Με αφορμή ένα άρθρο του Στ. Μαυρουδέα στο «Πριν», στις 3/6, με τίτλο «Αποδέσμευση από την ΕΕ ή δραχμισμός;», ξέσπασε μία αντιπαράθεση με πρωταγωνιστές τον ίδιο και τη ΛΑΕ –μέσω Iskra– για τα επίδικα της περιόδου και ιδιαίτερα για ό,τι έχει να κάνει με την ΕΕ και το ευρώ. Ο Στ. Μαυρουδέας κατηγορεί τη ΛΑΕ ότι έχει έναν προσανατολισμό «αριστερού ευρωσκεπτικισμού», που είναι αδιέξοδος όσο δεν τίθεται το ζήτημα της αποδέσμευσης από την ΕΕ, ενώ η ΛΑΕ και η Iskra κατηγορούν τον Στ. Μαυρουδέα ότι παραποιεί τις θέσεις τους και ότι χρησιμοποιεί ίδιους χαρακτηρισμούς όπως αυτές του ΚΚΕ.
Καταρχάς, να διατυπώσουμε την άποψη ότι η αντιπαράθεση πάνω σε τόσο σοβαρά ζητήματα του εργατικού-λαϊκού κινήματος, όπως τα ζητήματα του στρατηγικού προσανατολισμού του, δεν μπορούν να χαρακτηρίζονται «εμφύλιος πόλεμος» ή πισώπλατα μαχαιρώματα (κι εσύ, Βρούτε;) αλλά αναγκαία πολιτική διαδικασία για το ξεκαθάρισμα του σωστού από το λαθεμένο. Η ηγεσία της ΛΑΕ, από την δημιουργία της ακόμα, προσπαθεί να δημιουργήσει ένα «τείχος προστασίας» γύρω της και κατηγορεί όποιον της κάνει κριτική ή και πολεμική σαν «ανθενωτικό» και «αντικινηματικό», ταυτίζοντας κάθε κριτική που δέχεται με τις πρακτικές του ΚΚΕ. Μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα σε σχόλιο για τοποθέτηση του Α. Χάγιου ότι «η ΛΑΕ περιορίζεται μόνο στο ευρώ», χρησιμοποιεί το εξής κατασκεύασμα: «Κανένας δεν είναι αλάθητος, κανένας δεν έχει την τέλεια συνταγή για το μέλλον, κανένας δεν έχει το μονοπώλιο της επαναστατικότητας. Υπήρξαν πολλοί που διατείνονταν ότι περίπου κατείχαν όλα τούτα μαζί και μας κατέστρεψαν». Αφού λοιπόν δεν «υπάρχει τίποτα αληθινό», ας φτιάξουμε έναν «χυλό», στη «συνταγή» του οποίου βέβαια θα κυριαρχεί το δικό της πρόγραμμα. Όσο για το ποιοι «μας κατέστρεψαν», μη θεωρηθεί ότι αναφέρεται στον… ΣΥΡΙΖΑ. Αν ανατρέξει ο αναγνώστης στα ιδρυτικά κείμενα της ΛΑΕ, θα αντιληφθεί ότι αναφέρεται, κυρίως, στο κομμουνιστικό κίνημα της Γ΄ Διεθνούς.
Όσο αφορά τη συγκεκριμένη περίπτωση της αντιπαράθεσης, είναι φανερό ότι τέτοια άρθρα στο «Πριν» όπως αυτό του Στ. Μαυρουδέα και αναφορές όπως αυτές του Α. Χάγιου δημιουργούν σημαντικά εμπόδια στην προσέγγιση που επιχειρείται ανάμεσα στη ΛΑΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ιδιαίτερα σε μία κοινή εκλογική κάθοδο, που αποτελεί και τον διακαή πόθο ιδιαίτερα της ΛΑΕ. Σε αυτή τη διελκυστίνδα θα υπάρχουν πολλά «επεισόδια», ανάλογα με το πόσο θα μακραίνει ή θα συντομεύει η «μητέρα των μαχών». Αλλά αυτό αποτελεί ένα δευτερεύον πρόβλημα που απασχολεί μόνο τους θιασώτες αυτών των «σχεδίων». Στη συγκεκριμένη αντιπαράθεση τίθεται ένα κεντρικό πολιτικό ζήτημα και σε αυτό θέλουμε να επικεντρωθούμε.
