Μέτωπο Αντίστασης και Διεκδίκησης χρειάζεται να υψώσει ο λαός
Με την εκλογή Μητσοτάκη στην αρχηγία της ΝΔ, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης εμφανίζεται αφενός να «χειραφετείται» από το ΣΥΡΙΖΑ -πλήθυναν στις παραμονές του δεύτερου γύρου των εκλογών αυτών οι αναφορές ή ακόμα και οι καταγγελίες για την «άτυπη συγκυβέρνηση» μεταξύ Μαξίμου- Μεϊμαράκη-Παυλόπουλου υπό την καθοδήγηση του Καραμανλή. Αφετέρου η ΝΔ εμφανίζεται να απέκτησε την «κεντροδεξιά» πολιτική κατεύθυνση (ενάντια στο «λαϊκισμό», και αποφασιστικά υπέρ των «μεταρρυθμίσεων») που τάχα δεν είχε, και στη βάση όλων αυτών διαμορφώνει, λένε, δυναμική διεύρυνσης (έσπευσαν ήδη Τζήμερος και Σκυλακάκης… δίπλα σε Βορίδη, Γεωργιάδη και Τζιτζικώστα, γοητεύτηκε και ο Γρηγοράκος του Βενιζέλου και θα δούμε τι άλλο ακολουθεί) και άρα σύντομη προοπτική ανάκαμψης, ακόμα και επαναφοράς στην κυβερνητική εξουσία.
Από την άλλη, ο ΣΕΒ και άλλοι ντόπιοι (κεφαλαιοκρατικοί) φορείς συμμερίζονται, λένε, την κυβερνητική προπαγάνδα για την άμεση προοπτική «ανάκαμψης» και εξόδου της χώρας μέχρι και στις διεθνείς αγορές. Γι’ αυτό παρέχουν συναίνεση στα κυβερνητικά σχέδια και αποδέχονται για παράδειγμα την αύξηση των εργοδοτικών εισφορών στο Ασφαλιστικό -που προφανώς λογαριάζουν να τη βγάλουν από εκεί που βγάζουν και τις σημερινές εισφορές, από την ένταση του ξεζουμίσματος του κόσμου της δουλειάς. Άρα παράλληλα με την ανάκαμψη της ΝΔ, σταθεροποιείται και η κυβέρνηση και ενισχύεται ο ΣΥΡΙΖΑ ως φορέας της πολιτικής του συστήματος. Οπότε προδιαγράφεται στο –σύντομο- μέλλον η ανασύσταση του βαριά χτυπημένου αστικού πολιτικού συστήματος στη βάση της συγκρότησης-στερέωσης των δύο πυλώνων του, που αποτελεί πράγματι επιδίωξη των κέντρων εξουσίας.
Πόσο βέβαιο ή έστω πιθανό μπορεί να θεωρηθεί ότι έτσι θα εξελιχθούν τα πράγματα στη χώρα τους επόμενους μήνες; Ποια πραγματικά προβλήματα της αστικής τάξης και ποιες αιτίες της κατάστασης της πολιτικής αστάθειας που επικρατεί μπορεί να θεωρηθεί ότι απάντησε η εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στη ΝΔ, μέσα από την διαδρομή των συγκρούσεων αλλά και των συμβιβασμών που υπήρξαν μέσα στο κόμμα αυτό-και όχι μόνο μέσα σε αυτό- όλους τους τελευταίους μήνες; Πόσο «ισχυρή» και «σταθεροποιημένη» είναι η κυβέρνηση- αλλά και συνολικά η αστική τάξη- έναντι των κέντρων έξω από τη χώρα , με το 70% των μετοχών του ΧΑΑ να έχει περάσει στα ξένα hedge funds, με το ξεπούλημα του ΟΛΠ να μπλοκάρει ξανά, και την Ελ Ντοράντο να απαιτεί –και να παίρνει τελικά- «γη και νερό» στη Χαλκιδική; Και ακόμα-και κυρίως- τι σημαίνουν για το λαό αυτές οι προσπάθειες πολιτικής αναμόρφωσης του συστήματος, όταν ένας αυθεντικός και βασικός εκπρόσωπος της πιο άγριας επίθεσης στο λαό όπως ο Κ. Μητσοτάκης, ανακηρύσσεται από την «κεντροαριστερά» (Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ και σία…) περίπου ως ελπίδα προοδευτικών κατευθύνσεων;
