Η αγωνία της κυβέρνησης και της αστικής τάξης μπορεί να πήρε παράταση μέχρι το επόμενο Eurogroup, όμως η πραγματική αγωνία του λαού για το πώς θα τα καταφέρει δεν πήρε καμία παράταση με την ψήφιση του 4ου μνημονίου. Έγινε μια πραγματικότητα καθημερινή και σε μεγάλο βάθος χρόνου, που αφορά το πώς θα επιβιώσει μέσα στην ήδη υπάρχουσα φτώχεια, εξαθλίωση και ανεργία που τον βασανίζει, με το πρόσθετο βάρος των εξοντωτικών μέτρων που ψηφίστηκαν.
Και σίγουρα δεν είναι το μόνο που τον απασχολεί, όταν η ρευστότητα και η αβεβαιότητα που δημιουργούν οι διεθνείς εξελίξεις στον πλανήτη αλλά και ιδιαίτερα στην περιοχή μας, από τους ιμπεριαλιστές και κυρίως τις ΗΠΑ, δεν του επιτρέπουν κανέναν εφησυχασμό απέναντι στον κίνδυνο να εμπλακεί σε επικίνδυνες καταστάσεις.
Μια αβεβαιότητα που δημιουργείται από την ίδια την εσωτερική αντιπαράθεση και τις αντιθέσεις που εξελίσσονται στο εσωτερικό του κατεστημένου των ΗΠΑ και που διαμορφώνεται αλλά και επηρεάζεται από τις επιλογές Τραμπ. Εν μέσω αυτών των αντιπαραθέσεων και της αμφισβήτησής του, ο Τραμπ πραγματοποιεί το πρώτο του ταξίδι στη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη.
Πρόκειται για αμφισβητήσεις και αντιπαραθέσεις που γίνονται όλο και πιο οργανωμένες και από σημαντικά κέντρα της αμερικάνικης εξουσίας.
Η απόλυση του διευθυντή του FBI Τζέιμς Κόμει γιατί συνέχιζε την έρευνα για τον Μάικλ Φλιν, πρώην σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας, για τις επαφές του με τον Ρώσο πρεσβευτή στις ΗΠΑ Κισλιάκ, παρόλο που ο Τραμπ ζήτησε να τη σταματήσει, είναι το νέο επεισόδιο της αντιπαράθεσης. Η τελευταία πήρε μεγαλύτερη διάσταση με την δημοσίευση της πληροφορίας από τη CIA ότι ο Τραμπ παρείχε ευαίσθητες πληροφορίες για την τρομοκρατία που του έδωσε το Ισραήλ, στον ΥΠΕΞ της Ρωσίας Λαβρόφ, κατά τη συνάντησή τους, κάτι το οποίο δεν αρνήθηκε ο Τραμπ.
Ταυτόχρονα, ο πρώην διευθυντής της CIA Τζόαν Μπρέναν καταθέτει στην επιτροπή διερεύνησης ότι όντως υπήρχε πλήθος επαφών ανάμεσα στο περιβάλλον του Τραμπ και τους Ρώσους προεκλογικά, χωρίς όμως να μπορεί να αξιολογήσει τη σημασία τους. Αυτά τα νέα επεισόδια έθεσαν τις βάσεις ώστε εφημερίδες που εκφράζουν το κατεστημένο, όπως η ΝΥΤ, να θέτουν ανοιχτά το ζήτημα διερεύνησης της πιθανότητας καθαίρεσης του Τραμπ και της αντικατάστασής του από τον αντιπρόεδρο Μάικλ Πενς.
Όλο το σκηνικό θυμίζει έντονα Watergate, όμως σίγουρα οι σημερινοί όροι είναι διαφορετικοί και είμαστε μακριά από το να εκτιμούμε την ανάλογη εξέλιξη. Το βέβαιο είναι ότι η εσωτερική αντιπαράθεση στο αμερικάνικο κατεστημένο είναι ένας πολύ σοβαρός παράγοντας στη διαμόρφωση της αμερικάνικης πολιτικής από τον Τραμπ.
