Οι εκλογές τελείωσαν και τα αποτελέσματά τους αποτύπωσαν μια σειρά πολιτικές επιτυχίες του συστήματος. Αυτές δεν διαμορφώθηκαν στην κάλπη, αν και αυτή αποτελεί αναμφίβολα πεδίο στο οποίο οι δυνάμεις του συστήματος έχουν κυριαρχία και προνόμια. Όμως είναι προφανές ότι αυτά που καταγράφηκαν στις εκλογές της 7/7 βασίστηκαν σε όσα έγιναν και σε όσα δεν έγιναν στο πεδίο της ταξικής και πολιτικής πάλης όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Σε αυτή τη βάση πρέπει συνεπώς να αντιμετωπιστούν και τα αποτελέσματα των εκλογών της 7ης του Ιούλη, όσον αφορά το λαό, τα συμφέροντά του και αυτά που θα αντιμετωπίσει από δω και μπρος. Δηλαδή στη βάση των απαιτήσεων της επίθεσης της επόμενης μέρας που είναι ήδη εδώ, στη βάση των κινδύνων που κυκλώνουν τη χώρα και την περιοχή και των απαντήσεων που αυτά απαιτούν στο πεδίο του αγώνα, της οργάνωσης και της πάλης του λαού και της νεολαίας. Αυτό είναι το απαράγραπτο και επιτακτικό ζητούμενο της νέας περιόδου. Με αυτό το ζητούμενο συνδέονται –και σε αυτό βασίζονται- και οι απαντήσεις που απαιτείται να δοθούν και να διαμορφωθούν, σε μια πορεία, στο ζήτημα της Αριστεράς. Πρόκειται για ένα ζήτημα που επίσης αναδείχτηκε -και καταγράφηκε και στις κάλπες του Ιουλίου- αλλά προφανώς από την ανάποδη!
Είμαστε, λοιπόν, απέναντι από τις αναλύσεις που σπεύδουν να υποκλιθούν στους «σχεδιασμούς της άρχουσας τάξης» που περίπου με όρους παντοδυναμίας αποφασίζει εναλλαγές, διαμορφώνει αναχώματα και συμπληρώματα, ενισχύει και διαλύει κόμματα όπως και όποτε θέλει και με …ζηλευτή διορατικότητα για τις ανάγκες της. Αναλύσεις που περίπου διακηρύσσουν πως ο λαός δεν μπορεί να βάλει εμπόδια στις επιδιώξεις του συστήματος και που εμφανίζουν το σύστημα πολλές φορές να βαδίζει χωρίς τις δικές του αντιφάσεις, απαλλαγμένο από τα μεγάλα αδιέξοδά του. Είμαστε υπέρ της προσέγγισης που αναζητά όρους και δυνατότητες αγώνων και αντιστάσεων, της προσέγγισης που έχει σαν βάση της την εμπιστοσύνη στη δύναμη του λαού και της πάλης του. Βέβαια, αυτή η προσέγγιση απαιτεί εκτός των άλλων διαμόρφωση γραμμής πάλης και αντιπαράθεσης με το σύστημα και όχι γραμμή «διόρθωσής» του και συμπλήρωσής του «από τα αριστερά».
Αυτή η γραμμή της αντίστασης και της διεκδίκησης πρέπει να παλευτεί με μαζικούς όρους και σε σύγκρουση με τα ιδεολογήματα δεκαετιών που υποστηρίζουν την ταξική συνεργασία και έχουν προωθήσει τον ιδεολογικό και πολιτικό αφοπλισμό των μαζών, τη διάλυση των εργαλείων οργάνωσης και πάλης του λαού και της νεολαίας. Το ότι στον πολιτικό ορίζοντα δεν είναι ορατές άλλες εκλογές, είναι –για μας τουλάχιστον- πλεονέκτημα, στο βαθμό που δεν επιτρέπει τη διαμόρφωση εκλογικών σχεδίων διαφυγής από την απαιτητική και δύσκολη πραγματικότητα!
Το αποτύπωμα της κάλπης
Πριν επιχειρήσουμε να δούμε αυτό που είναι μπροστά μας, ας αναφερθούμε συνοπτικά στα βασικά πολιτικά δεδομένα που καταγράφονται στα εκλογικά αποτελέσματα.
