Εδώ και καιρό έχει γίνει πλέον φανερό ότι καμία χώρα της περιοχής δεν μπορεί να βγει έξω από τον επικίνδυνο κύκλο των αντιπαραθέσεων, των οξύνσεων και των αντιθέσεων που έχει ανοίξει η επέμβαση των ιμπεριαλιστών Αμερικάνων – Ευρωπαίων –Ρώσων είτε στον πόλεμο της Συρίας, είτε στο Μεσανατολικό, είτε στο Αιγαίο.
Όσο και αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛΛ με τη σταθερότητά της στην υποταγή στα ιμπεριαλιστικά κελεύσματα θεωρεί ότι μπορεί να διεκδικήσει μια αναβάθμιση του ρόλου και της θέσης της ντόπιας αστικής τάξης στην περιοχή των Βαλκανίων και «προτίμηση» στην ελληνοτουρκική αντιπαράθεση, πάντα οι ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις θα έχουν το προβάδισμα και θα γεννούν επικίνδυνες καταστάσεις για τους λαούς της περιοχής.
Το πρόσφατο ταξίδι Τσίπρα στην Ουάσιγκτον «φτέρωσε» τις επιδιώξεις της κυβέρνησης και της ντόπιας αστικής τάξης, της έδωσε «αέρα», αλλά ταυτόχρονα απαίτησε και συγκεκριμένες «ρυθμίσεις» εντός των πλαισίων της γενικότερης ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η κυβέρνηση προσπαθεί να χειριστεί καυτά ζητήματα, όπως η περίπτωση των 8 τούρκων αξιωματικών που κατηγορούνται από τον Ερντογάν ότι συμμετείχαν στην απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου το 2016, είτε το ζήτημα της αύξησης της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 μίλια. Ζητήματα διαφορετικά μεταξύ τους και με διαφορετικό βάρος, που έχουν όμως κοινή συνισταμένη τις αντιθέσεις των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας μέσα στο πλαίσιο της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης.
Η περίπτωση των 8 τούρκων αξιωματικών είναι από αυτές που θα τραβήξουν σε μάκρος και θα αξιοποιούνται από κάθε πλευρά για να ασκούνται πιέσεις προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Η κυβέρνηση καλύφθηκε πίσω από την απόφαση του Αρείου Πάγου για την μη έκδοσή τους στην Τουρκία και έτσι μπορεί να χειριστεί το θέμα σε «νομικό επίπεδο» και να προσπαθήσει να το βγάλει από την ατζέντα των ελληνοτουρκικών, κάτι βέβαια που είναι ανέφικτο καθώς το καθεστώς Ερντογάν θεωρεί ότι όποιος καλύπτει αυτούς που προσπάθησαν να τον ανατρέψουν ουσιαστικά συμπράττει μαζί τους. Δεν ξέρουμε κατά πόσο είναι πραγματικό γεγονός η λεγόμενη υπόσχεση Τσίπρα στον Ερντογάν ότι θα του παραδώσει τους «8», το σίγουρο είναι ότι το ζήτημα αυτό θα γίνει προσπάθεια να διευθετηθεί μέσα στα γενικότερα πλαίσια των παζαριών αλλά και των σφοδρών αντιπαραθέσεων ανάμεσα στις αστικές τάξεις και από τις δύο πλευρές του Αιγαίου.
Στη βάση αυτή και η προσφυγή του υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής Μουζάλα ενάντια στη χορήγηση ασύλου στον έναν από τους «8». Προσφυγή που έγινε προσωρινά αποδεκτή από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών για «λόγους δημοσίου συμφέροντος» αφού «κινδυνεύουν να διαταραχθούν οι σχέσεις με την Τουρκία». Παράλληλα ο υπουργός Δικαιοσύνης Κοντονής αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο να γίνει δίκη των «8» στην Ελλάδα, επιχειρώντας έτσι να ξεφύγει από το πρόβλημα που θέτει η τουρκική πλευρά ότι προστατεύονται πραξικοπηματίες και με το άσυλο θα αποφύγουν να δώσουν λόγο για τις πράξεις τους.
Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να διευκρινίσουμε ένα σημαντικό ζήτημα. Η αντιπαράθεση για τους «8» είτε μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είτε μέσα στα πλαίσια του ντόπιου πολιτικού συστήματος δεν αποτελεί ένα ζήτημα δημοκρατικών δικαιωμάτων αλλά ένα ζήτημα που αφορά κρατικούς μηχανισμούς στην υπηρεσία των αστικών τάξεων και των ιμπεριαλιστών και σαν τέτοιο πρέπει να το αντιμετωπίζουμε. Πολύ περισσότερο, δεν επιτρέπεται να συγχέουμε τους 8 τούρκους αξιωματικούς με τους τούρκους και κούρδους αγωνιστές που διεκδικούν πολιτικό άσυλο και το δικαίωμά τους να αγωνίζονται για την ελευθερία ενάντια στο φασισμό και τον ιμπεριαλισμό.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του σε εκπομπή της ΕΡΤ1 ο υπουργός Ν. Κοτζιάς προαναγγέλλει ότι η κυβέρνηση έχει στόχο την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 μίλια και πολύ πιθανά η διαδικασία αυτή να ξεκινήσει από το Ιόνιο, όπου προφανώς το ζήτημα της επέκτασης είναι πιο «εύκολο» σε σχέση με το Αιγαίο. Βέβαια γίνεται κατανοητό ότι δεν μπορεί να ανοίξει επέκταση χωρικών υδάτων στα 12 μίλια στο Ιόνιο και να μείνει στα 6 μίλια στο Αιγαίο. Όσο και αν ο Κοτζιάς λέει ότι «το δικαίωμα της Ελλάδας να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη είναι δικό της δικαίωμα. Δεν είναι πρόβλημα που μπορούμε να το συζητάμε με την Τουρκία», γνωρίζει πολύ καλά ότι το ζήτημα αυτό είναι υποχρεωμένος να το «συζητήσει» με την Τουρκία καθώς από τη μεριά της με απόφαση της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης της 8 Ιουνίου του 1995 η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια στο Αιγαίο θα θεωρηθεί «αιτία πολέμου».
