Τα νέα βιβλία στο δημοτικό και οι αλλαγές στα ΑΠΣ και ΔΕΠΣ (Διαθεματικά Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών) φέρνουν πολλές και σημαντικές αλλαγές στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Στο μάθημα της Γλώσσας, όπως και σε όλα τα μαθήματα, παρατηρούμε αλλαγές στους στόχους, στην ποσότητα και ποιότητα της ύλης, στη μεθοδολογία και στο ιδεολογικό περιεχόμενο.
«Ο βασικός στόχος είναι να αναπτυχθεί η ικανότητα των μαθητών να επικοινωνούν αποτελεσματικά (προφορικά και γραπτά)…» (βιβλ. δασκάλου ΣΤ΄ σελ. 11). Ουδείς άλλος! Σ’ αυτόν το στόχο υποτάσσονται το περιεχόμενο, τα είδη των κειμένων και όλες οι δραστηριότητες του γλωσσικού μαθήματος (ασκήσεις έκφρασης και γλώσσας).
Ολοφάνερα προσπερνιέται η βασική πλευρά της γλώσσας που είναι η σύνδεσή της με τη σκέψη. Σκεφτόμαστε σε μια γλώσσα, εκφράζουμε συναισθήματα και ιδέες. Η γλώσσα, ως έργο όλης της κοινωνίας, είναι προϊόν μιας ολόκληρης σειράς εποχών στη διάρκεια των οποίων αποκρυσταλλώνεται, εμπλουτίζεται, εξελίσσεται, βελτιώνεται. Είναι η άμεση πραγματικότητα της σκέψης. Οι ιδέες δεν μπορούν να υπάρξουν έξω απ’ τη γλώσσα, η οποία είναι το βασικό μέσο επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων.
Το πρόβλημα με την αντίληψη των βιβλίων γύρω από το μάθημα της γλώσσας, δεν είναι μόνο ότι την αποκόπτει από την ανθρώπινη σκέψη με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ενδιαφέρον για να καλλιεργηθεί αυτή η πλευρά. Ακόμη και η επικοινωνιακή διάσταση της γλώσσας υποβαθμίζεται στο επίπεδο του χρηστικού εργαλείου και ξεπέφτει στον ακραίο φορμαλισμό. Επιπλέον, η (αθώα;) επιλογή που γίνεται τα κείμενα να είναι «αυθεντικά» (τι σημαίνει άραγε αυτό;), φέρνει στην τάξη για διδασκαλία το αγοραίο, αυτό που «ευρέως κυκλοφορεί».
Έτσι, οι μαθητές καλούνται να αναπτύξουν την ικανότητα να αντλούν πληροφορίες και να επικοινωνούν αλλά όχι να εκφράζουν απόψεις και να προβληματίζονται.
Ένα απλό ξεφύλλισμα των βιβλίων είναι σε θέση να δώσει μια εικόνα του περιεχομένου τους. Συνταγές μαγειρικής, διαφημίσεις, αφίσες, τουριστικά έντυπα, οδηγίες χρήσης συσκευών, ανακοινώσεις, άρθρα εφημερίδων. Η λογοτεχνία έχει σχεδόν εξαφανιστεί.
Μια ακραία ωφελιμιστική αντίληψη διαπνέει τα βιβλία. Τι χρειάζεται ένας απλός, καθημερινός άνθρωπος για να επιβιώσει σ’ αυτήν την κοινωνία; Να μαγειρεύει, να αγοράζει (πάντα κάνοντας οικονομία) πράγματα, να χειρίζεται συσκευές… Αυτά οφείλει, και καλά, να μάθει στους μαθητές το σχολείο. Εφόδια για να μπορέσουν οι μαθητές, ως αυριανοί εργαζόμενοι-πολίτες, να αλλάξουν αυτήν την κοινωνία για να καλυτερέψουν τη ζωή τους, δε δίνονται.
Μάλιστα, δε θα απείχε και πολύ από την αλήθεια αν λέγαμε ότι δεν υπάρχουν κείμενα. Οι δάσκαλοι ψάχνουν εναγωνίως τι θα διδάξουν. Ουσιαστικά, η ανάγνωση έχει σχεδόν καταργηθεί, ειδικά στην Ε΄ και ΣΤ΄, όπου η απουσία κειμένων είναι κραυγαλέα. Τα όποια κείμενα υπάρχουν, κυρίως άρθρα γνωστών εφημερίδων και περιοδικών (π.χ. «Καθημερινή», «Έθνος», «Ελευθεροτυπία», «Είναι»), είναι κακά δείγματα γραφής από τα οποία απουσιάζουν τα σχήματα λόγου, τα καλολογικά στοιχεία, η δημιουργική γραφή ενώ το λεξιλόγιο είναι φτωχό και με πολλά αλλόγλωσσα στοιχεία να μπερδεύονται.