-Η ΝΔ αναδεικνύεται κυρίαρχη και με νίκη που από άποψη ποσοστού «θυμίζει» την εποχή πριν τα μνημόνια, δηλαδή πριν το ξεχαρβάλωμα του αστικού πολιτικού συστήματος. Ωστόσο, αυτό το σχεδόν 40% δεν διαμορφώθηκε γιατί η ΝΔ και το σύστημα συνολικά έχει τους ίδιους όρους «ενσωμάτωσης» και «ελέγχου» των μικρομεσαίων στρωμάτων όπως τους είχε πριν το 2010. Διαμορφώθηκε στη βάση της δεξιάς-αντιδραστικής πορείας των τελευταίων χρόνων, είναι έκφραση της πολιτικής ισχυροποίησης του συστήματος απέναντι στο λαό και όχι της «κανονικότητας που επιστρέφει». Σε αυτή τη βάση, η «εντολή» της ΝΔ είναι πράγματι πολύ επιθετική και αντιδραστική απέναντι στους εργάτες και το λαό και όπως θα αποδειχτεί παρά τα φληναφήματα και απέναντι στα μικρά και μεσαία στρώματα. Όπως κιόλας γίνεται φανερό η νέα κυβέρνηση επείγεται να αξιοποιήσει όσο πιο γρήγορα μπορεί αυτή την αντιδραστική φόρα και να διαμορφώσει καταρχάς όρους αντιδραστικής θωράκισης της πολιτικής της.
-Ο ΣΥΡΙΖΑ περιόρισε σε μόλις 140.000 ψήφους τις απώλειες του από το Σεπτέμβρη του 2015 και όχι μόνο απέτρεψε την κατάρρευσή του, αλλά επιβεβαίωσε ότι είναι το δεύτερο κόμμα του συστήματος και μάλιστα με μεγάλο (31.5%) ποσοστό. Ένα κόμμα που στήθηκε από τις διαπραγματεύσεις της ηγεσίας του με τα αφεντικά της Δύσης και με τις πολιτικές του υπέρ του ντόπιου κεφαλαίου και που τώρα αναζητά όπως ανοιχτά δηλώνεται και τη συγκρότησή του σε επίπεδο κοινωνίας και θεσμών ώστε να αποτελέσει τον δεύτερο πυλώνα του συστήματος. Και το αποτέλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι βέβαια προϊόν της «ελπίδας» που για το λαό εκπροσωπεί το κόμμα αυτό. Την «ελπίδα» αυτή είναι πολύ γνωστό πόσο και πώς την τσαλαπάτησε η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Το 31,5% είναι έκφραση της περιθωριοποίησης του λαού και των προσδοκιών του. Είναι έκφραση και αυτό του δεξιού πολιτικού συσχετισμού που έχει διαμορφωθεί, στα πλαίσια του οποίου ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί μια «απάντηση» στην άγρια επίθεση που εξαγγέλλει και θα προωθήσει η ΝΔ.
-Παρόλο που το άθροισμα ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ υπερβαίνει το 71%, το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ κατόρθωσε όχι μόνο να μην περιθωριοποιηθεί αλλά και να αυξήσει τα ποσοστά του και τους ψήφους κατά περίπου 116.000 σε σχέση με το Σεπτέμβρη του 2015. Αναδεικνύεται έτσι σε ένα χρήσιμο –και ίσως σημαντικό– συμπλήρωμα των πολιτικών του συστήματος για την επόμενη περίοδο, με ερώτημα βέβαια το πώς θα σταθεί στις αμφίπλευρες πιέσεις των δύο πυλώνων, τι ρόλο και τι υπόσταση θα διεκδικήσει. Είναι και αυτό το αποτέλεσμα, χαρακτηριστικό της κατάστασης των προηγούμενων χρόνων που έδωσε τη δυνατότητα στο σύστημα να πάρει και να χτίσει από τους σωρούς των παλιών πολιτικών υλικών!
-Το κόμμα του Βαρουφάκη αποτελεί την χαρακτηριστική περίπτωση αναστύλωσης των παλιών αυταπατών –έστω στο ποσοστό του 3.44%-, με τα θεωρούμενα «νέα υλικά». Αποτελεί και αυτό μια πολιτική δικλείδα του συστήματος και θα χρησιμοποιηθεί ανάλογα με τις ανάγκες που θα προκύψουν σε μια περίοδο που μόνο ευθύγραμμη δεν θα είναι.
