Η σύνοδος των υπουργών εσωτερικών της ΕΕ στο Ταλίν της Εσθονίας για να καταδικαστούν τα «εγκλήματα του κομμουνισμού», αν και δεν συγκέντρωσε, τελικά, παρά μόνο οκτώ υπουργούς που υπέγραψαν το τελικό ανακοινωθέν (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Κροατία, Τσεχία, Σλοβακία), τροχοδρομεί τους στόχους τόσο της ΕΕ όσο και γενικότερα του καπιταλιστικού – ιμπεριαλιστικού συστήματος. Να κατορθώσει να προσδώσει στην κομμουνιστική κοσμοαντίληψη και στο κομμουνιστικό κίνημα τον χαρακτήρα της εγκληματικής ιδεολογίας και πρακτικής έτσι ώστε να μπορέσει να το θέσει εκτός νόμου και να το τσακίσει. Ήδη στις χώρες που συμμετείχαν και υπέγραψαν στη σύνοδο του Ταλίν, οι κομμουνιστές είναι σε διωγμό και στην παρανομία. Είναι αυτό που θαυμάζει ο Α. Γεωργιάδης, ότι «εκεί αν πεις ότι είσαι αριστερός, σε κλείνουν μέσα». Από την άλλη, στις χώρες αυτές οι φασίστες συνεργάτες των ναζί αναγορεύονται σε «εθνικούς ήρωες», σε μία προσπάθεια να γραφτεί μία «νέα ιστορία» της Ευρώπης, που θα δικαιώνει τη βαρβαρότητα και τον αγριανθρωπισμό των πιο μαύρων δυνάμεων του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού συστήματος. Καθώς αυτές οι δυνάμεις, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, βρίσκονται ξανά στο προσκήνιο για να βοηθήσουν το σύστημα να ξεπεράσει την κρίση του σε βάρος της εργατικής τάξης και των λαών.
Η προσπάθεια της εξομοίωσης του κομμουνισμού με τον ναζισμό δεν είναι μία καινούρια υπόθεση αλλά κρατάει από παλιά, ιδιαίτερα μετά την περίοδο της «αποσταλινοποίησης» στην πρώην ΕΣΣΔ, όταν οι ρεβιζιονιστές διοχέτευαν στη Δύση «στοιχεία» για τα «εγκλήματα του Στάλιν» στρώνοντας έτσι τον δρόμο για το χτύπημα των κομμουνιστών και την παλινόρθωση του καπιταλισμού. Ήδη, όμως, στη Δύση, η προπαγάνδα του συστήματος, που δεν μπορούσε να ανεχθεί το κύρος της ΕΣΣΔ, του Κόκκινου Στρατού και του Στάλιν, που αποκτήθηκε με ανείπωτες θυσίες στον Β’ ΠΠ, έχει ξεκινήσει από το 1945 με την «φάρμα των ζώων» του Τζόρτζ Όργουελ. Αν και για να μην τον αδικήσουμε, ο Τρόσκι είχε προλάβει τον Όργουελ στην επινόηση του όρου «ολοκληρωτισμός», στην προσπάθειά του να… σώσει την επανάσταση και τον σοσιαλισμό στη Σοβιετική Ένωση.
Με τον όρο «σύγχρονος αντικομμουνισμός» θα μπορούσαμε να περιγράψουμε τον αντικομμουνισμό που κλιμακώνεται την περίοδο μετά τις καταρρεύσεις του `89-`91 έως τα σήμερα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχει σημαντικά ποιοτικές διαφορές από την προγενέστερη περίοδο. Αυτό που καθορίζει τα σημερινά χαρακτηριστικά του είναι η βαθιά υποχώρηση και εν τέλει η ήττα του εργατικού επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος, με την παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ, την ΛΔ της Κίνας και τις υπόλοιπες σοσιαλιστικές χώρες. Το καπιταλιστικό – ιμπεριαλιστικό σύστημα νοιώθει ιδεολογικά και πολιτικά «δικαιωμένο» και ισχυρό απέναντι στην εργατική τάξη και τους λαούς για αυτό έχει εξαπολύσει μία διαρκή επίθεση ιστορικού χαρακτήρα για να πάρει πίσω όσα έχασε, όσα αναγκάστηκε να παραχωρήσει και ακόμα περισσότερα για να ισοφαρίσει τη ζημιά που του προκάλεσε η άνοδος και η νικηφόρα πορεία των εργατικών – λαϊκών αγώνων.
