Ένα «αφήγημα» διακινείται το τελευταίο διάστημα μετά την ανάδειξη Μέι–Τραμπ στο πολιτικό σκηνικό. Το «αφήγημα» αυτό αναπτύχθηκε και εκτέθηκε και στο φετινό Νταβός. Στην ίδια σύνοδο όπου ανακοινώνονται συντριπτικά στατιστικά στοιχεία για τη συμπίεση μέχρι εξαφανίσεως της λεγόμενης «μεσαίας τάξης» και τη συγκέντρωση του πλούτου σε όλο και πιο λίγα χέρια: «Η κοινωνική ανισότητα οξύνεται. Το χάσμα μεταξύ φτωχών και πλουσίων μεγαλώνει κάθε χρόνο ολοένα και περισσότερο, έχοντας φτάσει τώρα σε πρωτόγνωρα επίπεδα. Το νέο στοιχείο είναι ότι πλέον φαίνονται οι πολιτικές επιπτώσεις αυτής της εξέλιξης», τόνισε ο επικεφαλής των Διεθνών Εξορμήσεων και Δημόσιας Πολιτικής της Oxfam, Μαξ Λόσον (όπως και εντός της χώρας μας με την πρόσφατη μελέτη της ΓΣΒΕΕ).
Η… αντιπαγκοσμιοποίηση
Το «σχήμα» αυτό, που θεωρεί δεδομένη τη διαδικασία της λεγόμενης «παγκοσμιοποίησης» τις τελευταίες δύο δεκαετίες, περιγράφει μια κατάσταση όπου μέσω της παγκοσμιοποίησης ωφελήθηκαν οικονομικές και πολιτικές «ελίτ» της μητρόπολης και των αναπτυσσόμενων χωρών, αλλά ωστόσο «επλήγησαν» τα λεγόμενα «μπλε» και «λευκά» κολάρα των εργαζομένων, δηλαδή κατά βάση οι λευκοί εργαζόμενοι (στις ΗΠΑ) και οι βρετανοί εργαζόμενοι (στη Μ. Βρετανία) αφού είτε οι επιχειρήσεις μετανάστευσαν στο εξωτερικό προς αναζήτηση πιο φτηνών εργατικών χεριών είτε (στην περίπτωση της Βρετανίας) επιχειρήσεις συρρικνώθηκαν από τον ανταγωνισμό και την ελεύθερη μετεγκατάσταση φτηνών εργαζομένων από την περιφέρεια στο κέντρο. Αυτό είναι το σημερινό αναδυόμενο νέο «αφήγημα» των… άδειων δεξαμενών σκέψης!
Άρα η διαδικασία αποπαγκοσμιοποίησης και εκ νέου εθνικοποίησης των οικονομιών τουλάχιστον στο αγγλοσαξονικό μέρος του σημερινού κόσμου έρχεται να αποκαταστήσει με έναν τρόπο τη διαταραγμένη -λέει- κοινωνική ανισορροπία. Να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ είτε να ανακατανείμει την οικονομική δραστηριότητα και να αντιμετωπίσει την άνιση κατανομή της στις διάφορες περιοχές, π.χ., της Μεγάλης Βρετανίας, λαμβάνοντας υπόψη πώς εκφράστηκε η λαϊκή βούληση στις εκλογές για το Brexit στις περιοχές αυτές.
Καταρχάς η αποδοχή της έννοιας της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης ακόμα και στους χώρους της Αριστεράς (άρθρο του Παπακωνσταντίνου, όπου στην ουσία υποστηρίζει ότι η πολιτική Τραμπ δεν αμφισβητεί την παγκοσμιοποίηση αλλά έρχεται να την κάνει συμφέρουσα για τις ΗΠΑ) έχει ήδη εκτρέψει την πολιτική σκέψη από τα πραγματικά ζητούμενα: Ένα, τη μεγάλη στρατηγικού χαρακτήρα επίθεση που διεξάγεται σε όλο τον κόσμο στην εργατική τάξη και τους λαούς και, δύο, το γεγονός ότι η διευρυνόμενη διεθνοποίηση της διακίνησης των κεφαλαίων δεν συνιστά «παγκοσμιοποίηση». Ξεκινώντας από το… δεύτερο, δεν θα μπούμε στον «πειρασμό» να παραπέμψουμε σε αναλύσεις του πολιτικού χώρου της «Π.Σ.» αλλά σε ένα ενδιαφέρον άρθρο του στελέχους της ΑΝΤΑΡΣΥΑ Νίκου Στραβελάκη με θέμα «τις θέσεις του ΚΚΕ για τις κρίσεις». Εκεί παρατίθενται πολύ συγκεκριμένα στοιχεία για το πραγματικό βάθος της διεθνοποίησης της κίνησης κεφαλαίων στον σημερινό κόσμο. Θα περιοριστούμε μόνο στη φανερή διαπίστωση ότι όχι μόνο δεν έχουμε αύξηση των πραγματικών άμεσων επενδύσεων παγκόσμια αλλά στην ουσία μείωση. Πολύ μεγαλύτερη μάλιστα αν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι ως αύξηση παρουσιάζονται πολλές φορές οι συγχωνεύσεις και οι εξαγορές επιχειρήσεων! Αλλά και από ουσιαστική άποψη ο επαναπατρισμός των κερδών σε καμία περίπτωση δεν συνιστά… παγκοσμιοποίηση.
