Σε καινούρια φάση μπαίνει, μετά τα εκλογικά αποτελέσματα, η αναζήτηση μιας νέας πολιτικής λύσης διαχείρισης-διακυβέρνησης του συστήματος στη χώρα. Και για να μην παρεξηγηθούμε, μιλάμε για μια νέα πολιτική λύση, στα πλαίσια και τα όρια που καθορίζει η διπλή εξάρτηση από τους ιμπεριαλιστές, αλλά και η διασφάλιση των όρων κυριαρχίας του ντόπιου και ξένου κεφαλαίου.
Το πλαίσιο ίδιο
Τώρα που έκλεισαν οι κάλπες, φαίνεται ακόμα πιο καθαρά ότι ο λαός μας θα συνεχίσει να παλεύει για τη ζωή και τα δικαιώματά του, στο πλαίσιο μιας εξαρτημένης καπιταλιστικής κοινωνίας, η οποία θα είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένη να αναπαράγει και να προωθεί την άγρια επίθεση, να εξυπηρετεί τα μεγάλα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα της Δύσης, να επιχειρεί να βαδίσει πάνω στις λεπτές ισορροπίες προκειμένου να αντεπεξέλθει στον οξυμένο ανταγωνισμό των ιμπεριαλιστών διεθνώς και στην περιοχή.
Τώρα που έκλεισαν οι κάλπες, θα φανεί ακόμα πιο καθαρά ότι ο λαός και η εργατική τάξη θα συνεχίσουν να βιώνουν τον ίδιο πάνω-κάτω αρνητικό συσχετισμό σε βάρος τους, χωρίς να βλέπουν να γίνονται πραγματικότητα τα ωραία προεκλογικά λόγια για δήθεν αλλαγές στην Ευρώπη και στον κόσμο προς όφελός τους.
Οι πονοκέφαλοι του συστήματος
Για να είμαστε λοιπόν ρεαλιστές, όταν λέμε, εμείς τουλάχιστον, για αναζήτηση νέων πολιτικών λύσεων, αναφερόμαστε στο πώς θα διαχειριστούν τα ξένα και ντόπια κέντρα εξουσίας τους καινούριους πονοκέφαλους που τους προέκυψαν από μια εκλογική λύση η οποία μοιάζει προς το παρόν περισσότερο σαν «ανορθογραφία» και «ατύχημα» παρά σαν προγραμματισμένη.
Πονοκέφαλοι που προέκυψαν, όπως ήδη έχουμε γράψει απανωτά την τελευταία τετραετία, ως αποτέλεσμα και έκφραση του βαθέματος της εξάρτησης της χώρας αλλά και της άγριας καπιταλιστικής επίθεσης που έφτασε στα όρια του παροξυσμού. Ειδικότερα, απόρροια των οξυμένων ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και στο έδαφος της Ευρώπης αλλά και τις γύρω περιοχές.
Ας μη ξεχνάμε ότι η προηγούμενη κυβέρνηση, αξιοποιώντας την ολέθρια πολιτική αυτού που πλασαρόταν σαν Αριστερά, μπορεί να κατάφερε να τσακίσει τις αντιδράσεις και τις αντιστάσεις, αλλά συσσώρευε τέτοια οργή και μίσος στα πλατιά λαϊκά στρώματα που μπορεί υπό προϋποθέσεις να λειτουργούσαν σαν μια ωρολογιακή βόμβα που θα προκαλούσε μεγάλες εκρήξεις και αναστατώσεις. Τέλος πάντων, για να μη μακρηγορούμε, η προηγούμενη πολιτική λύση στραπατσαρίστηκε και μας προέκυψε, ή καλύτερα τους προέκυψε, ο ΣΥΡΙΖΑ.
Πρακτικά λοιπόν και άμεσα, ο πρώτος πονοκέφαλος για τα κέντρα εξουσίας είναι να εντείνουν και να προσαρμόσουν στα νέα δεδομένα την επιχείρηση συμμόρφωσης, ευθυγράμμισης του ΣΥΡΙΖΑ, που είχε ήδη ξεκινήσει μήνες πριν .
Εκτός όμως αυτού, και πάντα στο πλαίσιο του να διαμορφωθεί μια πολιτική λύση αξιόπιστη απέναντι στο κεφάλαιο και τον ιμπεριαλισμό, υπάρχουν και μια σειρά παράλληλα και σχετιζόμενα προβλήματα για το σύστημα. Το ένα έχει να κάνει με την ανασύνταξη του δεξιού μπλοκ που ναι μεν ηττήθηκε, αλλά δεν πρέπει και δεν μπορεί να σκορπίσει γιατί αποτελεί ένα σταθερό πυλώνα εξουσίας. Το δεύτερο, αν θα καταφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ κινούμενος πότε δεξιά και πότε «αριστερά» να συγκροτήσει τον δεύτερο πυλώνα εξουσίας με ένα σχετικά μόνιμο και σταθερό τρόπο. Πρόβλημα που έχει να κάνει με τις σχέσεις εξυπηρέτησης που θα διαμορφώνει με τα ιμπεριαλιστικά κέντρα της Δύσης, με τις σχέσεις που θα κάνει με τα μεγάλα καπιταλιστικά συμφέροντα εντός και εκτός Ελλάδας, αλλά και από το πώς και αν θα καταφέρει να λειτουργήσει σαν βαλβίδα εκτόνωσης των λαϊκών διαθέσεων.
