Διανύουμε, την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, την πέμπτη ημέρα της τούρκικης χερσαίας εισβολής -που υποστηρίζεται από αεροπορικές δυνάμεις- στο κούρδικο καντόνι Αφρίν, στη βόρεια Συρία, που μετρά ήδη κάμποσα κατεστραμμένα χωριά και δεκάδες νεκρούς και τραυματίες κυρίως μεταξύ των Κούρδων αμάχων.
Αφορμή -και εν μέρει αιτία- αποτέλεσε η ανακοίνωση των ΗΠΑ και της υποστηριζόμενης από αυτές αραβοκουρδικής συμμαχίας των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF), στην οποία θυμίζουμε ηγεμονεύουν οι κούρδικες πολιτοφυλακές των YPG, ότι ήδη εκπαιδεύονται μαχητές που θα συγκροτήσουν την επονομαζόμενη «Δύναμη Συνοριακής Ασφάλειας». Αυτή η συνοριακή πολιτοφυλακή-στρατός σύμφωνα με την ίδια αρχική ανακοίνωση θα διαφυλάττει όλα τα ελεγχόμενα υπό τις SDF εδάφη που βρίσκονται στη βορειοανατολική Συρία και θα επιτηρεί μια «συνοριακή» γραμμή που εκτείνεται ως τα σύνορα με την Τουρκία στα βόρεια και το Ιράκ στα νοτιοανατολικά, αλλά και κατά μήκος της ανατολικής ακτής του ποταμού Ευφράτη που αποτελεί ως τώρα το φυσικό σύνορο μεταξύ των SDF και των εδαφών που έχει επανακτήσει ο συριακός στρατός με την καθοριστική βοήθεια της Ρωσίας και του Ιράν.
Οι ΗΠΑ με αυτόν τον τρόπο έριξαν μπόλικο λάδι στη φωτιά που εξακολουθεί να κατακαίει τη Συρία, μιας και ουσιαστικά ανακοίνωναν μια de facto διαδικασία τεμαχισμού της συριακής επικράτειας. Πρόσφατα γράψαμε πως οι ΗΠΑ «ασφυκτιούν από την κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι τώρα και θα κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να την αλλάξουν!», εννοώντας φυσικά κατά κύριο λόγο τις ρώσικες επιτυχίες στη Συρία και δευτερευόντως την παράλληλη αύξηση της ιρανικής επιρροής.
Και δυστυχώς η επαλήθευση ήρθε πολύ σύντομα. Το καθεστώς Άσαντ αντέδρασε άμεσα δηλώνοντας πως πρόκειται για «κατάφωρη επίθεση στην εδαφική ακεραιότητα της Συρίας», ενώ και η Ρωσία κατηγόρησε ανοιχτά τις ΗΠΑ πως προωθούν τον κατακερματισμό της εν λόγω χώρας. Η πιο οξεία ωστόσο αντίδραση, όπως άλλωστε αναμενόταν, ήρθε από τον Ερντογάν και το τούρκικο κράτος: «Οι ΗΠΑ, μια χώρα που αποκαλούμε σύμμαχο, επιμένουν στη δημιουργία ενός τρομοκρατικού στρατού στα σύνορά μας» δήλωσε ευθύς αμέσως, για να προσθέσει πως η Τουρκία «θα τον στραγγαλίσει πριν καν γεννηθεί».
Στη συνέχεια των δηλώσεών του ανέφερε πως η προετοιμασία των τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων έχει ολοκληρωθεί και πως οι πρώτοι στόχοι αφορούν τις δύο περιοχές ανατολικά του ποταμού Ευφράτη που βρίσκονται υπό τον έλεγχο των SDF/YPG: το κούρδικο καντόνι Αφρίν στη βορειοδυτική Συρία και την πόλη Μπανμπίτζ.
