Το επόμενο βήμα μετά τον Καποδίστρια και τον Καλλικράτη είναι ο Κλεισθένης-1. Το νέο πλαίσιο λειτουργίας της λεγόμενης Τοπικής Αυτοδιοίκησης, το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ μελετούσε εδώ και δυο χρόνια, παρουσίασε ο Σκουρλέτης στο κοινό συνέδριο της ΕΝΠΕ και της ΚΕΔΕ. Πρόκειται για το πρώτο μέρος του, ενώ το δεύτερο θα το περιμένουμε μετά τη συνταγματική αναθεώρηση.
Το νομοσχέδιο, ουσιαστικά, δεν κρύβει εκπλήξεις. Όχι μόνο δεν ανατρέπει, αλλά ούτε καν λοξοδρομεί από τις βασικές αντιδραστικές κατευθύνσεις του Καλλικράτη. Αντίθετα τις ενισχύει και τις πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα, υλοποιώντας και μνημονιακές επιταγές. Αυτό είναι το βασικό του χαρακτηριστικό, για το οποίο κυβέρνηση και αντιπολίτευση δεν αντιπαρατίθενται γιατί συμφωνούν, ενώ …χτυπιούνται για την απλή αναλογική.
Ούτε τοπική…
Ήδη από τον Καποδίστρια, και πολύ περισσότερο με τον Καλλικράτη, ο τοπικός χαρακτήρας της λεγόμενης αυτοδιοίκησης έχει σχεδόν καταργηθεί. Η κατάργηση των Κοινοτήτων και οι συνενώσεις Δήμων δημιούργησαν, ουσιαστικά, κρατικούς οργανισμούς που είναι απομακρυσμένοι από το λαό, είναι το μακρύ χέρι της κεντρικής εξουσίας,το οποίο αναλαμβάνει την υλοποίηση των ίδιων κεντρικών αντιλαϊκών πολιτικών στο τοπικό επίπεδο.
Συνεπώς, ιδιαίτερα στην επαρχία, ο Δήμος στα μάτια του κόσμου δεν έχει διαφορά από το κράτος και δεν έχει καμιά σχέση με έναν οργανισμό ο οποίος είναι προσβάσιμος, από κάθε άποψη, και στον οποίο ο λαός μπορεί να απευθύνεται, να πιέζει, να απαιτεί, να διεκδικεί και να κερδίζει.
Αυτό ισχύει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό στο λεγόμενο δεύτερο βαθμό, όπου οι 13 Περιφερειάρχες ονομάστηκαν «μικροί πρωθυπουργοί»! Τόση σχέση και επαφή με το λαό! Οι Περιφέρειες είναι κεντρική εξουσία, όχι τυπικά, αλλά ουσιαστικά. Έτσι τις αντιλαμβάνεται ο λαός και έτσι είναι. Ο χαρακτηρισμός τους ως τοπική αυτοδιοίκηση είναι απλώς αποπροσανατολιστικός.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Κλεισθένης-1 έρχεται, υποτίθεται, να κάνει διορθώσεις, στο επίπεδο των Δήμων. Μετονομάζει, λοιπόν, τις τοπικές και δημοτικές κοινότητες των Δήμων σε Κοινότητες, οι οποίες είτε έχουν έναν Πρόεδρο (κάτω από 500 κατοίκους) είτε Συμβούλιο Κοινότητας (πάνω από 500 κατοίκους). Η βασική διαφοροποίηση από τον Καλλικράτη είναι ότι η εκλογή Προέδρων και Συμβουλίων Κοινοτήτων γίνεται με χωριστή ψηφοφορία, σε χωριστή κάλπη από τις Δημοτικές Εκλογές.
Επιπλέον, επανεπιβεβαιώνεται ο ρόλος των τοπικών συνελεύσεων (στις Κοινότητες) και περιλαμβάνονται διατάξεις σχετικές με τη διεξαγωγή τοπικών δημοψηφισμάτων.
