Άπιαστοι στόχοι, ποσοστό επί των κερδών ή των πωλήσεων, δουλειά με το κομμάτι, αλλαγή στο μεροκάματο ανάλογα με τον τζίρο του μαγαζιού, μπόνους που αντικαθιστούν ένα κομμάτι του μισθού είναι κάποιες από τις τακτικές που χρησιμοποιεί το κεφάλαιο και η εργοδοσία, για να αφαιρέσει από τους εργαζόμενους το δικαίωμα στον σταθερό μισθό και ουσιαστικά στη μόνιμη και σταθερή δουλειά.
Υπερβολικός όγκος δουλειάς, παράταση ωραρίου (χωρίς πληρωμή) -ακόμα και από το σπίτι και τα Σαββατοκύριακα- προσβολές όταν οι στόχοι δεν «πιάνονται», υπερκόπωση, άγχος είναι τα αποτελέσματα αυτών των εργασιακών σχέσεων και συνθηκών που βιώνουν καθημερινά χιλιάδες εργαζόμενοι.
Οι δικαιολογίες πολλές…
«Για να πουλάς, σε προσλάβαμε!», «Έτσι είναι ο χώρος των πωλήσεων!», «Μα, αν δεν έχει δουλειά το μαγαζί , πως θα πληρωθείς;». Αυτές είναι κάποιες από τις πιο συνηθισμένες φράσεις που χρησιμοποιούν οι εργοδότες για να διακαιολογήσουν τους στόχους (συνήθως άπιαστους) που βάζουν στους εργαζόμενους, ώστε αν καταφέρουν να τους πιάσουν να… γλιτώσουν την απόλυση. Όσο για εκείνους που δεν ανταποκρίνονται στα στάνταρ των εργοδοτών και έχουν πιάσει λιγότερους στόχους, είναι υποψήφιοι προς απόλυση. Η δουλειά μετατρέπεται έτσι σε έναν καθημερινό αγώνα επιβίωσης, όπου για να κρατήσεις τη θέση σου, πρέπει να κατατροπώσεις τους συναδέλφους σου. Όσο για τη συναδελφικότητα και την αλληλεγγύη, αυτές αποτελούν εμπόδια στον στίβο της επιβίωσης.
Τι κρύβεται πίσω, όμως, από τις δικαιολογίες της εργοδοσίας;
«Ξεχνάνε» να αναφέρουν οι εργοδότες πως οι στόχοι που θέτουν δεν είναι προϊόν συμφωνίας αλλά εκβιασμού. Ενός ωμού εκβιασμού που βασίζεται στους αντεργατικούς νόμους που συνεχίζει να ψηφίζει και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, στα τεράστια ποσοστά της ανεργίας και στα αποσυγκροτημένα όργανα πάλης των εργαζομένων. Παράγοντες που καθιστούν τον συσχετισμό δύναμης αρνητικό για τους εργαζομενους συνολικά.
Η πραγματικότητα είναι μία! Οι στόχοι που μπαίνουν στους χώρους εργασίας από την πλευρά του εργοδότη είναι για να αυξήσουν τα κέρδη του μειώνοντας το κόστος. Κυρίως μέσω των στόχων, πιέζουν συνεχώς τον εργαζόμενο να αυξήσει την παραγωγικότητά του, βγάζοντας περισσότερη δουλειά μέσα στο ίδιο ωράριο και με τα ίδια λεφτά. Έτσι απαλάσσονται από την υποχρέωση να προσλάβουν κι άλλο προσωπικό, ξεζουμίζοντας, πιέζοντας, ελαστικοποιώντας και εντατικοποιώντας τον εργαζόμενο, ώστε και να βγει η δουλειά και αυτοί να αποκομίσουν το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος.
Επίσης, οι εργοδότες ξεχνάνε να αναφέρουν πως για την επίτευξη των στόχων (ειδικά στις πωλήσεις) μικρός είναι ο ρόλος που παίζουν οι εργαζόμενοι. Γιατί κύριο ρόλο στην αγορά παίζει η προσφορά και η ζήτηση του προϊόντος, η τιμή στην οποία το πουλάει η εταιρία αλλά και η οικονομική κατάσταση του λαού και του κοινού στο οποίο απευθύνεται, πράγματα τα οποία τα καθορίζουν η εταιρία και η εργοδοσία και αποτελούν προκαθορισμένο πλαίσιο για τους εργαζόμενους. Άρα, λοιπόν, οι πωλήσεις πχ δεν είναι θέμα «καλού πωλητή» αλλά κυρίως συνθηκών (πόσες συνδέσεις να αγοράσει ο λαός πια και πόσες φορές να αλλάξει εταιρεία κινητής;). Προσπαθούν, έτσι, να κάνουν συνυπεύθυνο τον εργαζόμενο στο κομμάτι της λειτουργίας της επιχείρησης , ώστε να τον πείσουν πως για για τη μη πληρωμή του, τις μειώσεις σε μισθό και ώρες ή ακόμα και την απόλυσή του φταίει ο ίδιος, που «δεν προσπάθησε αρκετά για το καλό της εταιρίας» ή που «δεν ήταν αρκετά ικανός».
Μόνιμη και σταθερή δουλειά και μισθός είναι η απάντηση των εργαζομένων!
Από την πλευρά του κεφαλαίου, γίνεται μια συντονισμένη προσπάθεια (ειδικά στον χώρο των πωλήσεων)να συνδεθεί ο μισθός και η παραμονή στη δουλειά με την ανταποδοτικότητα και τους στόχους που πιάνουν οι εργαζόμενοι. Απέναντι σε αυτή την προσπάθεια, λοιπόν, είναι αναγκαίο οι εργαζόμενοι να παλέψουν συλλογικά και να διεκδικήσουν το δικαίωμά τους στη μόνιμη και σταθερή δουλειά και μισθό. Τα συμφέροντα και οι διεκδικήσεις των εργαζομένων ήταν, είναι και θα είναι πάντα αποτέλεσμα της πάλης τους κόντρα στην εργοδοσία.