Το προσφυγικό όσο πάει και οξύνεται λόγω και ως αποτέλεσμα των αποφάσεων που πάρθηκαν στην Ε.Ε. και τις συμφωνίες με την Τουρκία. Για τους στόχους των ιμπεριαλιστών αλλά και τις ελληνικής κυβέρνησης δεν θα ασχοληθούμε σε αυτό το άρθρο. Εδώ ο προβληματισμός μας έχει να κάνει με τις κατευθύνσεις τις Αριστεράς, του ελληνικού εργατικού και λαϊκού κινήματος.
Πλέον η λογική του περάσματος, δηλαδή ότι οι πρόσφυγες «απλά» θέλουν να περάσουν από τη χώρα μας και να μεταβούν σε κάποια άλλη, έπαψε να ισχύει. Όσοι περνούν τα σύνορα θα παραμένουν εδώ, θα επιλέγονται για το αν είναι ικανοί να συνεχίσουν το ταξίδι τους, κι αν δεν ικανοποιούν τις προδιαγραφές των ιμπεριαλιστών ως εκμεταλλεύσιμοι θα επιστρέφονται στη Τουρκία ή όπου αλλού. Το ότι θα εξελισσόταν έτσι η κατάσταση ήταν κάτι που το εκτιμούσαμε από την αρχή, προειδοποιώντας παράλληλα ότι η Αριστερά, το εργατικό και λαϊκό κίνημα θα πρέπει να προετοιμάζονται γι’ αυτό το ενδεχόμενο. Αυτός ήταν και είναι ένας από τους λόγους που αντιτιθέμεθα στην κυριαρχία του, έτσι κι αλλιώς προβληματικού, συνθήματος περί «ανοιχτών συνόρων», πολύ περισσότερο στη μετατροπή του σε αποκλειστικό αίτημα, όπως και σε λογικές αποκλειστικής απεύθυνσης στους πρόσφυγες.
Για να μη παρεξηγηθούμε, να διευκρινίσουμε ευθύς εξαρχής ότι στηρίζουμε το αίτημα των προσφύγων να μπορέσουν να συνεχίσουν το ταξίδι της προσφυγιάς τους προς όποια χώρα θεωρούν ότι θα μπορέσουν να αγωνιστούν με καλύτερους όρους για τη ζωή τους. Απαιτούμε μάλιστα από τα κράτη που εμπλέκονται, άρα και από το ελληνικό, να τους παρέχουν κάθε δυνατότητα ώστε να μπορέσουν να το κάνουν αυτό με αξιοπρέπεια και άνεση χωρίς το φόβο να πεθάνουν στη διαδρομή, χωρίς το φόβο να συλληφθούν ως παράνομοι και να επιστραφούν από εκεί που ξεκίνησαν.
Από εκεί και πέρα όμως μέχρι του σημείου του να συμβάλει κανείς σε αυταπάτες περί παραδείσου της δυτικής Ευρώπης υπάρχει απόσταση. Επιπλέον, η σχεδόν αποκλειστική πρόταξη του αιτήματος αυτού μπορεί να υποκρύπτει τη λογική του ξεπεράσματος του προβλήματος δια της μετάθεσής του αλλού. Δεν είναι μακριά οι εποχές που σε άλλες περιπτώσεις μετανάστευσης, η ελληνική Αριστερά ένιωθε αμήχανη απέναντι στο πρόβλημα, ένιωθε ότι θα έπρεπε να έχει απαντήσεις στα «ερωτήματα» του συστήματος για το πόσοι μετανάστες χωράνε σε αυτή τη χώρα, που έφτανε να θέτει όρους συμμετοχής τους στα σωματεία παρόμοιους με αυτούς του κράτους. Ως απόρροια της λογικής της περί υπεύθυνων προτάσεων, απέτυχε ουσιαστικά να εντάξει τους μετανάστες στο όποιο εργατικό λαϊκό κίνημα παρά τα μεγάλα λόγια περί ταξικών αδερφιών.
