Η ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση με κέντρο την Ουκρανία εξελίσσεται με σφοδρότητα και σε διάφορα επίπεδα. Ωστόσο το κύριο έδαφος -άρα και το μέτωπο- παραμένει η διαμελισμένη χώρα και ο διχασμένος ουκρανικός λαός.
Οι μάχες συνεχίστηκαν και κατά τη διάρκεια της, κατ’ ευφημισμό, εκλογικής διαδικασίας. Ουσιαστικά πριν ολοκληρωθεί η καταμέτρηση, η αντιδραστική κυβέρνηση του Κιέβου εξήγγειλε την κλιμάκωση των στρατιωτικών επιχειρήσεων στις επαρχίες Ντόνετσκ και Λούγκανσκ. Από την άλλη, οι φιλορώσοι αυτονομιστές απάντησαν με την κατάρριψη ενός ελικοπτέρου των κυβερνητικών δυνάμεων που έχουν αναπτυχθεί γύρω από το Σλαβιάνσκ, σαν απάντηση στο πλήγμα που είχαν δεχθεί στο γειτονικό Ντόνετσκ, την προηγούμενη εβδομάδα, όταν μέτρησαν πάνω από πενήντα νεκρούς στις μάχες για τον έλεγχο του τοπικού αεροδρομίου. Σύμφωνα με το Κίεβο, από τη κατάρριψη του ελικοπτέρου έχασαν τη ζωή τους 14 στρατιωτικοί, ανάμεσα στους οποίους και ένας στρατηγός με νευραλγική θέση στην Εθνοφρουρά.
Το Κίεβο υποστηρίζει πως οι δυνάμεις του κέρδισαν έδαφος έναντι των εξεγερμένων, ωστόσο επί του πεδίου οι μάχες συνεχίζονται ολοένα και πιο βίαιες. Παραμένει ασαφές αν ο ουκρανικός στρατός, που υποστηρίζεται και από εναέρια μέσα, έχει κάνει την πρόοδο που ισχυρίζεται η κυβέρνηση του Κιέβου.
Στο Ντόνετσκ, περιφερειακό – βιομηχανικό κέντρο, στο Λούγκανσκ και το συνοριακό Σλαβιάνσκ, η «επαγγελματική βαρβαρότητα» με την οποία λειτουργούν πλέον οι κυβερνητικές δυνάμεις πιστοποιείται και από το γεγονός του βομβαρδισμού αμάχων. Μάλιστα πληθαίνουν οι καταγγελίες και για εκτελέσεις Ουκρανών φαντάρων από άλλες ουκρανικές μονάδες, επειδή αρνούνταν να ανοίξουν πυρ εναντίον αμάχων.
Επίσημα μέχρι στιγμής οι νεκροί από τις ένοπλες συγκρούσεις πλησιάζουν τους διακόσιους και οι περισσότεροι συγκαταλέγονται στους αμάχους.
Εν μέσω συνεχιζόμενων φονικών πολεμικών επιχειρήσεων στην Ουκρανία, έγιναν οι προεδρικές εκλογές, όπου επικράτησε, από τον α’ γύρο μάλιστα, ο δισεκατομμυριούχος Πέτρο Ποροσένκο, ο οποίος θα ορκιστεί και θα αναλάβει τα καθήκοντά του στις 6 του Ιούνη. Ταυτόχρονα οι προσπάθειες της ηγεσίας της ρωσικής μειονότητας για απόσχιση κλιμακώθηκαν, καθώς μία ημέρα πριν από τις εκλογές, ένα σώμα εκπροσώπων από τη «Δημοκρατία του Ντονέτσκ» και τη «Δημοκρατία του Λουγκάνσκ», όπου πρόσφατα διεξήχθησαν δημοψηφίσματα για την ανεξαρτητοποίηση από την Ουκρανία, εξήγγειλαν τη δημιουργία μιας νέας ένωσης υπό τη μορφή κρατικής οντότητας, της «Νέας Ρωσίας».
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ακόμα και η τυπική νομιμότητα των εκλογών αλλά και το αποτέλεσμα που έδωσαν όχι μόνο μπορεί να αμφισβητηθεί αλλά και ενδεχομένως να αποδειχθεί πολύ λιγότερο αξιοποιήσιμο από την Δύση, απ’ ότι αναμένεται.
Από τις εκλογές απείχε η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων των περιοχών Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ, που πρόσφατα αποφάσισαν με δημοψηφίσματα την ανεξαρτητοποίησή τους. Από τα 5,1 εκατομμύρια εγγεγραμμένους στις δύο αυτές περιοχές, μόλις το 10-15% ψήφισε για την ανάδειξη του νέου Προέδρου, ενώ στις δυτικές περιοχές η συμμετοχή δεν ξεπέρασε το 60%. Μάλιστα, σύμφωνα με το πρακτορείο «Ria Novosti», εκλογές δεν διεξήχθησαν καθόλου σε 23 πόλεις και 6 επαρχίες της περιφέρειας. Το συνολικό ποσοστό συμμετοχής κινήθηκε, σύμφωνα με πρώτες εκτιμήσεις, γύρω στο 40%.