Η ουσία, βέβαια, παραμένει ότι όλα αυτά τα όργανα (Κοινότητες, συνελεύσεις) έχουν γνωμοδοτικό χαρακτήρα. Στην καλύτερη περίπτωση ο Πρόεδρος της Κοινότητας έχει λόγο και ψήφο στο Δημοτικό Συμβούλιο, αν συζητιέται θέμα που αφορά την Κοινότητα. Ωστόσο οι αποφάσεις παραμένουν στο Δήμαρχο και το Δημοτικό Συμβούλιο. Ενώ και για τα οικονομικά των Κοινοτήτων, ο Δήμος τους ορίζει το ύψος των εξόδων τους και εκείνες απλά υποβάλλουν ένα σχέδιο προϋπολογισμού στο Δήμο, ο οποίος και το εγκρίνει.
Συνεπώς, η προσπάθεια που κάνει το νομοσχέδιο είναι να θολώσει τα νερά σε σχέση με τη λαϊκή συμμετοχή στις υποθέσεις του Δήμου και να καλλιεργήσει την αυταπάτη ότι ο λαός μπορεί να έχει ρόλο και λόγο σε αυτές. Ενώ, στην ουσία, η όποια συμμετοχή θα χρησιμοποιηθεί από τους τοπικούς άρχοντες ως απόδειξη συνενοχής και συνευθύνηςτου κόσμου στις αντιλαϊκές αποφάσεις που θα παίρνει ο Δήμος. Σε αυτό το πλαίσιο χρησιμοποιείται και το …δόλωμα των δημοψηφισμάτων, τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δείξει πόσο τιμά και πόσο λαμβάνει υπόψη του!
…ούτε αυτοδιοίκηση…
Στην ίδια κατεύθυνση του αποπροσανατολισμού κινείται, επί της ουσίας, και η πρόταση για την απλή αναλογική που έχει γίνει κόκκινο πανί για ΝΔ και ΚΙΝΑΛ, με το επιχείρημα της ακυβερνησίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να παίξει ένα χαρτί πιο δημοκρατικών διαδικασιών, το οποίο, ωστόσο, εκτιμά ότι σε αυτή τη φάση μπορεί να το διαχειριστεί χωρίς να δημιουργηθούν προβλήματα στους Δήμους και τις Περιφέρειες όπου έχει το πάνω χέρι. Πράγμα που μάλλον ισχύει στη βάση της ουσιαστικής πολιτικής συμφωνίας όλων των αστικών κομμάτων στην προώθηση της αντιλαϊκής επίθεσης με κάθε τρόπο.
Αρκούν, πάντως, δυο σημεία για να φανεί πόσο και πώς εννοεί τη δημοκρατία ο ΣΥΡΙΖΑ: Πρώτον, ενώ οι έδρες των Δημοτικών και Περιφερειακών Συμβουλίων κατανέμονται αναλογικά, παραμένειη εκλογή Δημάρχου και Περιφερειάρχη σε δυο γύρους, αν χρειαστεί. Με το πρόσχημα της δημοκρατικής απευθείας εκλογής προστατεύεται ένα εκλογικό σύστημα που εγκλωβίζει το λαό γύρω από πρόσωπα και ηγέτες, την ίδια στιγμή που, υποτίθεται, ότι προωθείται όχι μόνο η δίκαιη εκπροσώπηση, αλλά και η συμμετοχή!
Δεύτερον, ο Κλεισθένης επιτρέπει ρητά τη μεταπήδηση Δημοτικών και Περιφερειακών Συμβούλων από τη μια παράταξη στην άλλη, πράγμα που, επίσης ρητά, απαγόρευε ο Καλλικράτης. Αν, λοιπόν, η απλή αναλογική δε μπορέσει να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα που πρέπει να εξυπηρετηθούν, υπάρχει η …μεταγραφική περίοδος για να διορθώσει τις ανωμαλίες!