Διαμορφώνοντας την εξωτερική πολιτική
Υπό το βάρος αυτών των αντιπαραθέσεων, ο Τραμπ ξεκίνησε την περιοδεία του στη Μέση Ανατολή, με βασικούς σταθμούς το Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας και το Ισραήλ, διαμορφώνοντας τους όρους της αμερικάνικης πολιτικής στην περιοχή. Το τεράστιο ποσό των 110 δισ. δολαρίων για εξοπλιστικά συμβόλαια με το Ριάντ φανερώνει ότι το στήριγμα της επιθετικής πολιτικής των ΗΠΑ στην περιοχή θα είναι η σουνίτικη Σαουδική Αραβία μαζί με το Ισραήλ.
Η επαναδραστηριοποίηση του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου, ένα αντίστοιχο ΝΑΤΟ στην Αραβική Χερσόνησο, με το κάλεσμα του Τραμπ για κοινή προσπάθεια όλων των κρατών της περιοχής ενάντια στο Ιράν, δείχνει την πρόθεση του Τραμπ να τροποποιήσει την προηγούμενη πολιτική Ομπάμα. Την ίδια στιγμή, η εκλογή του μετριοπαθούς Ραχάνι στο Ιράν προσπάθησε να ενισχύσει την προηγούμενη πολιτική του Ομπάμα ,σε μια προσπάθεια μετριασμού της έντασης ανάμεσα σε ΗΠΑ-Ιράν.
Στο Ισραήλ, που ήταν ο επόμενος σταθμός του Τραμπ, μιλώντας για τους «ακατάλυτους δεσμούς» ανάμεσα στις δύο χώρες, προσδιόρισε τη δική του πολιτική γραμμή σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν Ομπάμα. Είναι προφανές ότι κάτω από την πίεση των εσωτερικών αντιπαραθέσεων στις ΗΠΑ, ο Τραμπ δεν επανέλαβε την πρόθεσή του να μεταφέρει την πρεσβεία των ΗΠΑ από το Τελ Αβιβ στην Ιερουσαλήμ, όπως επίσης και είχε συνάντηση με τον Παλαιστίνιο ηγέτη Χαμπάς χωρίς ν’ ανταποκριθεί στο αίτημά του για δύο ξεχωριστά κράτη και ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος.
Το ταξίδι του Τραμπ θα συνεχιστεί στην Ευρώπη όπου μετά από την προσπάθεια να εξομαλυνθούν οι σχέσεις με το Βατικανό θα έχει στις Βρυξέλλες τη Σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ. Σε αυτή θα προσδιορίσει την αναμόρφωσή του με βάση τις επιλογές της αμερικανικής πολιτικής απέναντι στη Ρωσία, κάτι που θα δυσκολέψει τους Ευρωπαίους. Στη συνέχεια, θα έχει τη Σύνοδο των G7 στην Ταορμίνα της Σικελίας.
Μένοντας στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, αξίζει να παρατηρήσουμε ότι μετά τον βομβαρδισμό του αεροδρομίου στη Συρία από τις ΗΠΑ, υπάρχει μια εμφανής στήριξη των Κούρδων της περιοχής και από τις ΗΠΑ και από την Ρωσία.
Αυτή η επιλογή των ΗΠΑ έχει δυσχεράνει πολύ τη σύμμαχό της Τουρκία, με τον Ερντογάν να επιστρέφει από την Ουάσιγκτον χωρίς ειδικό ρόλο, με στήριξη των Κούρδων από τις ΗΠΑ και με άρνησή τους για απέλαση του Φετουλάχ Γκιουλέν. Σίγουρα η επίσκεψη του Τραμπ στο Ριάντ και η ανάθεση αυτού του ρόλου στη Σαουδική Αραβία, δεν είναι κάτι που ικανοποιεί τον Ερντογάν. Η διαμόρφωση έντασης, σε αυτήν τη φάση, ανάμεσα στον Ερντογάν και την ΕΕ (κυρίως με Γερμανία) και η απόφαση Γερμανών και Αμερικάνων να υποβαθμίσουν, προσωρινά, τη συμμετοχή τους στη βάση του Ιντσιρλίκ μεταφέροντας σημαντικό μέρος των δράσεών τους στη βάση της Σούδας, δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τον Ερντογάν, αλλά και αυξάνει την εξάρτηση της χώρας με επικίνδυνες για τον λαό μας συνέπειες. Έχουμε λοιπόν κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι η αναβολή όλων των επαφών του Ερντογάν με τους ηγέτες που συμμετείχαν στη Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης δεν οφείλεται τόσο σε προβλήματα υγείας.
