Μέχρι το τέλος του μήνα θα έχει υπογραφεί η νέα Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΣΣΕ) για τους εργαζόμενους στα Ελληνικά Πετρέλαια, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο πρακτικό συμφωνίας μεταξύ της διοίκησης και του προεδρείου του σωματείου. Μια ΕΣΣΕ με τριετή διάρκεια, όπως και οι δύο προηγούμενες, που βελτιώνει ορισμένα ζητήματα για τους εργαζόμενους ύστερα από μια εξαετία συνεχούς χειροτέρευσης, διατηρεί όμως τις πιο κρίσιμες πλευρές των προηγούμενων υποχωρήσεων και σε καμία περίπτωση δεν επιστρέφει στην προ μνημονίων κατάσταση, ακολουθώντας τη συνολική πολιτική δέσμευση της κυβέρνησης σε όλα τα επίπεδα. Το σημαντικότερο στοιχείο που συνοδεύει την υπογραφή αυτής της Συλλογικής Σύμβασης είναι η εξασφάλιση «εργασιακής ειρήνης» για την εργοδοσία, τόσο κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων που προηγήθηκαν όσο και για την επόμενη περίοδο, κατά την οποία εκτιμάται ότι τα περιθώρια κέρδους θα παραμείνουν πολύ ευνοϊκά για τον κλάδο της διύλισης πετρελαίου. Παράλληλα, έχει ανοιχτά ομολογηθεί από τη διοίκηση ότι η παραμικρή διακοπή λειτουργίας έχει πολλαπλές συνέπειες.
Στα θετικά για τους εργαζόμενους στο πρακτικό συμφωνίας είναι η μείωση κατά μία ώρα του εβδομαδιαίου ωραρίου από το 2018, που έχει ιδιαίτερη σημασία για τους εργαζόμενους σε βάρδια, καθώς επαναφέρει τα μισά από τα ρεπό που έχασαν το 2011, όταν είχε αυξηθεί το ωράριο από τις 38 στις 40 ώρες. Επίσης, στα θετικά ανήκει η αποσύνδεση του χρονοεπιδόματος από τα αποτελέσματα της εταιρίας και η αποκατάσταση ορισμένων διαχωρισμών που είχαν προκύψει. Ο κυριότερος όμως διαχωρισμός, αυτός που προβλέπει μειωμένο μισθό στους νεοπροσλαμβανόμενους για τα δύο πρώτα χρόνια (κατά 40% τον πρώτο και κατά 20% τον δεύτερο χρόνο) διατηρείται ανέπαφος, ακριβώς γιατί αποτελεί το κύριο στοιχείο του «νέου» -χειρότερου- τοπίου που έχει διαμορφωθεί για τους νέους εργαζόμενους στα ΕΛ.ΠΕ. Στα οικονομικά ζητήματα, τα ποσά των κλιμακίων παραμένουν χωρίς αύξηση από το 2011 ενώ οι όποιες βελτιώσεις προβλέπονται με επιδοματική μορφή, συμπεριλαμβανομένης και της -για πρώτη φορά- παροχής σε καύσιμα. Πρόκειται, δηλαδή, για μορφή που δεν καταγράφεται ως μισθός (με ό,τι συνέπειες έχει αυτό για την αμοιβή υπερωριών, την ασφάλιση κ.ά.) και είναι ευάλωτη σε περικοπές σε μια επόμενη φάση, όπως έχει δείξει η πρόσφατη ιστορία, σε πολλές περιπτώσεις.
Ιδιαίτερη σημασία, γιατί μεταξύ άλλων δημιουργεί προηγούμενο, έχει η αναφορά στο πρακτικό συμφωνίας για την ΕΣΣΕ σε ζητήματα προσλήψεων και μάλιστα περιορίζοντάς τις, για ολόκληρη την τριετία, σε αυτές που είχαν συμφωνηθεί πέρσι. Με αυτό τον τρόπο, η εταιρία προσπαθεί να δεσμεύσει όχι μόνο το προεδρείο αλλά συνολικά τους εργαζόμενους στα ΕΛ.ΠΕ. στην αποδοχή αδιαμαρτύρητα της συνέχισης της κατεύθυνσης της εντατικοποίησης και της εργολαβοποίησης. Δηλαδή την αντικατάσταση (κι αυτή ως ένα βαθμό ώστε ο συνολικός αριθμός να μειώνεται) του «μόνιμου» προσωπικού με ενοικιαζόμενους και εργολαβικούς εργαζόμενους, η οποία ελαττώνει το ποσοστό των εργαζομένων για λογαριασμό των ΕΛ.ΠΕ. οι οποίοι καλύπτονται από τη Συλλογική Σύμβαση και είναι οργανωμένοι στο σωματείο. Κατεύθυνση που υπονομεύει την ίδια την ΕΣΣΕ και έχει καταγραφεί ως ο βασικός μηχανισμός διάλυσης των Συλλογικών Συμβάσεων σε μαζικούς βιομηχανικούς χώρους, σε ολόκληρη την Ευρώπη, τις προηγούμενες δεκαετίες.
