Μπροστά σε έναν μαύρο και βαρύ χειμώνα βρίσκεται ο λαός μας. Εκτεθειμένος και απροστάτευτος από την πανδημία, αντιμέτωπος με κύματα ακρίβειας, εξαθλίωσης, εργασιακής βαρβαρότητας. Απειλούμενος από την κλιμάκωση των πολιτικών της φασιστικοποίησης, που βγάζει εκτός πολιτικής νομιμότητας την αντίσταση, την απεργία, τη διαδήλωση, την οργάνωση των εργαζομένων στα δικά τους σωματεία, τη συγκρότηση του λαού στις δικές του συσπειρώσεις, της νεολαίας στους δικούς της συλλόγους και σχήματα πάλης. Ζώντας σε μια χώρα που κάθε μέρα πιο πολύ ανήκει στις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές, σε μια χώρα που γίνεται πλατφόρμα των πολεμικών σχεδίων των φονιάδων του πλανήτη.
Σε αυτές τις συνθήκες και ενώ ο πρωθυπουργός κάνει τον «καμπόσο» στον λαό με στημένες συνεντεύξεις, η κυβέρνηση και συνολικά το πολιτικό σύστημα αναζητούν τους όρους διάταξής τους για να συνεχίσουν ακόμα παραπέρα αυτή την πολιτική της υποτέλειας και της βαρβαρότητας. Αναζητούν, γιατί γνωρίζουν την οργή και τα αδιέξοδα που συσσωρεύονται, γιατί γνωρίζουν πως η κυριαρχία αυτής της πολιτικής, μόνο με τη βία, το ψέμα και τους εκβιασμούς μπορεί να εξασφαλίζεται. Αναζητούν, γιατί ανησυχούν για τα πλήγματα που μπορεί να φέρουν στην πολιτική αυτή οι αγώνες του λαού και της νεολαίας. Οι προσπάθειες να υπάρξουν αυτοί οι αγώνες έχουν να αντιμετωπίσουν πολλούς εχθρούς, αλλά και ψεύτικους φίλους. Και είναι εξαιρετικά επίκαιρο οι προσπάθειες αυτές να αντλήσουν έμπνευση και κουράγιο από την εξέγερση του Πολυτεχνείου! Μια εξέγερση που έγινε κόντρα στον κυρίαρχο πολιτικό συσχετισμό αστικών και ρεφορμιστικών δυνάμεων, που όλες μαζί καλόβλεπαν και συντάσσονταν στην κατεύθυνση της ελεγχόμενης μετάβασης από την αμερικανοκίνητη φασιστική δικτατορία. Αλλά και μια εξέγερση μάθημα για την αξία των αγώνων, αφού 48 χρόνια μετά συνεχίζει να μιλάει στην καρδιά και τον νου της νεολαίας και του λαού!
Γιατί μεγαλώνει ξανά η απειλή της πανδημίας;
Η απειλή της υγείας και της ίδιας της ζωής του λαού από την αναμενόμενη έξαρση της πανδημίας μεγαλώνει και πάλι. Κάθε μέρα καταγράφονται δεκάδες νέα θύματα και πολλές χιλιάδες κρούσματα, αλλά το μέγεθος και τελικά η αιτία της απειλής και των πολλαπλών συνεπειών της, σχεδόν δύο χρόνια μετά την έναρξη της πανδημίας, είναι πια προφανής. Η αιτία αυτή δεν είναι άλλη από την πολιτική του συστήματος και της κυβέρνησής του. Είναι μια πολιτική που λυσσαλέα επιμένει να μην κάνει ούτε βήμα πίσω από τη γραμμή του χτυπήματος των δικαιωμάτων του λαού στην περίθαλψη και στην υγεία, από τη γραμμή που ολοένα και περισσότερο περιορίζει τη δυνατότητα της δωρεάν περίθαλψης και νοσηλείας για τον λαό. Κρυμμένη πίσω από το εμβόλιο, που το παρουσιάζει ως τη μόνη απάντηση στην πανδημία, η κυβέρνηση συνεχίζει την πολιτική διάλυσης της δωρεάν περίθαλψης-υγείας του λαού και αρνείται όλα τα αναγκαία μέτρα (μόνιμες προσλήψεις, νέες ΜΕΘ, νέες κλίνες, άνοιγμα νοσοκομείων κοκ). Παράλληλα και επειδή «πρέπει να λειτουργεί η οικονομία και η κοινωνία» κατά πώς συμφέρει το κεφάλαιο και το σύστημα, η κυβέρνηση αρνείται και όλα τα αναγκαία μέτρα προστασίας στους χώρους δουλειάς, στα σχολεία, στα Πανεπιστήμια, στα ΜΜΜ. Αντίθετα, με τις αντεργατικές και τις αντιλαϊκές πολιτικές της, επιδεινώνει ακόμα περισσότερο τις συνθήκες που αντιμετωπίζει ο εργαζόμενος λαός και η νεολαία στην καθημερινότητά τους, εκβιάζοντας ακόμα περισσότερο σε μια κατεύθυνση «ανοσίας της αγέλης» και ορίζοντας τους ανεμβολίαστους ως την «αιτία του προβλήματος».