Τα ευρωπαϊκά προβλήματα
Στην Ευρώπη, μπορεί η εκλογή Μακρόν στη Γαλλική Προεδρία και η κοινή επιβεβαίωση με τη Μέρκελ, ότι θα προχωρήσουν το εγχείρημα της ΕΕ, να έδωσε μια ανάσα στους ηγέτες της ΕΕ, όμως έχοντας μπει σε περίοδο εκλογικών αναμετρήσεων δεν φαίνεται να είναι λίγα τα προβλήματα και στους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές.
Στη Γαλλία, θα πρέπει οι βουλευτικές εκλογές ν’ αναδείξουν μια κυβερνητική πλειοψηφία που να μπορεί να προωθήσει την πολιτική του Μακρόν και αυτό έχει τις δυσκολίες του.
Στην Αγγλία, τα εμπόδια που συναντάει η Μέι στο Brexit και οι διαφωνίες με τους Ευρωπαίους και κυρίως τους Γερμανούς, που δεν είναι μόνο οικονομικές, έχουν κάνει τον «περίπατο» της Μέι στις εκλογές να μην είναι και τόσο άνετος. Οι πρόσφατες βομβιστικές ενέργειες σίγουρα θα ενισχύσουν την αντιμεταναστευτική πολιτική της.
Στη Γερμανία, η Μέρκελ, όντας η μόνη που σε αυτές τις συνθήκες ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ και κλυδωνισμών στο εσωτερικό της ΕΕ μπορεί να δώσει πειστική διέξοδο, δείχνει να ανεβάζει τα ποσοστά της ενόψει των γερμανικών εκλογών. Απ’ την πλευρά του ο Σόιμπλε προσπαθεί να εξομαλύνει και να αμβλύνει τις συνέπειες της αντιπαράθεσης με το ΔΝΤ, δίνοντας παράταση στο ζήτημα της Ελλάδας για το επόμενο Eurogroup, χωρίς να ξεχνά να υπενθυμίζει την αναγκαιότητα της ΕΕ των «πολλών ταχυτήτων».
Μια κυβέρνηση στην αναμονή
Ο αντίκτυπος αυτών των δυσκολιών και του ανταγωνισμού των ιμπεριαλιστών διατρέχει την πολιτική στη χώρα μας και αποτυπώνεται στην αρνητική έκβαση στο Eurogroup όσον αφορά τον στόχο της κυβέρνησης για κλείσιμο της αξιολόγησης.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ -ΑΝΕΛ βιάστηκε να περάσει από τη Βουλή το 4ο Μνημόνιο, που αποδείχτηκε αρκετά βαρύτερο από την αρχική του εκδοχή. Ξεκίνησε από 4,2 δισ. από τους δανειστές, για να εμφανιστεί η κυβέρνηση ότι συμφωνεί στα 3,4 δισ., με τελική κατάληξη περίπου τα 5 δισ. Επιπλέον κοροϊδία αποτελούν τα αντίμετρα, που δεν θα έρθουν παρά μόνο με το εντονότερο ξεζούμισμα του λαού για να πετύχει το πλεόνασμα που απαιτείται και αυτό χωρίς σημαντικό λαϊκό όφελος. Με την αντιπολίτευση να μην ψηφίζει τα μέτρα αλλά να πιέζει για να κλείσει η αξιολόγηση με βάση αυτά, ενώ το ΚΚΕ τα καταψήφισε στη λογική «εγώ σας τα είπα και αμαρτία δεν έχω».
Η κυβέρνηση λοιπόν βιάστηκε να δώσει τα διαπιστευτήριά της, να αποδείξει το πόσο υπάκουη και υποτελής είναι στους δανειστές, ψηφίζοντας ό,τι της ζητάνε και περιμένοντας από αυτούς την αναγνώριση για όσα κάνει με τη ρύθμιση του χρέους, το κλείσιμο της αξιολόγησης και την είσπραξη της επόμενης δόσης.
