Με πλήρη κατάρρευση απειλούνται, την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι εκ του σύνεγγυς συνομιλίες στη Γενεύη. Την ίδια ώρα και καθόλου τυχαία, όλες οι δυνάμεις κλιμακώνουν τις επιχειρήσεις τους στο ματωμένο συριακό έδαφος. Και επιπλέον στον διεθνή τύπο διαρρέουν αναφορές τόσο για την «έντονη συζήτηση» μεταξύ Ομπάμα- Πούτιν για Συρία και Ουκρανία, αλλά και για τις απειλές ή το ενδεχόμενο εφαρμογής του plan b για τη Συρία, από τις ΗΠΑ και τους τοπικούς συμμάχους της (Σαουδική Αραβία, Τουρκία).
Μετά από συνεχείς καταγγελίες προς τη συριακή κυβέρνηση για παραβίαση της εκεχειρίας από μέρους της και ζητώντας παράλληλα την άμεση αναθεώρηση του πλαισίου της διαπραγμάτευσης, δηλαδή αξιώνοντας το να μην περιλαμβάνεται ο Άσαντ σε οποιαδήποτε σχέδιο της λεγόμενης πολιτικής μετάβασης, η συριακή αντιπολίτευση ανέστειλε την συμμετοχή της στις διαπραγματεύσεις, παραμένοντας βέβαια μέχρι νεωτέρας στην ελβετική πόλη. Αυτή η κίνηση της αντιπολίτευσης έχει ένα σαφές σημείο εκβιασμού προς την άλλη πλευρά στη βάση και των προαναφερόμενων διαρροών για εφαρμογή του αμερικανικού σχεδίου Β. Επιπλέον μπορεί να είναι και μια κίνηση αντεπίθεσης προς τον Άσαντ ο οποίος διενήργησε -όπως είχε εξαγγείλει- βουλευτικές εκλογές στις 13 Απριλίου, μέσω των οποίων κατάφερε να ενισχύσει την διαπραγματευτική του θέση.
Ταυτόχρονα, με την αναστολή της συμμετοχής τους στις συζητήσεις, 10 ένοπλες οργανώσεις από το συνονθύλευμα αυτό των δυτικόφιλων αντικαθεστωτικών ομάδων που ονομάζονται «συριακή αντιπολίτευση», εξήγγειλαν τη δημιουργία κοινού στρατιωτικού κέντρου και την άμεση έναρξη στρατιωτικών επιχειρήσεων, στο έδαφος της Συρίας. Ήδη οι στρατιωτικές δυνάμεις τους πραγματοποιούν αντεπιθέσεις στη βορειοδυτική Συρία, προπύργιο των κυβερνητικών δυνάμεων και της μειονότητας των Αλαουιτών στην οποία ανήκει και ο ίδιος ο Άσαντ. Από στρατιωτική άποψη και με κάθε επιφύλαξη λόγω των ελάχιστων γνώσεων σ’ αυτό το πεδίο, οι κινήσεις αυτές θα μπορούσαν να ενταχθούν σε μια διαδικασία αντιπερισπασμού και μεταφοράς του πολεμικού επίκεντρου στο έδαφος του αντιπάλου. Διότι γίνονται την στιγμή που ο κυβερνητικός στρατός, παράλληλα με τις μάχες που δίνει στην βόρεια Συρία και γύρω από το Χαλέπι, έχει μπει σε έναν αγώνα δρόμου, με τη βοήθεια των Ρώσων, Ιρανών και της λιβανέζικης Χεζμπολάχ, για να φτάσει πρώτος στην Ράκα, κινούμενος από δυτικά. Στη de facto πρωτεύουσα του Ισλαμικού κράτους επιχειρούν να φτάσουν επίσης από τα δυτικά δυνάμεις της συριακής αντιπολίτευσης, από τα νότια ο Νέος Συριακός Στρατός που υποστηρίζεται από Σαουδική Αραβία και ΗΠΑ και από τα βόρεια και ανατολικά οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF, που συγκροτήθηκαν από τις κουρδική πολιτοφυλακή των Λαϊκών Μονάδων Προστασίας YPG και πολιτοφυλακές μετριοπαθών Αράβων σουνιτών, χριστιανών, Ασσυρίων κλπ), που έχουν επίσης την υποστήριξη των ΗΠΑ αλλά τελευταία και της Ρωσίας! Η τελευταία μάλιστα συνεχίζει την ισχυρή διπλωματική πίεση για εκπροσώπηση των Κούρδων της Συρίας στις διαπραγματεύσεις, προσπαθώντας να βραχυκυκλώσει τις ΗΠΑ και να στριμώξει την Τουρκία. Για να γυρίσουμε στα προηγούμενα, αξίζει να επισημάνουμε πως η κατάληψη της Ράκα, καθόλου εύκολη υπόθεση και μάλλον αρκετά δυσκολότερη από την κατάληψη της Μοσούλης στο Ιράκ που επίσης βρίσκεται σε εξέλιξη υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, θα αποτελέσει ένα από τα σημαντικότερα σημεία «κλειδιά» για τη διαμόρφωση των συσχετισμών επί του εδάφους της Συρίας. Δεν είναι τυχαίο που ο Γάλλος υπουργός άμυνας Ζαν-Ιβ-Λε Ντριαν δηλώνει ανοιχτά: «Η Ράκα και η Μοσούλη πρέπει να πέσουν φέτος».
