Μετά από έναν πολύμηνο κύκλο σκληρών διαπραγματεύσεων ΗΠΑ και Ρωσίας, διαμέσου των υπουργών Εξωτερικών τους, ανακοίνωσαν στη Γενεύη την Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου νέα συμφωνία κατάπαυσης του πυρός για τη συριακή επικράτεια. Όπως και οι προηγούμενες, έτσι κι αυτή κινείται στο τεντωμένο σχοινί των αντιθετικών ιμπεριαλιστικών επιδιώξεων και των διασταυρούμενων γεωπολιτικών φιλοδοξιών ή και φόβων μιας σειράς περιφερειακών δυνάμεων που έχουν μετατρέψει τη συριακή κρίση σε μια ατέλειωτη αλληλοσφαγή. Πριν ωστόσο δούμε τη νέα αυτή συμφωνία και τη βιωσιμότητά της, είναι απαραίτητο να συνοψίσουμε τις εξελίξεις που έλαβαν χώρα το αμέσως προηγούμενο διάστημα. Τόσο για να δούμε τη φάση που διανύει αυτή η πολεμική σύρραξη όσο και για να ανιχνεύσουμε μέσα από αυτές τις πιθανές αιτίες της νέας εύθραυστης εκεχειρίας.
Οι εξελίξεις πριν από τη συμφωνία εκεχειρίας
Δύο συν ένα είναι, νομίζουμε, τα γεγονότα που σημάδεψαν τη φάση πριν από τη νέα συμφωνία εκεχειρίας. Το ένα είναι η εισβολή της Τουρκίας στη βόρεια Συρία και το άλλο η αδυσώπητη μάχη για τον έλεγχο στο Χαλέπι, ενώ άρχισε να μπαίνει πιο σοβαρά στους σχεδιασμούς που αφορούσαν την επόμενη φάση η μάχη για την ανακατάληψη της Ράκα, της de facto, δηλαδή, πρωτεύουσας του χαλιφάτου που έχει ιδρύσει ο ISIS.
Η τουρκική ηγεσία, αρπάζοντας την ευκαιρία που της έδινε πολιτικά και χρονικά η ισχυροποίησή της μετά την επικράτησή της έναντι των πραξικοπηματιών και το φονικό στην πόλη Ντεγιαζέπ, και με πρόσχημα το χτύπημα του ISIS στα τουρκοσυριακά σύνορα, έκανε εν μέρει πράξη αυτό που ζητούσε επίμονα από τη Δύση (ΗΠΑ) εδώ και τέσσερα χρόνια. Εισέβαλε στη βόρεια Συρία και κινούμενη στο πλευρό των αντικαθεστωτικών δυνάμεων κατέλαβε μια μεθοριακή περιοχή, μήκους 90 χιλιομέτρων (από την πόλη Αζάζ δυτικά έως την Τζαραμπλούς ανατολικά), αποκόπτοντας το κουρδικό καντόνι Αφρίν -που βρίσκεται δυτικά της τούρκικης αυτής σφήνας- από τα καντόνια της Ροζάβα και του Τζαζίρα που βρίσκονται ανατολικά της. Έτσι, και με την κατ’ απαίτηση της Άγκυρας αυστηρή σύσταση των ΗΠΑ προς τις κουρδικές δυνάμεις του YPG (η ηγεσία των οποίων δήλωσε συμμόρφωση) να αποσυρθούν ανατολικά του Ευφράτη, έκλεισε η πρώτη φάση -όπως την ονόμασε τούρκος αξιωματούχος- της εισβολής, που έγινε με την έγκριση των ΗΠΑ και μάλλον την ανοχή της Ρωσίας.
