Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές είναι σε εξέλιξη οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και τους εταίρους δανειστές της ΕΕ και του ΔΝΤ.
Πρέπει να γίνει σαφές ότι η κυβέρνηση δεν διαπραγματεύεται για να υπερασπίσει τα συμφέροντα του εργάτη και της λαϊκής οικογένειας.
Εδώ τα πράγματα είναι πολύ καθαρά και μιλάνε από μόνα τους.
Με το πρόγραμμα ανακούφισης της Θεσσαλονίκης να αναπαύεται στον κάλαθο των αχρήστων και τις εκκλήσεις για έντιμο και μετά επώδυνο συμβιβασμό να πέφτουν στο κενό, στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης υπάρχει τελικά ένα νέο μνημόνιο. Που όσο περνάει η ώρα -ανάλογα με το τι ζητήσουν οι λεγόμενοι θεσμοί, δηλαδή, οι ιμπεριαλιστές σε ΕΕ και ΔΝΤ- ενισχύεται με περισσότερα αντιλαϊκά μέτρα.
Νέα επώδυνα μέτρα φτωχοποίησης και εξαθλίωσης για το λαό. Νέες μειώσεις μισθών και συντάξεων, νέες φορολογικές επιβαρύνσεις. Και παράλληλα ένας μακρύς κατάλογος ιδιωτικοποιήσεων- κανονικό ξεπούλημα της χώρας.
Η ουσία, το περιεχόμενο των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους ιμπεριαλιστές, ότι προηγήθηκε, οι καθυστερήσεις, όσα εξελίσσονται αυτές τις ώρες και αυτά που θα ακολουθήσουν αφορούν στον επαναπροσδιορισμό των σχέσεων της ελληνικής μεγαλοαστικής τάξης με τα ιμπεριαλιστικά κέντρα.
Το πραγματικό αντικείμενο της διαπραγμάτευσης είναι να τεθούν οι νέοι όροι και περιορισμοί με βάση τους οποίους μπορεί να λειτουργήσει από δω και πέρα η μεγαλοαστική τάξη της χώρας μέσα στο αμετακίνητο κι αδιαπραγμάτευτο πλαίσιο της εξάρτησης από τους Αμερικανούς και Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές.
Το σίγουρο είναι ότι τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, στο φόντο της όξυνσης των ανταγωνισμών τους, θα επιμένουν ακόμα πιο άγρια στην κατεύθυνση προώθησης πολιτικών που υπηρετούν τις δικές τους ανάγκες και επιδιώξεις κι όχι τις ανάγκες και επιδιώξεις της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης. Είναι φανερό από τα όσα εξελίσσονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ότι η θηλιά αντί να χαλαρώνει σφίγγει ολοένα και περισσότερο.
Είναι η ίδια η στάση της μεγαλοαστικής τάξης της χώρας, το μέγεθός της, τα όρια των δυνατοτήτων της που στενεύουν δραματικά τα περιθώρια στην κυβέρνηση να ζητήσει από τους ιμπεριαλιστές κάτι περισσότερο για λογαριασμό της.
Παρά τις φαντασιώσεις διαφόρων στο χώρο της Αριστεράς για τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της μεγαλοαστικής τάξης, αυτό που περίτρανα αποδεικνύει η τελευταία 25ετία είναι ότι η μεγαλοαστική τάξη της χώρας γινόταν όλο και πιο παρασιτική και όργανο των επιλογών των ιμπεριαλιστών. Και παραδομένη άνευ όρων στα συμφέροντα και τις επιλογές των ιμπεριαλιστών πατρώνων της παραχώρησε ότι διέθετε σε επίπεδο πραγματικής παραγωγής. Τώρα που οι εταίροι δανειστές απαιτούν γη και ύδωρ και μεγαλύτερες εισφορές για τα ιμπεριαλιστικά τους ταμεία αποκαλύπτεται η παραγωγική και η οικονομική γύμνια της και κατά συνέπεια η αδυναμία της να αντισταθεί σε επιλογές που περιορίζουν δραματικά το ρόλο της.
Η διαπραγμάτευση γίνεται επί αυτών των πραγματικών δεδομένων.
Μέχρι σήμερα η μεγαλοαστική τάξη της χώρας είδε τα μνημόνια και τους εφαρμοστικούς νόμους σαν μια ευκαιρία να προωθήσει αντι- «μεταρρυθμίσεις» σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων που δεν μπορούσε η ίδια να προωθήσει στο παρελθόν λόγω των αντιστάσεων των εργαζόμενων λαϊκών μαζών. Δηλαδή, με οδηγό της την ταξική τύφλωση, συμμαχεί με τους ιμπεριαλιστές εναντίον των εργαζομένων.