Και φυσικά οι αναδυόμενες αγορές και οι αναπτυσσόμενες χώρες μπορεί προσωρινά να έχουν κερδίσει «κάτι» από τις κινήσεις αυτές, όμως τελικά ο λογαριασμός είναι μία… λυπητερή στην πλειοψηφία των περιπτώσεων (εκτός από τις περιπτώσεις όπου μπορεί να ασκηθεί κάποια στοιχειώδης εθνική ή περιφερειακή οικονομική πολιτική). Ορθά ο Παπακωνσταντίνου γράφει ότι οι μεξικάνοι εργάτες που θέλει να γυρίσει πίσω στο Μεξικό ο Τραμπ είναι τα θύματα των εμπορικών συμφωνιών και της δημιουργίας «ειδικών οικονομικών ζωνών» στα περιθώρια των αμερικανομεξικανικών συνόρων, με μισθούς που ούτε αναπαράγουν την εργατική δύναμη! Πράγματι οι εργάτες που έσπευσαν να δουλέψουν στα εργοστάσια των πολυεθνικών τα οποία μετεγκαταστάθηκαν στις ειδικές οικονομικές ζώνες (maquiladoras) των μεξικανικών συνόρων με τις ΗΠΑ δεν τα βγάζουν πέρα λόγω των πενιχρών μισθών και της ακρίβειας σε αυτές. Η μικρή αντιστροφή στη μείωση των επιτοκίων του δολαρίου τα τελευταία δύο χρόνια (έχουμε γράψει στον Οικονοκόσμο) είχε εξάλλου προκαλέσει και προκαλεί τεράστια φυγή και «αποστράγγισμα» κεφαλαίων από τις χώρες της περιφέρειας προς αυτές του κέντρου.
Μια επίθεση που ήδη έχει ξεκινήσει…
Όσον αφορά τη συμπίεση της μεσαίας τάξης, είναι κάτι που έχει διαπιστωθεί ως μία από τις τάσεις αυτή της στρατηγικής επίθεσης στις αναλύσεις αυτού του χώρου ακόμα από το 1983 (άρθρα του Β.Σ. στην «Π.Σ.» για την παραγωγικότητα). Έχει γραφτεί και ξαναγραφτεί επίσης ότι είναι επακόλουθο της μεταφοράς πλούτου μέσα από το σχήμα: «από κάτω προς τα πάνω και από μέσα προς τα έξω». Συρρίκνωση της μεσαίας τάξης δείχνουν συνεχείς έρευνες στις ΗΠΑ: Για παράδειγμα, παλαιότερα το ποσοστό της μεσαίας τάξης αντιπροσώπευε το 60% του πληθυσμού, τώρα μειώθηκε στο 50%, όπως τουλάχιστον υποστηρίζει η επικεφαλής του ΔΝΤ, η… Κριστίν Λαγκάρντ.
Ακόμα πιο πρόσφατα στη Σκωτία, ακόμα και στην καρδιά της ΕΕ (Λουξεμβούργο, Γερμανία, Γαλλία)… Μέχρι και σε Κίνα και Ινδία, όπου εξελίσσεται μια διαδικασία δημιουργίας «μεσαίας τάξης» για λόγους καπιταλιστικής επέκτασης, αυτή η διαδικασία δέχεται περιορισμούς από το βάθος της επίθεσης και την έκταση της κρίσης.