Αλλά η «συζήτηση» δεν θα αφορά μόνο την Ελλάδα και την Τουρκία, καθώς για το ζήτημα της επέκτασης στα 12 μίλια τον πρώτο και… τελευταίο λόγο θα έχουν οι ιμπεριαλιστές (Αμερικάνοι, Ρώσοι, Ευρωπαίοι) καθώς η πράξη αυτή μετατρέπει το Αιγαίο σε «ελληνική λίμνη» και δεν είμαστε καθόλου σίγουροι κατά πόσο αυτό συμβαδίζει με τις ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις στην περιοχή. Από την άλλη, όμως, η ελληνική πλευρά πιέζεται καθώς, όπως αποκαλύπτει ο Ν. Κοτζιάς, «η αιγιαλίτιδα ζώνη έχει μεγάλη σημασία για τον προσδιορισμό της ΑΟΖ με όλες τις χώρες…». Αλλά δεν είναι μόνο ο προσδιορισμός της ΑΟΖ που «καίει» την κυβέρνηση, ακόμα και το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας που είναι η «μοναδική διαφορά» που αναγνωρίζει η ελληνική πλευρά ότι υπάρχει στο Αιγαίο με την Τουρκία, και αυτή συνδέεται με το ζήτημα της αιγιαλίτιδας ζώνης γιατί, όπως εξηγεί ο Ν.Κοτζιάς, «το πρόβλημά μας (με την Τουρκία) είναι η υφαλοκρηπίδα. Απλώς τεχνικά για να προσδιορίσεις την υφαλοκρηπίδα πρέπει να έχεις προσδιορίσει την αιγιαλίτιδα ζώνη με την οποία έχεις κυριαρχία».
Είναι φανερό από τα παραπάνω ότι βρισκόμαστε σε μία κρίσιμη περίοδο για τη «διευθέτηση» ζητημάτων που τραβούν δεκαετίες και καθορίζουν την όξυνση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στις ντόπιες αστικές τάξεις. Η επιτάχυνση όλων των διαδικασιών έχει να κάνει τόσο με τα συμφέροντα των αστικών τάξεων αλλά πάνω από όλα με τις επιδιώξεις των ιμπεριαλιστών που κυριαρχούν στην περιοχή και στοχεύουν στη «λύση» εκκρεμοτήτων ή στη διαχείρισή τους ανάλογα με τις δικές τους στοχεύσεις. Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η διατεταγμένη ελληνοτουρκική «φιλία» κράτησε για περίπου είκοσι χρόνια μετά τα Ίμια, με απόφαση κυρίως των αμερικάνων ιμπεριαλιστών, αλλά σήμερα η όξυνση των ανταγωνισμών επιβάλλει αλλαγή του σκηνικού, με τα κρίσιμα ζητήματα να τίθενται στο προσκήνιο.
Η «πρεμούρα» του Ν. Κοτζιά αλλά και της κυβέρνησης συνολικά να διεκδικήσει, για λογαριασμό της ντόπιας αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων, την ανακήρυξη ΑΟΖ σε Ιόνιο και Αιγαίο, με την ταυτόχρονη και αναγκαία από ό,τι φαίνεται επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, είναι μια στόχευση που δεν υπηρετεί τα συμφέροντα του λαού και της χώρας και δρομολογεί κινήσεις όσων εκτιμούν ότι μπορούν να εκμεταλλευτούν την περίοδο «στριμώγματος» της Τουρκίας. Έτσι ανιστόρητα κινείται τόσο η ντόπια αστική τάξη όσο και το πολιτικό της προσωπικό, οδηγώντας το λαό και τη χώρα σε αιματοκυλίσματα (Μικρασιατική καταστροφή, Κυπριακό), που θεωρεί «σταθερότητα» και «εγγύηση» την ιμπεριαλιστική πολιτική και υποτάσσεται σε αυτήν. Κάθε φορά που αντιλαμβάνεται ή παίρνει το μήνυμα ότι μπορεί να αποκτήσει προβάδισμα στον ανταγωνισμό της με την τούρκικη αστική τάξη, τότε «φτερώνει» και αρχίζει να ονειρεύεται ρόλους και θέσεις κυριαρχίας στην περιοχή και ευρύτερα, οδηγώντας το λαό και τη χώρα σε επικίνδυνες περιπέτειες.
Είναι σίγουρο ότι κανένα από τα ζητήματα που οξύνουν τις ελληνοτουρκικές διαφορές δεν μπορεί να οδηγηθεί σε λύση και με αμοιβαίο όφελος για τους δύο λαούς και τις χώρες όσο η ιμπεριαλιστική κυριαρχία και στις δύο πλευρές του Αιγαίου έχει τον πρώτο λόγο. Καμία διευθέτηση δεν μπορεί πραγματικά να προχωρήσει όσο οι αστικές τάξεις των δύο χωρών κυριαρχούν και διεκδικεί η καθεμία για λογαριασμό της και για τα δικά της συμφέροντα την εύνοια του ιμπεριαλιστικού παράγοντα. Η φιλία και η αλληλεγγύη των δύο λαών θα στεριωθεί πάνω στην κοινή πάλη τους για κοινωνική λευτεριά και ανεξαρτησία και η επίτευξη αυτών των στόχων θα δώσει τη δυνατότητα της πραγματικής επίλυσης των όποιων διαφορών.