Ξανά στο επίκεντρο η Βαλκανική χερσόνησος! Ξανά για άσχημους -για τους βαλκανικούς λαούς- σκοπούς! Και σαν να μην έφταναν αυτά, στο κίνημα και στην ποικιλώνυμη Αριστερά επικρατεί ξανά η σύγχυση, η αντιστροφή των πραγμάτων, ο αποπροσανατολισμός. Τελικά η ιστορία, αν και ορισμένες φορές δεν (μπορεί να) είναι πηγή έμπνευσης, πάντα όμως διδάσκει, όποιον πασχίζει να τη γνωρίσει και όποιον θέλει βέβαια να διδαχθεί!
Αρχές του 1990. Σαν να είχε γυρίσει το ρολόι του χρόνου πίσω και όλα τα φαντάσματα του εθνικισμού, του σοβινισμού και των αλυτρωτισμών που οι λαοί με την πάλη τους φαινόταν να είχαν θάψει βαθιά στη βαλκανική γη, σαν να ξεπήδησαν ορμητικά για να πάρουν εκδίκηση! Τα «φαντάσματα» δεν ξεθάφτηκαν μόνα τους. Το έδαφος είχε προετοιμάσει η κυριαρχία του ρεβιζιονισμού στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, η ήττα του αριστερού και επαναστατικού κινήματος, που εκείνα ακριβώς τα χρόνια (1989-1991) ολοκληρωνόταν. Ωστόσο ο παράγοντας που καθόρισε την τροπή που πήραν τα πράγματα και τα χαρακτηριστικά της βαλκανικής τραγωδίας τα τελευταία σχεδόν τριάντα χρόνια ήταν και είναι ο ιμπεριαλισμός και οι επιδιώξεις του.
Οι επιδιώξεις των δυτικών ιμπεριαλιστών να αποκομίσουν από τη νίκη επί της Ανατολής, στον λεγόμενο Ψυχρό Πόλεμο, σημαντικά γεωστρατηγικά και άλλα οφέλη ήταν η κύρια αιτία της βαλκανικής τραγωδίας. Η υποχώρηση της Σοβιετικής Ένωσης (σε λίγο θα διαλυόταν) τους δίνει μεγάλα περιθώρια επέκτασης σε όλη τη βαλκανική χερσόνησο. Την αρχή βέβαια κάνει η νεοσύστατη ενιαία Γερμανία με άμεσο στόχο την έξοδο προς τη Μεσόγειο και τη δημιουργία κρατών δορυφόρων της και με απώτερο σκοπό την αποτίναξη από πάνω της των περιορισμών που της κληρονόμησε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Ο γερμανικός ιμπεριαλισμός πατρονάρει ανοιχτά τον κροάτικο και σλοβένικο εθνικισμό. Η ληξιαρχική πράξη της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας είναι η αναγνώριση, μετά από γερμανική επιμονή, της «ανεξαρτησίας», δηλαδή της απόσχισης της Κροατίας και της Σλοβενίας από τη Γιουγκοσλαβία, από την ΕΟΚ το 1991.
Η αδυναμία της Γερμανίας να αντιμετωπίσει τα ζητήματα που προέκυψαν δίνει τη σκυτάλη στις ΗΠΑ. Αυτές με προμετωπίδα την προστασία αρχικά των μουσουλμάνων (Βοσνία-Ερζεγοβίνη) και στη συνέχεια των αλβανικών πληθυσμών (Κόσοβο) και υποδαυλίζοντας αλυτρωτικά μίση, εκτρέφοντας υπαρκτές και δημιουργώντας ανύπαρκτες αντιθέσεις, οδήγησαν στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, κομματιάζοντάς την σε πέντε μικρότερα κράτη (Σλοβενία, Κροατία, Σερβία, Μαυροβούνιο, πΓΔΜ) και δημιουργώντας δύο προτεκτοράτα (Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Κόσοβο), ενώ επικυριάρχησαν σε Αλβανία, Βουλγαρία, Ρουμανία.
