Με τις μάχες να συνεχίζονται στην περιοχή της Ιντλίμπ και σε αναμονή της επίσκεψης Ερντογάν στη Μόσχα, ένα πολυεπίπεδο πολιτικό και διπλωματικό μπαράζ κινήσεων εξελίσσεται στη Μέση Ανατολή, με επίκεντρο την ιμπεριαλιστική σύγκρουση για τον έλεγχο της Συρίας. Παράλληλα, στο μέτωπο της Ανατολικής Μεσογείου, κάθε άλλο παρά έχει κοπάσει ο ανταγωνισμός και η προσπάθεια κατάκτησης θέσεων από πλευράς ιμπεριαλιστικών δυνάμεων αλλά και η διαπάλη των αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων των ντόπιων αστικών τάξεων.
Η Τουρκία στριμωγμένη στα σχοινιά του ανταγωνισμού ΗΠΑ-Ρωσίας
Στην Ιντλίμπ δοκιμάζονται σοβαρά και επαναπροσδιορίζονται τα όρια της τακτικής συνεργασίας της Τουρκίας με τη Ρωσία, σε μια φάση που έχουν τεθεί ταυτόχρονα όλες οι εκκρεμότητες της στρατηγικής σχέσης της με τη «Δύση» και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ. Η ηγεσία της εξαρτημένης από τον δυτικό ιμπεριαλισμό τουρκικής αστικής τάξης παρουσιάζεται «απρόβλεπτη», «αναξιόπιστη» προς τις ΗΠΑ και να έχει παραβιάσει ορισμένες από τις κόκκινες γραμμές των αμερικανικών στρατηγικών επιδιώξεων, ενώ από την άλλη δέχεται σημαντικά -αν και όχι ολοκληρωτικά- «αδειάσματα» από τον ρωσικό ιμπεριαλισμό. Επιπλέον, με τα γεγονότα στον Έβρο και την εργαλειοποίηση των προσφύγων και των μεταναστών από την τουρκική αστική τάξη, που συνεπικουρήθηκε από την επίσης αντιδραστική αντιμετώπισή τους από την ελληνική αστική τάξη, φανερά ανοίχτηκαν κι άλλες πληγές στις ήδη τραυματισμένες ευρωτουρκικές σχέσεις.
Έτσι, μπροστά στα προφανή αδιέξοδα και επειδή κινδυνεύει να βρεθεί μετέωρη, συνεχίζει να «παίζει» και να αποκτά «εγκαύματα» από τη φωτιά της αμερικανορωσικής αντιπαράθεσης. Από τη μια, ρίχνει το φταίξιμο κατά βάση στον Άσαντ, αν και γνωρίζει ότι ο συριακός κυβερνητικός στρατός οφείλει την υπεροχή του στη ρωσική πολεμική αεροπορία. Αποφεύγει εκτός εξαιρέσεων να βάλει στο διπλωματικό της στόχαστρο τη Μόσχα, από την οποία ζητάει «κατανόηση» και «συνεννόηση». Από την άλλη τα ρίχνει σε Ρωσία-Άσαντ «για τις σφαγές αμάχων», αιτείται στο ΝΑΤΟ την ενεργοποίηση του άρθρου 4 που αφορά απειλή στην εδαφική ακεραιότητα ενός κράτους-μέλους του, ζητά αποστολή πυραύλων Patriot από τις ΗΠΑ, αλλά εξακολουθεί να δηλώνει πως το ρωσικό σύστημα των S-400 θα ενεργοποιηθεί. Αυτές οι εξελίξεις έχουν επιδράσει καθοριστικά στις εσωτερικές πολιτικές αλλά και οικονομικές εξελίξεις. Στο πολιτικό πεδίο, αυξάνει συνεχώς η αμφισβήτηση του Ερντογάν και το AKP βρίσκεται στο ναδίρ της δημοτικότητάς του τις τελευταίες δύο δεκαετίες, εξελίξεις στις οποίες σαφέστατα επιδρούν και οι νέοι πολιτικοί σχηματισμοί που έχουν φτιαχτεί ή ετοιμάζονται να φτιαχτούν από πρώην ηγετικά στελέχη του AKP. Στο πεδίο της οικονομίας, η πολιτική του φτηνού δανεισμού (πάνω στην οποία στηρίχθηκε η ανάπτυξη των προηγούμενων δεκαετιών) που έχει παράξει μεγάλα ελλείματα και φυσικά η υπερβολικά μεγάλη εξάρτηση της τούρκικης οικονομίας από το ξένο κεφάλαιο, έχουν οδηγήσει την Τουρκία ξανά σε μια φάση νομισματικής κρίσης, που δρα συμπληρωματικά και μεγαλώνει τα αδιέξοδά της.