Όμως η κατάσταση βοά! Οι διασωληνωμένοι και οι θάνατοι εκτός ΜΕΘ (ακόμα και σε γραφεία γιατρών!), οι «νοσηλείες» σε διαδρόμους, οι εντολές σε ασθενείς «μείνε σπίτι και παρακολούθησε την εξέλιξη της υγείας σου εκεί», η εξόντωση από την κούραση του ιατρικού-νοσηλευτικού προσωπικού, το μπλοκάρισμα και η ακύρωση της περίθαλψης και της θεραπείας χιλιάδων ασθενών από άλλες ασθένειες, όλα αυτά και πολλά άλλα δεν προκαλούνται από τους ανεμβολίαστους! Όλα αυτά είναι αποτελέσματα μιας πολιτικής που πολλά χρόνια τώρα καταργεί και πετσοκόβει με όλους τους τρόπους το δικαίωμα του λαού στη δωρεάν περίθαλψη και υγεία. Είναι αποτέλεσμα μιας πολιτικής που θεωρεί αναλώσιμο τον λαό και «βάρος» που πρέπει να απορριφθεί και πρέπει να καταργηθεί κάθε μέτρο πρόληψης, περίθαλψης και νοσηλείας του. Αυτή η πολιτική κλιμακώθηκε και εκφωνήθηκε κυνικά και με στόμφο στο πλαίσιο των μνημονίων που «έζωσαν» τη χώρα, καταργώντας στοιχειώδεις λαϊκές κατακτήσεις (και) στην υγεία και συνεχίστηκε από όλες τις κυβερνήσεις μέχρι σήμερα. Αυτή η πολιτική ξεσκεπάστηκε δραματικά από την πανδημία, που αποκάλυψε πλατιά την κατάσταση διάλυσης των νοσοκομείων και όλων των δομών περίθαλψης, που αποκάλυψε πλατιά ότι ο λαός είναι στην κυριολεξία απροστάτευτος και χωρίς καμιά πρόνοια για κάθε υγειονομική του ανάγκη. Ταυτόχρονα η πανδημία θεωρήθηκε από το σύστημα και την κυβέρνησή του ευκαιρία για την ένταση και την κλιμάκωση και αυτής της πολιτικής που αφορά στην περίθαλψη και στην υγεία!
Γι’ αυτό ακριβώς οι κυβερνητικοί εκβιασμοί και οι απειλές ενάντια σε μερίδες κόσμου που βρίσκεται σε -άνωθεν καλλιεργούμενη- σύγχυση για το εμβόλιο (σύγχυση που αξιοποιείται από τις πιο αντιδραστικές και ακροδεξιές δυνάμεις) καθόλου δεν θέλουν να αντιμετωπίσουν τη σύγχυση αυτή! Αντίθετα, η κυβέρνηση βολεύεται από αυτή τη σύγχυση και την τροφοδοτεί ή και την στηρίζει, όπως στο ζήτημα της Εκκλησίας! Οι εκβιασμοί και οι απειλές έχουν πραγματικό στόχο να απαλλαγεί η κυβέρνηση από τις ευθύνες της και να συνεχίσει ακόμα πιο άγρια και κυνικά την ίδια πολιτική εγκατάλειψης του λαού! Γι’ αυτό είναι στην κυριολεξία ζήτημα ζωής να δυναμώσει ο αγώνας που απαιτεί πλήρη και δωρεάν περίθαλψη και νοσηλεία για όλο τον λαό και σε αυτή τη βάση αρνείται όλους τους εκβιασμούς, τις αναστολές και τα αντεργατικά αντιλαϊκά μέτρα που προωθούνται στο όνομα της «αντιμετώπισης των ανεμβολίαστων»!