Το σύστημα επένδυσε στη σύγχυση και την απογοήτευση που προκάλεσε η παλινόρθωση του καπιταλισμού στους λαούς, οικοδομώντας το αφήγημα του «τέλους της ιστορίας», το τέλος των ταξικών αγώνων και των απελευθερωτικών κινημάτων, τον καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό μονόδρομο. Είναι αλήθεια ότι βρήκε αρκετούς πρόθυμους να συγκροτήσουν τα νέα υποκείμενα της «κοινωνίας των πολιτών» (ΜΚΟ- ινστιτούτα-προσωπικότητες κλπ), που θα φρόντιζαν να «εξηγήσουν» στους καταπιεσμένους και εκμεταλλευόμενους ότι δεν αξίζει πλέον ο αγώνας και η διεκδίκηση, αυτό που έχει σημασία είναι οι «έξυπνες» και οι «εναλλακτικές» ιδέες που μπορούν να κάνουν αυτό τον κόσμο περισσότερο δίκαιο. Άφθονη χρηματοδότηση –πλήρης εξαγορά– με αποτέλεσμα να ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια σε κάθε γωνιά του πλανήτη, για να κηρύσσουν τον «αντιμιλιταρισμό» εκεί όπου υπήρχαν ένοπλες λαϊκές αντιστάσεις, ενώ εκεί που η φτώχεια και η εξαθλίωση οδηγούσαν σε ανθρωπιστική καταστροφή, οι «ιππότες της νέας εποχής» κήρυτταν και έπρατταν την «αλληλέγγυα και κοινωνική οικονομία». Όμως δεν ήταν μόνο οι «μεταμοντέρνοι» που μπήκαν στην υπηρεσία του συστήματος αλλά και οι παραδοσιακοί μηχανισμοί του, όπως αυτοί των θρησκειών σε Ανατολή και Δύση και των αντίστοιχων ιερατείων, πήραν νέα δύναμη για να συνεχίσουν το «θείο έργο» τους στην κατασυκοφάντηση της κομμουνιστικής κοσμοαντίληψης για να παραδώσουν υποταγμένους τους λαούς στους δυνάστες τους, πάντα με «αγάπη».
Βέβαια, οι ιμπεριαλιστές και οι αστικές τάξεις δεν θα άφηναν την «αναμόρφωση» των εργατών και των λαών του πλανήτη μόνο στα χέρια των ΜΚΟ, των θρησκειών και όλων των ομοίων τους, αλλά ανέλαβαν οι ίδιοι μέσω των μηχανισμών τους, που παίρνουν τεράστια έκταση, να καταστείλουν όσους αμετανόητους επιμένουν στον δρόμο της επανάστασης και του σοσιαλισμού. Λίστες με επαναστατικές και κομμουνιστικές οργανώσεις που κατηγορούνται σαν τρομοκράτες, επεμβάσεις σε χώρες όπου αναπτύσσονται λαϊκά κινήματα και ταυτόχρονα ένα πλέγμα κατασταλτικών νόμων και μηχανισμών που θέλει να προλάβει την εκδήλωση της παραμικρής διαμαρτυρίας, ακόμα και στο εσωτερικό των ιμπεριαλιστικών μητροπόλεων. Ιδιαίτερο βάρος δόθηκε στις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες και αυτές της πρώην ΕΣΣΔ, καθώς αποτελούσαν κρίσιμα γεωπολιτικά σημεία για το στρίμωγμα της Ρωσίας αλλά ταυτόχρονα μπορούσαν να αποτελέσουν και «σημαιοφόρους» του νέου κόσμου.
Ο αντισοβιετισμός και ο αντικομμουνισμός αποτελούσαν στις χώρες αυτές τον συνδετικό κρίκο των νέων αστικών τάξεων που επιζητούσαν την κυριαρχία τους πάνω στον λαό στο εσωτερικό και νέους ρόλους στην περιοχή, κάτω βέβαια από την υψηλή προστασία των ιμπεριαλιστών και ιδιαίτερα των Αμερικάνων. Είναι αλήθεια ότι τόσο οι ιμπεριαλιστές όσο και ντόπιες αστικές τάξεις σε αυτές τις χώρες «βρήκαν και έκαναν», καθώς παρουσιάστηκαν περίπου σαν απελευθερωτές από καθεστώτα που από Λαϊκοδημοκρατικά – Σοσιαλιστικά είχαν μετατραπεί στο αντίθετό τους. Εδώ είναι αναγκαία μία παρατήρηση. Τόσο στην Δύση όσο και στην Ανατολή, αυτό που καταδικάζεται, κύρια, σαν «εγκληματική περίοδος» είναι η περίοδος της οικοδόμησης του σοσιαλισμού επί Στάλιν και η νίκη στον Β’ ΠΠ. Ελάχιστες έως καθόλου αναφορές στη ρεβιζιονιστική ηγεσία της ΕΣΣΔ, που άνοιξε τον δρόμο στην παλινόρθωση του καπιταλισμού. Μάλιστα επεμβάσεις όπως αυτή της Πράγας τον Αύγουστο του 1968, από τις δυνάμεις του Συμφώνου της Βαρσοβίας, χρεώνονται γενικώς στον «σταλινισμό» και όχι στους πολιτικούς εκπροσώπους της νέας αστικής τάξης. Δείγμα και αυτό των πραγματικών στόχων της αντισταλινικής – αντικομμουνιστικής υστερίας.
