Οι πιέσεις που ασκούν στις οργανώσεις και τις συλλογικότητες της Αριστεράς οι εξελίξεις από την μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα καθόλα αντιλαϊκό και συστημικό κόμμα, καθώς και η βαρύτητα που αποκτούν οι γεωστρατηγικοί σχεδιασμοί των ιμπεριαλιστών στην περιοχή, έφεραν ανακατατάξεις στον τρόπο που αυτές βλέπουν να προχωρούν τη δράση τους καθώς και τα προτάγματά τους. Έτσι οι προτάσεις για κοινή δράση αλλά και νέα μέτωπα (πολιτικά, συνδικαλιστικά) και πόλους επανήλθαν με πολλαπλούς αποδέκτες.
Καταρχήν δεν θα μπορούσε παρά από τη μεριά μας, να εκτιμηθεί ως θετικό η επαναφορά της επιλογής της κοινής δράσης αφού πρόκειται για κάτι που από πολλά χρόνια προσπαθούμε να προωθήσουμε στο χώρο της λεγόμενης ριζοσπαστικής αριστεράς. Ακόμη περισσότερο γιατί εξακολουθούμε να εκτιμάμε ότι οι δυνατότητες για κάτι τέτοιο όχι μόνο δεν εξέλιπαν αλλά αντιθέτως έχουν αποκτήσει επιτακτικό πρόσημο, και όπως αξιολογούμε τις από δω και πέρα εξελίξεις όσον αφορά το λαό, ίσως να ναι και ο κυριότερος δρόμος για την ανασυγκρότηση του λαϊκού και εργατικού κινήματος.
Όμως έχουμε την αίσθηση ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά και καθαρά. Και τούτο γιατί αυτή η Αριστερά έχει μπολιαστεί με συνήθειες και νοοτροπίες που καλλιέργησε η λεγόμενη επίσημη-κοινοβουλευτική και που δύσκολα μπορεί να τις αποβάλει εκτός κι αν προχωρήσει σε μια ουσιαστική αυτοκριτική εκτιμήσεων και στάσεων για την πορεία που ακολούθησε εδώ και χρόνια. Και λέμε αυτοκριτική γιατί ήδη μετά τα εκλογικά αποτελέσματα πληθαίνουν οι αυτοκριτικές και οι «διορθώσεις» εκτιμήσεων από πρόσωπα και χώρους που διαπίστωσαν ότι η πραγματικότητα δεν συμβαδίζει με ότι αυτοί διακήρυσσαν.
Οι διαπιστώσεις για τη βαρύτητα που έχουν οι γεωπολιτικοί συσχετισμοί, την αναγκαιότητα ανάπτυξης κινήματος ενάντια στον πόλεμο («Σοβαρή ανάπτυξη και συγκεκριμενοποίηση του προγράμματος γύρω από το κομβικό ερώτημα “εάν υπάρχει ζωή έξω από ευρώ/ΕΕ, σε ρήξη με τον καπιταλισμό” σε σημαντικές πλευρές όπως: το ζήτημα της σχέσης εθνικού-διεθνικού, του πολέμου, των γεωπολιτικών συσχετισμών. Ένταξη της πάλης ενάντια στο βάθεμα της επιτροπείας και της ιμπεριαλιστικής εκμετάλλευσης, για λαϊκή αυτοδιάθεση και κυριαρχία», Απόφαση Π.Ε. ΝΑΡ, 7 Νοέμβρη 2015, Για την 3η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ) πληθαίνουν έστω κι αν εξακολουθούν να αποφεύγουν το κρίσιμο ζήτημα του ιμπεριαλισμού και των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.
Παράλληλα, όλο και «διορθώνεται» η απολυτότητα που δόθηκε στο μεταβατικό πρόγραμμα και η σύγχυση που προκάλεσε αυτό το πρόταγμα ως προς την σύμπλευση που αφ? εαυτού του δημιουργεί με τις αριστερές κυβερνήσεις και τις κοινοβουλευτικές αυταπάτες που ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΛΑΕ προωθούν.
Το ερώτημα λοιπόν για μας είναι κατά πόσο οι αυτοκριτικές αυτές εδράζονται σε μια ουσιαστική προσπάθεια προσγείωσης στην πραγματικότητα της ταξικής πάλης, όπως αυτή αναδύεται από τις κυρίαρχες αντιθέσεις που διατρέχουν τον ελληνικό καπιταλισμό, με τις εξαρτήσεις του, την απομείωση του παραγωγικού του ιστού και τις ανακατατάξεις των ταξικών στρωμάτων μέσα από την κρίση που τον συνθλίβει. Ή αποτελούν μια ακόμη προσπάθεια διαφυγής από τα αδιέξοδα της πολιτικής πρότασης αυτών των χώρων για δυνατότητα μεταρρυθμίσεων κεϋνσιανικού προσανατολισμού με ολίγον εργατικό έλεγχο, μέσα στα πλαίσια αυτού του συστήματος.
Γιατί είναι αλήθεια ότι αυτό το κομμάτι της αριστεράς εξακολουθεί να ερωτοτροπεί στο να βγει στην επίσημη βιτρίνα που στήνει το σύστημα, μέσω των εκλογών, αναζητώντας μέτωπα και πόλους με όποιον του προσφέρει την δυνατότητα να αυξήσει τα εκλογικά του αποτελέσματα. Γι? αυτό και η πλειοψηφία αυτών των προτάσεων-συζητήσεων απευθύνονται, κυρίως έως αποκλειστικά, σε αυτές τις δυνάμεις και έχουν παρόμοιο πολιτικό στίγμα.