Έκλεισε δίνοντας, πιο σύντομα ίσως απ’ ό,τι περίμενε κανείς, ένα πικρό αλλά διδακτικό μάθημα στις αυταπάτες που έχουν φωλιάσει σε δυνάμεις του κουρδικού κινήματος για κατάχτηση της αυτοδιάθεσης με τις πλάτες των ιμπεριαλιστών ή/και με την εκμετάλλευση των αντιθέσεών τους. Ευθύς αμέσως η τουρκική ηγεσία έθεσε με νόημα την «ανάγκη συντονισμού» για τις περαιτέρω κινήσεις. Ουσιαστικά έθεσε το ζήτημα μιας «ανανέωσης» αυτής της έγκρισης/ανοχής από τους ιμπεριαλιστές για τον επόμενο στόχο της επέκτασης αυτής της σφήνας σε ακόμα μεγαλύτερο βάθος. Φυσικά την ίδια στιγμή «δοκίμαζε» στην πράξη τις ιμπεριαλιστικές «σκέψεις», εγκρίσεις και ανοχές, επιχειρώντας με τα στρατεύματά της αρκετά νοτιότερα από την πόλη Τζαραμπλούς.
Δεν θα κάνουμε εκτεταμένη αναφορά στις ιδιαίτερες εξελίξεις που αφορούν τη μάχη για το Χαλέπι, μιας και το προηγούμενο φύλλο της «Προλεταριακής Σημαίας» ήταν αρκετά αναλυτικό σ’ αυτό το πεδίο. Αρκούμαστε στο να επισημάνουμε τη στρατηγική θέση της, το γεγονός ότι αποτελούσε τη μεγαλύτερη πόλη σε πληθυσμό, το πιο σοβαρό οικονομικό κέντρο αλλά και τον πιο σημαντικό εμπορικό κόμβο –πριν από τον πόλεμο- της Συρίας. Και να υπογραμμίσουμε πως πιθανόν η παρακάτω εξέλιξη έσπρωξε τους Δυτικούς και ειδικότερα τις ΗΠΑ να επιδιώξουν μια πιο γρήγορη κατάληξη των συνομιλιών τους με τη Ρωσία. Αναφερόμαστε στη μεγάλης έκτασης στρατιωτική επιχείρηση των κυβερνητικών δυνάμεων του Άσαντ που με την υποστήριξη των ρώσικων βομβαρδιστικών οδήγησε στην κατάληψη του στρατηγικού αυτοκινητόδρομου Καστέλο και επιπλέον αφαίρεσε όλα σχεδόν τα εδάφη που με πολλές απώλειες είχαν κατορθώσει να ελέγξουν οι αντικαθεστωτικές δυνάμεις τον προηγούμενο μήνα. Η εξέλιξη αυτή είχε σαν αποτέλεσμα να βρεθούν ακόμα πιο ασφυκτικά αποκλεισμένες από τις γραμμές ανεφοδιασμού τους, κάτι που πιθανό να σήμαινε την αρχή του τέλους για την παρουσία τους στο Χαλέπι.
Μία ημέρα πριν από τη συμφωνία εκεχειρίας, και ενώ ο Ταγίπ Ερντογάν συναντούσε στην Άγκυρα το Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, στα περιθώρια μιας συνόδου στο Λονδίνο, συναντούσε τον τούρκο ομόλογό του. Επιβεβαιώνοντας την κατ΄ αρχήν συμφωνία των ΗΠΑ (που έγινε στη Σύνοδο του G20 στο Χανγκτζού της Κίνας λίγες μέρες πριν) στη συμμετοχή της Τουρκίας στη μάχη για την ανακατάληψη της Ράκα. Κατ’ ελάχιστον με τη μορφή στρατιωτικών συμβούλων και φυσικά με την υποστήριξη από μέρους της των αντικαθεστωτικών δυνάμεων στις οποίες έχει επιρροή (FSA-Ελεύθερος Συριακός Στρατός). Μάλιστα οι δηλώσεις του υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ για συμμετοχή μόνο «των τοπικών δυνάμεων» (βλέπε αντικαθεστωτικοί αντάρτες) συνιστούσαν ένα επιπλέον «άδειασμα» των Κούρδων, οι αντάρτικες δυνάμεις των οποίων περιέχονταν –μέχρι πρότινος- στους αμερικανικούς σχεδιασμούς για την ανακατάληψη της Ράκα.
