Άρθρο από την Προλεταριακή Σημαία (φύλλο 900)
Σε αναστολή εργασίας τέθηκαν από 1η Σεπτέμβρη οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία που δεν έχουν εμβολιαστεί. Σύμφωνα με στοιχεία της ΠΟΕΔΗΝ, αυτό μεταφράζεται σε σχεδόν 10.000 εργαζόμενους. Η ουσία του νόμου αφορά το σύνολο των εργαζομένων, αφού αποτελεί ένα μέτρο-αιχμή της επίθεσης από την πλευρά της κυβέρνησης, με στόχο το περαιτέρω χτύπημα των εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζόμενων στην περίθαλψη. Δια στόματος υφυπουργού Υγείας Κοντοζομάνη (προ ανασχηματισμού), το αν και πού θα γυρίσουν οι εργαζόμενοι είναι αμφίβολο, επιβεβαιώνοντας τις φωνές που μιλούν για απολύσεις και χτύπημα στο δικαίωμα στη μόνιμη και σταθερή δουλειά.
Στις αρχές του καλοκαιριού, σε συνέδριο με θέμα «Το Σύστημα Υγείας στην COVID-19 και στη μετά-COVID-19 εποχή», ο πρωθυπουργός Κ.Μητσοτάκης, χωρίς περιστολές, διακήρυττε το ανανεωμένο αφήγημα της κυβερνητικής πολιτικής για το ΕΣΥ. Ένα αφήγημα που θεωρούσε τους τότε 12.000 νεκρούς από COVID και την έως και κατά 7.000 περισσότερους από άλλη χρονιά νεκρούς από άλλα νοσήματα ως επιτυχία! Στα θετικά καταγράφονταν:
Στην ουσία, ο πρωθυπουργός περιέγραφε τις επιτυχίες της πολιτικής της κυβέρνησής του, η οποία, εργαλειοποιώντας την πανδημία, προχώρησε την επίθεση τόσο απέναντι στα δικαιώματα των εργαζόμενων όσο και απέναντι στο δικαίωμα του λαού στην περίθαλψη. Στόχοι από καιρό διακηρυγμένοι και, παρ’ όλο που δεν επιτεύχθηκαν μέσω των νομοσχεδίων για ΣΔΙΤ που ετοίμαζε ο Κικίλιας το Φλεβάρη του 2020, υλοποιήθηκαν σε σημαντική έκταση και βάθος στο όνομα της πανδημίας.
Έτσι, οι υγειονομικοί εργαζόμενοι βρέθηκαν να δουλεύουν με αναστολή αδειών, αυξημένο κίνδυνο νόσησης λόγω μη παροχής μέσων προστασίας, περαιτέρω εντατικοποίηση και μετακινήσεις με «εντέλλεσθε», ενώ οι περισσότερες νέες συμβάσεις ήταν ορισμένου χρόνου και χρηματοδοτούμενες από ΕΣΠΑ. Οι νοσηλευτές φορτώθηκαν και το θεσμό της ειδικότητας, βλέποντας να υπονομεύονται τα ενιαία εργασιακά τους δικαιώματα. Όσο κι αν τα παπαγαλάκια του συστήματος, εντός κι εκτός νοσοκομείων, παρουσίαζαν την κατάσταση σαν πρόσκαιρη και αναγκαία με χρονικό ορίζοντα το πέρας της πανδημίας, ήταν φανερό ότι τα μέτρα ήρθαν για να μείνουν, σε αντιστοιχία με το σύνολο των αντεργατικών μέτρων που επιβάλλονταν με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου και το χτύπημα των δημοκρατικών δικαιωμάτων.
Σημαντικότατες ευθύνες είχαν και έχουν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες σε ΠΟΕΔΗΝ και ΟΕΝΓΕ, οι οποίες απ’ την αρχή της πανδημίας κήρυξαν παύση αγώνων και, με αντιλήψεις του τύπου «θα λογαριαστούμε μετά», κάνανε πλάτες στην πολιτική της κυβέρνησης. Ο κρατικοδίαιτος συνδικαλισμός και οι ρεφορμιστικές αντιλήψεις που επικρατούν στον κλάδο έδωσαν περιεχόμενο τόσο στο καρότο όσο και στο μαστίγιο της κυβέρνησης. Το τάξιμο για έκτακτα επιδόματα, για ένταξη στα βαρέα και ανθυγιεινά και για μονιμοποιήσεις των συμβασιούχων, αποτέλεσαν αποσβεστήρα των όποιων διαθέσεων των εργαζόμενων για αντίσταση και διεκδίκηση. Χωρίς να υποβαθμίζουμε στο ελάχιστο τις όποιες προσπάθειες κινητοποίησης έγιναν από πλευράς εργαζόμενων (σε πολύ δύσκολες συνθήκες) για ν’ αντισταθούν και οι οποίες συνάντησαν την καταστολή με διώξεις και ΜΑΤ, σίγουρα δεν απέκτησαν τη δυναμική που απαιτούταν για ν’ ανακόψουν την επίθεση του συστήματος.