Το πιο προβληματικό ζήτημα στη συμφωνία για τη νέα ΕΣΣΕ είναι η λογική που καλλιεργεί. Το πρακτικό υπογράφτηκε μετά την 4η συνάντηση των δύο πλευρών, αμέσως μόλις η διοίκηση αποφάσισε να συμφωνήσει σε ένα τμήμα του διεκδικητικού πλαισίου που είχε αποφασιστεί από τις δυνάμεις που συγκροτούν το προεδρείο. Η ομόφωνη αποδοχή του από το ΔΣ του σωματείου οδήγησε σε υπερψήφιση με 95% από τους εργαζόμενους που συμμετείχαν στις σχετικές ψηφοφορίες, που χαρακτηρίζονται «δημοψήφισμα» από τις δυνάμεις του προεδρείου, σε μια προσπάθεια να παρουσιαστούν ως το «απόγειο» της δημοκρατικής λειτουργίας του σωματείου. Στην πραγματικότητα, οι κάλπες στήθηκαν εσπευσμένα και χωρίς το σύνηθες των Περιφερειακών Συνελεύσεων ανά χώρο, που είναι και η μόνη ουσιαστικά μαζική διαδικασία, όπου κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα λόγου. Αξιοπρόσεκτο είναι το γεγονός ότι η συμμετοχή σε αυτές τις ψηφοφορίες ήταν στο 77%, μειωμένη από το 95% που είχε συμμετάσχει στις εκλογές του σωματείου 3 μήνες νωρίτερα, αλλά και το ότι οι ψηφοφορίες ολοκληρώθηκαν ακριβώς δύο μέρες πριν την ανακοίνωση των ετήσιων αποτελεσμάτων της εταιρίας, όπου καταγράφηκε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά ρεκόρ κερδοφορίας.
Η συγκεκριμένη εξέλιξη είναι, λοιπόν, το αποτέλεσμα ενός συμβιβασμού μεταξύ της διοίκησης των ΕΛ.ΠΕ. και της πλειοψηφίας του ΔΣ του σωματείου, με τη συμφωνία και των υπόλοιπων δυνάμεων στο ΔΣ. Συμβιβασμός που προέκυψε από την αναγνώριση ότι η δυσαρέσκεια ανάμεσα στους εργαζόμενους είναι τόσο έντονη που απαιτεί προσεκτικούς χειρισμούς για να παραμείνει ελεγχόμενη. Ύστερα από ένα ολόκληρο διάστημα ψαλιδίσματος των προσδοκιών αλλά και των όρων συγκρότησης των ίδιων των εργαζομένων, το πλαίσιο προσαρμόστηκε εξαρχής στα μέτρα της διοίκησης. Όταν η διοίκηση, για λογαριασμό και των δυο πλευρών της εργοδοσίας (κυβέρνηση και όμιλος Λάτση), αποφάσισε να αποδεχτεί μέρος του τέτοιο που να μην αμφισβητεί τις βασικές της κατευθύνσεις, το προεδρείο πρόθυμα άφησε στην άκρη τα υπόλοιπα αιτήματα. Απέδειξε ότι δεν είχε καμία διάθεση διεκδίκησης ούτε καν του δικού του πλαισίου αλλά χρειαζόταν απλά κάποιες βελτιώσεις που θα του επιτρέψουν να διατηρήσει τον ρόλο και την ισχύ του. Η διοίκηση, από την άλλη, εμφανίστηκε «καλή» και συνόδεψε το «success story» των κερδών-ρεκόρ και της συνεργασίας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με την «υγιή επιχειρηματικότητα» (που βεβαίως είναι πολύ ευρύτερη των ΕΛ.ΠΕ.) με την επίτευξη «εργασιακής ειρήνης» διαρκείας, όπως είχε πετύχει μετά το εργοδοτικό έγκλημα του 2015, με τους 4 νεκρούς.
Με τη νέα ΕΣΣΕ στα ΕΛ.ΠΕ. γίνεται προσπάθεια πλήρους εμπέδωσης της λογικής των «κοινών συμφερόντων» εργαζομένων-εργοδοσίας και της ανάθεσης της λύσης των προβλημάτων στους «έμπειρους» εργατοπατέρες και τη διοίκηση της εταιρίας. Παράλληλα, επιδιώκεται η υπονόμευση κάθε φωνής που κινείται στην κατεύθυνση της συγκρότησης της εργατικής τάξης, βάζοντας τα εργατικά συμφέροντα μπροστά. Σκοπός είναι να κρατήσουν τους εργαζόμενους στο περιθώριο, μακριά από τις πραγματικές τους δυνατότητες. Ο ρόλος όμως που αντιστοιχεί στην εργατική τάξη και τους εργαζόμενους είναι πολύ μεγαλύτερος από αυτόν του επαίτη που «παίρνει ό,τι του δίνουν». Απαιτείται επίμονη και συστηματική δουλειά από κάθε δύναμη που αναγνωρίζει την ανάγκη αλλά και τη δυνατότητα οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να κάνουν τη βελτίωση της ζωής τους υπόθεση δικού τους αγώνα, ώστε να αποκαλύπτονται οι κάθε είδους χειρισμοί εναντίον τους. Με στόχο οι μικροί και μεγάλοι αγώνες της εργατικής τάξης για την αντίσταση στην επίθεση του συστήματος και τη διεκδίκηση μεγαλύτερου μέρους από τον πλούτο που παράγει, να χτίζουν τους όρους που θα την οδηγήσουν να διεκδικήσει τα πάντα.