• Εκτελούν τα ασφαλιστικά δικαιώματα για να… «επιβιώσει» το ασφαλιστικό!
Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται η προκλητική προσπάθεια της κυβέρνησης να εξαπατήσει το λαό και τους εργαζόμενους σχετικά με το χαρακτήρα του νέου αντιασφαλιστικού νόμου που προετοιμάζει. Με επικεφαλής τον Τσίπρα και τον Κατρούγκαλο και με την αμέριστη βοήθεια των ΜΜΕ, η κυβέρνηση προσπαθεί να παρουσιάσει το άσπρο μαύρο και να αποκρύψει τις οδυνηρές συνέπειες που θα επιφέρει η εφαρμογή της πρότασης προς τα ιμπεριαλιστικά επιτελεία που παρουσίασε τη Δευτέρα 4 Γενάρη.
Στηριγμένη στην ψεύτικη διαβεβαίωση ότι δεν θα μειωθούν οι κύριες συντάξεις, η κυβερνητική προπαγάνδα θέλει να ντύσει με ένα φιλολαϊκό μανδύα, ένα σχέδιο πλήρως εναρμονισμένο με το βάρβαρο, αντιλαϊκό, αντεργατικό τρίτο μνημόνιο που μόλις πριν μερικούς μήνες ψήφισε και που επέβαλλε «περαιτέρω μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας με στόχο την επίτευξη εξοικονόμησης της τάξης του 0,25% του ΑΕΠ το 2015 και της τάξης του 1% του ΑΕΠ έως το 2016».
Ένα σχέδιο που, πέρα απ’ όλα τ’ άλλα, αποτελεί εφαρμογή και δυσμενή μετεξέλιξη του αντιασφαλιστικού νόμου Λοβέρδου (ν. 3863/2010) και αποκαλύπτει ότι και αυτή η αντιασφαλιστική επίθεση υπαγορεύεται από τα ίδια κέντρα, με τους ίδιους ακριβώς στόχους. Η κυβέρνηση της «δεύτερης φοράς Αριστερά» κατάφερε και στο Ασφαλιστικό να αποτελεί κληρονόμο των πιο λαομίσητων κυβερνήσεων και πιστό εφαρμοστή των πολιτικών τους.
Στην πραγματικότητα, η κυβερνητική πρόταση δεν αφήνει τίποτε όρθιο! Κανένας συνταξιούχος δεν θα μείνει αλώβητος από αυτήν την ολομέτωπη επίθεση. Τόσο οι σημερινοί εργαζόμενοι, όσο και αυτοί που ετοιμάζονται να συνταξιοδοτηθούν, αλλά και όσοι είναι ήδη συνταξιούχοι, θα υποστούν βαρύτατα πλήγματα στα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα. Ούτε καν η, συνηθισμένη μέχρι σήμερα, εξαίρεση από τους αντιασφαλιστικούς νόμους όσων έχουν «θεμελιώσει» συνταξιοδοτικό δικαίωμα δεν ισχύει πλέον.
Το πρώτο πλήγμα έρχεται από την κατάργηση των σημερινών ασφαλιστικών ταμείων και τη συγχώνευσή τους σε ένα ταμείο που θα ονομάζεται Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ). Η «δικαιοσύνη» στο ασφαλιστικό σύστημα που επικαλείται ως στόχο η σημερινή κυβέρνηση, δεν διαφέρει σε τίποτε από τις αντίστοιχες προφάσεις που χρησιμοποίησαν όλοι οι προηγούμενοι αστοί κυβερνητικοί διαχειριστές για να συμπιέσουν συνολικά και προς τα κάτω τα ασφαλιστικά δικαιώματα. Τα περίφημα «ρετιρέ» ή τα λεγόμενα «ευγενή ταμεία» είναι όροι που έχουν κατά κόρον χρησιμοποιήσει οι αστικές κυβερνήσεις στη χώρα μας για να διασπάσουν τους εργαζόμενους και να επιβάλουν ιδεολογικά τον εκάστοτε αντιασφαλιστικό νόμο. Οι ενιαίοι κανόνες που θέλει να επιβάλει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν είναι παρά το εργαλείο για τη συνολική χειροτέρευση των όρων ασφάλισης. Ένα εργαλείο πολύτιμο για την άρχουσα τάξη που, επιπλέον, θα της επιτρέπει τον ευκολότερο και γρηγορότερο έλεγχο των ασφαλιστικών δεδομένων.