Επίσης, οι Δημοτικές και Περιφερειακές Εκλογές θα γίνονται, όπως πριν από τον Καλλικράτη, τον Οκτώβρη κάθε 4 χρόνια και τα νέα όργανα θα αναλαμβάνουν από την 1/1 του επόμενου έτους. Η διεξαγωγή των Τοπικών Εκλογών μαζί με τις Ευρωεκλογές τον Ιούνιο κάθε 5 χρόνια φαίνεται να μην εξυπηρετεί πλέον.
Τη χαριστική βολή, πάντως, στοναυτοδιοικητικό χαρακτήρα δίνουν οι ρυθμίσεις για τον έλεγχο Δήμων και Περιφερειών από το κράτος. Δημιουργούνται Αυτοτελείς Υπηρεσίες Εποπτείας ΟΤΑ, με προϊστάμενο τον Επόπτη ΟΤΑ, οι οποίες υπάγονται απευθείας στο Υπουργείο Εσωτερικών και όχι στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις όπως σήμερα. Επίσης στο Υπουργείο Εσωτερικών θα υπάρχει το Παρατηρητήριο Οικονομικής Αυτοτέλειας των ΟΤΑ και η Επιτροπή Παρακολούθησης και Υλοποίησης Χωρικού και Αναπτυξιακού Σχεδιασμού Περιφερειακού και Τοπικού Επιπέδου.
Ο ρόλος αυτών των οργάνων είναι ο έλεγχος νομιμότητας των λειτουργιών των ΟΤΑ και «η μέριμνα για τον εξορθολογισμό της οικονομικής διαχείρισης». Με λίγα λόγια, το κράτος εξασφαλίζει ότι οι βασικές πολιτικές κατευθύνσεις της κεντρικής εξουσίας ακολουθούνται πιστά από Δήμους και Περιφέρειες. Με το επιχείρημα της μάχης κατά της κακοδιαχείρισης και των παράνομων δραστηριοτήτων, οι πραγματικές ανάγκες των τοπικών κοινωνιών …πάνε περίπατο. Οποιοσδήποτε έχει απευθυνθεί συλλογικά σε κάποιο Δήμο τα τελευταία χρόνια για οποιοδήποτε αίτημα έχει σίγουρα πάρει την απάντηση «δίκιο έχετε, αλλά δε μας δίνει λεφτά η κεντρική διοίκηση», άσχετα αν η κεντρική διοίκηση ασκείται από το ίδιο κόμμα που διοικεί το Δήμο! Αυτό ήταν και θα παραμείνει το …δόγμα.
…αλλά σταθερά αντιλαϊκή
Στα ζητήματα χρηματοδότησης, προϋπολογισμού και οικονομικής διαχείρισης των ΟΤΑ ο Κλεισθένης επικυρώνει και επεκτείνει τις διατάξεις του Καλλικράτη. Καταρχάς οι Δήμοι χωρίζονται σε 6 κατηγορίες ανάλογα μα το μέγεθος και τα χαρακτηριστικά τους, από Μητροπολιτικούς (μόνο σε Αττική-Θεσσαλονίκη) μέχρι Μικρούς Νησιωτικούς. Τόσο οι αρμοδιότητες, όσο και η χρηματοδότηση των Δήμων (από Ελλάδα και ΕΕ) εξαρτάται από την κατηγορία που ανήκουν. Επομένως, τη μερίδα του λέοντος θα παίρνουν οι μητροπόλεις (και πάλι).
Σε ό,τι αφορά την ανταποδοτικότητα, το νομοσχέδιο αλλάζει για πρώτη φορά νόμο του 1975, που όριζε ανταποδοτικά τέλη για την καθαριότητα και το φωτισμό, και τα επεκτείνει και στο πράσινο! Η ίδια η φύση γίνεται εμπόρευμα για το οποίο ο κόσμος πρέπει να πληρώσει ακόμα έναν φόρο στο αδηφάγο κράτος και το μακρύ του χέρι, τους Δήμους.
