Δίνουν και παίρνουν οι «δημοκρατικές» κορώνες του Τσίπρα και των στελεχών της κυβέρνησης, όσο πλησιάζουμε προς τις επικείμενες εκλογικές διαδικασίες. Και αν όλα τα τελευταία χρόνια το προσωπείο ενός υποτιθέμενου προοδευτισμού αποτέλεσε βασικό εργαλείο του ΣΥΡΙΖΑ για τη στερέωσή του και τον εκμαυλισμό αριστερών συνειδήσεων, στην παρούσα συγκυρία δεν μπορεί να θεωρείται καθόλου τυχαίο το ότι επιστρατεύεται σε τέτοια ένταση και με αυτή τη συχνότητα.
Καταρχάς, είναι το λιγότερο οφθαλμοφανές ότι αυτή η επιχείρηση οικοδόμησης ενός «αντιφασιστικού» προφίλ από την κυβέρνηση και τον Τσίπρα είναι άρρηκτα δεμένη με τις εν εξελίξει διεργασίες αναδιαμόρφωσης του αστικού πολιτικού σκηνικού, ώστε αυτό να σταθεί ικανό να υπηρετήσει από σταθερότερες και πιο αντιδραστικές θέσεις την πολιτική της επίθεσης και της εξάρτησης για λογαριασμό του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού. Πιο συγκεκριμένα, ο ΣΥΡΙΖΑ στη σημερινή φάση αποπειράται να το αξιοποιήσει ως έναν ακόμα μοχλό πίεσης στις ανακατατάξεις που συντελούνται στο εσωτερικό του πολιτικού συστήματος και σε διπλή κατεύθυνση: από τη μία, επιδιώκει να μεγεθύνει μέσω αυτού το στρίμωγμα προς το ΚΙΝΑΛ και το Ποτάμι, καθώς και τα ανοίγματα στην ευρύτερη δεξαμενή της κεντροαριστεράς, ενώ από την άλλη, να αποκόψει από αυτόν τον «μεσαίο χώρο» τις προσβάσεις που θέλει να διατηρεί και να διευρύνει η ΝΔ, υπενθυμίζοντας την ανοιχτά εθνικιστική της ρητορεία και τους ανοιχτούς διαύλους της με την ακροδεξιά.
Επομένως, τα κροκοδείλια δάκρυα του Τσίπρα για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τον φασιστικό κίνδυνο όχι μόνο δεν πρέπει να πείθουν κανένα, αλλά απαιτείται η ολόπλευρη αποκάλυψη του πραγματικού πολιτικού τους χαρακτήρα. Και αυτός δεν είναι άλλος από το γεγονός ότι είναι απόλυτα ενταγμένα στην επιχείρηση του συστήματος της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης με κατεύθυνση τη συγκρότηση γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ ενός σχετικά σταθερού δεύτερου πυλώνα, έτοιμου, πρόθυμου και αδίστακτου σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των αντιλαϊκών και επικίνδυνων υποθέσεών του.
Σε συνάρτηση με το παραπάνω βρίσκονται και οι ζυμώσεις που διεξάγονται σε επίπεδο ευρωκοινοβουλίου και Ε.Ε., στις οποίες το κυβερνητικό κόμμα σπεύδει να καταλάβει θέση. Το σίγουρο είναι ότι αυτές δεν εξαντλούνται στο επίπεδο της συσπείρωσης που αποσκοπεί να πετύχει η ομάδα των «Ευρωπαίων Σοσιαλιστών» ενόψει ευρωεκλογών, επιφυλάσσοντας και στον ΣΥΡΙΖΑ έναν κάποιο ρόλο, παρά τις γκρίνιες και τις αντιρρήσεις του ΚΙΝΑΛ. Τουναντίον, επεκτείνονται πολύ παραπέρα και αφορούν τις προσπάθειες ιμπεριαλιστικών κέντρων εξουσίας να ανακόψουν φυγόκεντρες τάσεις που κλονίζουν το οικοδόμημα της Ε.Ε. και να διαχειριστούν τις αντιπαραθέσεις που έχουν ανακύψει στο εσωτερικό του, οι οποίες ουκ ολίγες φορές εκφράζονται διαμέσου και των ακροδεξιών κομμάτων και κυβερνήσεων σε διάφορες χώρες.
