Του Δημήτρη Μάνου
Μεγάλο πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων αποφάσισε η ΕΚΤ.
Με αγορές 60 δισ. ευρώ το μήνα και για ενάμιση περίπου χρόνο, μέχρι το Σεπτέμβρη του 2016, η ΕΚΤ θα αγοράζει κρατικά ομόλογα αλλά και ιδιωτικούς τίτλους. Τα χρήματα με τα οποία θα πληρώνει τις Κεντρικές (εθνικές) Τράπεζες θα τα εισπράττουν οι τελευταίες με προϋπόθεση να τα διοχετεύσουν στην αγορά ή να τα καταθέσουν στην ΕΚΤ με μηδενικό επιτόκιο (αυτός είναι όρος για να υποχρεωθούν να τα διοχετεύσουν στην αγορά και την παραγωγή).
Όλο το πρόγραμμα είναι αξίας 1,1 τρισ. ευρώ. Τυπικά, για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα του αποπληθωρισμού (πτώση τιμών και ζήτησης) και της αποεπένδυσης-ύφεσης. Και οι ίδιοι γνωρίζουν ότι το πρόβλημα είναι βαθύτερο από εκείνο της παροχής ρευστότητας.
Θριαμβευτικές κραυγές για την «αλλαγή πλεύσης» στην ευρωζώνη ακούγονται ήδη μαζί με την επισήμανση της αλλαγής ρότας και κατεύθυνσης στην ΕΕ. Είναι όμως έτσι; Να υπενθυμίσουμε μερικά πράγματα που έχουν γραφτεί κατά καιρούς από τη δική μας μεριά:
1.Η αντιπαράθεση για την αλλαγή πλεύσης στην οικονομική κατεύθυνση της ευρωζώνης δεν αφορά τους λαούς και τις εργατικές μάζες. Όταν, π.χ., οι γάλλοι και οι ιταλοί πολιτικοί μιλούν για «σταμάτημα της λιτότητας» ενδιαφέρονται για δύο πράγματα: το ένα είναι να «αμοιβαιοποιήσουν», όπως λέγεται, το δικό τους χρέος ως μέρος του γενικότερου χρέους της ευρωζώνης και με αυτό τον τρόπο να «πάρουν πίσω» έστω ένα κομμάτι από τα κέρδη που οι Γερμανοί απέκτησαν διαμέσου των μεγάλων πλεονασμάτων αλλά και των πλεονεκτημάτων που αποκομίζουν τα χρηματοπιστωτικά τους ιδρύματα από τις διακυμάνσεις των λεγόμενων αποδόσεων (spreads). Το άλλο που τους ενδιαφέρει είναι να ανοίξουν μεγαλύτερο διαμέτρημα στην… κάνουλα της χρηματοπιστωτικής ρευστότητας
Οι γερμανοί καπιταλιστές και κυβερνήτες ενδιαφέρονται για τα εντελώς… αντίθετα. Δηλαδή οι Γερμανοί χρησιμοποιούν τη δημοσιονομική πολιτική της ΕΕ ως εργαλείο οικονομικοπολιτικής κυριαρχίας. Έχοντας ως δεδομένη την ισχυρότερη θέση της οικονομίας τους (πράγμα βέβαια που δεν ανταποκρίνεται στη -σχετικά αδύναμη- γεωστρατηγική και στρατιωτική τους βαρύτητα), επιβάλλουν έλεγχο στις επενδύσεις που θα αντλούνται από τον «ενωσιακό» κορβανά. Φυσικά εις βάρος των ιδιαίτερων εθνικών επιλογών στον τομέα αυτό των Γάλλων και των Ιταλών.
Κοινή συνισταμένη και των δύο πλευρών είναι η εμμονή στις «μεταρρυθμίσεις» (δηλαδή απορυθμίσεις και αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις) και «αναδιαρθρώσεις» (επίθεση στα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα). Από αυτή την άποψη, δεν πρέπει να υπάρχει καμία σύγχυση. Άλλο γάλλοι και ιταλοί καπιταλιστές εννοούν ως λιτότητα και άλλο αντιμετωπίζουν ως λιτότητα ακόμα και οι δικοί «τους» λαοί.
2.Εδώ και καιρό σοβεί μια αντιπαράθεση (κομμάτι της γενικότερης γεωπολιτικής και στρατηγικής αντιπαράθεσης) μεταξύ Αμερικάνων και Ευρωπαίων για τους ίδιους ή παραπλήσιους λόγους.