Το δεύτερο πλήγμα έρχεται από τον νέο τρόπο υπολογισμού της σύνταξης. Ο τρόπος αυτός βασίζεται στο μοντέλο που εισήγαγε ο νόμος Λοβέρδου και χωρίζει τη σύνταξη σε δύο μέρη, τη βασική και την ανταποδοτική.
Η βασική σύνταξη, που αντιστοιχεί σε ένα επίδομα πείνας, προτείνεται να είναι στα 384 ευρώ (από 360 ευρώ στο νόμο Λοβέρδου). Βέβαια, με πονηρό τρόπο η κυβέρνηση αφήνει να εννοηθεί ότι η βασική σύνταξη θα δοθεί σε όλους. Όμως, δεν είναι καθόλου έτσι. Για να πάρει κάποιος το σύνολο της βασικής σύνταξης πρέπει να έχει συμπληρώσει 40 χρόνια παραμονής στη χώρα μεταξύ της ηλικίας των 15 και 67 ετών του! Επίσης, η βασική σύνταξη μειώνεται σε περίπτωση πρόωρης συνταξιοδότησης κατά 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται για τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης, όπως επίσης μειώνεται και σε περιπτώσεις μειωμένης σύνταξης λόγω αναπηρίας (κατά 25% ή και 50% ,ανάλογα με το ποσοστό αναπηρίας)!!!
Παρόμοια απάτη ισχύει και για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης. Όπως είναι γνωστό, η ανταποδοτική σύνταξη είναι ένα ποσοστό του λεγόμενου «συντάξιμου μισθού». Το ποσοστό αυτό ονομάζεται «ποσοστό αναπλήρωσης». Ουσιαστικά, δηλαδή, η σύνταξη είναι το γινόμενο του «ποσοστού αναπλήρωσης» επί τον «συντάξιμο μισθό». Η κυβερνητική πρόταση νομιμοποιεί τον υπολογισμό του συντάξιμου μισθού με βάση όλο τον εργασιακό βίο, οδηγώντας σε σοβαρότατες μειώσεις των συντάξεων. Και παρότι αυξάνει τα ποσοστά αναπλήρωσης σε σχέση με το νόμο Λοβέρδου, γνωρίζει ότι οι μισθοί πάνω στους οποίους θα υπολογίζεται θα είναι σαφώς μειωμένοι λόγω της κρίσης και της ανεργίας.
Η καινοτομία της νέας κυβερνητικής πρότασης βρίσκεται στο ότι αυτός ο νέος τρόπος υπολογισμού θα εφαρμοστεί σε όλες τις συντάξεις που δίνονται σήμερα! Και είναι σαφές ότι θα επιφέρει ακόμη μεγαλύτερες μειώσεις στις ήδη πετσοκομμένες συντάξεις. Γι’ αυτό, εξάλλου, το σχέδιο προβλέπει και ένα ακόμη τρικ: τη λεγόμενη «προσωπική διαφορά». Με βάση αυτό το τέχνασμα, εάν επέλθει μείωση στη σύνταξη κάποιου ήδη συνταξιούχου, τότε αυτή μείωση δεν θα εφαρμοστεί μέχρι το 2018. Ο λόγος έχει προφανώς να κάνει με την προσπάθεια κατευνασμού των κοινωνικών αντιδράσεων για τις περαιτέρω μειώσεις που θα επιφέρει ο νέος τρόπος υπολογισμού, Μειώσεις που θα επιβαρύνουν τις ήδη επιβαρυμένες συντάξεις.