-Τέλος, συμμεριζόμαστε βέβαια την ανακούφιση ενός ευρύτατου δημοκρατικού κόσμου για την έξοδο της ναζιστικής ΧΑ από τη Βουλή, αλλά ταυτόχρονα επισημαίνουμε ότι η δύναμη της παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα (2,93% και 165.000 ψήφοι). Επιπλέον, η απώλεια ψήφων της ισοφαρίστηκε από το κόμμα του Βελόπουλου, που με 3.7% και 208.000 ψήφους αποτελεί το νέον φασίζον μόρφωμα της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Ένα μόρφωμα οπωσδήποτε με καλύτερες προδιαγραφές από τη ΧΑ για να μπορεί να χρησιμοποιηθεί από το σύστημα και σύμφωνα με τις πολιτικές του ανάγκες.
-Η εκλογική αριθμητική των δυνάμεων που αναφέρονται στην Αριστερά επιβεβαιώνει βασικές αλήθειες και συγκρούεται με κυρίαρχους μύθους. Η μείωση κατά περισσότερο από 160.000 ψήφους των κάθε λογής δυνάμεων που αναφέρονται σε αυτήν συνέβη στην περίοδο που όλες μαζί οι κυρίαρχες δυνάμεις ψήφισαν και προώθησαν το τρίτο μνημόνιο, βάθυναν τη φτώχεια και την εκμετάλλευση και αναβάθμισαν την υπηρέτηση των αμερικάνικων και ΝΑΤΟϊκών συμφερόντων στην περιοχή και τη χώρα! Η κυρίαρχη από τις δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά (ΚΚΕ) απέναντι σε αυτή την κατάσταση επιχειρεί να κρυφτεί πίσω από τη «σταθερότητά» της σε μεγέθη (5,3% και 300.000 ψήφοι), που αν μη τι άλλο τυπικά υπογραμμίζουν ευθύνες και δυνατότητες! Ευθύνες και δυνατότητες που η πολιτική γραμμή της ηγεσίας του ΚΚΕ δεν θέλει να αναλάβει και να αντιμετωπίσει. Και προφανώς, η «λογική» που «εξηγεί» αυτά τα αποτελέσματα στη βάση των όρων της «παντοδυναμίας» του συστήματος από τη μια και του λαού που «δεν καταλαβαίνει», το μόνο που αναπαράγει είναι τη γραμμή της ήττας και της υποταγής και μαζί με αυτήν την άρνηση της ίδιας της ύπαρξης του πραγματικού προβλήματος.
Βασικοί όροι της νέας περιόδου
Με κυρίαρχο λοιπόν δεδομένο την ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας από τον πιο «παραδοσιακό» εκφραστή του συστήματος, χρειάζεται να δούμε τους όρους στη βάση των οποίων θα εξελιχθεί η νέα περίοδος. Τους όρους δηλαδή που διαμορφώνουν το πλαίσιο της πολιτικής που η κυβέρνηση της ΝΔ καλείται να υπηρετήσει και να εφαρμόσει, τους όρους που διαμορφώνουν αυτά που θα αντιμετωπίσει ο λαός. Θα επισημάνουμε τρείς βασικούς όρους:
Στη βάση αυτών των όρων προκύπτουν για μας ορισμένες προφανείς εκτιμήσεις για το επόμενο διάστημα.
Η κυβέρνηση της ΝΔ δεν θα ελαφρύνει τη «μεσαία τάξη», δεν θα φέρει «έκρηξη επενδύσεων» και «νέες καλές δουλειές» στη χώρα. Θα υπηρετήσει ακόμα περισσότερο τις απαιτήσεις του μεγάλου ξένου και ντόπιου κεφαλαίου, με νέα χτυπήματα στους εργάτες και το λαό, με περισσότερα βάρη και για τα μεσαία στρώματα. Ταυτόχρονα, η χώρα θα βρεθεί σε ακόμα μεγαλύτερες επιπλοκές στις σχέσεις της με τις χώρες της περιοχής και η ΝΔ, ως κυβέρνηση πλέον, θα καλείται να υπηρετήσει αγόγγυστα τις πιο επικίνδυνες επιλογές του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Ήδη κάποια πράγματα από όλα αυτά εκδηλώνονται, με πρώτο και άμεσο την παραπέρα θωράκιση του συστήματος με την πολιτική της φασιστικοποίησης (Άσυλο) ως το βασικό όρο επιβολής της «κανονικότητας» και της «ανάπτυξης» που έρχεται.