Από την επομένη κιόλας της ανακοίνωσης των ΗΠΑ, άρχισαν οι τούρκικοι βομβαρδισμοί του καντονιού Αφρίν. Περίπου μία εβδομάδα μετά, στις 19 Ιανουαρίου, η Τουρκία με την υποστήριξη της αεροπορίας ξεκινούσε τη χερσαία εισβολή της από την τούρκικη επαρχία Χατάι που συνορεύει από το βορρά με το καντόνι Αφρίν και από ανατολικά με τη βοήθεια 25.000 μαχητών του λεγόμενου Ελεύθερου Συριακού Στρατού (FSA) και διαμέσου της «ζώνης ασφαλείας» που έχει ήδη φτιάξει για να αποτρέψει την ενοποίηση των καντονιών Κομπάνι και Τζαζίρα με το καντόνι Αφρίν. Ενώ λαμβάνει βοήθεια και από το νότο και πιο συγκεκριμένα από τη συριακή επαρχία Ιντλίμπ όπου κυριαρχούν οι φίλα προσκείμενοι στην Άγκυρα τζιχαντιστές της οργάνωσης «Χαγιάτ, Ταχρίρ Αλ Σαμ». Παράλληλα στο εσωτερικό της η Άγκυρα έχει εξαπολύσει ένα κύμα τρομοκρατίας για να ακυρώσει στη γέννησή τους εκδηλώσεις συμπαράστασης στους κούρδικους πληθυσμούς.
Αυτή την εισβολή δεν την απέτρεψε ούτε ο ελιγμός της τελευταίας στιγμής από τη μεριά των ΗΠΑ και διά στόματος του ΥΠΕΞ Ρεξ Τίλερσον που δήλωσε πως έγινε παρεξήγηση και πως πρόκειται για εκπαίδευση τοπικών δυνάμεων για την ασφάλεια, έναντι του ΙΣΙΣ, και όχι περί συνοριακού στρατού! Επίσης σ’ αυτό το ενδιάμεσο πριν από την εισβολή διάστημα η τούρκικη ηγεσία από τη μια καλούσε με οργή αλλά και αγωνία τις ΗΠΑ να «περιορίσουν τη σύγχυση και να αλλάξουν στάση», κάνοντας λόγο πως «έχει φτάσει στα όριά της η υπομονή της», και από την άλλη συνεννοούνταν με τη Ρωσία ώστε η τελευταία να επιδείξει ανοχή –κάτι που εν μέρει έγινε- στην εισβολή που θα ακολουθούσε.
Έτσι, ενώ το ΙΣΙΣ φαινόταν να σβήνει από το χάρτη και οι πολεμικές συγκρούσεις να περιορίζονται στην επαρχία Ιντλίμπ και γύρω από τη Δαμασκό όπου δρουν οι εναπομείνασες αντιπολιτευτικές δυνάμεις, βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα επικίνδυνη εξέλιξη για την οποία δεν μπορεί να γίνει καμιά ασφαλής πρόβλεψη για το πού μπορεί να οδηγήσει. Η τούρκικη ηγεσία, ενθαρρυμένη και από την αμφισημία των ΗΠΑ αλλά και της Ρωσίας στη συνεχιζόμενη εισβολή της, δηλώνει πως οι επιχειρήσεις θα συνεχιστούν έως ότου επιστρέψουν στη Συρία τα 3,5 εκατομμύρια πρόσφυγες!
Ενδεικτικό της ρευστότητας που επικρατεί είναι πως οι ΗΠΑ, ενώ στην αρχή δεν απέκλειαν το ενδεχόμενο αποστολής ενισχύσεων στο Αφρίν, με ό,τι αυτό θα συνεπαγόταν στις σχέσεις της με την Τουρκία, στη συνέχεια άφηναν να εννοηθεί πως θα μπορούσαν να ανεχτούν την επέκταση της τούρκικης «ζώνης ασφαλείας» ώστε να συμπεριλάβει μέρος ή και όλο το καντόνι Αφρίν με τον όρο η επέκταση να αφήσει εκτός την Μανμπίτζ. Επίσης η Ρωσία, ενώ από τη μια ετοιμάζεται πυρετωδώς για τις συνομιλίες στο Σότσι στα τέλη του μήνα και στις οποίες θέλει να νομιμοποιήσει, κόντρα στην Τουρκία, την παρουσία των Κούρδων της Συρίας, από την άλλη κατηγορεί τις ΗΠΑ ότι ενθαρρύνουν τις αποσχιστικές τάσεις των Κούρδων.