Τα ζητήματα που αφορούν την ΕΕ και την Ευρωζώνη ουσιαστικά αποτελούν τους κρίκους της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης (πολιτικής – οικονομικής – στρατιωτικής) της χώρας αλλά μόνο στη μία πλευρά της, την ευρωπαϊκή. Η ιμπεριαλιστική εξάρτηση από τη μεριά ΗΠΑ – ΝΑΤΟ υπάρχει εξίσου, αν δεν είναι μεγαλύτερη, και δεν καθορίζει μόνο πολιτικά και γεωστρατηγικά ζητήματα αλλά και οικονομικά. Οι πρωταγωνιστές της αντιπαράθεσης αντιμετωπίζουν την ιμπεριαλιστική εξάρτηση είτε αγνοώντας τη μία πλευρά της, τους Αμερικάνους, είτε με οικονομικοτεχνικό χαρακτήρα την άλλη πλευρά της, ΕΕ-Ευρωζώνη. Η βάση αυτής της αντίληψης βρίσκεται στην εκτίμηση για τον χαρακτήρα της ντόπιας αστικής τάξης και του ελληνικού καπιταλιστικού σχηματισμού. Και οι δύο πλευρές θεωρούν ότι η ένταξη της χώρας στην ΕΕ και την ευρωζώνη αποτέλεσαν επιλογή της ντόπιας κεφαλαιοκρατίας για να ενισχύσει τον δικό της ρόλο και τη δική της θέση στην «ιμπεριαλιστική πυραμίδα». Να συμμετάσχει σαν «ισότιμος εταίρος», έστω και υποδεέστερος, στην ευρωπαϊκή ιμπεριαλιστική συμμαχία και με βάση την ισχυροποίησή της αυτή να κάνει ιμπεριαλιστικού χαρακτήρα εξορμήσεις (οικονομικού σκοπού) στα Βαλκάνια και αλλού. Η αποδοχή της ισχυρής ντόπιας κεφαλαιοκρατίας και της «ισχυρής Ελλάδας» διατρέχει την αντίληψή τους, έστω και αν η πραγματικότητα έχει γκρεμίσει αυτούς τους μύθους, που μεθοδικά προσπάθησε να οικοδομήσει, απέναντι στον λαό, το ντόπιο σύστημα της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης και της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης. Όσο αφορά την ένταξη στην ΕΕ και την ΟΝΕ και την παραμονή της σε αυτή, οι ίδιοι οι ιμπεριαλιστές, είτε οι Αμερικάνοι είτε οι Ευρωπαίοι, αποκαλύπτουν ότι αποτέλεσε και αποτελεί «πολιτική επιλογή» των ίδιων των ιμπεριαλιστών, καθώς η χώρα έχει μεγάλη γεωπολιτική σημασία, χωρίς να παραλείπεται και η οικονομική πλευρά, για τα δικά τους συμφέροντα. Οι στόχοι της ντόπιας κεφαλαιοκρατίας με την ένταξη σε ΕΕ και ΟΝΕ βρίσκονταν και παραμένουν σε άμεση συνάρτηση με τη φύση της, που ιστορικά τη χαρακτηρίζει, του μεταπράτη του ξένου κεφαλαίου, του παραρτήματος – συμπληρώματος, με ιδιαίτερη επίδοση στο εμπόριο και τις υπηρεσίες και όχι στην υλική παραγωγή. Παραδίδει – ξεπουλάει λαό και χώρα στους ιμπεριαλιστές για να εξασφαλίσει την κυριαρχία της και την κερδοφορία της.