Οι πρώτοι ενδιαφέρονται και αυτοί για την αμοιβαιοποίση του χρέους της ευρωζώνης και πιέζουν τους γερμανούς ιμπεριαλιστές να «απελευθερώσουν» και άλλα κεφάλαια για την αντιμετώπιση του ευρωπαϊκού χρέους ως μέρους του παγκόσμιου χρέους. Να αναλάβουν το κόστος της αντιμετώπισής του ενιαία και να επιτρέψουν φυσικά με αυτό τον τρόπο στα δικά τους κερδοσκοπικά σχήματα να εισχωρήσουν και να λάβουν μέρος στο… «πάρτι». Μια αλλοίωση που με τίποτα δεν τη θέλουν οι Γερμανοί.
Φανταστείτε μόνο την περίπτωση συναίνεσης της Γερμανίας σε έκδοση ευρωομολόγου για το –ενιαίο σε αυτή την περίπτωση- χρέος της ευρωζώνης. Σε αυτό το «πάρτι» θα δηλώσουν… άμεσα συμμετοχή τα αγγλοσαξονικά και αμερικάνικα κερδοσκοπικά σχήματα, νοθεύοντας κάθε ευρωπαϊκή αρχή ελέγχου και –το σπουδαιότερο- διακρατώντας έτσι στα χέρια τους και στις διαθέσεις τους ένα πολύ μεγάλο μέρος –και γερμανικών- κεφαλαίων. Ή, ορθότερα, κρατώντας στα χέρια τους τις διακυμάνσεις των ομολόγων και των επιτοκίων τους.
Όσοι λοιπόν έσπευσαν (από Γαλλία μεριά κυρίως) να δηλώσουν πως ήρθε τώρα η ώρα «οι Γερμανοί να πειθαρχήσουν στους κανόνες της ΕΚΤ» έχουν απλώς… βιαστεί. Χωρίς βέβαια να υποτιμάται το υπαρκτό γεγονός της κίνησης Ντράγκι και των νέων δεδομένων που θέτει. Γιατί δεν είθισται οι ιμπεριαλιστές να αποχωρούν και να παραιτούνται τόσο εύκολα των… δικαιωμάτων τους. Ήδη, ενώ η απόφαση στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ πάρθηκε ομόφωνα, η οργανωτική απόφαση για την άμεση εφαρμογή της είναι προς το παρόν πλειοψηφική. Κάποιοι δεν βιάζονται. Μέχρι την περίφημη τραπεζική ενοποίηση –που, μην ξεχνάμε, είναι περισσότερο πολιτική θέληση της Γαλλίας παρά της Γερμανίας, που θα επέλεγε αν ήταν στο χέρι της μια περιορισμένη ενοποίηση με ισχυρή όμως εποπτεία- έχει να κυλήσει πολύ… νερό. Και όχι μόνο στα αυλάκια των οικονομικών εξελίξεων. Πρωτίστως όχι σε αυτά πιθανότατα.
Δεν υπόκειται –η απόφαση Ντράγκι- μόνο στις γεωπολιτικές προϋποθέσεις και περιορισμούς. Ο ίδιος ο υποτιθέμενος στόχος τελεί υπό αίρεση. Έχει ξανασυμβεί οι Κεντρικές Τράπεζες να προτιμούν τη μηδενική… επιτοκιακή ασφάλεια της ΕΚΤ παρά τη διακινδύνευση –σε τέτοιους μάλιστα καιρούς- της διοχετευμένης στην πραγματική οικονομία ρευστότητας. Και δεν θα μας εκπλήξουν αν και πάλι το επιλέξουν.
Οι ελληνικές προσδοκίες
Η Ελλάδα δεν εξαιρέθηκε από το πρόγραμμα, όμως υπό κάποιες… προϋποθέσεις. Να έχει τελειώσει η αξιολόγηση και να βρίσκεται σε μνημονιακό πρόγραμμα μέχρι το τέλος του Ιουνίου. Στην ουσία ο Ντράγκι κάνει πράξη κάτι που είχε ο ίδιος πριν από πολύ καιρό δηλώσει. Ότι δεν θα υπάρχουν «εξαιρέσεις» στους όρους για κανέναν.
Οι ανακοινώσεις αυτές συμπίπτουν με την τρίτη (και πιο ρεαλιστική) φάση των πιέσεων προς τη νέα –πια- ελληνική κυβέρνηση. Γιατί, αν σχετικά γρήγορα κατά την προεκλογική περίοδο, από την υπερβολική φοβική καλλιέργεια (π.χ. Grexit) περάσαμε στις γέφυρες αποδοχής μιας «αριστερής» κυβέρνησης και στους ύμνους στο ελεύθερο δικαίωμα των λαών να… ψηφίζουν τους δυνάστες τους, σήμερα βρισκόμαστε στη φάση του «τόσο-όσο». Διαφαίνεται ο πραγματικός τρόπος μέσω του οποίου θα ασκηθούν οι μελλοντικές πιέσεις: με την απειλή χρηματοπιστωτικής ασφυξίας στην ελληνική κυβέρνηση που προέκυψε μετά τις εκλογές.