Πολύ σημαντική ωστόσο, είναι και η ενίσχυση της λογικής της επιχειρηματικότητας. Το μοντέλο του Δήμου-επιχείρηση επεκτείνεται στον τομέα της ενέργειας. Δήμοι και Περιφέρειες θα έχουν πλέον δικαίωμα να ιδρύουν επιχειρήσεις παραγωγής, πώλησης, προμήθειας και διανομής ενέργειας. Συνολικά, λοιπόν, οι ΟΤΑ θα είναι κάτι σαν επιχειρηματικοί όμιλοι, οι οποίοι θα ενδιαφέρονται για τους προϋπολογισμούς και τα κέρδη τους, την προσέλκυση επενδύσεων και τον περιορισμό των δαπανών τους.
Αυτό έχει επιπτώσεις τόσο στο λαό συνολικά, όσο και στους εργαζόμενους σε Δήμους και Περιφέρειες. Φυσικά και κοινωνικά αγαθά θα γίνονται αντικείμενο εμπορικής εκμετάλλευσης και το κριτήριο θα είναι, προφανώς, μόνο το κέρδος και όχι η κάλυψη των αναγκών του λαού. Οι δε εργαζόμενοι θα υφίστανται ακόμα μεγαλύτερη εκμετάλλευση η οποία, αν κρίνουμε από την κατάσταση που ισχύει σήμερα, θα περιλαμβάνει εντατικοποίηση, απλήρωτες υπερωρίες, καθυστερήσεις στις πληρωμές, συμβάσεις ορισμένου χρόνου χωρίς δικαιώματα, ανύπαρκτες συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας.
Τέλος, ένα ολόκληρο κεφάλαιο του Κλεισθένη αφιερώνεται στους Φορείς Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΦΟΔΣΑ), οι οποίοι θα υλοποιούν τις κατευθύνσεις των Περιφερειακών Επιχειρησιακών Σχεδίων Διαχείρισης Αποβλήτων (ΠΕΣΔΑ). Η διαχείριση των σκουπιδιών έχει αναδειχθεί σε πεδίο κερδοφορίας για το κεφάλαιο και ο Κλεισθένης προσπαθεί να δημιουργήσει ένα βασικό πλαίσιο λειτουργίας για να το υπηρετήσει.
Το ζήτημα σχετίζεται και με τις εναλλακτικές μορφές ενέργειας (ενέργεια από καύση σκουπιδιών) το οποίο έχει ανοίξει και ήδη προκαλεί αντιδράσεις σε διάφορες πόλεις της χώρας.
Είναι, λοιπόν, φανερό ότι ο Κλεισθένης δεν είναι παρά ένα από τα επόμενα βήματα της επίθεσης στα δικαιώματα του λαού, το οποίο έχει στόχο να προσαρμόσει Δήμους και Περιφέρειες στην εποχή των μνημονίων (αλλά και την επόμενη, εξίσου ζοφερή μέρα). Είναι, επομένως, σημαντικό να αποκαλυφθεί αυτός ακριβώς ο χαρακτήρας του και να διαλυθούν οι όποιες αυταπάτες για τις προθέσεις τόσο του κράτους, όσο και των τοπικών αρχών. Και να σταματήσει να θεωρείται ο χώρος της λεγόμενης Τοπικής Αυτοδιοίκησης ως προνομιακός για να πιέζεται η «αριστερή» διαχείριση (κεντρική και τοπική) σε όφελος του λαού. Η μόνη πίεση που μπορεί να ασκήσει ο λαός είναι οι αγώνες του και όσο πιο μαζικοί και αποφασιστικοί είναι, τόσο μεγαλύτερη πίεση ασκούν.
K.B.