Πρόκειται για μέτρα δυσβάσταχτα, που χτυπούν τις συντάξεις, τους μισθωτούς, τους αγρότες. Που επιτρέπουν τις ομαδικές απολύσεις σ’ έναν λαό που ήδη 7 χρόνια έχει φτωχοποιηθεί, έχει εξαντληθεί από την ανέχεια, τη λιτότητα, την ανεργία και που τώρα θα οδηγηθεί ακόμα βαθύτερα στην εξαθλίωση.
Η επίθεση επεκτείνεται και με την ακόμα μεγαλύτερη πρόσδεση στις αμερικάνικες επιλογές στην περιοχή παρέχοντας κάθε είδους διευκολύνσεις στη Σούδα, σε κάθε ιμπεριαλιστή αλλά και σε ότι άλλο της ζητηθεί. Στο πλαίσιο αυτό, ο Κοτζιάς, σε συνεργασία με τον Καμμένο, ανέλαβε να παρέχει υπηρεσίες στις ΗΠΑ, στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια και Σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, φυσικά στο όνομα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας.
Όπως φαίνεται, στο πολιτικό προσωπικό της χώρας οι φιλοαμερικάνοι έχουν σταθερή παρουσία, χωρίς να υπολείπονται οι φιλοευρωπαίοι. Όμως, στη σημερινή περίοδο, φιλοευρωπαϊσμός χωρίς τη Γερμανία είναι σοβαρό έλλειμμα. Έχουμε ακόμα να δούμε επεισόδια στο σήριαλ, ίσως μετά τις γερμανικές εκλογές.
Το αποτέλεσμα του Eurogroup δεν ευχαρίστησε ούτε την κυβέρνηση ούτε την αστική τάξη. Επιπλέον, τους άγχωσε, γιατί όσο παρατείνεται η κατάσταση τόσο οι οικονομικοί δείκτες χειροτερεύουν και ο χρόνος λειτουργεί αρνητικά στις βασικές τους επιδιώξεις. Η κυβέρνηση θα ήθελε να παρουσιάσει το δικό της αφήγημα επιτυχίας και να προσπαθήσει να καλύψει τις συνέπειες όλων αυτών των μέτρων.
Όμως η αστική τάξη πιέζεται να βγει σύντομα επιτέλους στις αγορές. Να μπορέσει ν’ αποτελέσει μέρος του ευρωπαϊκού κλαμπ και να διεκδικήσει -με ό,τι της έχει απομείνει- κάποιο ρόλο. Διότι καλές είναι οι εξαγγελίες για επενδύσεις από την Κίνα στο νέο δρόμο του μεταξιού, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει το ερώτημα του πότε θα γίνουν.
Το κλείσιμο της αξιολόγησης στα μέσα Ιούνη, όπως διαφαίνεται με δεδομένο ότι η Ελλάδα έχει υποχρεώσεις τον Ιούλιο στους δανειστές, που θα πρέπει να πληρώσει και που κανέναν δεν θα βόλευε να διαταραχτούν, είναι το κυρίαρχο σενάριο. Η Γερμανία χρειάζεται τον απαραίτητο χρόνο για να λειάνει τις διαφορές της με το ΔΝΤ και να διαμορφώσει το αποτέλεσμα προς το συμφέρον της. Είναι σίγουρο ότι στο ντόπιο πολιτικό προσωπικό οι εξελίξεις αυτές δημιουργούν αναταραχές.