Και αν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πολλά ανοιχτά προβλήματα να αντιμετωπίσει, όπως είπαμε δεν λείπουν και οι πονοκέφαλοι για τα μεγάλα κέντρα που πρέπει να βρουν μια κοινή στάση, αν τη βρουν, για το πώς θα σταθούν συνολικά απέναντι στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Θα της δώσουν περιθώρια να προσαρμοστεί χωρίς να αδειάζεται και εκτίθεται καθημερινά ή θα της αρχίσουν τον πόλεμο από τις πρώτες κιόλας φάσεις; Σίγουρα, όπως είπαμε εδώ, μπορεί να παρουσιαστούν και αντιπαραθέσεις μεταξύ των ιμπεριαλιστών της ΕΕ αλλά και με τις ΗΠΑ για την στάση που θα πρέπει να κρατήσουν.
Εν ολίγοις δηλαδή, και συνοψίζοντας, το ερώτημα που αντιμετωπίζει το σύστημα είναι αν θα επιδιώξει να διαμορφώσει τις νέες ισορροπίες και τους νέους συμβιβασμούς με κέντρο τον ΣΥΡΙΖΑ και δεύτερο πυλώνα την ανασυγκροτημένη δεξιά ή αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα «αξιοποιηθεί» ως παρένθεση και σαν «όχημα» γρήγορης μετάβασης σε μια νέα πιο αξιόπιστη γι’ αυτούς λύση με ένα ακόμη ζητούμενο για το σύστημα το τι ρόλο θα πάρουν τα σκόρπια κομμάτια της λεγόμενης κεντροαριστεράς.
Όπως και να έχει, δεν πιστεύουμε ότι αυτά τα ερωτήματα τα έχουν στο σύνολό τους απαντημένα και οι «μεγάλοι παίκτες». Ιδιαίτερα όταν αυτοί οι «μεγάλοι παίκτες» έχουν τόσα πολλά πεδία ανταγωνισμού μεταξύ τους να ανταγωνιστούν, ιδιαίτερα όταν οι προοπτικές και οι πιθανότητες να ξεφύγουν τα πράγματα και διεθνώς δεν είναι αμελητέες.
Τα όρια του ΣΥΡΙΖΑ
Δεν θα βιαστούμε λοιπόν να προδικάσουμε το μέλλον της σημερινής λύσης. Δεν δείχνουν όμως τα πράγματα να μπαίνουν σε φάση σταθεροποίησης. Αντίθετα, επειδή ακριβώς σ’ ένα βαθμό η όλη επιχείρηση για λογαριασμό του συστήματος έχει πολλά αγκάθια, μπορούμε να πούμε μόνο ότι η αστάθεια και η ρευστότητα θα συνεχιστούν, ενώ τα πρώτα σημάδια, τροχιοδρομούν τουλάχιστον από τη σκοπιά του ΣΥΡΙΖΑ μια πολιτική «αριστερών κορώνων» με δεξιά πρακτική και ανοίγματα.
Η συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ είναι ένα πρώτο δείγμα. Η «ικανοποίηση» λαϊκών αναγκών και η «δικαίωση» αιτημάτων περιορίζονται σε τομείς της κοινωνίας που δεν θα έχουν μεγάλο κόστος στις σχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ με τα κέντρα και τα αφεντικά. Τέλος, όσον αφορά το αγκάθι του χρέους, οι ιμπεριαλιστές της ΕΕ δείχνουν αποφασισμένοι να αρνηθούν το κούρεμα και θα στριμώξουν τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια προοπτική επιμήκυνσης και μείωσης των επιτοκίων.