Η (α)βεβαιότητα της πολιτικής «σταθερότητας»
Την ίδια ώρα που από επίσημα χείλη διεθνών κέντρων και αναλυτών γίνονται εκτιμήσεις για μια κατάσταση «καμπής» αναφορικά με τις κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις στο πλαίσιο της έντασης της κρίσης και της «απώλειας» στήριξης των κυρίαρχων δυνάμεων από τα μεσοστρώματα, το εγχώριο πολιτικό σύστημα διαβεβαιώνει ότι… όλα πάνε καλά, ότι βαίνουμε σε «ανάπτυξη» και «σταθερότητα». Το κυβερνητικό επιτελείο σε όλους τους τόνους «εξηγεί» ότι είναι «προσωρινή» η ακρίβεια και η διαταραχή στις εφοδιαστικές αλυσίδες και στις αγορές και κομπάζει για «επενδύσεις» που έρχονται, όπως ονομάζει τα ξεπουλήματα και τις άρον-άρον καταφυγές του ντόπιου κεφαλαίου κάτω από τις φτερούγες των ιμπεριαλιστικών μονοπωλίων. Βέβαια, αυτές οι… ευοίωνες κραυγές συνοδεύονται από διαρκώς περισσότερο μαστίγιο ενάντια στον εργαζόμενο λαό, στα εργασιακά του, κοινωνικά και δημοκρατικά του δικαιώματα. Δίπλα (στην κυριολεξία!) στο κυβερνητικό επιτελείο, ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ ψέλνουν και αυτοί -τάχα μου αντιπολιτευτικά- το παραμύθι των «προοδευτικών λύσεων» που έχουν έτοιμες να φέρουν σε μια νέα κυβερνητική θητεία τους.
Όλοι αυτοί οι σωροί κατασκευών και κραυγών των βασικών δυνάμεων του συστήματος είναι απολύτως ενδεικτικοί ενός πολιτικού προσωπικού που δεν ελέγχει τις εξελίξεις και δεν μπορεί παρά να καταφύγει στο ψέμα και στη διαστροφή της πραγματικότητας για να παριστάνει στον λαό ότι «ελέγχει» τη χώρα, ότι έχει «δικό του πρόγραμμα» και «απαντήσεις». Είναι δηλαδή η «παράσταση» που είναι αναγκασμένο να παίζει το πολιτικό προσωπικό της εξάρτησης, που ξέρει πολύ καλά ότι είναι στο «βλέποντας και κάνοντας» σύμφωνα με τις ανάγκες και το πλαίσιο που θα του διαμορφώνουν τα ιμπεριαλιστικά αφεντικά. Εξάλλου, μετά την εμπειρία των τελευταίων δέκα και περισσότερων χρόνων, με τα χτυπήματα που δέχτηκαν οι πολιτικοί πυλώνες του συστήματος, αισθάνονται την ανάγκη να παίζουν ακόμα πιο έντονα αυτό τον ρόλο της «βεβαιότητας».
Ωστόσο, αρκεί και μόνο η εκτεταμένη ανησυχία και ταραχή για το μέλλον του (μικρού) ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ για να αντιληφθεί κανείς ότι κάθε άλλο παρά «άνετα» δεν αισθάνονται τα κέντρα του συστήματος. Αυτά προφανώς ενεργοποιήθηκαν -ακόμα και πριν το θάνατο της Γεννηματά- για να αναζητήσουν αντικρουόμενες λύσεις για τη συνέχεια του κόμματος αυτού, επιστρατεύοντας ακόμα και το «βαρύ» όνομα του ΓΑΠ ανάμεσα σε αυτές. Πρόκειται για λύσεις που αφορούν στο ειδικότερο ζήτημα της περίπου απλής αναλογικής των επόμενων εκλογών, αλλά συνολικότερα αφορούν στην ανάγκη τους για συγκρότηση-διάσωση πολιτικών δυνάμεων που θα αναλάβουν ρόλους στο επόμενο διάστημα. Αυτή η αναζήτηση εκφράζει προφανώς ανησυχίες τόσο για την αντοχή της «υβριδικής» ΝΔ (όπως την αποκάλεσε το «Βήμα της Κυριακής») που έχει διαμορφώσει ο Μητσοτάκης, όσο και για τις προοπτικές και τις δυνατότητες του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι αιτίες αυτών των ανησυχιών βρίσκονται σε όλο το φάσμα των βασικών ζητημάτων, από τα κοινωνικά και οικονομικά αδιέξοδα ως τα καθοριστικά για μια χώρα σαν την Ελλάδα ζητήματα της γεωπολιτικής εμπλοκής στις επιδιώξεις των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ στην περιοχή. Οι τελευταίες εξελίξεις στη Βόρεια Μακεδονία και συνολικά στα δυτικά Βαλκάνια που μπήκαν σε περίοδο ανοιχτής αναταραχής μεγαλώνουν σίγουρα ακόμα περισσότερο τις ανησυχίες αυτές.