Εννοείται πως το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ελληνικών ομολόγων προσφέρεται ιδανικά τόσο για να αποχτήσει κίνητρο και περιεχόμενο η προσαρμογή και η υποταγή του ΣΥΡΙΖΑ όσο και προς το αντίθετο, την άσκηση πιέσεων για ενδεχόμενες υπαναχωρήσεις.
Λαμβάνοντας υπόψη πως το πρόγραμμα Ντράγκι θέτει δύο πολύ σημαντικούς περιορισμούς (οι οποίοι ισχύουν για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης) ότι η ΕΚΤ δεν θα αγοράζει ομόλογα: 1) που θα ξεπερνούν το 33% του συνολικού εμπορεύσιμου χρέους τής κάθε χώρας, 2) που θα ξεπερνούν το 25% της αξίας του κάθε ομολόγου, ερώτημα αποτελεί αν για φέτος η χώρα μπορεί να επωφεληθεί του πακέτου Ντράγκι. Κι αυτό γιατί το εμπορεύσιμο χρέος της χώρας που βρίσκεται στα χέρια της ΕΚΤ αποτελεί το 42% του συνολικού χρέους. Άρα υπόκειται στον περιορισμό του 33%.
Ήδη ο ΣΥΡΙΖΑ το… πήρε το μήνυμα και διαλαλεί πως η διαπραγμάτευση έχει αρχίσει από τώρα. Τονίζοντας τη σημασία τής μη εξαίρεσης της χώρας μας, αλλά αποσιωπώντας τις ηχηρές και αδιαπραγμάτευτες προϋποθέσεις των δανειστών.
Δεν είναι όμως το πρόγραμμα Ντράγκι. Από τη μεριά των Ευρωπαίων –και όχι μόνο στο φιλογερμανικό πυρήνα- απορρίπτεται σταθερά μια λύση αναδιάρθρωσης του χρέους. Δηλαδή ένα νέο κούρεμα. Εκείνο που τίθεται σε συζήτηση είναι η επιμήκυνση των δόσεων και ενδεχομένως το ύψος των επιτοκίων –χλομό και αυτό- όταν λήξει σε μερικά χρόνια η περίφημη περίοδος «χάριτος».
Είναι σίγουρο ότι από τη μεριά των δανειστών -ιδιαίτερα των Ευρωπαίων- επιδιώκεται να στριμωχτεί η νέα ελληνική κυβέρνηση και να προσαρμοστεί σε μια νέα μεταμνημονιακή -δηλαδή μνημονιακή- κατάσταση, χωρίς όμως να προκαλούνται σοβαρά ρήγματα στην πολιτική διαχείριση της χώρας και φυσικά αποτρέποντας τη λαϊκή αφύπνιση. Και φυσικά αποτρέποντας κάθε είδους «ατυχήματα».
Με αυτή την έννοια ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αρκετή «προίκα» να προσφέρει σχετικά με τον αποπροσανατολισμό και τον αφοπλισμό των λαϊκών αντιδράσεων. Δεν φτάνει μόνον αυτό. Έτσι, η δίμηνη παράταση, πέρα από τις ανάγκες που καλύπτει στο επίπεδο των σχέσεων των ιμπεριαλιστών-δανειστών που δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν τις μεταξύ τους αγεφύρωτες αντιθέσεις, έρχεται να εξυπηρετήσει και αυτή την αστική μετάλλαξη του κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στο ζήτημα του χρέους.
Η συνέντευξη του απίθανου… Βαρουφάκη στο CNN είναι πολύ ενδεικτική της στροφής που επιχειρείται στο εξωτερικό. Ο προσανατολισμός τάχα μου στην… ταξική πάλη και σε όσους «βρήκαν ευκαιρία να επιβάλουν μέτρα που η τρόικα δεν τα ζήτησε» δείχνει πιθανόν και το πώς θα… σερβιριστεί η στροφή στο… εσωτερικό.
Σε κάθε περίπτωση και ύστερα από τις επισκέψεις των υψηλών εκπροσώπων των δανειστών στη χώρα μας και τις συνομιλίες με τη νέα ελληνική κυβέρνηση, το τοπίο θα ξεκαθαρίσει λίγο ακόμα…