Εν τέλει, η τούρκικη ηγεσία -και αυτό δεν την κάνει λιγότερο τυχοδιωκτική- βρίσκεται μπροστά στα αδιέξοδα που επέφερε το μπέρδεμα της σκιάς της με το πραγματικό της μπόι, μπέρδεμα στο οποίο συνήργησε επιμελώς και η ελληνική αστική τάξη για να γίνει πιο πιστευτό το δικό της «αμυντικό» αφήγημα· μπέρδεμα στο οποίο μάλλον «τσίμπησαν» και αρκετοί της Αριστεράς μας, είτε από αδυναμία ανάλυσης, είτε για να δικαιολογηθεί η γραμμή της «επιτιθέμενης Τουρκίας-αμυνόμενης Ελλάδας», είτε λόγω και των δύο.
Ο ρωσικός ιμπεριαλισμός, διαπιστώνοντας πιθανά πως η τακτική κίνηση «απόσυρσης» των ΗΠΑ στενεύει ολοένα και περισσότερο τα πεδία της τακτικής συνεργασίας του με την τούρκικη ηγεσία και πως ίσως στο εγγύς μέλλον θα υπάρξουν ανακατατάξεις στο ποιος είναι με ποιον (από τακτική άποψη), επιχειρεί -όντας ο κύριος πόλος σ’ αυτήν την συνεργασία- να περιορίσει την τούρκικη «προβολή ισχύος» επί του συριακού εδάφους στο ελάχιστο δυνατό. Για αυτό ξαναφέρνει στην πρώτη γραμμή των τακτικών του κινήσεων την επανάκτηση εδαφών από το καθεστώς Άσαντ. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, πως από την αρχή της σύγκρουσης, η Μόσχα κινήθηκε με τη γραμμή της «εδαφικής ακεραιότητας» της Συρίας, γεγονός που την καθιστούσε αντίθετη στα σχέδια των Κούρδων περί ανεξάρτητου κράτους ή εκτεταμένης αυτονομίας τους και ταυτόχρονα τακτικό σύμμαχο της Τουρκίας που αντιμετώπιζε τις κινήσεις των YPG ως άμεση απειλή για το τουρκικό κράτος. Τα προηγούμενα δεν σημαίνουν ότι η Ρωσία επιθυμεί την «ταπείνωση» της Τουρκίας. Ίσα-ίσα κινείται μεν αποφασιστικά, αλλά δείχνοντας ταυτόχρονα πως δεν θέλει να «σπάσει» αυτή τη συνεργασία που αποτελεί μια σημαντική σφήνα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις και που εκτείνεται μέχρι τον κρίσιμο ενεργειακό τομέα και φυσικά στο στρατηγικό αντιπυραυλικό σύστημα των S-400.
Στη σημερινή φάση, λοιπόν, η Ρωσία εναλλάσσει τις κινήσεις της στο πολεμικό πεδίο στο οποίο δείχνει -και όχι μόνο προς την Τουρκία αλλά και προς το καθεστώς Άσαντ- ποιος είναι ο κυρίαρχος στα πεδία των μαχών, με αντίστοιχες πρωτοβουλίες στη διπλωματική σκακιέρα, τέτοιες που να κατοχυρώνουν και να επεκτείνουν τις θέσεις της και τον επιδιαιτητικό της ρόλο στην περιοχή.