Μεγαλόπνοες… αδυναμίες
Το κυβερνητικό κέντρο και ο ΣΥΡΙΖΑ πράγματι επιχειρεί –ως οφείλει για λογαριασμό του- τη στερέωσή του, τη διασύνδεσή του με τα ντόπια οικονομικά κέντρα και τη διαμόρφωση μιας «κατάστασης» γύρω από τον εαυτό του αλλά βέβαια σε αναφορά με το δυνατόν ευρύτερο σύνολο των αστικών (κοινωνικών, οικονομικών) δυνάμεων στις οποίες θέλει να δώσει μια κάποια προοπτική. Αυτή η επιδίωξη του εκφράστηκε πολιτικά από την αρχή της (πρώτης) θητείας του, με την εκλογή Παυλόπουλου στην προεδρία, και με ένταση και σχεδόν αγωνία το προηγούμενο διάστημα, όταν έθεσε θέμα «διεύρυνσης» της κυβέρνησης και της στήριξής της. Η ένταση και η αγωνία αφορούν και προκύπτουν από τους όρους ιμπεριαλιστικής εξάρτησης της αστικής τάξης, από τα πολύ σφιχτά λουριά που πρόσφατα επιβεβαίωσαν ξανά οι εκπρόσωποι των ιμπεριαλιστών της ΕΕ και των μηχανισμών της. Προκύπτουν συνολικά από το σαν κινούμενη άμμο γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό πεδίο της περιοχής στην οποία συγκρούονται και διασταυρώνονται οι επιδιώξεις και των «προστατών» (ΗΠΑ, Ευρωπαίων) και από την άλλη των Ρώσων ιμπεριαλιστών που έχουν αναβαθμίσει –μέσω Συρίας- την παρουσία τους στην περιοχή. Μέσα σε αυτό το πεδίο, η αστική τάξη όχι μόνο «ξέχασε» τις παλιές της φιλοδοξίες και εξορμήσεις σε Βαλκάνια και Μ. Ανατολή, αλλά ανησυχεί για ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση του ρόλου της και των όρων της σαν τάξη στη χώρα και στην περιοχή. Χαρακτηριστική της αδυναμίας της και της αμηχανίας της είναι και η τελευταία παρέμβαση Σημίτη (Βήμα 10/1), που από την «ισχυρή Ελλάδα» πέρασε με την άνεση της υποτέλειας στη γραμμή… «να προσαρμοστούμε στις διεθνείς συνθήκες». Μια γραμμή που πρακτικά σημαίνει να ελπίζουμε πως γεωπολιτικά δεν θα υποστούμε άλλες ήττες και κοινωνικοιοκονομικά να ελπίζουμε πως με τη συμμόρφωση στις απαιτήσεις των ξένων αφεντικών θα καταφέρουμε να επιπλεύσουμε.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο –και με την επίθεση στο λαό να παραμένει διαρκής και αδήριτη αναγκαιότητα για το σύνολο των αστικών δυνάμεων- είναι επίσης διαρκής και σταθερή η αναζήτηση λύσεων και απαντήσεων στο πολιτικό πρόβλημα. Και είναι ακριβώς αυτό το πλαίσιο που βάζει όρους και όρια στην επιδίωξη να δοθούν απαντήσεις, να ανασυγκροτηθεί το πολιτικό σύστημα. Και σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο πρέπει να κριθούν –γιατί αυτό θα αντιμετωπίσουν- τόσο οι κυβερνητικές προσπάθειες να φτιαχτεί μια «νέα κατάσταση», όσο και η εκλογή του νέου αρχηγού της ΝΔ.
