15 ΙΟΥΝΗ 2014

Τι γυρεύουν οι αλεπούδες στο… κοτέτσι; Για τις περιπτώσεις Μώραλη-Μαρινάκη και Μπέου

Τα αποτελέσματα των δημοτικών εκλογών στον Πειραιά και τον Βόλο ανέδειξαν δημάρχους τον Μώραλη και τον Μπέο, προκαλώντας αρκετή συζήτηση και προβληματισμό για το τι σηματοδοτεί μία τέτοια εξέλιξη.
Ακούγοντας τον Μιχαλολιάκο, τον σημερινό δήμαρχο Πειραιά, το βράδυ του πρώτου γύρου των δημοτικών, να ζητάει την προστασία του Σαμαρά, αντιλαμβάνεται κάποιος ότι τα πράγματα είναι σοβαρά. Ακόμα πιο σοβαρά γίνονται, όταν η Γιάννα Αγγελοπούλου βγαίνει στον «αέρα» για να καταγγείλει τον Μαρινάκη, τους μπράβους και τους χρυσαυγίτες που τον πλαισιώνουν και υποτιμούν τον «επιχειρηματικό κόσμο».
Είναι φανερό ότι το «λάφυρο» του δήμου του Πειραιά από τους εφοπλιστές (Μαρινάκης, Νταϊφάς) και τον «παντός καιρού» Κόκκαλη δεν «χωνεύεται» εύκολα από άλλες μερίδες του κεφαλαίου, σε μία περίοδο που όλα έχουν βγει για ξεπούλημα και ο ανταγωνισμός για τα «φιλέτα» είναι μεγάλος. Αντίθετα, ο Μελισσανίδης δεν χρειάζεται να βγει δήμαρχος Νέας Φιλαδέλφειας για να προωθήσει την κατασκευή του «ναού», τα καταφέρνει μια χαρά με απευθείας συμφωνίες τόσο με τους κυβερνητικούς όσο και με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Στην περίπτωση του Μπέου, ένας γνωστός «τύπος» που αναδείχτηκε επιχειρηματικά στα «πολιτιστικά κέντρα» της νύχτας και σαν παράγοντας του ποδοσφαίρου, συγκεντρώνει γύρω του τοπικά στελέχη της ΝΔ, ακροδεξιούς και χρυσαυγίτες, κόσμο που προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ αλλά και την Αριστερά καθώς και απλό κόσμο. Έτσι, με «όχημα» την τοπική ποδοσφαιρική ομάδα, αφού προφυλακίστηκε για συμμετοχή σε στημένους αγώνες, καταφέρνει να βγει δήμαρχος σε μία περιοχή με αριστερές και δημοκρατικές παραδόσεις δεκαετιών.
Από την μία πλευρά ένας «κεντροαριστερός», με την πλήρη κάλυψη ισχυρών επιχειρηματικών προσώπων και πιθανής «ουράς» που ακόμα δεν έχει φανεί και από την άλλη ένας άνθρωπος της νύχτας και όλου του ποδοσφαιρικού παρασκηνίου, με τις λαϊκές ψήφους αναδεικνύονται δήμαρχοι. Και στις δύο περιπτώσεις, τα αντιδραστικά και φασιστικά στοιχεία της κάθε περιοχής είτε στήριξαν είτε μπήκαν στους δημοτικούς συνδυασμούς. Και στις δυο περιπτώσεις, οι «ομαδάρες» έγιναν το προκάλυμμα μίας πολιτικής κίνησης με στόχο την κατάληψη του δημαρχιακού αξιώματος. Επιπλέον κοινά χαρακτηριστικά και των δύο περιπτώσεων αποτελούν ότι και οι δύο πόλεις έχουν λιμάνια, με αυτό του Πειραιά να αποτελεί στρατηγικής σημασίας όχι μόνο για το ντόπιο κεφάλαιο αλλά κυρίως για το ξένο. Συνδέονται με την «βαριά βιομηχανία» του τουρισμού που αποτελεί κεντρικό άξονα του «στρατηγικού σχεδιασμού» της ντόπιας αστικής τάξης.
Έχουμε πρόβες και απόπειρες για απευθείας άσκηση εξουσίας από εκπροσώπους μερίδων του κεφαλαίου νόμιμων ή «παράνομων» στην χώρα; Μία μεταφορά του «μπερλουσκονισμού» και στην Ελλάδα; Και επιπλέον, είναι τόσο εύκολο αυτές οι απόπειρες να βρίσκουν μαζική λαϊκή απήχηση και στήριξη;