Έτσι, με την στήριξη της Μόσχας, ο συριακός στρατός προελαύνει στην επαρχία Ιντλίμπ, κατακτά το τμήμα του στρατηγικού αυτοκινητόδρομου Μ5 απωθώντας βορειότερα τον τούρκικο στρατό και τις αντικαθεστωτικές ομάδες που δρουν μαζί του, προκαλεί στις 27 Φεβρουαρίου την πανωλεθρία στην τούρκικη φάλαγγα που κατευθύνεται στην πόλη της Ιντλίμπ, ενώ έχει ξεκινήσει επιχείρηση κλίμακας και για την ανακατάληψη του αυτοκινητόδρομου Μ4 που ενώνει τη Λαττάκεια με τη Σαρακέμπ. Όμως, την επομένη της 27ης Φεβρουαρίου και για ένα 48ωρο δείχνει ανοχή (για μια ακόμη φορά) στην τέταρτη κατά σειρά εισβολή της Τουρκίας με την επωνυμία «Εαρινή Ασπίδα». Για να τερματίσει την ανοχή του, την Κυριακή 1 Μαρτίου ανακοινώνει ότι «εφεξής δεν εγγυάται για την ασφάλεια των πτήσεων στον εναέριο χώρο της βορειοδυτικής Συρίας», ενεργοποιώντας τους S-300 και S-400 που έχουν αποσταλεί εδώ και καιρό για τη στήριξη της συριακής αεράμυνας, αλλά και καταλαμβάνοντας για δεύτερη φορά την στρατηγική πόλη Σαρακέμπ (στον κόμβο των αυτοκινητόδρομων Μ4 και Μ5) που είχε καταληφθεί για μερικά εικοσιτετράωρα από τους αντικαθεστωτικούς και τους Τούρκους συμμάχους τους. Παράλληλα, στέλνοντας μηνύματα προς όλες τις κατευθύνσεις, ήδη οδεύει προς τις ακτές της Συρίας η τέταρτη ρωσική φρεγάτα, από τις οποίες οι δύο είναι επιβεβαιωμένο ότι φέρουν βαρύ οπλισμό (πυραύλους «Καλίμπρ»-τύπου ΚΡΟΥΖ).
Στο διπλωματικό πεδίο, αρκετές μέρες πριν τη συνάντηση του Πούτιν με τον Ερντογάν στη Μόσχα, η Ρωσία έβαλε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την Άγκυρα ένα σχέδιο που περιλαμβάνει τη δημιουργία μιας περιορισμένης «ζώνης ασφαλείας» υπό τουρκικό έλεγχο στα τουρκοσυριακά σύνορα από την πλευρά των συριακών εδαφών, πλάτους 16 χιλιομέτρων, εγκατάσταση εκεί των προσφύγων, άμεση αποχώρηση των τουρκικών δυνάμεων/αντικαθεστωτικών, επιβολή ρωσικού ελέγχου σε όλα τα περάσματα ανάμεσα στην Ιντλίμπ και την Αφρίν και τέλος κοινό -ρωσικό και τουρκικό- έλεγχο των αυτοκινητοδρόμων.