Αυτό το κλίμα και οι εξελίξεις δεν πρέπει και δεν μπορεί να είναι άσχετες με τις αποκαλύψεις για έντονη συζήτηση μεταξύ Ομπάμα και Πούτιν και πολύ περισσότερο με το όργιο φημών που ακολούθησε την αντίστοιχη δημοσίευση της Wall Street Journal για εφαρμογή του αμερικανικού σχεδίου Β από τις ΗΠΑ και τους «προθύμους». Που, όπως σε παλιότερο τεύχος της εφημερίδας ξαναγράψαμε, περιλαμβάνει την εισβολή της «Συμμαχίας ενάντια στον ISIS», μέσω Ιορδανίας, στο νότο της Συρίας, με επικεφαλής σαουδαραβικές στρατιωτικές δυνάμεις και με την υψηλή εποπτεία και καθοδήγηση (αλλά όχι και εμπλοκή με στρατό) των ΗΠΑ. Σε «πρώτη ανάγνωση» είναι φανερό πως οι διαρροές αυτές λειτουργούν εκβιαστικά προς τη Ρωσία και με στόχο την αποδοχή από μέρους της ενός διακανονισμού στο Συριακό που θα προσφέρει στις ΗΠΑ κάτι περισσότερο σε σχέση με αυτό που «κατέχουν» τη δεδομένη στιγμή. Αν η προσφορά αφορά το πολιτικό μέλλον του Άσαντ ή κάτι άλλο π.χ. επί του εδάφους δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε. Είναι όμως μόνο αυτό; Δηλαδή οι διαρροές αφορούν την εκτόξευση μιας απειλής –έστω και σοβαρής- και τίποτε παραπάνω; Ή εμπεριέχουν και την πλευρά της υλοποίησής της; Επί αυτού έχουμε να παρατηρήσουμε πως μια τέτοια κίνηση θα πρέπει να υπολογίζει στο σοβαρό και πολύ πιθανό ενδεχόμενο μετατροπής της σύγκρουσης σε έναν περιφερειακό πόλεμο στη Μέση Ανατολή με την άμεση συμμετοχή όλων των βασικών περιφερειακών δυνάμεων (τουλάχιστον Τουρκία, Σαουδική Αραβία, Ιράν, αλλά και Ισραήλ) που θα εμπλέξει χώρες όπως η δική μας. Δηλαδή για κίνδυνο μετατροπής της σε μια ανάφλεξη ποιοτικά ανώτερη. Κάτι που με την σειρά του θα σήμαινε πως ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός τροποποιεί με αρκετά έκδηλο τρόπο και μάλιστα λίγο πριν τις εκλογές στο εσωτερικό του, την τακτική που έως τώρα ακολουθούσε στο συριακό ζήτημα και όχι μόνο, προβαίνοντας σε μια «φυγή προς τα εμπρός». Διότι, εκτός των άλλων, θα προχωρούσε σε μια τέτοια κίνηση ενώ –με βάση τα δεδομένα που γνωρίζουμε και παρά τα βήματα που έχει πραγματοποιήσει- δεν έχει καταφέρει να επιλύσει σε μεγάλο βαθμό μιας σειρά εκκρεμότητες που τον ταλάνιζαν στο συγκεκριμένο ζήτημα, όπως οι συμμαχίες, οι αντιπρόσωποι επί του συριακού εδάφους, «η επόμενη μέρα». Και όλα αυτά σε ένα περιβάλλον που ο ρώσικος ιμπεριαλισμός έχει ήδη διαμορφώσει υπέρ του όρους «από τα μέσα», και που δεν είναι εύκολο να προσπεραστούν, ανεβάζοντας το ρίσκο μιας τέτοιας κίνησης στο κόκκινο. Αλλά και τινάζοντας στον αέρα όλες τις προσπάθειες προσέγγισης του Ιράν των τελευταίων δύο χρόνων.
Αυτά νομίζουμε πως θα είναι και τα ζητήματα που εκτός των άλλων ανιχνεύουν οι ΗΠΑ στις συνομιλίες του ΥΠΕΞ Κέρι με τον Ιρανό ομόλογό του, στην επίσκεψη του στη συνέχεια στο Κάιρο, και πολύ περισσότερο όταν με τον Πρόεδρο Ομπάμα θα επισκεφτούν το Ριάντ, για να συνομιλήσουν με την σαουδαραβική ηγεσία αλλά και να συμμετέχουν στη Διάσκεψη Κορυφής του Συμβουλίου των Αραβικών Χωρών του Κόλπου, αυτής της δολοφονικής συμμαχίας των πετρομοναρχιών, που συνεχίζει να αιματοκυλάει τον λαό της Υεμένης. Αυτά νομίζουμε θα αποτελούν και σημαντικό μέρος της ατζέντας των συνομιλιών του Ομπάμα στους μετέπειτα και πολύ σημαντικούς σταθμούς της περιοδείας του: το Βερολίνο και το Λονδίνο.
Τ.Σ.