Με τον όρο «μπερλουσκονισμός», κάποιοι εννοούν την είσοδο του Μπερλουσκόνι, ενός παράγοντα του κεφαλαίου και ιδιοκτήτη ποδοσφαιρικής ομάδας, στην πολιτική ζωή της Ιταλίας και την απευθείας ανάληψη της εξουσίας χωρίς την πολιτική διαμεσολάβηση. Όμως η εξέλιξη αυτή είχε μεγαλύτερο βάθος και πιο μακριά στόχευση. Η «εκ θεμελίων» αναδιάταξη του αστικού πολιτικού συστήματος της Ιταλίας σημαδεύτηκε από την διάλυση των κομμάτων της χριστιανοδημοκρατίας, των σοσιαλιστών και των ρεβιζιονιστών, την εμφάνιση νέων κομμάτων και πολιτικού προσωπικού και μία προσπάθεια της κεφαλαιοκρατικής αστικής τάξης της Ιταλίας να ανασυγκροτηθεί μέσα στις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν από τις καταρρεύσεις του ΄89-΄91, να πάρει θέση στη νέα ιμπεριαλιστική εξόρμηση και να αποκτήσει «λόγο» στην Ευρώπη και τον κόσμο, βγαίνοντας από το περιθώριο. Αυτή η «επιθετική» κίνηση της ιταλικής αστικής τάξης, που είχε την στήριξη αλλά και την παρέμβαση των ΗΠΑ, διαμόρφωσαν ένα ακόμα πιο αντιδραστικό πολιτικό πλαίσιο, με εμφάνιση κομμάτων όπως η Λίγκα του Βορρά του Μπόσι, την Forza Italia του Μπερλουσκόνι, την «Δημοκρατική Αριστερά» του Ντα Αλέμα που έγινε «Ελιά», την «Ιταλία των Αξιών» του εισαγγελέα ντι Πιέτρο κ.ά. Σε μία περίοδο που το κεφάλαιο και ο ιμπεριαλισμός άνοιγαν τη «νέα εποχή» του «τέλους της ιστορίας» και του «τέλους των ιδεολογιών», με την επίθεση στην εργατική τάξη και τους λαούς, την επίθεση στις επαναστατικές και κομμουνιστικές ιδέες, έβαζαν ταυτόχρονα σε εφαρμογή και την «αποπολιτικοποίηση» της πολιτικής ζωής.
Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με πρόβες για μία ανάλογη εξέλιξη στην χώρα μας; Στο ρευστό πολιτικό τοπίο το οποίο διαμορφώνεται με την συνεχή απαξίωση των πολιτικών «πυλώνων» του συστήματος και τα «κενά» που διαμορφώνονται, δεν πρέπει να αποκλείουμε καμία περίπτωση. Από την άλλη όμως, δεν πρέπει να μας ξεφεύγει και η αποτυχία άλλων εγχειρημάτων εκπροσώπων του κεφαλαίου να συγκροτήσουν πολιτικές κινήσεις, (περίπτωση Βγενόπουλου) πολύ πρόσφατα και μέσα στην δίνη της κρίσης και των μνημονίων. Από τις μέχρι σήμερα κινήσεις των βασικών παραγόντων του ντόπιου κεφαλαίου δεν προκύπτει ένα σχέδιο για μία απευθείας ανάληψη της διαχείρισης του πολιτικού συστήματος. Οι «πονοκέφαλοί» τους αφορούν από την μία τον υποβαθμισμένο ρόλο τους κάτω από το βάρος της κρίσης και του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού και από την άλλη την διαμόρφωση ενός σταθερού πολιτικού σκηνικού που θα εξασφαλίσει την απρόσκοπτη επίθεση στους εργαζόμενους. Οι περιπτώσεις του Πειραιά και του Βόλου μπορούν να αποτελέσουν «εργαστήρια» με τοπικά χαρακτηριστικά αλλά και με γενικότερες στοχεύσεις για κάθε περίπτωση, δεν μπορούμε όμως να τις εκτιμήσουμε σαν συνολική και συγκροτημένη προσπάθεια των δυνάμεων του ντόπιου κεφαλαίου. Εξάλλου η σύγκρουση Αγγελοπούλου-Μαρινάκη αναδεικνύει τις σοβαρές αντιθέσεις και τους ανταγωνισμούς μερίδων του κεφαλαίου σε σχέση με το ποιος θα έχει τον πρώτο «λόγο» στην χάραξη της στρατηγικής του ντόπιου κεφάλαιου το επόμενο διάστημα, ποιος θα είναι ο ευνοημένος και ποιος ο ριγμένος.
Για την στάση του λαού στις περιπτώσεις Μώραλη και Μπέου, πρέπει να αναγνωρίσουμε την ευκολία με την οποία οι «προεδράρες» και όχι μόνο του Ολυμπιακού και του Βόλου αλλά και του ΠΑΟ και της ΑΕΚ και του ΠΑΟΚ μπορούν και χειραγωγούν κόσμο στις δικές τους στοχεύσεις, που κινούνται πάντα σε αντιδραστική κατεύθυνση. Αυτό που δεν πρέπει να μας διαφεύγει είναι ότι από τότε που παράγοντες του κεφαλαίου αποφάσισαν να ασχοληθούν με το ποδόσφαιρο, από τις πρώτες ενέργειές τους ήταν να συγκροτήσουν «στρατούς» οπαδών για «πάσα χρήση». Ιδιαίτερα σήμερα, αυτοί οι «στρατοί» αποδεικνύονται ιδιαίτερα χρήσιμοι είτε για να αποτελούν «ασπίδα» προστασίας και ασυλίας είτε