Ταυτόχρονα, η Ρωσία δεν δείχνει προς στιγμήν διατεθειμένη να βάλει τους Ευρωπαίους στην «εξίσωση» και γι’ αυτό τον λόγο «έφαγε πόρτα» η πρόταση Ερντογάν για τετραμερή (Ρωσίας, Τουρκίας, Γαλλίας, Γερμανίας) ενώ αντίθετα προετοιμάζει -παρά τις προφανείς δυσκολίες- μια νέα συνάντηση στα πλαίσια της διαδικασίας της Αστάνα. Στόχος της Ρωσίας μέσω και της «διαδικασίας της Αστάνα» είναι να προχωρά έστω και αργά η «ειρηνευτική» πολιτική διαδικασία που επανανομιμοποιεί το καθεστώς Άσαντ (κάποιες πρεσβείες γειτονικών χωρών ήδη έχουν ανοίξει) και έτσι να κατοχυρώνει παραπέρα τις θέσεις της σαν «αξιόπιστη» ιμπεριαλιστική δύναμη. Σ΄ αυτά τα πλαίσια έχει διευρύνει τις επαφές της με τους Κούρδους, που όπως φαίνεται και από τα κανάλια επιρροής που διατηρούν σ’ αυτούς οι ΗΠΑ, θα αποτελέσουν ένα από τα επίδικα της επόμενης περιόδου.
Οι ΗΠΑ, γνωρίζοντας από τη μια ότι στη συριακή σύγκρουση έχουν χάσει σημαντικούς πόντους και από την άλλη βλέποντας την ανάδειξη όλων των αντιφάσεων της ρωσοτουρκικής συνεργασίας, έχουν βαλθεί να αξιοποιήσουν τη συγκυρία για να επουλώσουν τα τραύματα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις και να επαναφέρουν την Τουρκία στις αμερικανοΝΑΤΟϊκές νόρμες. Στο ΝΑΤΟ, βέβαια, οι ΗΠΑ δεν δέχτηκαν την ενεργοποίηση του άρθρου 4, ενώ αρνητικά απάντησαν και στο αίτημα αποστολής Patriot, διότι απαιτούν συγκεκριμένα βήματα-αποδείξεις από την τουρκική ηγεσία ότι κινείται στην ίδια κατεύθυνση αλλά και για αποσπάσουν μεγαλύτερες δεσμεύσεις από αυτή τώρα που είναι με την «πλάτη στον τοίχο». Πριν από την πρόσφατη σύνοδο των πρεσβευτών του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες, η Αμερικανίδα ομόλογός τους, Κέι Μπέιλι Χάτσισον, δήλωσε: «Όλα είναι πάνω στο τραπέζι. Αυτή είναι νέα εξέλιξη. Είναι σημαντική εξέλιξη και βρισκόμαστε σε συμμαχία με τη Τουρκία», για να προσθέσει εμφατικά «Ελπίζω ότι ο Πρόεδρος Ερντογάν βλέπει ποιος είναι ο αξιόπιστος συνεργάτης και ποιος δεν είναι… Ελπίζω ο Πρόεδρος Ερντογάν να καταλάβει ότι εμείς είμαστε ο σύμμαχος τους παρελθόντος και τους μέλλοντός τους και να εγκαταλείψουν τους S-400». Πιο σαφές δεν γίνεται!
Στον ίδιο καμβά της επαναπροσέγγισης υπό όρους και δύο μέρες πριν την συνάντηση Πούτιν-Ερντογάν, ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ για τη Συρία, Τζέιμς Τζέφρι, τόνισε την «ετοιμότητα της Ουάσιγκτον για εφοδιασμό της Τουρκίας με πυρομαχικά», ενώ ο πρέσβης των ΗΠΑ στον ΟΗΕ που τον συνόδευε ανακοίνωσε πρόσθετη βοήθεια ύψους 108 εκατομμυρίων δολαρίων για την εξασφάλιση «σίτισης, στέγασης και ρουχισμού στον λαό της Συρίας και της περιοχής». Το πιο σημαντικό, ωστόσο, γεγονός, που θέτει κρίσιμα ερωτήματα όσον αφορά τις επόμενες κινήσεις των ΗΠΑ στην περιοχή, ήταν πως για πρώτη φορά Αμερικάνος αξιωματούχος επισκεπτόταν τα εδάφη που έχει καταλάβει η Τουρκία στην βορειοδυτική Συρία.