Οι όροι της συμφωνίας
Άρα βάσιμα μπορούμε να υποθέσουμε πως η νέα αυτή συμφωνία προήλθε από την ανάγκη κάθε πλευράς να μετρήσει «κέρδη και ζημιές» της προηγούμενης φάσης (ενδεικτικά: κατάληψη του μεθοριακού κομματιού από την Τουρκία, καταλήψεις εδαφών από τη συριακή κυβέρνηση), να αποτρέψει δύσκολα αναστρέψιμες εξελίξεις (όπως θα ήταν μια κατάληψη του Χαλεπιού από τον Άσαντ) να «γραδάρει» τις απώλειες και τα κέρδη στο επίπεδο των συμμαχιών ή «συμμαχιών» (π.χ. ΗΠΑ με Κούρδους) και φυσικά να προετοιμαστεί για την επόμενη φάση του πολέμου για τον έλεγχο/διαμοιρασμό της Συρίας.
Η συμφωνία περιλαμβάνει τρεις διαδοχικές μεταξύ τους φάσεις, για τις οποίες η επιτυχία της πρώτης αποτελεί προϋπόθεση για το πέρασμα στη δεύτερη κ.ο.κ. Η πρώτη φάση που «τρέχει» την εβδομάδα μεταξύ 12 και 19 Σεπτεμβρίου αφορά την κατάπαυση του πυρός σε όλη την επικράτεια, με εξαίρεση τις περιοχές που ελέγχουν το ISIS αλλά και οι άλλες εξτρεμιστικές τζιχαντιστικές οργανώσεις. Σημαντική υποχώρηση σ’ αυτό το πεδίο ήταν η αποκήρυξη από μεριάς των ΗΠΑ του Μετώπου Φατέχ Αλ Σαμ, όπως μετονομάστηκε πρόσφατα το συριακό παρακλάδι της Αλ Κάιντα, δηλαδή το Μέτωπο Αλ Νούσρα, που πριμοδοτούνταν υπογείως από την Ουάσιγκτον.
Η συριακή κυβέρνηση δείχνει να σέβεται –όπως από την αρχή δήλωσε- την εκεχειρία, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο πως θα απαντάει σε κάθε πρόκληση και φυσικά πως «θα συνεχίσει τον πόλεμο για την απελευθέρωση όλων των εδαφών από τους τρομοκράτες». Από την άλλη πλευρά, η πιο ισχυρή σε αυτή τη φάση στρατιωτική δύναμη της «μετριοπαθούς» αντιπολίτευσης, η «Αχράρ Αλ Σαμ», δεν έχει υπογράψει την εκεχειρία, υπονομεύοντας εξ αρχής την εφαρμογή της και αναγκάζοντας τη Ρωσία να στείλει μήνυμα προς τις ΗΠΑ ώστε «να διαχειριστούν επιτέλους τους προστατευόμενούς τους»! Μέσα σ’ όλα ξανάκανε την εμφάνισή του και το κράτος-τρομοκράτης της περιοχής, το Ισραήλ, βομβαρδίζοντας θέσεις του συριακού πυροβολικού όταν αυτό, σύμφωνα με τους ισραηλινούς ισχυρισμούς, έριξε βλήμα στα κατεχόμενα από το Ισραήλ Υψώματα του Γκολάν. Ταυτόχρονα σχεδόν η συριακή κυβέρνηση ανακοίνωσε πως η αεράμυνά της κατέρριψε δύο αεροπλάνα της ισραηλινής αεροπορίας (ένα επανδρωμένο και ένα όχι), πράγμα που διέψευσε το Τελ Αβίβ.
Σύμφωνα με τη συμφωνία, σκοπός της εκεχειρίας είναι να ανοιχτούν διάδρομοι μεταφοράς ανθρωπιστικής βοήθειας στο Χαλέπι και στις άλλες δοκιμαζόμενες συριακές πόλεις και περιοχές. Οι πρώτες αντεγκλήσεις υπάρχουν ήδη και σ’ αυτό το πεδίο, με τη Ρωσία να μην επιτρέπει τα δεκάδες τούρκικα φορτηγά να εισέλθουν στο Χαλέπι, υπονοώντας ότι δεν μεταφέρουν μόνο ανθρωπιστική βοήθεια…
Εφόσον η πρώτη φάση «κυλήσει καλά», ακολουθεί η δεύτερη φάση του σχεδίου Κέρι-Λαβρόφ, που περιλαμβάνει τη λειτουργία ενός ρωσοαμερικάνικου Κοινού Κέντρου Επιχειρήσεων που θα συντονίζει τον πόλεμο κατά του ISIS και των άλλων τζιχαντιστικών οργανώσεων! Ήδη ο Κέρι κάλεσε τις οργανώσεις της μετριοπαθούς αντιπολίτευσης να διαχωρίσουν τη θέση τους από την Φατέχ Αλ Σαμ εάν θέλουν να αποφύγουν τους ρωσοαμερικανικούς βομβαρδισμούς.