Οι προσπάθειες λοιπόν αυτές εξελίσσονται, όπως ήδη αναφέραμε, στην κατεύθυνση των δύο ξεχωριστών πυλώνων και οπωσδήποτε η εκλογή Μητσοτάκη μεγαλώνει τις αποστάσεις του κόμματος της ΝΔ από την κυβέρνηση και κινείται στη λογική της αντιπαράθεσης με αυτήν. Ωστόσο, παραμένει το ερώτημα-αντίφαση της ανάγκης να στηριχτεί η επίθεση και ο βασικός της φορέας που είναι σήμερα η κυβέρνηση. Αντίφαση που πριν από όλα αφορά την ανάγκη πολιτικής καθυπόταξης του λαού, που στα νέα κύματα επίθεσης που έρχονται θα πρέπει να βρίσκει τελείως πολιτικά απονομιμοποιημένο από το κεντρικό πολιτικό σκηνικό κάθε βήμα διαμαρτυρίας και πολύ περισσότερο αντίστασης στα κύματα αυτά. Εξ άλλου ο συνασπισμός των ακροδεξιών και φανατικών της επίθεσης γύρω από τον Μητσοτάκη κανείς δεν μπορεί να υποθέσει ότι θα αποτελέσει πόλο υπόδειξης λαϊκών διαμαρτυριών! Ούτε όμως στα πλαίσια της αστικής τάξης έχει διαμορφωθεί μια κάποια «άλλη γραμμή» και συγκρότηση που θα αναλάβει να την προωθήσει το κόμμα της ΝΔ με τη νέα ηγεσία του. Συνολικά το ντόπιο κεφάλαιο παραμένει στριμωγμένο να ελπίζει πως με τη «γραμμή» της λεγόμενης διαπραγμάτευσης και με την ατελείωτη επίθεση στο λαό θα βγει κάποτε σε «καλύτερες μέρες». Και βέβαια αυτή την κατεύθυνση υπηρετεί σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ και η -ολίγων μηνών- κυβέρνηση του, και στις δεδομένες συνθήκες αυτό το «κρατούμενο» το σέβονται και το αξιοποιούν ντόπια και ξένα κέντρα.
Παράλληλα παραμένει η… εκκρεμότητα της λεγόμενης κεντροαριστεράς, που βρέθηκε τώρα –όντως κατακερματισμένη- ανάμεσα στους δύο «πόλους». Το κυβερνητικό κέντρο και ο ΣΥΡΙΖΑ από τη μια, και από την άλλη η ΝΔ με τη φόρα του νέου αρχηγού. Γίνεται πιο δύσκολο για Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ κλπ. να κρατήσουν ίσες αποστάσεις ή πιο σωστά να βρουν γραμμή και ρόλο αυτοτελή έξω και από την άμεση υπηρέτηση της κυβερνητικής επίθεσης και από την ένταξη στην προοπτική μιας νέας κυβερνητικής λύσης που επαγγέλλεται η ΝΔ.
Συμπερασματικά, η εκλογή Μητσοτάκη στη ΝΔ ένα βέβαιο αποτέλεσμα θα έχει. Να ωθήσει ακόμα πιο δεξιά συνολικά το πολιτικό σύστημα, να υπηρετήσει πιο αποφασιστικά την πορεία αντιδραστικοποίησης της πολιτικής κατάστασης. Και στην πραγματικότητα, «οι χαρές και οι ελπίδες» που από μια σειρά αστικές και αντιδραστικές δυνάμεις διαπιστώνονται με βάση αυτή την εκλογή σε αυτό ακριβώς αναφέρονται. Στη συγκρότηση μιας δύναμης και κατεύθυνσης που θα εγκολπωθεί κάθε αντιδραστική φωνή και θα απαιτήσει ακόμα πιο ραγδαίους ρυθμούς στην ισοπέδωση των εργατικών-λαϊκών δικαιωμάτων και κατακτήσεων και σε όλα τα πεδία της κοινωνικής-οικονομικής ζωής. Χωρίς βέβαια να παραβλέπει -κάθε άλλο- και την ανάγκη υπηρέτησης των ευρύτερων απαιτήσεων των ΗΠΑ και των Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών. Και είναι σε αυτή ακριβώς την πορεία που μπορεί να ελπίζουν οι δυνάμεις αυτές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «δεν θα αντέξει», και καθώς δεν θα επιβεβαιώνεται ούτε το δικό του “success story”, θα έρθει σύντομα η ώρα επιστροφής –της ΝΔ και των συγκολλήσεών της- στην κυβέρνηση.