για να τραμπουκίζουν κατοίκους που διαμαρτύρονται για τα «έργα» των προέδρων όπως στην περίπτωση της Νέας Φιλαδέλφειας. Αυτοί οι «στρατοί» συγκροτούνται όχι μόνο στην βάση της «κερκίδας» αλλά και του «μεροκάματου» που μπορεί να δώσει σε διάφορους αυτή η «κερκίδα» και η σχέση με τον πρόεδρο. Στην βάση αυτή και στην απαγόρευση της πολιτικής, γιατί «μόνη θρησκεία» είναι η ομάδα, είναι σχετικά εύκολη η συνάντηση με κάθε αντιδραστικό και φασιστικό στοιχείο, χωρίς φυσικά να λείπουν πολλές και σημαντικές εξαιρέσεις οπαδών ομάδων με δημοκρατικά και αντιφασιστικά χαρακτηριστικά.
Από την άλλη μεριά, τόσο ο Μώραλης όσο και ο Μπέος αξιοποίησαν την αγανάκτηση και το «μπούχτισμα» του κόσμου με το τοπικό πολιτικό προσωπικό. Ένα πολιτικό προσωπικό υποτακτικό στην κεντρική εξουσία, υπάκουο στις εκάστοτε κυβερνήσεις και τις εντολές των ξένων «προστατών». Ένα πολιτικό προσωπικό μακριά και ενάντια στον λαό, τα προβλήματα και τις αγωνίες του. Ένα πολιτικό προσωπικό που ποτέ δεν μπήκε ασπίδα για να μην χειροτερέψει η ζωή των δημοτών, των εργαζόμενων, των νέων, αλλά εφάρμοσε όλη την αντεργατική νομοθεσία και έκανε τους δήμους «εργαστήριο» της αντιλαϊκής πολιτικής κυβέρνησης – ΕΕ –ΔΝΤ.
Ο Μώραλης και ο Μπέος «επένδυσαν» στην απελπισία και το αδιέξοδο, στην έλλειψη εμπιστοσύνης στην λαϊκή δύναμη, στην ευκολία της ανάθεσης, στην οπισθοχώρηση του κινήματος αντίστασης και διεκδίκησης. Εκμεταλλεύτηκαν περίφημα το «πνεύμα» της εποχής μας. Μιας εποχής όπου η επίθεση έχει σαρώσει κατακτήσεις και δικαιώματα που αποκτήθηκαν με σκληρούς αγώνες και ανείπωτες θυσίες. Στο έδαφος αυτής της επίθεσης εμφανίζονται σαν «σωτήρες», και ας προέρχονται από τα «μαύρα σκοτάδια» του συστήματος.
Πολλοί από την αριστερά «μας» έριξαν το «ανάθεμα» στον κόσμο για τις επιλογές του τόσο στον Πειραιά όσο και στον Βόλο. Απόρροια της αντίληψης ότι την αντίδραση θα την σταματήσει, με ευκολία, η κάλπη στην οποία «ελεύθερος» ο ψηφοφόρος θα εκφραστεί. Μία αυταπάτη που αρνείται να αναγνωρίσει ότι στην κάλπη καταγράφονται οι ταξικοί και πολιτικοί συσχετισμοί που έχουν δημιουργηθεί στην πραγματική ζωή και όλα εξαρτώνται από την «βούληση» των ψηφοφόρων. Και φυσικά τους βολεύει αυτή η στάση, γιατί έτσι βρίσκουν την ευκαιρία να αποσείσουν από πάνω τους την ευθύνη για αυτές τις εξελίξεις και να την φορτώσουν στον κόσμο. Όμως πρέπει, ιδιαίτερα από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ, να απαντήσουν πώς γίνεται ο κόσμος, που τόσο κατακρίνουν, να ψηφίζει ΣΥΡΙΖΑ για ευρωεκλογές και Μώραλη ή Μπέο για δημάρχους. Γιατί αυτό δείχνουν τα αποτελέσματα στους δύο δήμους και τις ευρωεκλογές. Στην Α’ Πειραιώς, ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε 26% στις ευρωεκλογές και 17% ο Δρίτσας για τον δήμο, ενώ στον Βόλο, ο ΣΥΡΙΖΑ 32,5% στις ευρωεκλογές και 18% η ΝΔ, η οποία κατεβαίνει διασπασμένη στις δημοτικές, τον δήμο τον παίρνει ο Μπέος.
Η απόσταση που έχουν να διανύσουν οι λαϊκές δυνάμεις για να οργανώσουν την πάλη τους στις γειτονιές και τις πόλεις απέναντι στην αντιδραστική επιδρομή είναι και μακριά και δύσκολη. Η εποχή μας ωστόσο απαιτεί να διανυθεί σε σύντομο διάστημα για να αποτραπεί η χειραγώγηση του λαϊκού κόσμου από τους κάθε είδους «σωτήρες».

Προλεταριακή Σημαία 735, 7/6/2014

Αναζήτηση
Κατηγορίες
Βιβλιοπωλείο-Καφέ

Γραβιάς 10-12 - Εξάρχεια
Τηλ. 210-3303348
E-mail: ett.books@yahoo.com
Site: ektostonteixon.gr