Ωστόσο, πρέπει να σημειώσουμε πως η τούρκικη εισβολή, και παρά το γεγονός πως ανέδειξε τη συνεχιζόμενη αντίφαση της πολιτικής των ΗΠΑ να θέλουν την Τουρκία ευθυγραμμισμένη με αυτές και από την άλλη να χρησιμοποιούν του Κούρδους, βοήθησε τη Γαλλία αλλά και τις ΗΠΑ στη συνέχεια να θέσουν ξανά το συριακό ζήτημα και να ξαναβάλουν στο στόχαστρό τους το καθεστώς Άσαντ και τη Ρωσία. Σε ανακοίνωση που εξέδωσε ο γάλλος υπουργός Άμυνας Λε Ντριάν, τόνισε ότι το Παρίσι κάλεσε την Τουρκία να ενεργεί με αυτοσυγκράτηση (!), επισημαίνοντας ότι «η ανθρωπιστική κατάσταση επιδεινώνεται σε πολλές περιοχές της Συρίας ως αποτέλεσμα των στρατιωτικών ενεργειών του καθεστώτος της Δαμασκού και των συμμάχων του»!!!
Έτσι, στο Συμβούλιο Ασφαλείας που συγκλήθηκε με πρόταση της Γαλλίας, και με απούσα τις ΗΠΑ, και το οποίο δεν κατέληξε σε καμιά απόφαση, ο γάλλος εκπρόσωπος έβαλε στο ίδιο τσουβάλι τις μάχες στο Ιντλίμπ και στην περιοχή Γούτα με την εισβολή της Τουρκίας στο Αφρίν. Λίγες μέρες μετά ο Ρεξ Τίλερσον κατηγόρησε τη Δαμασκό ότι ευθύνεται για μια νέα επίθεση με χημικά όπλα εναντίον του θύλακα που ελέγχουν αντάρτες στην Ανατολική Γούτα, ενώ ενέπλεξε και τη Ρωσία. Όπως με ειρωνεία παρατήρησε ο ρώσος πρεσβευτής, το περιστατικό, που επιπλέον δεν έχει επιβεβαιωθεί, όλως τυχαίως συμπίπτει με τη σύνοδο του Παρισιού για τα χημικά όπλα! Παράλληλα στο νέο Συμβούλιο Ασφαλείας που συγκλήθηκε μετά από αίτημα της Ρωσίας και με σκοπό να προτείνει τη δημιουργία «ενός νέου, αληθινά ανεξάρτητου, διεθνούς μηχανισμού έρευνας» για τα χημικά όπλα, στηλίτευσε το γεγονός ότι ο αμερικανός ΥΠΕΞ «αποπειράθηκε να εμπλέξει τη Ρωσία» στο ανεπιβεβαίωτο συμβάν.
Με τις επικείμενες τάχα ειρηνευτικές συνομιλίες του ΟΗΕ στη Γενεύη αλλά και αυτήν που διοργανώνει η Ρωσία στο Σότσι να μην είναι δεδομένο πώς θα διεξαχθούν, βρισκόμαστε ξανά εμπρός σε μια νέα επιδείνωση της κατάστασης στη Συρία. Που έρχεται να επιβεβαιώσει μεταξύ άλλων μια παλιά αλλά πολύ επίκαιρη αλήθεια: λαοί, εθνότητες και μειονότητες μπορούν να διεκδικούν και να κερδίζουν το μέλλον τους κόντρα στους ιμπεριαλιστές και τους υποτακτικούς τους και όχι στοιχιζόμενοι με αυτούς. Διότι, αν επιλέξουν το δεύτερο, τότε κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή από «ευνοούμενοι» να γίνουν κρέας για τα κανόνια.