Τα ελάχιστα λογοτεχνικά κείμενα που ανιχνεύονται στα βιβλία δεν μπορούν να ανατρέψουν τη συνολική εικόνα, στην οποία κυριαρχεί η πληροφορία και το σύνθημα. Μάλιστα, κάποια έχουν διασκευαστεί από τις συγγραφικές ομάδες, ενώ κάποια άλλα δεν θα χαρακτηρίζονταν ως τα πιο κατάλληλα. Ακόμη και τα κείμενα των βιβλίων της Α΄ τάξης δεν έχουν νόημα και είναι ασυνάρτητα.
Ο όγκος της ύλης αυξάνεται δραματικά, συμπιέζεται, «τρέχει» γρήγορα και «κατεβαίνει» στις προηγούμενες τάξεις. Συγκεκριμένα, το προγραφικό-προαναγνωστικό στάδιο αποκόβεται από την Α΄ τάξη και κατεβαίνει στο νηπιαγωγείο («σχολειοποίηση» νηπιαγωγείου), συμπιέζεται η διδασκαλία της γλώσσας-γραμματικής στις τέσσερις πρώτες τάξεις και στις Ε΄ και ΣΤ΄ τάξεις κατεβαίνει μεγάλο μέρος του συντακτικού και της γραμματικής του Γυμνασίου. Ταυτόχρονα, αυξάνεται ο βαθμός δυσκολίας των ασκήσεων και το πλήθος των εργασιών που καλούνται οι μαθητές να εκτελέσουν σε κάθε διδακτική ενότητα.
Ενδεικτικά, το πρώτο μάθημα της Ε΄ τάξης περιλαμβάνει ασκήσεις με όλους τους χρόνους των ρημάτων, επιρρήματα, φράσεις με προθέσεις, χρονικές προτάσεις και συνδέσμους (θεωρείται ότι έχουν διδαχτεί στις προηγούμενες τάξεις) και άσκηση γραπτής αφήγησης με μεταφορά κειμένου από τον παρατατικό στον Ενεστώτα. Οι μαθητές της ΣΤ΄ σε μια διδακτική ώρα θα πρέπει να διδαχτούν, εκτός των άλλων, τα μεταβατικά, τα αμετάβατα, τα συνθετικά, τα μονόπτωτα και τα δίπτωτα ρήματα, το άμεσο και το έμμεσο αντικείμενο και το κατηγορούμενο (ΣΤ΄, τευχ. Β, σελ. 66).
Αποτέλεσμα, και ο δάσκαλος να πιέζεται αλλά κυρίως οι μαθητές, που εξαιτίας κοινωνικών ανισοτήτων είναι «πιο πίσω», να περιθωριοποιούνται ακόμη περισσότερο. Η ύλη, που είναι αναντίστοιχη με τις νοητικές ικανότητες των παιδιών αυτής της ηλικίας και «τρέχει για να βγει», επιβάλλει ρυθμούς ασφυκτικής πίεσης στους μαθητές.
Η διαθεματική οργάνωση της ύλης, η ομαδοσυνεργατική μέθοδος, η νέα προσέγγιση του γλωσσικού μαθήματος και η αλλαγή της εκμάθησης της πρώτης ανάγνωσης και γραφής είναι κάποιες από τις «νέες» μεθόδους διδασκαλίας.