Το δικό του δρόμο να ανοίξει ο λαός!
Το αν θα επιβεβαιωθεί η εκδοχή αυτή των εξελίξεων, όπως τη σχεδιάζουν και την επιδιώκουν οι δυνάμεις που στηρίζουν και συνασπίζονται γύρω από τον Κ. Μητσοτάκη, θα εξαρτηθεί βέβαια από μια σειρά παράγοντες. Εξάλλου είναι προφανές ότι μια αναβίωση -από το 1985- του διλλήματος του Κουτσόγιωργα «σκοτάδι ή φως», έστω και στις σημερινές συνθήκες γενικευμένης φτώχειας, ανεργίας και εργασιακού μεσαίωνα, θα μπορούσε και να αποτελέσει στήριγμα της σημερινής κυβέρνησης. Η οποία ενώ «τρέχει» και θα τρέχει στο δρόμο της αντεργατικής-αντιλαϊκής πολιτικής (ήδη δίπλα στο Ασφαλιστικό άνοιξε νέο γύρο επίθεσης στο Δημόσιο, ενώ «απελευθερώνεται» όλο και πιο πολύ στο πεδίο των λεγόμενων αποκρατικοποιήσεων), θα έχει να «διεκδικεί» την απόκρουση του ενδεχομένου της επιστροφής των παλιών δυνάμεων στην κυβέρνηση.
Σε κάθε περίπτωση όλοι αυτοί οι λογαριασμοί και σχεδιασμοί γίνονται χωρίς να παίρνουν υπόψη τους ένα παράγοντα που είναι -μπορεί να είναι- καθοριστικός. Το λαό και τη νεολαία, τις αντιστάσεις τους και τη μαζική τους πάλη. Γιατί βέβαια η υπόθεση των δικαιωμάτων και της προοπτικής του λαού σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να προσεγγιστεί από τη σκοπιά των επιδιώξεων και των αντιφάσεων του αστικού πολιτικού συστήματος, το πώς και με ποιούς όρους αυτό θα ανασυγκροτηθεί. Ίσα-ίσα η υπόθεση του λαού βρίσκεται απέναντι από τις επιδιώξεις αυτές, που όσο και αν είναι ατελέσφορες, είναι πάνω από όλα αντιδραστικές και έχουν προϋπόθεση και στόχο την ακόμα μεγαλύτερη καταπίεση και υποταγή των λαϊκών μαζών.
Όσο λοιπόν και αν είναι δύσκολο, όσο και αν η επί δεκαετίες κυριαρχία του ρεφορμισμού έχει διαλύσει το λαϊκό-εργατικό κίνημα και συνεχίζει αμείωτη κάθε στιγμή και από τις αστικές δυνάμεις και από την αριστερά «μας» η συκοφάντηση και η διαστρέβλωση των αξιών, των οραμάτων και της πάλης των επαναστατών κομμουνιστών στον 20ο αιώνα, για την υπόθεση της εργατικής τάξης και του λαού είναι η μόνη πραγματική επιλογή: Να συγκροτηθεί ο λαός και η πάλη του στη βάση των δικών του συμφερόντων απέναντι από όλες τις πολιτικές και άλλες δυνάμεις του συστήματος. Χωρίς να «περιμένει» ούτε λύσεις ούτε βελτιώσεις από τους εχθρούς και τους ψεύτικους φίλους. Να συγκροτηθεί και να πάρει την υπόθεση της ζωής και του μέλλοντός του στα χέρια του, στη βάση της μαζικής αντίστασης στην επίθεση, της μαχητικής διεκδίκησης των δικαιωμάτων του. Στην κατεύθυνση της σύγκρουσης με το σύστημα της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης, και στην προοπτική της επαναστατικής ανατροπής του.