Επτακόσιοι τριάντα δύο ευρωβουλευτές θα σταλούν μέσω των έκτων ευρωεκλογών στο Στρασβούργο για να αναλάβουν την πενταετή θητεία τους στο λεγόμενο Ευρωκοινοβούλιο μετά τις 13 του Ιούνη από τα 25, πλέον, κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, γι’ αυτούς θα ψηφίσει μόνο ο 1 στους 3 ψηφοφόρους που έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν στις εκλογές. Από το 1979 και μετά, σε κάθε ευρωεκλογή, η αποχή πανευρωπαϊκά μεγαλώνει συνεχώς και το 1999 έπεσε κάτω από το 50%. Η απαξίωση του Ευρωκοινοβουλίου στα μάτια των ευρωπαίων ψηφοφόρων είναι ραγδαία, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των εθνικών κυβερνήσεων, που δαπανούν τεράστια ποσά για διαφήμιση και προπαγάνδα. Στην ουσία το λεγόμενο Ευρωκοινοβούλιο σταδιακά παίρνει στα μάτια του κόσμου την πραγματική διάσταση και υπόσταση που είχε από την αρχή και τίποτε παραπάνω.
Χωρίς καμία ουσιαστική και αποφασιστική αρμοδιότητα, λειτουργεί εντελώς παρακολουθητικά των αποφάσεων που λαμβάνει η Επιτροπή και οι ισχυροί της ΕΕ, και καλείται να επικυρώσει αυτές τις αποφάσεις, δίνοντας -δήθεν- λαϊκή νομιμοποίηση. Αλλωστε γι αυτό φτιάχτηκε από τους πρωτεργάτες της ιμπεριαλιστικής ληστρικής συμμαχίας. Για να δώσει δημοκρατική επίφαση στην ΕΕ, να αποπροσανατολίζει και να παραπλανά τις λαϊκές μάζες για τα πραγματικά χαρακτηριστικά της και να αναπαράγει ένα στρώμα υπαλλήλων και πλασιέ της λεγόμενης Ευρωπαϊκής Ιδέας. Ακόμα και στις περιπτώσεις που συμβαίνει να λαμβάνει μια απόφαση διαφορετική από τη θέληση των κυρίαρχων, τότε απλά αυτοί την προσπερνούν. Μόνο τελευταία σε δυο περιπτώσεις (ευρωπαίοι ταξιδιώτες στις ΗΠΑ και για μεταλλαγμένα) η Επιτροπή το αγνόησε επιδεικτικά.
Δεν είναι μοναδική η περίπτωση, όπου ιμπεριαλιστικοί συνασπισμοί ή συμμαχίες επιδιώκουν να προσδώσουν δημοκρατική νομιμοποίηση στην δράση τους. Ακόμη και το ΝΑΤΟ διατηρεί τη γνωστή κοινοβουλευτική συνέλευσή του, στην οποία συμμετέχουν αναλογικά, εκπρόσωποι κομμάτων από τα εκλεγμένα εθνικά κοινοβούλια των κρατών-μελών. Η ΕΕ φυσικά προχώρησε περισσότερο, υιοθετώντας τη γενική καθολική ψηφοφορία και την ενεργότερη ένταξη αυτού του θεσμού στις εσωτερικές διαδικασίες της. Ποιοτικά, όμως, οι διαφορές δεν είναι πολύ μεγάλες.
Η άρνηση και καταγγελία της φάρσας των ευρωεκλογών και του λεγόμενου Ευρωκοινοβουλίου από το ΚΚΕ(μ-λ), από την πρώτη ελληνική συμμετοχή στα 1984, φυσικά λιγότερο έχει να κάνει με τον υποβαθμισμένο και διακοσμητικό ρόλο του. Οι επισημάνσεις γι αυτόν τον ρόλο γίνονται για να υπογραμμιστεί ακριβώς η κοροϊδία αλλά και η πραγματική φύση της ΕΕ. Η δικιά μας αντίθεση αφορά συνολικά τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΟΚ παλιότερα και στην ΕΕ σήμερα, αλλά και γενικά την καθολική εναντίωσή μας σε αυτήν την ιμπεριαλιστική ληστρική συμμαχία. Αντιτασσόμαστε στην καθεστωτική ιδεολογία πως η ΕΕ αποτελεί έναν αντικειμενικό μονόδρομο χωρίς επιστροφή. Πως η λεγόμενη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση είναι περίπου μια ιστορικά μοναδική προοπτική με ευτυχή κατάληξη. Πως οι αντιθέσεις, οι συγκρούσεις, οι εθνικές πολιτικές και τα συμφέροντα υποχωρούν μπροστά στην αντικειμενική ορμή της ενοποίησης. Αυτές οι τελεολογικές και μονόδρομες απόψεις χρησιμοποιούνται από τους ισχυρούς για να υποτάξουν τους αδύνατους. Είναι μέρος της κυρίαρχης προπαγάνδας και της επιχείρησης πολιτικού και ιδεολογικού καταναγκασμού των «από κάτω».
Αποτελεί υπογράμμιση της ιδεολογικής και πολιτικής ένδειας της λεγόμενης αριστεράς (ακόμη και της αυτοπροτεινόμενης ως …ριζοσπαστικής), η υποταγή στην κυρίαρχη εκδοχή, η έλλειψη ενός διαφορετικού ολοκληρωτικά αντιθετικού λόγου, η κίνηση με το επίσημο ρεύμα, το μη άνοιγμα μιας συζήτησης που θα οδηγούσε σε συνολικότερες αντιπαραθέσεις. Και μάλιστα από πλευρές που κατά καιρούς διατείνονται ότι είναι οι πιο αδιάλλακτοι εχθροί της ΕΕ, σε αντίθεση με το ΚΚΕ(μ-λ) που δήθεν υποβαθμίζει κατά καιρούς το ρόλο της!!
Ενα από τα πιο διαδεδομένα επιχειρήματα για να αντικρουστεί η θέση και η επιλογή του ΚΚΕ(μ-λ) είναι η στάση μας στις εθνικές εκλογές και το εθνικό κοινοβούλιο. Αποτελεί στην καλύτερη περίπτωση μνημείο ιστορικής αγνοίας αλλά και αδυναμία κατανόησης μερικών βασικών διακρίσεων η ταύτιση Ευρωκοινοβουλίου – εθνικών κοινοβουλίων. Ούτε οι κυρίαρχες αστικές τάξεις ούτε οι κυριαρχούμενοι κάνουν αυτήν την ταύτιση. Ούτε η ιστορική προέλευση ούτε η ιστορική διαδρομή αλλά ούτε και ο σημερινός ρόλος (για τις αστικές τάξεις) είναι τα ίδια πράγματα. Τέτοιου είδους ταυτίσεις μπορεί να υπηρετούν την προσπάθεια να δικαιολογηθούν οι αντιφάσεις ορισμένων επιλογών αλλά ταυτόχρονα αποδείχνουν την έλλειψη κατανόησης της σημερινής κατάστασης.
φ.502, 29/5/04