Η διαθεματικές εργασίες των βιβλίων, που τόση κριτική έχουν δεχθεί (σπάνε τον ενιαίο χαρακτήρα του αναλυτικού προγράμματος και οργανώνουν με χαοτικό τρόπο την ύλη), συνήθως το μόνο που καταφέρνουν είναι να ξεφεύγουν από το θέμα της κάθε ενότητας ή να προκαλούν ερωτήματα για τη σκοπιμότητα των σχεδίων εργασίας που προτείνουν (π.χ. κινητά τηλέφωνα, σούπερ μάρκετ). Όμως, τις περισσότερες φορές είναι αδύνατο λόγω του φόρτου εργασιών να ολοκληρωθεί κάποια διαθεματική εργασία. Η εμπειρία δείχνει πως μεγάλο μέρος εργασιών αναγκαστικά μεταφέρονται στο σπίτι. Όσο για την ομαδοσυνεργατική μέθοδο, που υποτίθεται πως επιδιώκει να καλλιεργήσει το ομαδικό πνεύμα, από τη μια δείχνει να μη λαμβάνει υπόψη τις συνθήκες που επικρατούν στις σχολικές τάξεις (π.χ. μια τέτοια μέθοδος απαιτεί ανοιχτά προγράμματα σπουδών χωρίς πίεση χρόνου και ύλης) κι από την άλλη ακυρώνεται από τη λογική των βιβλίων που εισάγουν ασκήσεις ανταγωνισμού μεταξύ μαθητών και ομάδων (π.χ. νικητής είναι όποιος γράψει τις περισσότερες σύνθετες λέξεις).
Η επαναφορά της ολικής μεθόδου για εκμάθηση της πρώτης ανάγνωσης και γραφής στην Α΄ τάξη, αν και τη δεκαετία του ’70 είχε ερείσματα προερχόμενη από τις αγγλόφωνες χώρες, έχει κριθεί ακατάλληλη για την ελληνική γλώσσα, και οδηγεί σε αναλφαβητισμό όσα παιδιά δυσκολεύονται. Η διδασκαλία της γραμματικής σε όλες τις τάξεις αποθεώνεται (απίστευτες λεπτομέρειες για μαθητές δημοτικού) ενώ επαναλαμβάνεται η ασυναρτησία στην οργάνωση της ύλης. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η σύγχυση, η κούραση και αποσυγκρότηση της σκέψης των μαθητών.
Ο γραπτός λόγος είναι απόλυτα καθοδηγούμενος (δεν προβλέπεται χρόνος για ελεύθερη έκφραση). Διάφορα είδη λόγου όπως άρθρα, αφηγηματικά-περιγραφικά-μεικτά κείμενα, κόμικς, διαφημίσεις κ.α., ανακατεύονται στις σελίδες των βιβλίων. Τελικά, οι μαθητές τσαλαβουτάνε από ’δω κι από ’κει μαθαίνοντας μισά πράγματα και τίποτε ολοκληρωμένο. Τέλος, η ορθογραφική άσκηση στις δύο τελευταίες τάξεις υποβαθμίζεται, αφού δεν προβλέπεται παρά στα πλαίσια κάποιων εργασιών.
Ποτέ τα κείμενα των βιβλίων δεν ήταν ιδεολογικά ουδέτερα. Σήμερα, μάλιστα, τα περισσότερα κείμενα αντλούνται από γνωστές εφημερίδες και περιοδικά. Μαζί με αυτά μεταφέρονται οι ιδέες και οι απόψεις των συγκεκριμένων εντύπων που δεν είναι καθόλου αθώες. Αντίθετα, έχουν πολύ συγκεκριμένο ιδεολογικοπολιτικό στίγμα. Μάλιστα, αρκετές επιλογές κειμένων και θεμάτων ξεπέφτουν σε ωμή ιδεολογική προπαγάνδα.
Χαρακτηριστική είναι η απουσία λογοτεχνικών ή άλλων κειμένων με αναφορά σε εργατικές διεκδικήσεις (οχτάωρο, απεργίες, συνθήκες εργασίας). Οι όποιες αναφορές είναι εχθρικές απέναντι σ’ αυτές. πχ. (Γλώσσα Γ΄, τευχ. α, σελ. 67) «Έληξε η απεργία των υπαλλήλων της καθαριότητας. Επιτέλους! Τα απορριματοφόρα του Δήμου βγήκαν για να μαζέψουν τα σκουπίδια. Η κατάσταση ήταν ανυπόφορη…» ή (τετρ. εργασιών Γλώσσας ΣΤ΄, τεύχ. Β, σελ 37) «Παρέλυσε η χώρα από τη μεγάλη απεργία. Οι εργαζόμενοι ζητούν αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις… η κυβέρνηση ανακοίνωσε αργά το βράδυ ότι ο πρώτος στόχος της είναι η καταπολέμηση της ανεργίας που αποτελεί το σημαντικότερο πρόβλημα…».