Κύριος στόχος, από τότε, των ΗΠΑ, η εκδίωξη της Ρωσίας από τα Βαλκάνια και η περικύκλωσή της. Εξίσου σημαντικό στόχο αποτελούσε για τις ΗΠΑ η νομιμοποίηση εκ νέου της στρατηγικής παρουσίας της στην ευρωπαϊκή ήπειρο (ΝΑΤΟ), η ανακοπή της γερμανικής καθόδου αλλά και οι τρικλοποδιές στην επιχειρούμενη τότε «ευρωπαϊκή ενοποίηση».
Πού στηρίχθηκαν όλοι αυτοί οι ιμπεριαλιστικοί σχεδιασμοί; Μα, στους εθνικισμούς, αλυτρωτισμούς, την επαναφορά των «μεγάλων ιδεών» στο προσκήνιο, που βάδιζαν παράλληλα με την υποταγή στον ιμπεριαλισμό. Στην αρχική φάση ιδιαίτερο ρόλο έπαιξε η πριμοδότηση της «Μεγάλης Κροατίας», ενώ στη συνέχεια καταλυτικός ήταν ο ρόλος της «Μεγάλης Αλβανίας». Αυτές και άλλες αυταπάτες και μωροφιλοδοξίες χρησιμοποιήθηκαν από τον ιμπεριαλισμό, και η Γιουγκοσλαβία πραγματικά προσφερόταν.
Ο Τίτο συγκροτεί τη Γιουγκοσλαβία στη λογική των ισορροπιών και αποδυναμώνει τεχνητά τη Σέρβικη Δημοκρατία. Η Γιουγκοσλαβία χωρίζεται σε πλούσιες (Κροατία, Σλοβενία, αστικά κέντρα Σερβίας) και φτωχές ζώνες (ύπαιθρος, Κόσοβο, Μαυροβούνιο, Ομόσπονδη Δημοκρατία της Μακεδονίας),ενώ πολύ γρήγορα μεγαλώνουν οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, όπως και οι φυγόκεντρες τάσεις. Στη δεκαετία του 1980 συγκροτούνται όλο και πιο φανερά αντιτιθέμενα κέντρα εξουσίας και οι δεξιές κλίκες με «όπλο» τον εθνικισμό κυβερνούν τις τοπικές δημοκρατίες. Η φτώχεια αυξάνεται όπως και η καταπίεση των μειονοτήτων.
Αυτή την κατάσταση, τους εθνικιστικούς κύκλους και τις αποσχιστικές τάσεις, εκμεταλλεύτηκαν οι ιμπεριαλιστές. Η πολιτική της Σερβίας και του τότε ηγέτη της, Μιλόσεβιτς, έστρωσε παραπέρα το έδαφος στους ιμπεριαλιστές για να διαλύσουν τη Γιουγκοσλαβία και να κυριαρχήσουν στα Βαλκάνια. Διότι απέναντι στις τάσεις απόσχισης και στις εθνικιστικές δυνάμεις που αναπτύχθηκαν με τη στήριξη των ιμπεριαλιστών, η Σερβία πρόβαλε τον σέρβικο εθνικισμό ως απάντηση.