Σε αυτή την κατεύθυνση, επίσης, οι ηγέτες-εκπρόσωποι του ιμπεριαλιστικού κεφαλαίου προβάλλουν ως φόβητρο στους λαούς την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, με σκοπό να τους ενσωματώσουν στην ευρωκάλπη και σε συστημικές επιλογές, ενώ συνεχίζουν ανενόχλητοι να επωάζουν το αυγό του φιδιού για μελλοντική ή… και σημερινή χρήση, όπως στην Ουκρανία και στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής. Δεν λείπει φυσικά από εδώ και η θεωρία των δύο άκρων, όπως αποτυπώθηκε στην πρόσφατη μέτρηση του σκανδιναβικού think tank Timbro, που στις δυνάμεις του «λαϊκισμού» στην Ελλάδα συμπεριλαμβάνει από τη Χρυσή Αυγή μέχρι… το ΚΚΕ(μ-λ)! Εντός αυτών των διεργασιών, προφανώς, ο ΣΥΡΙΖΑ καταθέτει τα διαπιστευτήριά του, με πολλά στελέχη του να φτάνουν σε σημείο να αναγορεύουν σε εκφραστή της «δημοκρατικής» και «ανθρωπιστικής» Ε.Ε. μέχρι και τον Γιούνκερ.
Θα μπορούσαμε να πούμε, ωστόσο, πως το ζήτημα εμπεριέχει μια ακόμα και εξίσου σοβαρή πτυχή: την επιχείρηση εγκλωβισμού των λαϊκών μαζών που επιχειρεί ο ΣΥΡΙΖΑ στο εσωτερικό της Ελλάδας, με εργαλείο τον ψευδεπίγραφο προοδευτισμό του. Και δεν είναι καθόλου μακριά από την πραγματικότητα η διαπίστωση ότι σε αυτή του την προσπάθεια σημειώνει επιτυχίες σε ό,τι αφορά τη λεηλασία των συνειδήσεων ενός απογοητευμένου και πλήρως συγχυσμένου δυναμικού προοδευτικών ανθρώπων, κραδαίνοντας την απειλή του φασισμού ή και της επανόδου της δεξιάς του Μητσοτάκη. Το βέβαιο, μάλιστα, είναι πως όσο οδεύουμε εγγύτερα στις επερχόμενες εκλογικές διαδικασίες, τόσο τα ψευτοδιλήμματα και οι εκβιασμοί αυτού του είδους θα κορυφώνονται.
Γι’ αυτό και απαιτείται συνολικό μέτωπο αντιπαράθεσης και σε αυτό το παραμύθι που επιλέγει να πουλήσει η κυβέρνηση στο λαό και τη νεολαία, παράλληλα με τα ψίχουλα της εξαθλίωσης που μοιράζει για να νομιμοποιήσει την πολιτική της. Ακόμα και αν μερίδες της αριστεράς της ήττας και της υποταγής, λοιπόν, επιμένουν να κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν και εξακολουθούν να εντάσσουν τον ΣΥΡΙΖΑ στα τζούφια αντιφασιστικά «μέτωπα» που στήνουν, συμβάλλοντας και αυτές με τη σειρά τους στα προπαγανδιστικά τεχνάσματα του Τσίπρα, η εργατική τάξη, ο λαός και η νεολαία οφείλουν να θυμούνται ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτή που:
Καμία αυταπάτη, επομένως, δεν πρέπει να υπάρχει. Και σε αυτό το πεδίο πρέπει να δοθεί το προσεχές διάστημα αποφασιστική μάχη.