Βέβαια είναι υποχρεωμένες οι μερίδες του κεφαλαίου που σήμερα συντάσσονται με Τραμπ-Μέι να μη «σφυρίζουν αδιάφορα» απέναντι στον κοινωνικό γκρεμό που έχει δημιουργηθεί από αυτή τη διπλή διαδικασία κρίσης-επίθεσης, να προσπαθούν να εγκολπωθούν τη λαϊκή δυσαρέσκεια και φυσικά να τη χρησιμοποιήσουν. Εξ ου και ο Τραμπ συναντήθηκε με τους εκπροσώπους των συνδικάτων που αντιπροσωπεύουν τη λεγόμενη «ζώνη της σκουριάς», δηλαδή τις περιοχές όπου η κρίση και η ανεργία έχουν αφήσει βιομηχανικά «κουφάρια».
Αντανακλάται αυτή η κοινωνική πίεση όχι τόσο στις επιλογές τους όσο στη μορφή και στο σχήμα που θα υποδυθούν ώστε να φανούν αντίστοιχες των «λαϊκών επιταγών». Πολύ πιο ακραίες καπιταλιστικές τάσεις στο παρελθόν εξάλλου αλλά και σήμερα (π.χ. Λεπέν) εμφανίζονται ως δήθεν εκφραστές της «λαϊκής» δυσαρέσκειας.
Σκληρά αντεργατικά μέτρα και περικοπές κοινωνικών δαπανών
Όμως, επίσης πολύ ορθά διαπιστώνεται ότι απαράβατος όρος για κάθε διεύρυνση των θέσεων εργασίας είναι οι λεγόμενες «μεταρρυθμίσεις», η μεγαλύτερη ευελιξία στους μισθούς-τιμές (όπου άμεσα ή έμμεσα το κεφάλαιο αρπάζει ή υφαρπάζει την κλεμμένη υπεραξία), τελικά μια «κινεζοποιημένη» εργατική τάξη όπου ζήτημα είναι αν η δημιουργία μιας νέας θέσης εργασίας αντιστοιχεί στη… μισή από αυτές που έχουν καταργηθεί (με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε εργασιακό κόστος). «Η ιστορία μάς έχει διδάξει ότι ο παραδοσιακός λαϊκισμός βλάπτει εκείνους που υποτίθεται ότι καλείται να βοηθήσει» υποστηρίζει ο Σάμερς, ο οποίος διατέλεσε επικεφαλής οικονομολόγος στην Παγκόσμια Τράπεζα και οικονομικός σύμβουλος του προέδρου Ομπάμα. Οι περικοπές δαπανών, για παράδειγμα, που θα πρέπει να εφαρμοστούν προκειμένου να εξασφαλιστεί η δημοσιονομική σταθερότητα από την απώλεια των φορολογικών εσόδων θα μειώσουν αυτό που λέμε «κοινωνικό μισθό» και «μη μισθολογικό κόστος» σε επίπεδα… τριτοκοσμικής χώρας.
Είναι αρκετό για την κερδοφορία των κεφαλαίων;
Η πολιτική Τραμπ προσφέρει στο κεφάλαιο μείωση της φορολογίας, μείωση των κοινωνικών δαπανών, απελευθέρωση των υπηρεσιών κοινωνικής ωφέλειας και υγείας, ενίσχυση των υποδομών. Αρκεί αυτό για να διακινδυνεύσει το κεφάλαιο άμεσες επενδύσεις συγκρίνοντας με τα ποσοστά κερδοφορίας που μέχρι σήμερα απολαμβάνει; Και αυτό ακόμη είναι ζητούμενο.
Εκπρόσωποι του κεφαλαίου και αναλυτές στρατευμένοι στην υπόθεση της υπεράσπισής του όπως ο Mario Gabelli, επικεφαλής κερδοσκοπικού «επενδυτικού» σχήματος, βλέπουν «αναγέννηση του καπιταλισμού με όλες τις ατέλειές του και ήττα του σοσιαλισμού» στην εκλογή Τραμπ και πιστεύουν πως ακόμα και μια άνοδος του πληθωρισμού και των προσλήψεων, που θα ανέβαζε το εργατικό κόστος (!) -αδιόρθωτο το κεφάλαιο!-, δεν θα επηρεάσει τη λειτουργική κερδοφορία στις επιχειρήσεις γιατί τα κέρδη θα ανέβουν δραματικά λόγω της μείωσης της φορολογίας. Δεν φτάνει όμως αυτό για να συντηρηθεί, να αναπαραχθεί και να διευρυνθεί -πάνω απ” όλα- ο «ενάρετος κύκλος» της κερδοφορίας.
Ακόμα και αν το –ήδη- «λιγότερο κράτος» για τους φτωχούς γίνει εκτός της μείωσης της φορολογίας και μέσω των επενδύσεων στις υποδομές, ακόμα «περισσότερο κράτος» για το αδηφάγο κεφάλαιο…