Είναι σίγουρο ότι ο αντικομμουνισμός, που αποτελεί συστατικό ιδεολογικό – πολιτικό στοιχείο του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού συστήματος, θα παίρνει έκταση και βάθος όσο προχωράει η επίθεση του συστήματος στην εργατική τάξη και τους λαούς. Καθώς θέλει να αποφύγει την σύνδεση των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων με την απελευθερωτική κομμουνιστική κοσμοαντίληψη, που μπορεί να ανασυγκροτήσει το εργατικό, επαναστατικό, κομμουνιστικό κίνημα της εποχής μας. Αυτή τη σύνδεση θέλει να αποφύγει σαν «ο διάβολος το λιβάνι», καθώς αποτελεί τον βασικό όρο για να πάρουν δύναμη και ορμή οι επιμέρους αντιστάσεις στην ολομέτωπη επίθεση του συστήματος. Στην προσπάθειά του αυτή, το σύστημα θα μεταχειριστεί κάθε μέσο, από την ανοικτή καταστολή και την ένταση της φασιστικοποίησης μέχρι τη χρησιμοποίηση όλων των ιδεολογικών μηχανισμών που έχει στην υπηρεσία του. Η ένταση και η κλιμάκωση του αντικομμουνισμού αποτελεί και την απόδειξη της έντασης και της κλιμάκωσης που θα πάρει η επίθεση ενάντια στην εργατική τάξη και τους λαούς.
Στη σύνοδο του Ταλίν «αντέδρασε» η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με περίσσεια υποκρισία, καθώς την ίδια περίοδο αποτελεί τον βασικό πυλώνα της επίθεσης ενάντια στον λαό για τα συμφέροντα του ξένου και ντόπιου κεφαλαίου, την ίδια περίοδο ενισχύει τα δεσμά της εξάρτησης από τους ιμπεριαλιστές. Η «αντίδραση» του ΣΥΡΙΖΑ όμως είχε και τα «ιδεολογικά» της στοιχεία, αυτά του «σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο» καταδικάζοντας τα «σταλινικά εγκλήματα», για να επιβεβαιώσει ότι το ρεβιζιονιστικό κύμα του «ευρωκομουνισμού» μια χαρά μπορεί να υπηρετήσει τα συμφέροντα του συστήματος και να ενταχθεί στο αστικό πολιτικό σύστημα. Επίσης, την αντικομμουνιστική σύνοδο του Ταλίν αντιτάχθηκαν και την καταδίκασαν και μια σειρά κόμματα, οργανώσεις και προσωπικότητες της Αριστεράς στην χώρα μας. Όμως και στις περιπτώσεις αυτές, αυτό που θέλουμε να παρατηρήσουμε είναι ότι περίσσεψε ο αντισταλινισμός, μετατρέποντας έτσι σε «αέρα κοπανιστό» τις καταγγελίες αυτές, αφού ο βασικός στόχος της καταδίκης των «σταλινικών εγκλημάτων» είχε επιτευχθεί. Εξάλλου, δεν είναι μυστικό ότι ο αντισταλινισμός αποτέλεσε ένα σίγουρο «διαβατήριο» για πολλές πολιτικές καριέρες, εντός και «εκτός» πλαισίων του συστήματος.
Οι κομμουνιστές, το εργατικό, επαναστατικό και κομμουνιστικό κίνημα έχουν προσφέρει στην ανθρώπινη κοινωνία, με κόστος απίστευτες θυσίες, την προοπτική της απελευθέρωσής της από την βαρβαρότητα και το προχώρημά της από την προϊστορία των ταξικών κοινωνιών στην πραγματική ιστορία της αταξικής κοινωνίας. Αυτή η προσφορά αποτελεί την πιο σημαντική παρακαταθήκη, που δεν μπορεί να αμαυρώσει καμία αντικομμουνιστική υστερία ενώ ταυτόχρονα αποτελεί και τη μοναδική ελπίδα για τους εκμεταλλευόμενους και καταπιεσμένους αυτού του πλανήτη.