Σε «αγώνα δρόμου» έχει αποδυθεί ο Κυρ. Μητσοτάκης και η ΝΔ για να πείσουν Ευρωπαίους και Αμερικάνους ιμπεριαλιστές ότι πρέπει να άρουν την εμπιστοσύνη τους από τον αναξιόπιστο Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ και να εμπιστευθούν αυτούς που έχουν αποδείξει εδώ και δεκαετίες ότι το εννοούν όταν λένε ότι «η Ελλάδα ανήκει στην Δύση».
Είναι σίγουρα «πρωτότυπο» το κόμμα που για δεκαετίες αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες της προώθησης της οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής εξάρτησης της χώρας από τους ιμπεριαλιστές ΗΠΑ – Ευρώπης να βρίσκεται σήμερα σε… αναζήτηση προστατών και στηριγμάτων. Το «φαινόμενο» έχει τις εξηγήσεις του. Από την μία πλευρά είναι αποτέλεσμα της «καλής δουλειάς» (good job, Alexis) που έχει κάνει ο Αλ. Τσίπρας και συνολικά ο ΣΥΡΙΖΑ επιτελώντας στο ακέραιο τις επιταγές των Αμερικάνων και Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών, με τόση προθυμία και «αποτελεσματικότητα» που έχει δημιουργήσει δύο σοβαρά ζητήματα. Το ένα αφορά τη ΝΔ που όχι μόνο έμεινε «χωρίς δουλειά» στον τομέα αυτό αλλά βρέθηκε και στη θέση να κάνει κριτική τόσο στην ΕΕ και τους εκπροσώπους της για τη στήριξή τους στον Αλ. Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ ενώ η αρνητική της θέση και στάση στη «συμφωνία των Πρεσπών» αποτέλεσε και μία «διαμαρτυρία» απέναντι σε ΗΠΑ – ΝΑΤΟ για τη θέση και το ρόλο που επιφυλάσσουν στη ντόπια αστική τάξη. Το δεύτερο ζήτημα αφορά την ίδια τη ντόπια κεφαλαιοκρατία, η οποία δυσφορεί από την τόση υποταγή Τσίπρα – ΣΥΡΙΖΑ προς τους ιμπεριαλιστές τόσο στα οικονομικά (πρωτογενή πλεονάσματα – φορολογία) όσο και στα γεωστρατηγικά όπου δεν φαίνεται να κερδίζει εκείνη την αναβάθμιση θέσης και ρόλου που φιλοδοξεί για την περιοχή. Είναι σίγουρο ότι η ντόπια κεφαλαιοκρατία επιζητεί ευρύτερη και πιο έντονη «διαπραγμάτευση» με τους ιμπεριαλιστές καθώς εκτιμά ότι η περίοδος και ιδιαίτερα οι εξελίξεις των σχέσεων Δύσης – Τουρκίας της δίνει τέτοιες δυνατότητες. Αυτή την πλευρά θέλει να εκφράσει όσο πιο καλά μπορεί ο Κυρ. Μητσοτάκης και η ΝΔ σήμερα, διεκδικώντας παράλληλα και τη θέση του «συνεπούς» εκφραστή των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων στην χώρα απέναντι στον «οπορτουνισμό» των ΣΥΡΙΖΑ –Τσίπρα.
Σε αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε τόσο η πρόσφατη παρουσία του Βέμπερ (υποψήφιου για την προεδρία της ΕΕ) στην Αθήνα όσο και η επίσκεψη και οι συναντήσεις του Μητσοτάκη στο Μόναχο στο περιθώριο της «Διάσκεψης για την Ασφάλεια». Όμως και στις δύο περιπτώσεις τα μηνύματα που πήρε από τους ιμπεριαλιστές δεν ήταν και τόσο θετικά. Στην περίπτωση των δηλώσεων του Βέμπερ ότι «με κυβέρνηση Μητσοτάκη και ΝΔ θα μπορούσε να υπάρξει επαναδιαπραγμάτευση των πρωτογενών πλεονασμάτων με την ΕΕ» ήρθε άμεσα η απάντηση τόσο από την ΕΕ όσο και από το Βερολίνο, με τον πιο επίσημο τρόπο, ότι «τα συμφωνηθέντα πρέπει να τηρηθούν» ενώ στο Μόναχο ο Μητσοτάκης «παρακολούθησε» τους Τσίπρα και Ζάεφ να βραβεύονται με το βραβείο «Ewaldvon Kleist» για «την προσφορά τους στην διεθνή ειρήνη και την ειρηνική επίλυση διαφορών, μέσω της Συμφωνίας των Πρεσπών». Και για να μην υποτιμούμε την σημασία, για τους ιμπεριαλιστές, τέτοιων «βραβεύσεων», να αναφέρουμε ότι από το 2009 μεταξύ των βραβευθέντων είναι ο Χένρι Κίσινγκερ, ο Χαβιέ Σολάνα, ο Χέλμουτ Σμιτ και ο Βαλερί Ζισκάρ ντ” Εστέν.