Στην κυβέρνηση, παρά τις όποιες εσωτερικές διαφοροποιήσεις στελεχών, που μπορεί να ενταθούν, και παρά τα σενάρια για άμεση προσφυγή σε εκλογές με σκοπό να κάνει επανεκκίνηση με τις λιγότερες απώλειες, το κυρίαρχο σενάριο φαίνεται να απομακρύνει το ενδεχόμενο των εκλογών σε απώτερο χρόνο. Η κυβέρνηση θα επιδιώξει να εκμεταλλευτεί την υποτιθέμενη έξοδο από την εποπτεία και την ενδεχόμενη έξοδο στις αγορές για να μειώσει την ψαλίδα που την χωρίζει από την ΝΔ. Ταυτόχρονα, θα επιδιώξει την προσέγγιση σε μερίδες της αστικής τάξης και του κεφαλαίου (όπως φανερώνουν οι κινήσεις σε ΟΛΘ και ΜΕΓΚΑ με Σαββίδη, Μπόμπολα) και να διαμορφώσει καλύτερα ερείσματα στον κρατικό μηχανισμό. Είναι φανερό ότι θέλουν να παραμείνουν στην εξουσία όσο γίνεται περισσότερο.
Για την ΝΔ κυρίως αλλά και για τα άλλα αστικά κόμματα, το κλείσιμο της αξιολόγησης απαιτεί τη διαμόρφωση νέας πολιτικής γραμμής, αφού ούτε οι εκλογές έρχονται ούτε η διακήρυξη ότι είναι ο πιο καλός και συνεπής μεταρρυθμιστής πείθει αφού δεν έχει αντίκρισμα.
Ο λαός και οι εργαζόμενοι απέναντι σε αυτή την κατάσταση βρίσκονται σε πολύ δεινή θέση. Τόσο από πλευράς μέτρων που καλούνται να αποδεχτούν, που τους οδηγούν ακόμα περισσότερο στην εξαθλίωση όσο και γιατί χρεώνονται απ’ όλους και κυρίως από την αριστερά την ευθύνη της αποδοχής, της αναποτελεσματικής στάσης απέναντι στα μέτρα.
Η συμμετοχή στις απεργιακές κινητοποιήσεις, αν και ήταν λίγο καλύτερη από την τελευταία γενική απεργία τον Φλεβάρη του 2016, δεν αλλάζει ουσιαστικά την υπάρχουσα και δοσμένη κατάσταση του κινήματος. Κυριαρχεί η οργή άλλα και η απογοήτευση, η έλλειψη εμπιστοσύνης, η αναποτελεσματικότητα.
Οι συνθήκες ζωής και εργασίας, για όσους εργάζονται, είναι πραγματικά τραγικές.
Απέναντι σε αυτό το αδιέξοδο οι αστικές δυνάμεις του προτείνουν υπομονή, αφού είναι αναπόφευκτο να τα υποστεί, και λύση στις εκλογές.
Η Αριστερά, από την πλευρά της, κινήθηκε καιροσκοπικά έχοντας την λύση των εκλογών σαν αφετηρία στη στάση της. Σε καμία περίπτωση, το πρόταγμα δεν ήταν η συγκρότηση κινήματος. Ήταν όλα τα άλλα εκτός από αυτό.
Είναι ψευδής και ανήθικη η άποψη ότι ενώ η αριστερά προσπαθεί, ο κόσμος δεν κινητοποιείται, ότι την ημέρα της απεργίας όλοι καλούσαν σε «ξεσηκωμό» και «λαϊκό ξέσπασμα». Όλο το προηγούμενο διάστημα και ενώ ετοιμάζονταν τα νέα μέτρα, η Αριστερά στο σύνολό της ήταν σε άλλον προσανατολισμό. Δεν δικαιώνονται ούτε δικαιολογούνται επομένως αυτές οι κατηγορίες απέναντι στον λαό και τους εργαζόμενους.
Είναι καθήκον μας σήμερα να στηρίξουμε, να δώσουμε κουράγιο σε κάθε κινητοποίηση εργαζομένων, σε κάθε αντίσταση απέναντι στην επίθεση του συστήματος.
Είναι καθήκον μας να συμμετέχουμε σε αυτούς τους αγώνες, να συζητήσουμε την πολιτική κατάσταση και τη διέξοδο που εμείς βλέπουμε: την ενίσχυση των αγώνων στην κατεύθυνση τις αντίστασης και διεκδίκησης, την ανάγκη οργάνωσης και ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος. Είναι μια επίπονη, επίμονη και μακρόχρονη δουλειά αλλά είναι ο μόνος δρόμος για να πάρει ο λαός μας την τύχη του στα χέρια του.