Εμείς δεν έχουμε κανένα πρόβλημα, κανένα ενδοιασμό, να πούμε ότι οι πρόσφυγες μπορούν και να μείνουν στη χώρα μας. Αν το επιθυμούν. Όχι γιατί θεωρούμε ότι εδώ είναι παράδεισος αλλά γιατί δεν θεωρούμε ότι οι μοναδικές επιλογές των προσφύγων είναι ή τα σκλαβοπάζαρα της Ε.Ε. ή τα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Τουρκίας και της Ελλάδας. Αλλά γιατί θεωρούμε ότι «λεφτά υπάρχουν», ότι πλούτος εξακολουθεί να παράγεται σε αυτή τη χώρα, όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, αρκετός ώστε να θρέψει και το λαό μας αλλά και τους πρόσφυγες. Όσοι κι αν είναι αυτοί. Το ζητούμενο είναι ποιος διαχειρίζεται αυτόν τον πλούτο και προς τα πού τον κατευθύνει. Το ζητούμενο είναι για το αν υπάρχει ένα εργατικό λαϊκό κίνημα ικανό να διεκδικεί από αυτό τον πλούτο όλο και περισσότερα, αν όχι όλον, και μια Αριστερά που δεν νιώθει την ανάγκη να απαντά μονίμως στις αιτιάσεις και τα διλήμματα που θέτει το σύστημα. Κάπως έτσι απαντάμε και σε όλους αυτούς τους τροτσκιστές, σε όλους όσους έχουν υιοθετήσει τις κοσμοπολίτικες απόψεις τους, περί του εχθρού που είναι εδώ στη χώρα και όχι έξω, κατηγορώντας μας για τον αντιιμπεριαλισμό μας!
Η απάντηση δεν είναι λοιπόν στη δημιουργία ενός κινήματος διωξίματος των προσφύγων από τη χώρα μας, με τη μάσκα της απρόσκοπτης και ελεύθερης μετακίνησης των πληθυσμών στην Ε.Ε, αλλά ενός κινήματος που θα διεκδικεί τη νομιμότητα αυτών των ανθρώπων, ακόμη και στην περίπτωση που αποφασίσουν να παραμείνουν στη χώρα μας. Νομιμότητα και διεκδίκηση των ίδιων δικαιωμάτων, μαζί με τους Έλληνες εργαζόμενους, στη διαμονή, τη δουλειά, τους μισθούς, την περίθαλψη και την παιδεία. Και μέχρι να ενταχθούν, να έχουν τη καλύτερη φιλοξενία σε χώρους αξιοπρεπείς απ’ όλες τις απόψεις και βεβαίως με ελευθερία μετακίνησης και επαφής με τον ντόπιο πληθυσμό.
Έτσι κατανοούμε εμείς τη ταξική αδελφοσύνη και γι’ αυτό προτάσσουμε στο κίνημα αλληλεγγύης προς τους πρόσφυγες το ζήτημα του σταματήματος του πολέμου και των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, παράλληλα με τη πάλη μας για διώξιμο των ιμπεριαλιστών από τη χώρα μας. Εδώ και πάλι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε την «απάντηση» που παίρνουμε από ορισμένους της Αριστεράς, ότι οι πρόσφυγες δεν είναι έτοιμοι για να παλέψουν για κάτι τέτοιο. Δηλαδή τι; Οι πρόσφυγες από τη Συρία και τις άλλες χώρες είναι αδιάφοροι για τους λόγους που τους μετέτρεψαν σε αυτό που είναι τώρα; Είναι αδιάφοροι για το μέλλον της χώρας τους; Έχουν ρίξει μαύρη πέτρα; Και πάλι δε νομίζουμε! Αλλού είναι το πρόβλημα. Στο ότι σε αυτές τις χώρες, παρά το παρελθόν τους με ισχυρά λαϊκά και κομμουνιστικά κινήματα, τώρα ότι έχει απομείνει (εδώ και πολλές δεκαετίες) είναι κατά βάση ή ιδιαίτερα αδύναμο να παρέμβει ή καρικατούρες- λακέδες των καθεστώτων τους σαν τα επίσημα λεγόμενα Κ.Κ. της Συρίας. Πέρα από το ότι κυρίαρχοι τελικά δεν ήταν οι κομμουνιστές αλλά οι Μπααθιστές ως εθνικοαπελευθερωτικά αστικά κινήματα.