Πάντως η νέα κατάσταση αναδεικνύει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που ενδεχόμενα θα παίξουν σημαντικό ρόλο στη συνέχεια. Ενώ λοιπόν στην Ουκρανία φαίνεται ότι κατέρρευσαν σχεδόν τα πάντα, ο βασικός και συνήθης ολιγαρχικός σκελετός παραμένει αλώβητος. Η εξουσία πέρασε και επίσημα στα χέρια ενός από τους σημαντικότερους εκπροσώπους και από τους στυλοβάτες εκείνου του ίδιου συστήματος κατά του οποίου (υποτίθεται) εξεγέρθηκε το Μεϊντάν: τον Ποροσένκο. Σύμφωνα λοιπόν με κάποιες εκτιμήσεις, επίκειται αναδιάταξη στο εσωτερικό των μεγιστάνων, στο βαθμό που προσδεθεί η Ουκρανία στο άρμα της Δύσης. Πράγμα που με τη σειρά του θέτει ένα ιδιόμορφο «ποιος –ποιόν;». Ο «πόλεμος» μεταξύ των ομάδων στο εσωτερικό της άρχουσας τάξης έχει ήδη ξεκινήσει.
Τόσο στη Ρωσία όσο και στην Ουκρανία, αποτελεί κοινό μυστικό ότι η σημερινή ουκρανική ολιγαρχία αναρριχήθηκε, σε αυτό ή εκείνο το βαθμό, με τις πλάτες της Ρωσίας. Είναι αυτό που είναι, όχι μόνο για τον τρόπο που αναρριχήθηκε αλλά και με τον τρόπο που συντηρεί την υλική βάση της ύπαρξής της. Ο νέος πρόεδρος, για παράδειγμα, έχει το σύνολο της επιχειρηματικής του δραστηριότητας (βιομηχανία σοκολάτας) στη Ρωσία. Όχι μόνο το σύνολο των προϊόντων της εταιρίας πωλείται στη Ρωσία, αλλά διαθέτει επιχείρηση και μέσα στην ίδια τη Ρωσία, καθώς ένα από τα μεγαλύτερα εργοστάσια του ομίλου του βρίσκεται στη ρωσική πόλη Λίπετσκ.
Το ζήτημα που τίθεται δεν αφορά την απληστία και ασυνειδησία των Ουκρανών ολιγαρχών ούτε εξετάζουμε την έλλειψη οποιωνδήποτε αρχών σε ό,τι αφορά την πρόσδεσή τους σε διάφορα συμφέροντα. Εξετάζουμε τους αντικειμενικούς όρους κάτω από τους οποίους αποτελούν την κατάλληλη «πρώτη ύλη», και στη δεδομένη στιγμή, για τη διαμόρφωση των συσχετισμών στα πλαίσια του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού. Μέχρι το ξέσπασμα της σημερινής κρίσης, οι ομαλές σχέσεις της Ουκρανίας με τη Ρωσία τοποθετούνταν άμεσα στην σφαίρα του φυσιολογικού. Για όλους αυτούς τους απλούς λόγους και σε όλο το διάστημα της μετα-σοβιετικής περιόδου, οι πολιτικοί ηγέτες τις Ουκρανίας όχι μόνο δεν αγνόησαν αυτές τις σχέσεις αλά και τις ενίσχυσαν, άσχετα του τι έλεγαν.
Τη νέα μετεκλογική κατάσταση με δύο λόγια μπορούμε να τη περιγράψουμε ως εξής. Η Ουκρανία έχει πρόεδρο αλλά ο πρόεδρος δεν έχει την Ουκρανία. Ωστόσο οι Δυτικοί, με επικεφαλείς τους αμερικάνους ιμπεριαλιστές, με βάση το αποτέλεσμα των εκλογών επιχειρούν, κατά πρώτον, να αμβλύνουν την πραξικοπηματική επέμβασή τους με την επίκληση της τυπικής νομιμότητας του νεοεκλεγέντα προέδρου, και κατά δεύτερον, να «διασκεδάσουν» το ρόλο των φασιστών που καταποντίστηκαν εκλογικά, αφού φυσικά έπαιξαν το ρόλο τους στη κρίσιμη στιγμή (Το «Σβόμποντα» πήρε 1,17% και ο φασίστας Γιάρος του «Δεξιού Τομέα» 0,66%).
Οι ΗΠΑ θεωρούν (αρκετά βάσιμα) ότι έχουν στο ενεργητικό τους μια «νίκη» από την γενικότερη εξέλιξη. Δείχνουν πάντως να βιάζονται να κάνουν «ταμείο», πριν αναδειχθούν νέες αντιθέσεις στο μέτωπο που διαμορφώνουν. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές ξεκίνησε η τετραήμερη περιοδεία Ομπάμα στην Ευρώπη. Η 70η επέτειος της Απόβασης στη Νορμανδία έρχεται να σηματοδοτήσει την τωρινή απόβαση στην Ουκρανία. Πρώτος σταθμός του η Πολωνία (βασικός παράγοντας του Ανατολικού ΝΑΤΟ), όπου και θα συναντηθεί με τον Ποροσένκο. Στις τελετές για τη Νορμανδία θα παρευρεθεί και ο Πούτιν (μετά από πρόσκληση του Ολάντ), που μάλλον θα έχει και κάποια επαφή με τον Ποροσένκο, ο οποίος την έχει ζητήσει άλλωστε.