Σε αυτή την βάση, είναι ξεκάθαρο ότι ο χαρακτήρας της σύγκρουσης στη χώρα μας ανάμεσα στις εργατικές – λαϊκές δυνάμεις και τη ντόπια κεφαλαιοκρατία έχει στο κέντρο της την ιμπεριαλιστική εξάρτηση, όχι σαν ένα «εξωτερικό» στοιχείο αλλά ως δομικό στοιχείο του ντόπιου συστήματος εξουσίας. Από την άποψη αυτή, τοποθετήσεις όπως η παρακάτω του Στ. Μαυρουδέα στο «επίμαχο» άρθρο του, ότι «Ο βασικός μεσοπρόθεσμος κόμβος αυτού του προγράμματος (εννοεί του μεταβατικού) και η βάση για τη συγκρότηση ενός ευρύτερου λαϊκού μετώπου είναι η συνολική αποδέσμευση από την ΕΕ. Χωρίς αυτήν καμία διαδικασία σοσιαλιστικής μετάβασης αλλά και αντιμετώπισης των άμεσων λαϊκών προβλημάτων δεν μπορεί να υπάρξει. Μία έξοδος από την ΟΝΕ χωρίς την πλήρη αποδέσμευση είναι ατελέσφορη ή τμήμα αστικών σχεδίων», συσκοτίζει τον χαρακτήρα της σύγκρουσης και προσπαθεί να παρακάμψει, δια του μεταβατικού, το κεντρικό πολιτικό ζήτημα της κατάκτησης της εξουσίας από τις εργατικές – λαϊκές δυνάμεις. Δεν είναι τυχαίο ότι σε απάντησή του στον Στ. Μαυρουδέα, το γραφείο τύπου της ΛΑΕ λέει: «Το Γραφείο Τύπου της ΛΑ.Ε συμφωνεί πλήρως με τη θέση που διατυπώνει ο σ. Μαυρουδέας, πως η έξοδος από την ΟΝΕ αποτελεί τμήμα της συνολικής και άμεσης αποδέσμευσης από την ΕΕ. Τελεία και παύλα. Ας επιχειρηθεί αυτή η σωστή θέση να μετουσιωθεί σε πράξη και τότε ίσως να γίνει καλύτερα αντιληπτό γιατί η ΛΑ.Ε επιμένει με ιδιαίτερη έμφαση στους αναβαθμισμένους και σκληρούς κύκλους του ευρώ και της ευρωζώνης, τα οποία, άλλωστε, δεν κατασκευάστηκαν τυχαία ως ατμομηχανές και οδοστρωτήρες από τους εμπνευστές τους». Αποκαλύπτεται, με αυτό τον τρόπο, το πόσο κοντά, επί της ουσίας, είναι οι «αντιμαχόμενες» απόψεις τους.
Οι οπαδοί του «μεταβατικού προγράμματος», στις διάφορες εκδοχές του, εκτιμούν ότι η «επαναστατική διαδικασία» θα προχωρήσει με «ρήξεις και ανατροπές», μέχρι να «αποκαλυφθεί» ο σοσιαλισμός. Κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν -ή δεν κατανοούν πραγματικά- ότι το κεντρικό ζήτημα της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης δεν αποτελεί βασικό πεδίο σύγκρουσης μόνο με τη ντόπια κεφαλαιοκρατία αλλά και με τους ίδιους τους ιμπεριαλιστές. Στη βάση αυτή, ο χαρακτήρας της σύγκρουσης αυτής θα είναι συνολικός και όχι μερικός και για να επικρατήσουν οι εργατικές – λαϊκές δυνάμεις θα πρέπει να αντιμετωπίσουν όλους μαζί τους αντιπάλους τους και όχι… έναν κάθε φορά.