Τι να κάνουμε
Οι δυσκολίες για το λαό και την πάλη του αφορούν λοιπόν τους παραπάνω όρους που αναφέραμε. Και αυτό που προφανώς «περνάει από το χέρι του λαού» στην παρούσα φάση δεν είναι βέβαια να διαμορφώσει «ένα πρόγραμμα διεξόδου της χώρας», «μια άλλη προοπτική ανάπτυξης με πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων» και άλλα ανάλογα που ακούσαμε στην προεκλογική περίοδο από τον Βαρουφάκη έως από δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Αυτό που όντως περνάει από το χέρι του λαού και είναι επιτακτική ανάγκη του είναι η πάλη για την τροποποίηση του ταξικού συσχετισμού, για τη διαμόρφωση και τη συγκρότηση των εργαλείων της πάλης του. Δηλαδή η αντίσταση και οι αγώνες απέναντι στην πολιτική της κυβέρνησης και του συστήματος, για τα δικαιώματα στη δουλειά, την ελευθερία, για τα κοινωνικά δικαιώματα, η πάλη για την ειρήνη, ενάντια στον πόλεμο, στους ιμπεριαλιστές και στην εξάρτηση.
Ενόψει αυτών των αναγκών και των απαιτήσεων, δεν συμμεριζόμαστε τις ευκολίες που κάποιοι παρουσιάζουν για «τα ξεσπάσματα που έρχονται». Είναι ευκολίες που μπορεί να κρύβουν αυταπάτες για την πολιτική και τον ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ στη νέα περίοδο. Πίσω τους έχουν τη φαντασίωση ενός ΣΥΡΙΖΑ που θα αποτελέσει δύναμη των αγώνων και των κινημάτων, έστω και με μια μικροαστική-ρεφορμιστική γραμμή. Η φάση αυτή –των όποιων κινηματικών δραστηριοτήτων- για το ΣΥΡΙΖΑ έκλεισε οριστικά στο 2010-‘12, όταν από τότε κιόλας και μέχρι την ανάληψη της κυβέρνησης επέλεξε τη γραμμή της υπεύθυνης αντιπολίτευσης εν αναμονή. Γραμμή που την επένδυσε και με όλα τα «κοινωνικά παντοπωλεία», όπως ονόμαζε την πολιτική της ελεημοσύνης που αποτέλεσε και αποτελεί γραμμή του συστήματος.
Στις σημερινές συνθήκες, η συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ σε «μαζικό κόμμα» καθόλου δεν περνάει μέσα από προσπάθεια κίνησης μαζών. Περνάει μέσα από τη γραμμή της «προγραμματικής και υπεύθυνης αντιπολίτευσης» που θα έχει μεγάλες δόσεις συναίνεσης και στήριξης της κυβερνητικής πολιτικής, όπως ήδη προεκλογικά έχει εξαγγελθεί.
Συνεπώς, το ζήτημα των αντιστάσεων και της μαζικής πάλης δεν θα το βρούμε «έτοιμο» και μάλιστα σε ένα τέτοιο πολιτικό τοπίο αντιδραστικής μετατόπισης, σε ένα τοπίο απογοήτευσης και υποχώρησης του λαού και της νεολαίας. Θα πρέπει να αγωνιστούμε για να διαμορφωθεί κόντρα στους αρνητικούς συσχετισμούς, κόντρα στον κυρίαρχο συνδικαλισμό, που όπως έδειξε και το συνέδριο της ΟΛΜΕ εν μέσω εκλογών, γίνεται ολοένα και πιο καθεστωτικός.
Σε αυτή την κατεύθυνση καλείται το ΚΚΕ(μ-λ) να παλέψει ώστε το δυναμικό που κατέγραψε ως βάση στήριξης της πολιτικής του πρότασης στις εκλογές να πρωτοστατήσει ως δυναμικό που παλεύει για τους αναγκαίους αγώνες με την πολιτική της κοινής δράσης στο δύσκολο μετεκλογικό τοπίο. Σε αυτή τη βάση θα κριθεί και η συνέχεια της ΛΑ-ΑΑΣ, που σήμερα είναι ακόμα πιο αναγκαία η ύπαρξη της. Όχι βέβαια με αυτοαναφορικές πρακτικές αλλά ως δυναμικό αγωνιστών που αγωνίζεται αποφασιστικά μέσα στο λαό και στη νεολαία, που πρωτοστατεί στο κίνημα, για να ανοίξει ο δρόμος της αντικαπιταλιστικής-αντιιμπεριαλιστικής-αντιδιαχειριστικής πάλης.