Μια σημαντική πλευρά της βαλκανικής τραγωδίας ήταν και είναι το αλβανικό ζήτημα. Στο Κοσσυφοπέδιο, το αλβανικό στοιχείο υπολογίζεται στο 90% του πληθυσμού, στην πΓΔ Μακεδονίας στο 30%, ενώ υπάρχει σε μικρότερα ποσοστά στο Μαυροβούνιο και τη Σερβία. Ο Μιλόσεβιτς το 1987 καταργεί την αυτονομία του Κοσόβου. Οι ΗΠΑ εκμεταλλεύονται την παραπάνω κατάσταση και ενισχύουν τον αλβανικό αλυτρωτισμό. Με προβοκάτσιες και ψέματα ξεκινούν τον πόλεμο εναντίον της Σερβίας το 1999 με πρόσχημα την προστασία των δικαιωμάτων των Κοσοβάρων. Το Κόσοβο γίνεται έτσι αμερικανοΝΑΤΟϊκό προτεκτοράτο. Η δυναμική του αλβανικού αλυτρωτισμού επεκτάθηκε γρήγορα στη Νότια Σερβία αλλά κυρίως στην πΓΔΜ. Οι πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ του UCK με τους Σλάβους της πΓΔΜ λίγο έλειψε να οδηγήσουν στο διαμελισμό της γειτονικής χώρας. Από τότε και με τη συμφωνία της Οχρίδας (2001) η πΓΔΜ τελεί υπό την ομηρία των ΗΠΑ.
Επικίνδυνος και εχθρικός για τα λαϊκά συμφέροντα ήταν ο ρόλος των αστικών τάξεων της Ελλάδας και της Τουρκίας. Και οι δύο, εξαρτημένες απ’ τον ιμπεριαλισμό, άσκησαν τυχοδιωκτική πολιτική, ένα μίγμα «μεγάλων ιδεών» και ταυτόχρονα ξενοδουλείας. Η ελληνική αστική τάξη, νομίζοντας πως οι Αμερικάνοι θα της δώσουν το ΟΚ, αναζητεί νέους ρόλους στα Βαλκάνια. Αρχικά έθεσε θέμα «Βορείου Ηπείρου», όμως οι ΗΠΑ, που ήθελαν να χρησιμοποιήσουν τον αλβανικό αλυτρωτισμό, βάζουν «πάγο» και έτσι αναδιπλώνεται.
Λίγο αργότερα επιχειρεί να θέσει, πάλι στον ίδιο καμβά, το λεγόμενο «μακεδονικό» ζήτημα. Ή ελπίζει σε μια ακραία επιθετική επέμβαση των ΗΠΑ που θα προκαλέσει αλλαγές συνόρων με σκοπό να επωφεληθεί. Με το εμπάργκο κατά της πΓΔΜ θέτει υποθήκες για τη λεία. Ευνοεί και διοργανώνει εθνικιστικά συλλαλητήρια εναντίον της πΓΔΜ, ενώ η άλλη πλευρά για να θωρακιστεί από τις πιέσεις φτιάχνει ένα εθνικό αφήγημα που βοηθάει στο ιμπεριαλιστικό «διαίρει και βασίλευε».
Το 2001 η ελληνική αστική τάξη σκέφτεται σοβαρά σε περίπτωση κατάρρευσής της να πάρει ένα κομμάτι της πΓΔΜ. Και στο ζήτημα αυτό οι στοχεύσεις των ιμπεριαλιστών ήταν διαφορετικές. Οι ΗΠΑ με βασικό τότε στόχο την αποδυνάμωση της Σερβίαςδεν ήθελαν με κανέναν τρόπο να σπρώξουν την πΓΔΜ στη Σερβία. Το 2008, παράλληλα με το βέτο στην ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, δέχεται την προοπτική ενός συμβιβασμού στην υπηρεσία των ΗΠΑ. Η ντόπια αστική τάξη αρκέστηκε για χρόνια στο ρόλο του προσκόπου του ιμπεριαλιστικού κεφαλαίου, διεισδύοντας στα Βαλκάνια, μέχρι οι πρόσφατες εξελίξεις (μνημόνια κλπ) να την αναγκάσουν να μαζευτεί.