Κάτι παρόμοιο προτείνεται και για τις νέες συντάξεις που θα δοθούν τα έτη 2016-2017-2018, μόνο που σε αυτήν την περίπτωση θα καταβάλλεται μέρος μόνο της «προσωπικής διαφοράς» και μόνο εάν η μείωση αυτή είναι μεγαλύτερη του 20% της σύνταξης που θα αποδιδόταν με τον σημερινό τρόπο.
• Αντίστοιχο νέο πετσόκομμα προβλέπεται και για τις επικουρικές συντάξεις. Έτσι, παρότι, από τη μια, επιβάλλεται νέα αύξηση κατά 0,5% των εισφορών των εργαζομένων, από την άλλη, όλα δείχνουν ότι οι επικουρικές συντάξεις θα μειωθούν ακόμη περισσότερο αφού το συνολικό ποσό που θα προϋπολογίζεται για επικουρικές συντάξεις και το οποίο θα μοιράζεται στους δικαιούχους, θα υπολογίζεται με βάση τα εκάστοτε οικονομικά δεδομένα!
• Παρότι η κυβέρνηση δηλώνει ότι κόπτεται για τους χαμηλοσυνταξιούχους, προχωρά στην κατάργηση του ΕΚΑΣ σταδιακά μέχρι το 2019.
• Επιπλέον, προβλέπεται ακόμη μεγαλύτερη μείωση των εφάπαξ, αφού τα Ταμεία Πρόνοιας ενσωματώνονται στο νέο Ταμείο, το ΕΦΚΑ.
Σε αυτό το ταμείο θα υπαχθούν τόσο ο ΟΓΑ όσο και ο ΟΑΕΕ (το πρώην ΤΕΒΕ). Πράγμα που σημαίνει ότι για αγρότες και ελεύθερους επαγγελματίες, αντίστοιχα, οι παρεχόμενες υπηρεσίες θα χειροτερέψουν ακόμη περισσότερο, παρότι οι εισφορές που τους επιβάλλει το νέο σχέδιο είναι υπέρογκες και δυσβάσταχτες. Είναι χαρακτηριστικό ότι για τους αγρότες η εισφορά σχεδόν τριπλασιάζεται (από το 7% πηγαίνει στο 20% σταδιακά μέχρι το 2019).
• Αυτή η εφιαλτική πρόταση ήταν αναμενόμενο να γίνει δεκτή με ικανοποίηση από τους ιμπεριαλιστές. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι θα είναι και αυτή που θα καταλήξει στο τελικό νομοσχέδιο, αφού η συζήτηση βρίσκεται σε εξέλιξη. Και το βέβαιο είναι ότι αυτό που θα επιχειρήσουν να φέρουν στη Βουλή θα είναι ακόμη πιο δυσβάσταχτο.
Είναι στο χέρι των ίδιων των εργαζομένων και των συνταξιούχων να βάλουν φραγμό σε αυτά τα αντιδραστικά σχέδια, να υπερασπιστούν το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση ως καθολικό δικαίωμα της εργατικής τάξης και όχι ως εξατομικευμένη υπόθεση, όπως θέλουν να την παρουσιάζουν.
Με τη σύμφωνη γνώμη των εργοδοτών η σφαγή της κοινωνικής ασφάλισης
«Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, και λαμβάνοντας υπόψη τις προτάσεις που θα κατατεθούν για επιμέρους βελτιώσεις της κυβερνητικής πρότασης για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, οι κοινωνικοί εταίροι δεν τοποθετούνται αρνητικά σε μια μικρή, προσωρινή αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών». Έτσι καταλήγει η κοινή ανακοίνωση των εργοδοτικών φορέων (ΣΕΒ, ΣΕΤΕ, ΕΣΕΕ και ΓΣΕΒΕΕ) που εκδόθηκε μετά τη συνάντηση που είχαν με τον Τσίπρα την Τετάρτη 7/1.