Αυτόν τον –αρνητικό για τους εργαζόμενους και το λαό– συσχετισμό δύναμης αναγνωρίζει και φροντίζει να εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση για λογαριασμό του συστήματος που υπηρετεί. Ο νόμος Χατζηδάκη και το χτύπημα στα συνδικαλιστικά δικαιώματα θωρακίζει και θεσμικά το σύστημα, ποινικοποιώντας τους λαϊκούς και εργατικούς αγώνες.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο εμβολιασμός αποτελεί πρόσχημα για την προώθηση της κυβερνητικής πολιτικής. Το υψηλό ποσοστό εμβολιασμού των υγειονομικών, αλλά και η αλλαγή των υγειονομικών δεδομένων με την επικράτηση της μετάλλαξης Δέλτα φανερώνουν ότι το ζήτημα δεν τέθηκε ποτέ με όρους δημόσιας υγείας. Άλλωστε, δεν νοιάστηκε και ποτέ η κυβέρνηση για την υγεία του λαού. Με δική της ευθύνη, για τις ανάγκες του τουριστικού κεφαλαίου, επικράτησε και στη χώρα μας η μετάλλαξη Δέλτα, απομακρύνοντας τη δυνατότητα συλλογικής ανοσίας μέσω μαζικών εμβολιασμών. Όπως με δική της ευθύνη δεν έγιναν μαζικές προσλήψεις, άνοιγμα κλινών ΜΕΘ και απλών, δεν πάρθηκαν μέτρα προστασίας και δεν στελεχώθηκαν με μόνιμο προσωπικό οι κλινικές CΟVID. Με δική της ευθύνη τα νοσοκομεία έγιναν μίας νόσου τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Όπως και με δική της ευθύνη δεν έγιναν και δεν γίνονται μαζικά και δωρεάν τεστ, δεν προσλήφθηκαν δάσκαλοι και καθηγητές για να αραιώσουν οι σχολικές τάξεις, δεν πάρθηκαν μέτρα στους χώρους δουλειάς και στις μετακινήσεις.
Αντί αυτών, από νωρίς η κυβέρνηση ανακήρυξε την επιχείρηση «ελευθερία» σαν πανάκεια για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Ωστόσο, η μη επάρκεια των εμβολίων και τα διάφορα φιάσκα (για παράδειγμα, οι χειρισμοί με AstraZeneca κ.ά.) εξέθεταν την κυβερνητική πολιτική. Απ’ τις αρχές Ιουλίου, όταν εξασφαλίστηκε σημαντική επάρκεια σκευασμάτων, το σύστημα, έχοντας από καιρό κινηθεί με το όχημα της «ατομικής ευθύνης», θεώρησε ότι υπάρχει η δυνατότητα αναβάθμισης της προπαγάνδας δημιουργώντας τεχνητά το δίπολο μεταξύ εμβολιασμένων και μη. Πολιτικό αφήγημα που θα υπηρετήσει το φόρτωμα των συνεπειών της κυβερνητικής διαχείρισης της πανδημίας στους εργαζόμενους και το λαό όλη την ερχόμενη περίοδο.
Οι νόμοι, τα μέτρα, οι εκβιασμοί για υποχρεωτικό εμβολιασμό αυτό ακριβώς το πλαίσιο διαμορφώνουν και υλοποιούν. Οι αναστολές των υγειονομικών εργαζόμενων αποτελούν «λαγό» αυτής της πολιτικής κατεύθυνσης. Στα νοσοκομεία των δεκάδων χιλιάδων κενών και των μη προσλήψεων εν μέσω πανδημίας, διώχνονται εργαζόμενοι. Για να καλυφθούν τα νέα κενά, θα συγχωνευτούν περαιτέρω τμήματα και κλινικές, ενώ προβλέπονται και νέες συμβάσεις με ιδιωτικές εταιρίες. Οι στόχοι δηλαδή ακριβώς που ανακοίνωνε ο Μητσοτάκης δύο μήνες νωρίτερα.
Μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές η εφαρμογή του μέτρου προχωρά, με εξαίρεση 15ήμερη παράταση που δόθηκε σε ψυχιατρικές δομές, η οποία όμως είναι και αυτή υπό αίρεση. Οι αντιστάσεις των εργαζόμενων έως τώρα δεν έχουν τον πολιτικό προσανατολισμό και τη μαζικότητα που απαιτείται για την ανάσχεση της επίθεσης. Κύρια ευθύνη φέρουν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες που εξάντλησαν τα αιτήματα στην απεργία-αποχή από την κατάθεση των πιστοποιητικών εμβολιασμού/νόσησης από τους εργαζόμενους. Ακόμη χειρότερα, αποδεχόμενοι στην ουσία τις αναστολές απλά κατήγγειλαν την κυβέρνηση ότι αποδυναμώνεται το ΕΣΥ αφού δεν ήταν οργανωμένο το σχέδιο αντικατάστασης των αποχωρούντων! Η, από παλιά, άποψη της Ταξικής Πορείας όχι για υπεράσπιση του ΕΣΥ ως σύστημα, αλλά για τα δικαιώματα των εργαζόμενων μέσα σε αυτό, άνοιγε μέτωπο σ’ αυτές τις ρεφορμιστικές απόψεις που κάνουν πλάτες στην κυβερνητική πολιτική. Η ΠΟΕΔΗΝ, πιεζόμενη από την όξυνση της επίθεσης, ήταν αναγκασμένη να κινηθεί (και το έπραξε) προς την κατεύθυνση του αποπροσανατολισμού των εργαζόμενων και της αναβάθμισης του ρόλου της ως διαμεσολαβητής με το σύστημα.
Σημαντική αρνητική επιρροή στις εξελίξεις είχε και η παρέμβαση των αντιεμβολιαστών. Παρ’ όλο που συγκροτήθηκαν κυρίως εκτός των χώρων δουλειάς στα αντιεμβολιαστικά συλλαλητήρια, επηρέασαν το κλίμα και εντός νοσοκομείων. Καθοδηγούμενοι από ακροδεξιά και φασιστικά κέντρα, συνόδευαν την άρνησή τους με κάθε λογής συνωμοσιολογία, αντιεπιστημονικές απόψεις, υποβάθμιση της πανδημίας, αναγνώσεις για νέα τάξη πραγμάτων και γενικά όλο το φασιστικό παραλήρημα της ακροδεξιάς. Στέκεται σε αντιδιαστολή και κόντρα στο δίκαιο αίτημα κατά των εκβιασμών, των διαχωρισμών και του χτυπήματος των εργασιακών δικαιωμάτων, για την υπεράσπιση του συλλογικού δικαιώματος στη δουλειά και κάθε συλλογικού δικαιώματος που χτυπιέται μέσω των εκβιασμών. Κατεύθυνση που συγκροτεί τους εργαζόμενους ενάντια στην κυβερνητική πολιτική.
Η ανακοίνωση της παράτασης στις ψυχιατρικές δομές (έστω κι αν δεν ισχύσει) και η ασύγχρονη και διαφοροποιημένη κατά τόπους εφαρμογή του νόμου δείχνει ότι η κυβέρνηση δεν προχωρά αβίαστα. Η επιλογή Πλεύρη στην κεφαλή του υπουργείου έχει και αυτή τη σημασιολογία της. Το ζήτημα είναι ανοιχτό και οι εργαζόμενοι, εμβολιασμένοι ή μη, πρέπει να δώσουν τη μάχη. Με μαζικές συνελεύσεις να πάρουν αποφάσεις αγώνα και με μαζικές κινητοποιήσεις, στάσεις εργασίας και απεργίες να διεκδικήσουν την ανατροπή του νόμου και την άμεση επαναφορά όλων των εργαζόμενων στη θέση τους. Το δικαίωμα στη δουλειά, όπως και η αντιμετώπιση της πανδημίας, κερδίζεται στο πεδίο της ταξικής πάλης.