Και η αστική τάξη της Τουρκίας προσπάθησε να αποκομίσει οφέλη απ’ τη βαλκανική κρίση. Διεκδικούσε απ’ την ελληνική αστική τάξη το ρόλο του τοποτηρητή των ιμπεριαλιστών στα Βαλκάνια και τα ανάλογα κέρδη. Όταν άνοιξε το θέμα «Βοσνία», κινήθηκε με βάση το ζήτημα των «αδελφών» μουσουλμάνων, ενώ στην πορεία προσπάθησαν να δημιουργήσουν ισχυρές σχέσεις με την Αλβανία και την πΓΔΜ. Το περίφημο τότε «μουσουλμανικό τόξο» έκφραζε τις ελπίδες αλλά και τις αυταπάτες και της τουρκικής αστικής τάξης. Τελικά ο έλεγχος των εξελίξεων απ’ τους ιμπεριαλιστές και κυρίως από τις ΗΠΑ άφησε λίγα περιθώρια αυτόνομων κινήσεων και πρωτοβουλιών για την Τουρκία.
Αν σήμερα ζούμε ξανά στη χώρα μας, έστω και σε μικρότερο από το 1991 βαθμό, την επανεμφάνιση των εθνικιστικών τάσεων ή κινδυνεύουμε να ζήσουμε την αναζωπύρωση των εθνικισμών και των αλυτρωτισμών στη βαλκανική χερσόνησο, η αιτία πρέπει να αναζητηθεί στους σύγχρονους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και αντιπαραθέσεις που δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για κάτι τέτοιο.
Ας είμαστε λοιπόν σαφείς και κατηγορηματικοί. Το τελευταίο διάστημα αυξήθηκαν κατακόρυφα οι ανησυχίες των ΗΠΑ για το βαλκανικό χώρο τόσο σε σχέση με την αυτόνομη σημασία του όσο και στη διασύνδεσή του με τα τεκταινόμενα στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Στο ευρύτερο πεδίο η ρώσικη παρέμβαση στη Συρία έχει πράξει μια σειρά αδιαφιλονίκητες επιτυχίες, «δυσκολοχώνευτες» από τις ΗΠΑ. Συνάμα η Ρωσία συνεχίζει να «φυτιλιάζει» τις διαταραγμένες –το λιγότερο- σχέσεις ΗΠΑ και Τουρκίας.
Στα Βαλκάνια έχουμε πλήθος γεγονότων που μαρτυρούν πως η Ρωσία, εκμεταλλευόμενη τα κενά και τις αντιφάσεις της δυτικής και ιδιαίτερα της αμερικανικής πολιτικής αλλά και χρησιμοποιώντας όλα τα στοιχεία που τη δένουν με τις βαλκανικές χώρες (ιστορικά, εθνολογικά, οικονομικά), προσπάθησε να ανακτήσει μέρος της επιρροής της στην περιοχή. Προσπάθεια που εντάθηκε ιδιαίτερα μετά τη διχοτόμηση της Ουκρανίας και την προσάρτηση της Κριμαίας. Ενδεικτικά αναφέρουμε την εκλογή φιλορώσων προέδρων σε Βουλγαρία και Μολδαβία. Την πριμοδότηση των κινήσεων της σερβοβοσνιακής ηγεσίας για επανένωση με τη Σερβία. Την ανάπτυξη σοβαρών σχέσεων με τη Σερβία. Προσεταιρισμός και στήριξη της εθνικιστικής ηγεσίας της πΓΔΜ που έβλεπε να «αδειάζεται» από τις ΗΠΑ λόγω της προσπάθειας των τελευταίων να δρομολογήσουν συμβιβασμό με την ελληνική αστική τάξη. Σε όλα αυτά πρέπει να προσθέσουμε την οικονομική διείσδυση της Κίνας αλλά και τον ανταγωνισμό ΗΠΑ-ΕΕ στην περιοχή.