Εν τω μεταξύ, η Μέρκελ, αρπάζοντας την ευκαιρία που της πρόσφερε ο Ερντογάν, επανέρχεται με την πρότασή της για δημιουργία διεθνούς ζώνης ασφαλείας στην βορειοδυτική Συρία. Είναι μια πρόταση με μάξιμουμ στόχο να αποκτήσει η Γερμανία, μέσω της «διεθνούς δύναμης», κάποιο ρόλο στα τεκταινόμενα στη Συρία μετά το άδειασμα του «Διεθνούς Συνασπισμού ενάντια στον ΙΣΙΣ» από τις ΗΠΑ (στα πλαίσια του οποίου είχε την επιμελητεία), αλλά και για να μπορεί να έχει άμεσο ρόλο στο ζήτημα των προσφύγων και των ροών προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο μίνιμουμ στόχος είναι να αυξήσει την επιρροή του γερμανικού ιμπεριαλισμού στην τούρκικη αστική τάξη, εκμεταλλευόμενη τη δυσχερή της θέση.
Η Ανατολική Μεσόγειος παραμένει ταραγμένη
Με το επίκεντρο να είναι φανερά στη Συρία, θα ήταν παράλειψή μας εάν δεν κάναμε μία -έστω περιεκτική- συμπερίληψη των εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η χαίνουσα πληγή της Λιβύης δεν λέει να σταματήσει παρά τη συνάντηση των δύο πλευρών στη Μόσχα, την απόφαση της Διάσκεψης του Βερολίνου ή την συζήτηση και την διπλωματία στα περιθώρια της Διάσκεψης του Μονάχου. Ο Σάρατζ έχει πυκνώσει τις επαφές του με την Τουρκία, που συνεχίζει να τον εξοπλίζει, ο Χαφτάρ σε επίδειξη δύναμης βομβαρδίζει το λιμάνι της Τρίπολης και σε συμμαχία με τις φυλές που ελέγχουν το νότιο τμήμα της Λιβύης, δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στις πετρελαϊκές ροές. Συνεχίζει να εκκρεμεί η συγκρότηση της ευρωπαϊκής αεροναυτικής δύναμης επιβολής του εμπάργκο στη Λιβύη, μέσω της οποίας οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές επιχειρούν να αναβαθμίσουν τον ρόλο τους στα τεκταινόμενα και με την ελληνική αστική τάξη να ευελπιστεί πως η παρουσία της δύναμης αυτής στην περιοχή θα αμφισβητήσει στην πράξη το τουρκολιβυκό σύμφωνο.
Ταυτόχρονα και προς απόδειξη της άμεσης γεωπολιτικής αλληλεπίδρασης των περιοχών της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου, ο Άσαντ ανοίγει την πρεσβεία της Λιβύης στη Δαμασκό για την πλευρά Χαφτάρ, διευρύνοντας την κόντρα του με την Τουρκία.
Ο Λίβανος, μετά από αλλεπάλληλες αναβολές χρόνων, δίνει το «οκ» στο γεωτρύπανο Tungsten Explorer να διενεργήσει έρευνες στο θαλασσοτεμάχιο 4 της χώρας, που η εκμετάλλευσή του ανήκει στην κοινοπραξία της γαλλικής TOTAL με την ιταλική ENI και τη ρωσική Novatek. Έτσι μπαίνει και ο Λίβανος στο χορό των γεωτρήσεων για λογαριασμό των ιμπεριαλιστικών μονοπωλίων. Το ίδιο γεωτρύπανο και για λογαριασμό των TOTAL-ENI αναμένεται να πραγματοποιήσει γεωτρήσεις από τον προσεχή Απρίλιο σε θαλάσσια οικόπεδα της Κύπρου.