Όμως η επίθεση των ιμπεριαλιστών έχει και παρενέργειες.
Οι ιμπεριαλιστές δεν είναι διατεθειμένοι να ψηλώσουν το κουτσουρεμένο μπόι της μεγαλοαστικής τάξης. Τους εξυπηρετεί αυτή η κατάσταση, ευνοεί τους σχεδιασμούς και τις κινήσεις τους. Γι αυτό και θα συνεχίσουν την επίθεση για να αφήσουν τελείως ελεύθερο το πεδίο δράσης και κερδοφορίας στο μεγάλο -και κυρίως το ξένο- κεφάλαιο. Μια επίθεση που θίγει και μερίδες της μεγαλοαστικής τάξης. Θα συνεχίσουν τις πολιτικές άλωσης της εσωτερικής αγοράς και την προώθηση πολιτικών για να συγκεντρώνονται οι παραγωγικές δραστηριότητες στα ιμπεριαλιστικά μονοπώλια. Θα επιμείνουν στις αντι- μεταρρυθμίσεις» που τους εξασφαλίσουν φτηνό εργατικό δυναμικό χωρίς δικαιώματα και δυνατότητες αντίστασης. Και με την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, πέρα από τον έλεγχο των παραγωγικών δραστηριοτήτων, θα επιδιώξουν να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη αποδυνάμωση των παραγωγικών και οικονομικών δυνατοτήτων της χώρας, που με τη σειρά της θα δυσκολεύει τις όποιες πιθανότητες χαλάρωσης της θηλιάς της εξάρτησης της μεγαλοαστικής τάξης από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα.
Η μεγαλοαστική τάξη της χώρας δεν αντέχει το ύψος των υποχρεώσεων αποπληρωμής προς τους δανειστές, γιατί έτσι μειώνεται κατά πολύ το δικό της μερτικό και περιορίζονται τα περιθώρια άσκησης κάποιας οικονομικής πολιτικής. Να συνυπολογιστεί εδώ και η ασφυξία που προκαλείται από τον έλεγχο που της επιβάλλεται από την ΕΕ στο τραπεζικό σύστημα και στην άσκηση νομισματικής και δημοσιονομικής οικονομικής πολιτικής. Είναι μεγάλες οι παρενέργειες από την απαγόρευση της όποιας δυνατότητας να ανοιχτεί οικονομικά και σε χώρες εκτός Δύσης. Και μαζί με όλα αυτά η μεγαλοαστική τάξη δεν αισθάνεται καθόλου άνετα όταν βλέπει -ως συνέπεια όλων των παραπάνω- να τινάζεται στην κυριολεξία στον αέρα το παλιό και δοκιμασμένο πολιτικό σύστημα κυριαρχίας της με ό,τι κινδύνους αυτό συνεπάγεται για την απρόσκοπτη αναπαραγωγή της.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και ο Τσίπρας με αίσθημα ευθύνης… κάθονται στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης αναζητώντας διεξόδους για τα παραπάνω αδιέξοδα έχοντας αποσπάσει από μεριάς της μεγαλοαστικής τάξης μια σχετική και προσωρινή αποδοχή. Αποδοχή που έχει προαπαιτούμενα ο ΣΥΡΙΖΑ να μην αμφισβητεί το πλαίσιο του «ανήκομεν εις την Δύση», να μην αμφισβητεί τις αντι- «μεταρρύθμισεις» που έχουν προκύψει από τους εφαρμοστικούς νόμους των μνημονίων και όσων νέων έχουν προταθεί (και το κάνει με σταθερά βήματα).
Η μεγαλοαστική τάξη δείχνει την ανοχή της στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, μήπως και αυτή μπορέσει να πετύχει ότι δεν πέτυχαν οι προηγούμενες, δηλαδή ορισμένες ηπιότερες ρυθμίσεις σε σχέση με τα ζητήματα που αναφέραμε.
Όμως ο δρόμος είναι ναρκοθετημένος από τις νάρκες των αντιθέσεων, συγκρούσεων, σχεδιασμών και τακτικών των ιμπεριαλιστών κύρια Αμερικανών και Ευρωπαίων. Μια «νέα» ιμπεριαλιστική συμφωνία για την Ελλάδα πρέπει να λάβει υπόψη της εκτός απ τις πολιτικές λιτότητας που έχουν επιβληθεί στην ΕΕ με ατμομηχανή την Γερμανία, και το ότι η χώρα αποτελεί αεροπλανοφόρο των Αμερικάνων ιμπεριαλιστών και του ΝΑΤΟ στην περιοχή. Και αυτό πολλαπλασιάζει τα αδιέξοδα της μεγαλοαστικής τάξης και κλυδωνίζει την κυβερνητική σταθερότητα.