Το κίνημα και εμείς
Για το κίνημα γενικότερα έχουμε πει την άποψή μας, όπως και για τις τεράστιες ευθύνες που έχουν επωμιστεί, με τις ιδιομορφίες τους, οι ηγεσίες του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ αλλά και σε μικρότερο βαθμό οι ηγεσίες του πάλαι ποτέ αξιόμαχου εξωκοινοβουλίου για το ότι το σύστημα έχει πληρώσει τόσο μικρό τίμημα παρά τη βάρβαρη και αντιδραστική του πολιτική
Ειδικότερα όμως εμείς όταν επικεντρώνουμε στα προβλήματα και τους πονοκεφάλους του συστήματος, το κάνουμε για να προσεγγίσουμε και απ’ αυτή τη σκοπιά τις απαιτήσεις που μπαίνουν μπροστά στις δυνάμεις του ΚΚΕ(μ-λ), αλλά και ενός ευρύτερου αγωνιστικού αριστερού δυναμικού που εκλογικά δεν συμπεριφέρθηκε ενιαία αλλά στην πράξη συμπορευόταν «άτυπα» και από διαφορετικές «αφετηρίες», στην προσπάθειά τους να κρατήσουν αποστάσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Όλοι όσοι «άντεξαν» και δεν «υπέκυψαν» στο να θεωρήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ σαν τη μόνη ελπίδα, αλλά και όσοι «υπέκυψαν» με βαριά καρδιά, μόνο και μόνο για να «τιμωρήσουν» τον Σαμαρά, τον Βενιζέλο, θα βρεθούν εκ των πραγμάτων στην ανάγκη να βαθύνουν και να διευρύνουν τη βάση διαφοροποίησης και οριοθέτησης απέναντι όχι μόνο στον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και σε πολιτικές που πριμοδοτούσαν τον ΣΥΡΙΖΑ ακόμα και όταν «κραύγαζαν» εναντίον του.
Αν είχαν διαμορφωθεί οι όροι για την ανασυγκρότηση του κινήματος, αν ο λαός είχε βγάλει τα συμπεράσματά του με την βοήθεια των αγωνιστικών, ταξικών, αριστερών, κομμουνιστικών δυνάμεων τα προηγούμενα χρόνια και είχε οργανωθεί, τότε θα αντιμετωπίζαμε μία τελείως διαφορετική πραγματικότητα. Όπου οι αντιθέσεις στο στρατόπεδο των αντιπάλων, οι ρωγμές στα πλαίσιά του, οι αναγκαστικές τους παραχωρήσεις προς το λαό για να τον καλμάρουν, οι προσπάθειες του ντόπιου κεφαλαίου για διεύρυνση του πεδίου δράσης του, θα λειτουργούσαν σαν πυροδότες για την παραπέρα ανάπτυξη και όξυνση της ταξικής πάλης.
Σήμερα, δυστυχώς, βρισκόμαστε πολύ πιο πίσω και το λιγότερο που πρέπει να αποσαφηνιστεί είναι ότι με δεδομένο ότι αργά ή γρήγορα θα εκδηλωθούν οι νέοι γύροι αντιλαϊκής επίθεσης, θα πρέπει να μπαίνουν οι βάσεις από σήμερα ώστε να διαμορφώνονται οι εστίες αντίστασης και διεκδίκησης.
Ακόμη και αν βρεθούν οι δυνάμεις μας μπροστά σε μια προσωρινή κατάσταση «μέτρων ανακούφισης» που θα είναι σχεδόν ανώδυνα για το σύστημα, θα πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε σαν την ελάχιστη ικανοποίηση τόσων και τόσων αιτημάτων που με τίποτα δεν απαντούν στον πόνο και τα δάκρυα που έχει χύσει και χύνει ο λαός όλα αυτά τα χρόνια.
Θα πρέπει να έχουμε επίγνωση ότι ακόμα και αυτά τα «ολίγα» θα αναιρεθούν σύντομα, μόλις οι ιμπεριαλιστές και τα κέντρα εξουσίας κατορθώσουν να σταθεροποιήσουν την νέα πολιτική λύση. Ξαναλέμε ότι το κύριο ενδεχόμενο είναι να χρειαστεί αρκετά σύντονα να ξαναβγούμε στους δρόμους όχι για να δείξουμε ότι υπάρχουμε, ούτε για να κάνουμε «αντιπολίτευση» στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά γιατί έτσι θα απαιτούν οι συνθήκες και γιατί μόνο μέσα από το δρόμο του αγώνα μπορεί να συγκροτηθούν οι λαϊκές δυνάμεις προκειμένου να επιβάλλουν την ανακοπή και ανατροπή της επίθεσης αλλά και για να βάλουν τις βάσεις για τη μεγάλη αναμέτρηση με το σύστημα μέσα από την ανατροπή του.
Αν εγκλωβίσουμε την παρουσία μας και την παρέμβασή μας στο κίνημα δήθεν για να «εγγυηθούμε» τα όσα υποσχέθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ θα είμαστε απλώς συμπλήρωμα. Γι’ αυτό θα υπενθυμίσουμε ξανά, ότι τίποτε δεν χαρίζεται, όλα καταχτούνται, ακόμα και από μασκαρεμένες φιλολαϊκές λύσεις διαχείρισης.