Σε μια προσπάθειά του να ανιχνεύσει το έδαφος και να αποσπάσει τη συναίνεση του ντόπιου κεφάλαιου, ο Τσίπρας είχε φροντίσει να προσκαλέσει ο ίδιος τους εργοδότες και να τους εκθέσει το σχέδιο-πρόταση της κυβέρνησης για το ασφαλιστικό. Δεν είχε βέβαια τον ίδιο «καημό» και για τη γνώμη των εργαζομένων. Ούτε καν για τα προσχήματα δεν φρόντισε να συναντηθεί με τους συνδικαλιστικούς φορείς. Φαίνεται πως οι πιέσεις για τη γρήγορη και απρόσκοπτη εφαρμογή των μνημονιακών δεσμεύσεών της, δεν αφήνουν περιθώρια στην κυβέρνηση ούτε και για τον προσχηματικό, «καθιερωμένο» κοινωνικό διάλογο.
Με τη συνάντηση αυτή ο Τσίπρας έστειλε ένα μήνυμα με πολλούς αποδέκτες, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό: η κυβερνητική πρόταση για το ασφαλιστικό έγινε με το βλέμμα στραμμένο προς τις δυνάμεις του κεφάλαιου, έχει σαφές ταξικό, αντεργατικό πρόσημο και θα οδηγήσει στην παραπέρα ισοπέδωση του δικαιώματος στην ασφάλιση, στο βίαιο ξερίζωμα των στοιχείων που συγκροτούσαν το τοπίο της κοινωνικής ασφάλισης μέχρι σήμερα. Και το σχέδιο-πρόταση που δημοσιεύτηκε είναι πολύ σαφές, παρά τα όσα αποπροσανατολιστικά και ψευδή διαδίδει η κυβερνητική προπαγάνδα.
Πώς, λοιπόν, να μην αποσπάσει την καταρχήν συναίνεση των εργοδοτών; Εξάλλου, αυτό που τους προτείνει είναι μία μικρή, προσωρινή αύξηση των εργοδοτικών εισφορών, με αντάλλαγμα ένα «πακέτο» που θα βοηθήσει στην επιτυχή έκβαση της επόμενης αξιολόγησης από το κουαρτέτο. Εξέλιξη που όλοι εδώ στο εσωτερικό θέλουν αν πιστεύουν ότι θα συνοδευτεί και από αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας και των ελληνικών ομολόγων, καθώς και προσέλκυση νέων επενδύσεων. Βέβαια, ακόμη και γι’ αυτήν την προσωρινή αύξηση, τον ντόπιο κεφάλαιο θέλει ανταλλάγματα. Δεν του φτάνει η μείωση στις εργοδοτικές εισφορές κατά 3,9% που έγινε πρόσφατα από τη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ (όταν για τους μισθωτούς ήταν μόλις 1,1%). Θέλει κι άλλα. Έτσι στην κοινή ανακοίνωσή τους αναφέρουν: «αποφασίστηκε να υπάρξει στενή συνεργασία μεταξύ της κυβέρνησης και των κοινωνικών εταίρων για την υλοποίηση άμεσων μέτρων σταθεροποίησης της οικονομίας και προσέλκυσης αναπτυξιακών επενδύσεων, με τις εξής προτεραιότητες: Σταθερό και σταδιακά ελκυστικότερο φορολογικό πλαίσιο – Φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον – Κίνητρα για την ανάπτυξη και τις επενδύσεις.»
Το τι σημαίνουν αυτά για τους εργαζόμενους δεν χρειάζεται και πολλή σκέψη για να το καταλάβουμε: πολιτικές κομμένες και ραμμένες στα μέτρα του κεφάλαιου, ένταση της αντεργατικής επίθεσης, νέες θυσίες για τον κόσμο της δουλειάς.
Γι’ αυτό και στα σχέδια αυτής της αντεργατικής συναίνεσης πρέπει να μπει φραγμός από τη μαζική κινητοποίηση των εργαζομένων. Καμία διέξοδος, καμία θετική προοπτική δεν μπορεί να σημάνει η αγαστή συνεργασία κυβέρνησης-εργοδοτών. Απεναντίας, μόνο ανησυχίες πρέπει να γεννούν στο λαό και στους εργαζόμενους.