Ενώ ο «πόλεμος» με τα γεωτρύπανα καλά κρατεί, ιμπεριαλιστικές δυνάμεις όπως η Γαλλία, προσπαθούν φανερά να αποκτήσουν ρόλο και επιρροή στην περιοχή, έστω και δευτερεύοντα σε σχέση με τις ΗΠΑ. Η επίσκεψη της Γαλλίδας υπουργού Άμυνας σε Κύπρο και Ελλάδα είχε τον διακηρυγμένο στόχο της αναβάθμισης της μόνιμης γαλλικής πολεμικής ναυτικής παρουσίας στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ επανέφερε το αίτημά της για μόνιμη αεροπορική παρουσία της Γαλλίας προς τον Έλληνα ομόλογό της. Άλλωστε, το αεροπλανοφόρο «Ντε Γκωλ» συνοδευόμενο από μια αεροναυτική μονάδα, μεταξύ των οποίων και η ελληνική φρεγάτα «Ψαρά», στάθμευε τις μέρες της επίσκεψης στην Κύπρο, ενώ για πρώτη φορά γαλλικά μαχητικά Rafale θα συμμετέχουν στην άσκηση «Ηνίοχος» που πραγματοποιείται από Ελλάδα, ΗΠΑ, Ιταλία, ΗΑΕ και Ισραήλ. Η ελληνική αστική τάξη, για να μην βρεθεί για δεύτερη φορά στη θέση που βρέθηκε με το «ακυβέρνητο» Ορούτς Ρέις, κινείται εντατικά για τη δημιουργία Διοίκησης Επιχειρήσεων Ανατολικής Μεσογείου (ΔΕΑΜ) με έδρα τον ναύσταθμο Κρήτης στη Σούδα. Εν τω μεταξύ, η ελληνική κυβέρνηση ετοιμάζεται να «υποδεχθεί» στις αρχές Μαρτίου γαλλικό ωκεανογραφικό για έρευνες, αρχικά στο Ιόνιο και έπειτα νότια της Κρήτης, σε περιοχές οριοθετημένες από το τουρκολιβυκό σύμφωνο, πράγμα που αναμένεται να δοκιμάσει τα αντανακλαστικά της Τουρκίας, που έχει ήδη εξαγγείλει ότι θα διεξάγει έρευνες στην ίδια περιοχή. Σημειωτέον, επίσης, ότι ανάλογες έρευνες που επιχείρησε το γαλλικό ωκεανογραφικό «Pourqoi pas» το 2019 ουδέποτε ολοκληρώθηκαν, λόγω της παρενόχλησης που δέχθηκαν από τούρκικες φρεγάτες και αεροσκάφη.
Στο πολιτικό πεδίο, ενώ δεν έλλειψαν οι αναφορές της Γαλλίδας υπουργού στη στήριξη της Ελλάδας και της Κύπρου όσον αφορά τις τούρκικες κινήσεις, η ίδια διατήρησε μια ισορροπία στις δηλώσεις της, δείγμα κι αυτό της «αλλαγής κλίματος» μέσα στο ΝΑΤΟ λόγω των εξελίξεων στην Ιντλίμπ και της προσπάθειας ρυμούλκησης της Τουρκίας στα αμερικανοΝΑΤΟϊκά νερά.
Αντί επιλόγου
Σε μια περιοχή κρίσιμη από κάθε άποψη για τα συμφέροντα όλων των ιμπεριαλιστών και με το κουβάρι των αντιθέσεών τους να περιπλέκεται παραπέρα από τον ανταγωνισμό των ντόπιων αστικών τάξεων, όλα δείχνουν πως βρισκόμαστε μπροστά σε σημαντικές ανακατατάξεις και διαφοροποιήσεις στο πεδίο των τακτικών συνεργασιών και συμμαχιών. Μπροστά σε γεγονότα που θα επηρεάσουν τις κινήσεις και τις επιλογές όλων αλλά και σε εξελίξεις που θα ανεβάσουν την κλίμακα της επικινδυνότητας για τους λαούς.