Για αυτό το λόγο και παρά τα περί «επαναδιατύπωσης του πολιτικού αφηγήματος για την Ελλάδα» που ίσως βάζει σε υποψίες για επιχείρηση επαναδιαπραγμάτευσης, ο Μητσοτάκης στην ομιλία του στο Μόναχο ξεκαθαρίζει ότι: «Αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα είναι ανάπτυξη βασισμένη στις επενδύσεις. Κάτι τέτοιο θα συμβεί μόνο αν παραμείνει προσηλωμένη στους δημοσιονομικούς στόχους της, ενώ ταυτόχρονα καταφέρνει να προχωράει σε ουσιαστικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να προσελκύσει ξένες επενδύσεις, αλλά και επίσης για να ξεκλειδώσει τις δυνατότητες για εγχώριες επενδύσεις». Είναι φανερή η δήλωση υποταγής Μητσοτάκη-ΝΔ στους «κανόνες» που έχουν επιβάλει οι ιμπεριαλιστές της ΕΕ μέχρι το 2060 στη χώρα και σε βάρος του εργαζόμενου λαού και η επιλογή του να σταματήσει να θέτει πλέον ζήτημα αλλαγής αυτού του πλαισίου. Το δέλεαρ που προσφέρει ο Μητσοτάκης και η ΝΔ στους ιμπεριαλιστές είναι το ακόμα μεγαλύτερο ξεπούλημα των πλουτοπαραγωγικών πόρων και των υποδομών της χώρας, από όσο έχουν καταφέρει ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, για να «προσελκύσει ξένες επενδύσεις». Στις κακόφημες «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», κεντρική κατεύθυνση αποτελεί η αύξηση της κερδοφορίας του ξένου και ντόπιου κεφαλαίου, η οποία ομολογείται ωμά, καθώς στη θεωρία των απολογητών του συστήματος της εκμετάλλευσης και της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, δεσπόζουσα θέση έχει «το μεγάλωμα της πίτας» που την… τρώει όλη το κεφάλαιο. Αυτή η κατεύθυνση σημαίνει κλιμάκωση της επίθεσης ενάντια στον εργαζόμενο λαό για να ισοπεδωθεί ότι έχει απομείνει από δικαιώματα με την ταυτόχρονη επιβολή του «νόμου και της τάξης», την πολιτική της έντασης της φασιστικοποίησης σαν απαραίτητο στοιχείο που συνοδεύει τη φτώχεια και την εξαθλίωση.
Ο Μητσοτάκης και η ΝΔ γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι ιμπεριαλιστές δεν έχουν ακόμη «ανοίξει τα χαρτιά τους» για την πορεία των πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα και κυρίως στο ζήτημα της αλλαγής κυβερνητικού διαχειριστή και αυτό δημιουργεί «πονοκεφάλους» για πιθανές ξαφνικές «εκπλήξεις» που μπορεί να ξεπηδήσουν από ανοικτές υποθέσεις με μεγάλο ειδικό βάρος (Novartis κ.ά.) Επίσης, έχουν υπόψιν τους ότι ειδικά οι Αμερικάνοι ιμπεριαλιστές «δεν ξεχνούν» συμπεριφορές και στάσεις που τους έχουν δημιουργήσει κάποια προβλήματα και η σχετικά πρόσφατη εμπειρία του Κ. Καραμανλή (αγωγός Μπουργκάς–Αλεξανδρούπολη, Βουκουρέστι κ.ά.) αποτελεί ένα προηγούμενο που δεν μπορεί να ξεπεραστεί αβασάνιστα. Στο «λογαριασμό» πρέπει να συμπεριληφθεί και η άμεση απαίτηση των Αμερικάνων ιμπεριαλιστών για πλήρη ευθυγράμμιση στις επιδιώξεις τους σε όλη την περιοχή (Βαλκάνια, Μέση Ανατολή, Ν.Α. Μεσόγειο) στα πλαίσια της όξυνσης του ανταγωνισμού με τους Ρώσους ιμπεριαλιστές. Αυτό σημαίνει ότι οι ήδη αυξημένες απαιτήσεις θα μεγαλώσουν το επόμενο διάστημα και ο κάθε επίδοξος διαχειριστής θα πρέπει να δώσει αποδείξεις ότι είναι πρόθυμος να τις υλοποιήσει χωρίς αντιρρήσεις και «διαπραγματεύσεις».
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο που καθορίζει η επίθεση στον εργαζόμενο λαό και η ένταση της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, διαμορφώνεται παραπέρα και η φυσιογνωμία της ΝΔ και του Μητσοτάκη σε ακόμα πιο αντιδραστική κατεύθυνση. Με υποτιθέμενο στόχο τον «αριστερό λαϊκισμό» των Τσίπρα–ΣΥΡΙΖΑ, η πραγματική επιδίωξη είναι μία «στρατηγική νίκη» απέναντι στην αριστερά και το κομμουνιστικό κίνημα, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η πλήρης υποταγή εργαζομένων και νεολαίας στα αντιδραστικά σχέδια, που επιδιώκουν να τους μετατρέψουν σε σύγχρονους δούλους του κεφαλαίου και κρέας για τα κανόνια των ιμπεριαλιστών.