Έχοντας λοιπόν κατά νου αυτή την πραγματικότητα, ως πραγματικοί διεθνιστές, δεν έχουμε κανένα λόγο να έχουμε ενδοιασμούς στο να καλούμε τους πρόσφυγες στον αγώνα ενάντια στους πολέμους, ενάντια στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, για το διώξιμο των ιμπεριαλιστών από τις χώρες μας και τη γειτονιά μας, την Ανατολική Μεσόγειο! Το ίδιο καλούμε να κάνει όχι η μόνο η δική μας Αριστερά αλλά και η Αριστερά στην Τουρκία και σε άλλες χώρες, όπου κι αν υπάρχει. Αδιανόητο θεωρούμε το να μένει η αιτία της προσφυγιάς, της καταστροφής χωρών και λαών, στο απυρόβλητο, στο όνομα του βασικού αιτήματος των προσφύγων περί μετακίνησης. Ενός αιτήματος που από μόνο του ελέγχεται για το αν τελικά υποκρύπτει από αυταπάτες για την Ε.Ε. μέχρι αποπροσανατολισμό από την πάλη ενάντια στον πραγματικό κοινό εχθρό, και που μπορεί να μετατρέψει το κίνημα σε νεροκουβαλητή των όποιων επιδιώξεων του ντόπιου κεφαλαίου και της κυβέρνησης.
Η κατάσταση πια έχει φτάσει σε οριακό σημείο. Η κυβέρνηση και οι ντόπιοι αστοί, θέλανε δε θέλανε, έχουν αποδεχθεί το ρόλο που τους αναθέτουν οι ιμπεριαλιστές και μετατρέπουν τη χώρα σε χώρο συγκέντρωσης και διαλογής προσφύγων. Για να πετύχουν τους σκοπούς τους, δεν θα διστάσουν να δημιουργήσουν εντάσεις και να προβάλουν εθνικιστικές και φασιστικές αντιδράσεις ενάντια στους πρόσφυγες. Να δημιουργήσουν το ανάλογο κλίμα ώστε να δικαιολογήσουν ενδεχόμενες πιο βίαιες επεμβάσεις στους πρόσφυγες και τη μεταφορά τους είτε σε κλειστά στρατόπεδα είτε στην Τουρκία. Ήδη πια, στα ΜΜΕ, αυτό που κυριαρχεί δεν είναι η… συγκίνηση για την ανθρωπιά που δείχνουν οι Έλληνες απέναντι στους πρόσφυγες αλλά οι κίνδυνοι που δημιουργούνται από την παραμονή τους, οι εκδηλώσεις εθνικιστών και φασιστών που παρουσιάζονται ως μαζικές και ως εκφράσεις των ανησυχιών των ντόπιων πληθυσμών. Πλέον η κινδυνολογία για το μέλλον αυτής της φτωχής χώρας και του φτωχού λαού (λόγω της… μοίρας του προφανώς) κυριαρχεί. Μαζί με τη στοχοποίηση του κινήματος αλληλεγγύης που δε μένει μόνο στην ανθρωπιστική πλευρά.
Από την άλλη, εξακολουθεί να υπάρχει η ανθρωπιστική κατά βάση αλληλεγγύη του ελληνικού λαού απέναντι στους πρόσφυγες, η οποία όμως έχει ήδη πιάσει όρια και πρέπει να μετατραπεί σε κίνημα αντίστασης στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, διεκδίκησης της ανεξαρτησίας της χώρας και ανατροπής των αιτιών που προκαλούν την προσφυγιά. Η ανάπτυξη ενός τέτοιου κινήματος, πρωτα απ’ όλα από τους εργαζόμενους της χώρας μας, είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη ενός πραγματικού κινήματος αλληλεγγύης προς τους πρόσφυγες. Αλλιώς θα είμαστε καταδικασμένοι να βρίσκουμε εφικτές απαντήσεις στα ερωτήματα που μας θέτει το σύστημα και όχι στις ανάγκες των λαών!