Οι εξελίξεις αυτές από τη μία διαψεύδουν με τρανταχτό τρόπο τα θεωρήματα ΣΥΡΙΖΑ, που για να υπερασπιστεί τη συμφωνία των Πρεσπών την παρουσίαζε ως την «οριστική λύση» που θα αποκαταστήσει τη «σταθερότητα» στα βόρεια σύνορα της χώρας. Αυτό που αναδεικνύεται, όμως, ξανά -και όπως πολλές φορές έχουμε γράψει όλα αυτά τα χρόνια- είναι ότι καμιά «σταθερότητα» δεν μπορεί να αποκατασταθεί ενόσω ο κύριος παράγοντας των εξελίξεων στην περιοχή είναι οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, πριν από όλα των ΗΠΑ με τη Ρωσία, αλλά και με τους Ευρωπαίους (κύρια Γαλλία) ιμπεριαλιστές. Από την άλλη, οι εξελίξεις αυτές μόνο τυπικά μπορεί να θεωρηθεί ότι «δικαιώνουν» την καθυστέρηση στην υπογραφή των συμφωνιών από την κυβέρνηση της ΝΔ. Γιατί είναι ενδεχόμενο κάτω από τις συνθήκες που διαμορφώνονται τώρα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη να πιεστεί από τις ΗΠΑ να στηρίξει άμεσα και αποφασιστικά την υπεράσπιση των «Πρεσπών», δηλαδή την παραμονή της Β. Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ και στο δυτικό στρατόπεδο.
Κάτω από όλες αυτές τις πιέσεις και τις εξελίξεις -που στην ευρύτερη περιοχή και στη βάση της μεγάλης εμπλοκής της χώρας μπορεί να επιδεινωθούν- γίνεται κατανοητό ότι θα δοκιμαστεί ξανά και ξανά η υποτιθέμενη «σταθερότητα» του πολιτικού συστήματος στη χώρα.
Στον δρόμο του Νοέμβρη!
Ακόμα περισσότερο η σταθερότητα αυτή θα δοκιμαστεί στον βαθμό που ο λαός και η νεολαία θα κατορθώσουν να βγάλουν στην επιφάνεια της κοινωνικής και πολιτικής ζωής με μαζικούς αγώνες την οργή τους και την αντίθεσή τους στην πολιτική που αντιμετωπίζουν. Αυτό είναι και θα είναι το κύριο και βασικό ζήτημα για τον λαό μας, για κάθε δύναμη που θέλει να υπηρετήσει τα δικαιώματά του και την υπόθεσή του. Σε αυτή τη βάση πρέπει να στηριχτούν και να μαζικοποιηθούν οι προσπάθειες που ήδη εξελίσσονται στα μέτωπα πάλης.
Είναι μεγάλη αναγκαιότητα και με σπουδαία σημασία το κίνημα που διαμορφώνεται απαιτώντας την αθώωση των αγωνιστών που δικάζονται στις 29 Νοέμβρη να πλατύνει και να δυναμώσει. Γιατί είναι ένα κίνημα που μπορεί να ανοίξει συνολικά τον δρόμο της πάλης ενάντια στη φασιστικοποίηση, ένα κίνημα που εκφράζει έμπρακτα την ανάγκη υπεράσπισης των δικαιωμάτων του λαού και της νεολαίας στη μαζική πάλη.
Είναι, επίσης, μεγάλο ζήτημα, με δυνατότητα να επιδράσει ευρύτερα στον συσχετισμό πάλης, η υπόθεση της στήριξης του αγώνα των εκπαιδευτικών, η προσπάθεια δηλαδή που γίνεται να συγκροτηθεί ένα ευρύτερο δυναμικό που θα παλεύει στην κατεύθυνση συνέχισης αυτού του αγώνα, ο οποίος έχει απέναντί του την κυβέρνηση, αλλά και όλες τις κυρίαρχες και ενδιάμεσες συνδικαλιστικές δυνάμεις.
Αυτές οι προσπάθειες είναι αντικειμενικά και πολιτικά και κινηματικά βήματα για να συγκροτηθεί η πάλη ενάντια στον εργασιακό μεσαίωνα του νόμου Χατζηδάκη, είναι βήματα στη συνολική κατεύθυνση της πάλης ενάντια στο σύστημα της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης που δείχνει ο δρόμος του Νοέμβρη.