Η τρίτη φάση περιλαμβάνει το ξεκίνημα ενός νέου γύρου ειρηνευτικών συνομιλιών μεταξύ της κυβέρνησης Άσαντ και της «μετριοπαθούς αντιπολίτευσης» υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, για τη διερεύνηση μιας (αλλά και ποιας και με ποιους όρους) διαδικασίας πολιτικής μετάβασης. Γι΄ αυτή τη φάση η Ρωσία έχει κερδίσει –μέχρι στιγμής- την ανοχή της Τουρκίας στο πρόσωπο του Άσαντ, ως πρόσωπο που θα μπορούσε να παίξει κάποιο ρόλο στη μετάβαση.
Το προχώρημα της δεύτερης φάσης θα αποτελεί σαφή ένδειξη, πρώτον, ότι οι ΗΠΑ θεωρούν πλήρως καμένο το «χαρτί» του ISIS και μπαίνουν σε μια διαδικασία (η Ρωσία το ήθελε από την αρχή) πλήρους καθυπόταξής του. Επίσης θα σημαίνει πως και οι δυο τους προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τις τυχόν σοβαρές έως πολύ σοβαρές περιπλοκές που θα υπήρχαν από τις συνεχιζόμενες και εκ παραλλήλου επιχειρήσεις τους στην ίδια περιοχή, με αφορμή την πάλη ενάντια στον ISIS και με ουσιαστικό σκοπό την κατάληψη των εδαφών που κατείχε αυτός. Περιπλοκές που κανένας τους δεν ήταν έτοιμος να «λύσει» είτε με υποχώρηση είτε με μια κίνηση ανταπάντησης. Και ο νοών νοείτω… Πιθανά και επιπρόσθετα να θεωρούν και οι δύο πως αν βγει από τη μέση ο ISIS, με δεδομένο ότι έχουν ήδη αγγιχτεί κάποιες πορτοκαλί γραμμές (ρωσικές και αμερικάνικες) και με δεδομένη μια σχετική ισορροπία δυνάμεων, μπορεί να ανοίξει ο δρόμος ή για ένα συμβιβασμό και μετάθεση για αργότερα των γεωπολιτικών «εκκρεμοτήτων» ή για μια ανάπαυλα ικανή για την προετοιμασία του επόμενου αιματηρού γύρου της σύγκρουσης από τους βασικούς πρωταγωνιστές της.
Εν κατακλείδι, οφείλουμε να υπογραμμίσουμε πως όλη αυτή η διαδικασία που επιχειρείται να προωθηθεί δεν είναι καθόλου εύκολη και η βιωσιμότητά της στο χρόνο παραμένει ερωτηματικό. Διότι δεν είναι εύκολο να βρεθούν και για πολύ καιρό οι κατάλληλες ισορροπίες, σε μια σύγκρουση στην οποία συμμετέχει με αποκλίνοντα έως αντιθετικά συμφέροντα το σύνολο σχεδόν των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων του πλανήτη (έμμεσα αλλά και άμεσα) και μερικές από τις σημαντικότερες περιφερειακές δυνάμεις της περιοχής της Μέσης Ανατολής. Τα προηγούμενα με τη σειρά τους σημαίνουν πως δεν χωράει κανένας εφησυχασμός, αλλά αντίθετα λείπει εγρήγορση και επιμονή στην ανάδειξη των κινδύνων και των αντιπολεμικών-αντιιμπεριαλιστικών καθηκόντων που τίθενται εκ των πραγμάτων στους λαούς της περιοχής.
Τ.Σ.