Οι ΗΠΑ κινήθηκαν λοιπόν ώστε να σφραγίσουν τα Βαλκάνια, να τα θωρακίσουν από τον «ρώσικο τυχοδιωκτισμό» αλλά και να στείλουν μηνύματα σε όλες τις πλευρές για το ποιος είναι το αφεντικό στην περιοχή. Στο πλαίσιο αυτό προωθούν μόνιμη στρατιωτική παρουσία στη Βαλκανική χερσόνησο, επιδιώκουν να επαναπροσεγγίσουν τη Σερβία. Ενώ ήδη έκαναν πραξικόπημα που οδήγησε στην ένταξη του Μαυροβουνίου στο ΝΑΤΟ. Στην πΓΔΜ και με σκοπό την ένταξή της στο ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ προώθησαν μια δίχρονη επιχείρηση εκβιασμών που οδήγησε στην ανάδειξη του «ρεαλιστή» Ζάεφ στην ηγεσία της πΓΔΜ.
Έτσι, η κύρια πλευρά που οφείλουν να αντιμετωπίσουν οι λαοί της Ελλάδας και της πΓΔΜ είναι πως αυτή η διαδικασία («για το όνομα») εντάσσεται στο πλαίσιο των αμερικανονατοϊκών επιδιώξεων στην περιοχή. Ο λαός μας βρίσκεται αντιμέτωπος με την παραπέρα ευθυγράμμιση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛΛ στα αμερικανοΝΑΤΟϊκά σχέδια πολέμου. Ευθυγράμμιση που εκλαμβάνεται από την αστική τάξη σαν ευκαιρία για καλύτερη κατοχύρωση θέσεων και ρόλων στην περιοχή σε μια συγκυρία που η σχέση ΗΠΑ-Τουρκίας περνάει κρίση. Αυτή η υποτελής στάση πόσο λιγότερο εθνικιστική είναι στην ουσία της από αυτήν που επανεμφανίστηκε από τα δεξιά και στηρίχθηκε από τη ΝΔ; Ή μήπως είναι λιγότερο επικίνδυνη για το λαό μας; Ή, ανάποδα, πόσο λιγότερο υποτελείς στον ιμπεριαλισμό είναι οι εθνικιστικές κραυγές όταν δεν αμφισβητούν ούτε κατ’ ελάχιστο την κυριαρχία του και τα ντόπια στηρίγματά της;
Γι’ αυτό υποτέλεια και ευθυγράμμιση με τα ιμπεριαλιστικά σχέδια από τη μια και εθνικιστικές κραυγές, τυχοδιωκτισμοί και σοβινισμοί δεν αποτελούν παρά τις δύο χαρακτηριστικές όψεις των εξαρτημένων από τον ιμπεριαλισμό αστικών τάξεων στα Βαλκάνια. Όψεων τόσο βαθιά συνδεδεμένων, που οι φορείς τους διαπερνούν όλα τα αστικά και καθεστωτικά κόμματα και εναλλάσσονται ανάλογα της συγκυρίας και των ιδιαίτερων δεδομένων, όπως δείχνει η ελληνική περίπτωση.
Τελικά τι έχει μείνει σήμερα από τις χίμαιρες των «μεγάλων ιδεών» που λειτούργησαν σαν λιπαντήριο της ιμπεριαλιστικής επέμβασης και οδήγησαν στο σφαγείο του πολέμου τους βαλκανικούς λαούς; Κράτη μικρά, ελεγχόμενα στην πλειονότητά τους από τις ΗΠΑ, το μεγάλο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Κράτη που έχουν γίνει ξανά πεδίο ανταγωνισμού μεταξύ των ιμπεριαλιστών, κύρια των Αμερικάνων και των Ρώσων. Κράτη στα οποία υποβόσκει ο εθνικισμός και ο αλυτρωτισμός και περιμένει να εκδηλωθεί εάν πάρει την έγκριση του μεγάλου αφεντικού. Και αυτό είναι το πρόβλημα: το ότι δηλαδή ζούμε μια ακόμη στροφή της ιστορικής εξέλιξης των Βαλκανίων, με πρωταγωνιστές ξανά τους φονιάδες ιμπεριαλιστές, σε δεύτερο πλάνο τις ανερμάτιστες αστικές τάξεις και με θύματα τους λαούς, τα βαλκανικά έθνη και τις μειονότητες!