Θα μπορούσε κάποιος να μείνει στις λογικές ηγεμονισμού που διακρίνει όλους αυτούς τους χώρους της Αριστεράς και να τις κριτικάρει. Άλλωστε και η τελευταία πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ διαπνεόταν από αυτήν την λογική αφού η πρόσκληση απευθυνόταν ονομαστικά σε οργανώσεις και ομάδες ενώ εμείς κληθήκαμε ως «άλλες οργανώσεις»: «Το ανοιχτό κάλεσμα απευθύνεται στο ΚΚΕ, τη ΛΑΕ, την Αριστερή Ριζοσπαστική Κίνηση, τη Δικτύωση για τη Ριζοσπαστική Αριστερά, τον Εργατικό Αγώνα, το ΕΕΚ, τον Σύλλογο Κορδάτο, αγωνιστές που ανήκαν στη ΜΑΡΣ, την ΟΚΔΕ, την Πρωτοβουλία 17 Ιούλη και άλλες οργανώσεις της εκτός τειχών Αριστεράς». Ενώ στο ανάλογο κάλεσμα που έκαναν τα ΕΑΑΚ στους φοιτητές («Τα ΕΑΑΚ θα πρέπει το επόμενο διάστημα να προβούν σε ανοιχτό κάλεσμα κοινής αγωνιστικής δράσης στη βάση των παραπάνω κατευθύνσεων σε όλες τις αριστερές αγωνιστικές δυνάμεις των σχολών. Τα ΕΑΑΚ είναι και θα είναι σχήματα ανοιχτά σε δυνάμεις που αποδεσμεύονται από το ρεφορμισμό και σε άλλες αριστερές ριζοσπαστικές δυνάμεις»), μας ενημέρωσαν ότι δεν μπορούν να συμμετέχουν οι Αγωνιστικές Κινήσεις γιατί είναι παράταξη!
Θέλουμε να ελπίζουμε -αν και η προϊστορία δεν συνηγορεί- ότι η πρόκριση που παρατηρείται το πρόσφατο διάστημα (από το ΚΚΕ έως το εξωκοινοβούλιο) στην επιλογή της ενίσχυσης των αντιστάσεων, με την υποβάθμιση -σε διαφορετικό πάντα βαθμό- των μεγαλεπήβολων στόχων περί αντεπίθεσης και μεταβατικών προγραμμάτων δεν θα αποτελέσει άλλη μια ντρίπλα για να διαχειριστούν τις πιέσεις που τα μέλη τους και η πραγματικότητα ασκούν στα υπερφίαλα προγράμματα που ετοιμάζουν. Η ταξική πάλη δυστυχώς δεν επιτρέπει με άνεση νέες κωλοτούμπες και ουτοπικές διαφυγές.
Εμείς εξακολουθούμε να θεωρούμε ότι η πραγματικότητα που βιώνει ο κόσμος της εργασίας, η νεολαία και τα λαϊκά στρώματα απαιτεί πριν οικοδομηθούν τα νέα μέτωπα και τα συντονιστικά από τα πάνω, να κινηθούν όλες οι δυνάμεις που πιστεύουν ότι ο καταλύτης για την ανατροπή της σημερινής δύσκολης φάσης που χαρακτηρίζει το λαϊκό και εργατικό κίνημα είναι οι ίδιες οι μάζες και η ενεργητική τους παρέμβαση στο προσκήνιο, στη λογική της κοινής δράσης και την ενίσχυσης όποιων αντιστάσεων ανθίσουν. Με στόχο να χει ο λαός νίκες στα άμεσα αιτήματα επιβίωσης (μισθοί, συντάξεις, δουλειά, ελευθερίες, ειρήνη), χωρίς να εγκλωβίζονται σε ψευτοδιλήμματα του τύπου αντιμνημόνιο, μεταβατικό, χρέος, νόμισμα.
Αυτή η πάλη μπορεί να ανοίξει το δρόμο για συνολικότερους συντονισμούς που όμως για μας δεν μπορεί να υπάρξουν χωρίς να αντιπαρατίθενται στον ιμπεριαλισμό, τον καπιταλισμό αλλά και σε λογικές συνδιαχείρισης. Σε αυτή την κατεύθυνση πορευόμαστε μέσα από την Λαϊκή Αντίσταση και με αυτό το πολιτικό στίγμα θα παρακολουθούμε τις προσκλήσεις για συμπράξεις κινηματικές, αρκεί να συνδιαμορφώνουμε το πλαίσιο και όχι να το βρίσκουμε προαποφασισμένο. Οι ηγεμονισμοί και τα τετελεσμένα έφτασε ο καιρός που θα πρέπει να γίνει από όλους κατανοητό ότι έχουν οριστικά τελειώσει. Όποιος πάει να τα συνεχίσει με νέα τερτίπια και κόλπα θα βρεθεί σύντομα να απολογείται γιατί τα συντονιστικά του απέτυχαν ή τα ανοίγματά του δεν έτυχαν αποδοχής πέρα από τους ίδιους που τα απηύθυναν.