Η απάντηση της Ρωσίας στην επιθετικότητα των ΗΠΑ (πέρα από τη αξιοποίηση των ερεισμάτων μέσα στην Ουκρανία) αφορά κινήσεις και στόχους σε ένα συνολικότερο πλαίσιο αντιπερισπασμού με τη Δύση.
Τέλη του Μάη, υπεγράφη στην Αστάνα, πρωτεύουσα του Καζακστάν, η Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης. Ο Πούτιν είχε νωρίτερα χαρακτηρίσει την ίδρυση της Ένωσης ως «το κεντρικό γεγονός της χρονιάς». Έτσι ακριβώς θα ήταν, αν περιείχε, όπως ήταν στο αρχικό σχεδιασμό, και την Ουκρανία. Τελικά η συνθήκη υπογράφηκε από τους ηγέτες των τριών χωρών: Ρωσία, Λευκορωσία και Καζακστάν.
Στη συνέχεια, πραγματοποιήθηκε εκτεταμένη σύσκεψη, με τη συμμετοχή των ηγετών των κρατών-παρατηρητών: Αρμενίας, Τατζικιστάν και του Κιργιστάν.
Είναι φανερό πως είναι κάτι άλλο αυτό που έγινε από αυτό που είχε στο μυαλό του ο Πούτιν. Η απουσία της Ουκρανίας όχι απλά συρρικνώνει την πολιτική/ στρατηγική βάση της, αλλά στην ουσία την αναιρεί σαν κίνηση με γενικότερες διεθνείς συνέπειες προς όφελος της Ρωσίας.
Επίσης τους τελευταίους μήνες, υπό την επίδραση της ουκρανικής κρίσης (καθώς και των κυρώσεων κατά της Ρωσίας), η συζήτηση για τη μελλοντική πορεία των εξαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έρχεται ολοένα συχνότερα στο προσκήνιο της επικαιρότητας. Και το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται είναι ποιος και από ποιόν εξαρτάται περισσότερο. Η Ρωσία από την ΕΕ, ή οι ευρωπαϊκές χώρες από τη Ρωσία;
Οι απειλές Πούτιν για τη διοχέτευση του αερίου στην Ευρώπη (σε συνδυασμό με τη συμφωνία με τους Κινέζους) έχουν μάλλον συμβολικό χαρακτήρα για την ώρα. Από την άλλη, οι συμφωνίες Ρωσίας-Κίνας για το φυσικό αέριο, που εντυπωσιάζουν για το πρωτόγνωρο μέγεθός τους, εντάσσονται σε ένα μεσοπρόθεσμο ορίζοντα ως προς την υλοποίησή τους (2018 και μετά), χωρίς να υπολογίζεται το τεράστιο κόστος (και ποιος θα το επωμιστεί) του αναπροσανατολισμού των υποδομών, κύρια για το αέριο της Δυτικής Σιβηρίας. Από την άλλη, τα πολιτικά οφέλη της κίνησης αυτής είναι για την ώρα θολά, μια και η Κίνα είναι χαρακτηριστικά συγκρατημένη στο να μπει σε ένα παιχνίδι συνολικά αντιπαραθετικό με τη Δύση.
Με βάση τα μέχρι στιγμής δεδομένα, μια συμβιβαστική λύση «τύπου 2004» δείχνει αδιανόητη, μια και η κατάσταση που διαμορφώνεται δείχνει μη αναστρέψιμη ακόμα και προσωρινά. Υποθέσεις που ξεκινούν από τη παραδοχή ότι η ουκρανική κρίση τελικά θα διευθετηθεί και προς όφελος όλων μετατοπίζονται στη περιοχή του αδύνατου. Η πλάστιγγα πρέπει να γείρει αποφασιστικά από αυτή ή την άλλη μεριά. Γι’ αυτό και όλες οι δηλώσεις περί διευθετήσεων συνοδεύονται από ακόμη μεγαλύτερη ένταση των πολεμικών επιχειρήσεων στα ανατολικά.
Το πολιτικό σύστημα της Ουκρανίας δεν είναι πλέον εύκολο να συνέλθει από αυτό το σοκ και να ξαναμπεί στην ίδια τροχιά που κινούνταν τις τελευταίες δεκαετίες. Από την άποψη αυτή, παραμένει ανοιχτό σε κάθε είδους πιέσεις, ένθεν κακείθεν. Και οι σημερινοί πρωταγωνιστές του ξέρουν ότι παίζουν όχι μόνο την οικονομική υπόστασή τους αλλά και το κεφάλι τους.
Χ.Β