Κοινωνικά φαινόμενα (μετανάστευση, πόλεμος, πολιτικοί πρόσφυγες), ερήμωση της υπαίθρου, περιβάλλον, αλλοτρίωση του ανθρώπου και συναισθηματικές ανάγκες του (συντροφικότητα, φιλία) είτε απουσιάζουν είτε δίνονται από αντιδραστική πλευρά (π.χ. Γλώσσα ΣΤ: η τράπεζα δίνει χαμηλότοκα δάνεια σ’ όσους έχουν πληγεί από την κακοκαιρία). Η βασική αντίληψη που διαπερνά τα βιβλία είναι του «ανθρώπου-καταναλωτή». Γι’ αυτό, πρέπει ο μαθητής να εκπαιδευτεί να καταναλώνει. Δεν είναι τυχαίο γεγονός ότι σε όλες τις τάξεις οι μαθητές εκπαιδεύονται να μελετούν και να φτιάχνουν διαφημίσεις. Απέναντι, δε, στις κοινωνικές ανισότητες, την προσφυγιά και τους πολέμους που παρουσιάζονται ως φυσικά φαινόμενα, οι ΜΚΟ (Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις) προβάλλονται ως η μόνη λύση (π.χ. Γλώσσα Γ΄, τευχ. γ, ενότητα «Όλοι μια αγκαλιά»).
Προβάλλεται το έργο των κρατικών φορέων και κυβερνήσεων. Έτσι, τον πολιτισμό οι μαθητές της Ε΄ τον εμπεδώνουν από φυλλάδια της νομαρχίας Θεσσαλονίκης (Ε΄, τευχ. Α, σελ,29), μαθαίνουν το Αττικό Μετρό ως έργο πολιτισμού και πνοής (Γλώσσα Γ΄ και Ε΄) ενώ ο κινηματογράφος-θέατρο προσεγγίζεται από τις αφίσες και τα εισιτήρια (Γλώσσα ΣΤ΄, ενότητα: Κινηματογράφος-Θέατρο) κ.α.. Τα βιβλία διδάσκουν πως για να μη γίνονται πόλεμοι πρέπει οι μαθητές να εκπαιδευτούν στην επίλυση διαφωνιών και συγκρούσεων. Έτσι, «σε πρώτο επίπεδο προτείνεται η διαμεσολάβηση των συμμαθητών. Στις δύσκολες συγκρούσεις τις οποίες δεν μπορούν να λύσουν μόνοι τους οι εμπλεκόμενοι, είναι χρήσιμη η ύπαρξη ενός εκπαιδευμένου σώματος συμμαθητών που θα προτείνουν λύσεις. Αυτό γίνεται σε συνεργασία με τους δασκάλους» (Γλώσσα ΣΤ΄, τευχ. γ, σελ. 79).
Μέσα στο νέο πλαίσιο που διαμορφώνεται στο Δημοτικό, μαθητές, δάσκαλοι και γονείς ασφυκτιούν και παράλληλα ενοχοποιούνται. Η αύξηση της ποσότητας και του βαθμού δυσκολίας της ύλης των μαθημάτων φαίνεται ότι, ήδη από τη φετινή χρονιά, σπρώχνει γονείς και μαθητές στα φροντιστήρια. Αναμένεται ότι του χρόνου αυτή η τάση θα μεγαλώσει. Η ανησυχία των γονιών είναι τεράστια, σχεδόν δείχνουν τρομοκρατημένοι. Η πράξη, σε κάθε περίπτωση, δείχνει πως η διέξοδος δεν μπορεί να βρίσκεται στην ατομική λύση. Είναι αυταπάτη ότι η διδακτική πράξη του κάθε δάσκαλου μπορεί να ανατρέψει τη συνολική εικόνα, όπως και η διαφυγή στα φροντιστήρια. Άλλωστε, και τα δύο αποτελούν πλευρές του προβλήματος κι όχι της λύσης του.
Το αίτημα της μείωσης της ύλης και της απόσυρσης των νέων βιβλίων δείχνει να μπορεί να συσπειρώσει εκπαιδευτικούς και γονείς. Η επόμενη χρονιά πρέπει να είναι χρονιά συντονισμένου αγώνα. Να είναι χρονιά νίκης. Οι φετινοί αγώνες στέλνουν αισιόδοξα μηνύματα. Η υπόθεση της εκπαίδευσης είναι υπόθεση όλου του λαού!
φ.572, 12/05/07