις ηγεσίες, από το στρώμα της εργατικής αριστοκρατίας που έχει ταξικά συμφέροντα συνυφασμένα με τα συμφέροντα της αστικής τάξης. Αλλά είναι επίσης σαφές ότι ο δρόμος που απαιτείται για να ανατραπεί ο αρνητικός συσχετισμός στο εργατικό κίνημα είναι μεγάλος και μακρύς.
Και αν οι ηγεσίες σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ είναι ο προφανής εχθρός μέσα στο εργατικό κίνημα, υπάρχουν και οι δυνάμεις του ρεφορμισμού, που αποτελούν τους ψεύτικους φίλους μέσα στο κίνημα. Δυνάμεις που έχουν συμβάλει σε αυτήν την κατάσταση και που μπορεί να μιλάνε στο όνομα της εργατικής τάξης, αλλά στην πραγματικότητα αποτελούν δεκανίκια του αστικού συστήματος.
Καταγγέλλει, λοιπόν, το ΠΑΜΕ την «κοινωνική συμμαχία» της ΓΣΕΕ με τους εργοδότες. Ωστόσο, εάν ρίξει κανείς μία ματιά στην γενική συλλογική σύμβαση του 1991-1992 (την πρώτη διετή συλλογική σύμβαση) που συνυπέγραψαν η ΠΑΣΚΕ (του ΠΑΣΟΚ) και η ΕΣΑΚ (του ΚΚΕ), θα δει ότι κυριαρχείται από το ίδιο ακριβώς πνεύμα ταξικής συναίνεσης και υποταγής:
«Κατά τις διαπραγματεύσεις όλοι οι συμβαλλόμενοι διαπίστωσαν την αναγκαιότητα για:
- Εξάλειψη των ελλειμμάτων του Δημόσιου Τομέα και μείωση του πληθωρισμού.
- Αποδοτικότερη λειτουργία του Δημοσίου Τομέα.
- Δίκαιη φορολογική μεταρρύθμιση και ελάφρυνση της επιβάρυνσης ιδίως των χαμηλότερα αμειβόμενων.
- Οικονομική ανάπτυξη μέσα από τη δημιουργία της αναγκαίας υποδομής, του εκσυγχρονισμού του παραγωγικού εξοπλισμού με σκοπό τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Εθνικής Οικονομίας.
- Ιδιαίτερη έμφαση στην αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού με εντονότερη χρησιμοποίηση της επαγγελματικής κατάρτισης και μετεκπαίδευσης. Με αυτά τα δεδομένα οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν:
- Να συμβάλλουν στην προώθηση των αλλαγών που θεσμοθετούνται από την ΕΟΚ στα πλαίσια του ενιαίου κοινωνικού χώρου.
- Να προωθήσουν την επαγγελματική κατάρτιση ιδίως για τους νέους και τις γυναίκες που πλήττονται περισσότερο από την ανεργία. Σ” αυτό αποβλέπει και η πρόσθετη εργοδοτική εισφορά, που καθιερώνεται μ” αυτή τη σύμβαση.
- Να μελετήσουν, από κοινού, το θέμα της σύνδεσης αμοιβής με την παραγωγικότητα.
- Να μελετήσουν και να επιδιώξουν τις αναγκαίες θεσμικές αλλαγές για την αναβάθμιση του ρόλου τους στην διαχείριση των οικονομικών πόρων των Οργανισμών, στους οποίους συμμετέχουν με εργοδοτικές και εργατικές εισφορές. Με αυτές τις προϋποθέσεις πιστεύουν οι συμβαλλόμενοι, ότι εξασφαλίζουν την επιτυχή εφαρμογή της παρούσας Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και την εμπέδωση και διεύρυνση του μεταξύ τους διαλόγου. Ακόμη πιστεύουν, ότι με την ίδια συλλογική σύμβαση συμβάλλουν στην ταχύτερη έξοδο από την ύφεση και στη διαμόρφωση των προϋποθέσεων που θα οδηγήσουν σε αύξηση των επενδύσεων και της απασχόλησης…»
Καμία διαφορά από όσα σήμερα διατυπώνουν η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ! Και ας μην βιαστεί να θεωρήσει κανείς ότι το ΚΚΕ άλλαξε αντιλήψεις. Διότι όχι μόνο δεν άλλαξε, αλλά -απαλλαγμένο από τις πιέσεις του κινήματος- έγινε ακόμη χειρότερο. Κι ενώ κομπάζει για τη μαζικότητα των συλλαλητηρίων του και των συγκεντρώσεών του, οι μόνες πολιτικές προτάσεις που έχει είναι προς το σύστημα και την κυβέρνηση: προτάσεις νόμου για το ένα ή για το άλλο ζήτημα. Ενώ, όταν οι διαθέσεις των εργαζομένων δείχνουν τον δρόμο του αγώνα, το ΚΚΕ και το ΠΑΜΕ δείχνουν τον δρόμο της εκτόνωσης, όπως έγινε και πρόσφατα με τις κινητοποιήσεις των αναπληρωτών εκπαιδευτικών.
Δεν εντυπωσιαζόμαστε, λοιπόν, από τις αγωνιστικές κορόνες του ρεφορμισμού. Ούτε θεωρούμε ότι μπορεί να αποτελέσει διέξοδο για το κίνημα η ακτιβίστικη λογική την οποία, επίσης, προβάλλει, ως ένδειξη της απροθυμίας του για πραγματική αναμέτρηση με το σύστημα. Και μεγαλώνει το πρόβλημα η υιοθέτηση τέτοιων αντιλήψεων από δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς που μάλιστα αυτοπαρουσιάζονται ως ένας ταξικός πόλος στο εργατικό κίνημα.
Οι λύσεις δεν είναι απλές και πάνω απ’ όλα δεν μπορούν να ξεκινήσουν από λαθεμένη πολιτική αφετηρία. Χρειάζεται κοπιαστική και επίμονη δουλειά εκεί που ζει και κινείται η εργατική τάξη. Χρειάζεται να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη στον εαυτό της και στη δυνατότητά της να αντιστέκεται και να κερδίζει. Και μόνο έτσι θα μπορέσουν τα κηρύγματα της κάθε λογής «κοινωνικής συμμαχίας» να προκαλέσουν οργή στους εργαζόμενους αντί για απογοήτευση, σύγχυση και ηττοπάθεια.