Από τις 20 Φλεβάρη, όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ υπέγραψε την συμφωνία-υποταγή με τους δανειστές–εταίρους για τετράμηνη παράταση της δανειακής σύμβασης και του υπάρχοντος προγράμματος, αναγνωρίζοντας όλο το πλαίσιο της επίθεσης της προηγούμενης περιόδου και ανοίγοντας τον δρόμο για έναν νέο γύρο κλιμάκωσης αντεργατικών-αντιλαϊκών μέτρων, στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ ξεσηκώθηκαν στελέχη, τάσεις και ένας ευρύτερος κόσμος που τον στηρίζει για την «επώδυνη συμφωνία» που υπογράφηκε.
Σε όλη την διάρκεια της τετράμηνης διαπραγμάτευσης με ΕΕ-ΔΝΤ-ΕΚΤ, αλλά και με την ωμή παρέμβαση των ΗΠΑ και την αποδοχή της ως «καλοδεχούμενη» από την συγκυβέρνηση, οι φωνές αντίδρασης στα πλαίσια του ΣΥΡΙΖΑ δυνάμωσαν, γράφτηκαν δεκάδες και εκατοντάδες άρθρα, οργανώθηκαν κάποιες εκδηλώσεις-συζητήσεις όπου κοινός τόπος για τους περισσότερους που αντιδρούν είναι «ούτε βήμα πίσω» από το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης (μετριοπαθή κεϋνσιανισμό το χαρακτήρισε σε πρόσφατο άρθρο του ο Κ.Λαπαβίτσας) και ρήξη με την ΕΕ και το ευρώ.
Αυτές τις μέρες που ο Αλ. Τσίπρας συζητάει στις Βρυξέλλες με την «πολιτική ηγεσία της Ευρώπης» (Μέρκελ -Ολάντ) την «διαδικασία γεφύρωσης των διαφορών που απομένουν με στόχο την έγκαιρη επίτευξη συμφωνίας […]», οι φωνές αντίδρασης στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ αντί να δυναμώνουν και να απευθύνουν κάλεσμα στον λαό για κινητοποίηση, «αναμένουν» την συμφωνία που θα υπογραφεί, για να πάρουν θέση…
Ενώ τα διάφορα στελέχη και οι τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ που διαφωνούν με την κατεύθυνση της ηγετικής ομάδας, κάνουν «φασαρία» και πολύ λόγο ότι ήρθε η ώρα να βγει ο λαός στο προσκήνιο για να αποτρέψει τα «χειρότερα», από την άλλη, στην πράξη, συνεχίζουν στην ίδια λογική της «παύσης κινήματος» και της αναμονής συμπράττοντας με την ηγεσία στην περιθωριοποίηση του εργατικού-λαϊκού παράγοντα.
Όταν ο Π. Λαφαζάνης δηλώνει στην «Αγορά» (6/6) ότι χρειάζεται η «αναζωογόνηση των λαϊκών κινητοποιήσεων σαν απάντηση στους εκβιασμούς και τις πιέσεις των εταίρων», καθορίζει ταυτόχρονα τόσο τα όρια όσο και τον χαρακτήρα αυτών των «κινητοποιήσεων». Ουσιαστικά θέλει φιλοκυβερνητικές κινητοποιήσεις που το όριό τους θα είναι η στήριξη της κυβέρνησης και η «διεκδίκηση» του προγράμματος της Θεσσαλονίκης, μέχρις εκεί το πολύ.
Είναι φανερό ότι με μία τέτοια κατεύθυνση σαν αυτή του Π. Λαφαζάνη και άλλων ακόμα και να θέλει δεν μπορεί να πετύχει «αναζωογόνηση», καθώς οι αυταπάτες και η αναμονή που επέβαλαν το προηγούμενο διάστημα τόσο στους εργαζόμενους όσο και στον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ, σήμερα δεν μπορεί να αλλάξει χωρίς επιχειρηματολογία, ανάλυση της κατάστασης, συνολική ανασκευή και αναθεώρηση για τα περί «αριστερής διακυβέρνησης» εντός πλαισίων εξάρτησης και καπιταλιστικού συστήματος.
Σήμερα «ανακαλύπτουν» ότι η «στρατηγική της ριζοσπαστικής αλλαγής της Ελλάδας κρατώντας την χώρα στο πλαίσιο της ΟΝΕ έχει φτάσει στο τέλος της» (Κ. Λαπαβίτσας). Ο Π. Λαφαζάνης δηλώνει στο «Βήμα» ότι «ΕΕ- ΔΝΤ θέλουν παράδοση και υποταγή της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ» ενώ ο Γ. Σαπουνάς διατυπώνει την εκτίμηση ότι «είναι πλέον φανερό ότι “τίμιος συμβιβασμός” και “κοινά επωφελής συμφωνία” πολύ απλά δεν μπορεί να υπάρξει».
Αυτό παλιά κάποιοι το έλεγαν «σύγκρουση της γραμμής μας με την πραγματικότητα» αλλά τους «διαφωνούντες» εντός ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να τους απασχολούν τέτοιες «λεπτομέρειες». Επιμένουν ότι «μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να πάει την χώρα μπροστά» (Κ. Λαπαβίτσας) και ότι «παρά τα λάθη και τις αστοχίες ο δρόμος της Αριστεράς παραμένει ανοιχτός. Ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν πρέπει να φοβάται τις πολιτικές εξελίξεις αλλά αντίθετα πρέπει να τις προκαλέσει» (Γ. Σαπουνάς) ενώ ο Π. Λαφαζάνης ελπίζει ότι «Η κυβέρνησή μας καλείται να λάβει μέσα στις επόμενες εβδομάδες τολμηρές και ριζοσπαστικές αποφάσεις που θα έχουν ιστορικό χαρακτήρα».
Όλοι οι παραπάνω αλλά και οι άλλοι που κινούνται πάνω-κάτω στο ίδιο «μήκος κύματος» ούτε θέλουν ούτε μπορούν να δουν άλλο παράγοντα που μπορεί να καθορίσει τις εξελίξεις εκτός του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης και μονότονα τους καλούν είτε για «αριστερή στροφή», είτε για «ρήξη», είτε για αποφάσεις ιστορικού χαρακτήρα». Είναι φανερό ότι αναθέτουν την πρωτοβουλία των κινήσεων στην ηγετική ομάδα και από εκεί περιμένουν το όποιο «φως».
Πολύς κόσμος μέσα στην Αριστερά θεωρεί ακατανόητη και ασυνεπή την στάση που κρατάει η λεγόμενη «αριστερή αντιπολίτευση» των διάφορων στελεχών και τάσεων εντός του ΣΥΡΙΖΑ και αδιευκρίνιστη την κατεύθυνση της «ρήξης» που υποτίθεται ότι καλεί.
Πολύ φοβόμαστε ότι τα ερωτηματικά στον κόσμο της Αριστεράς όχι μόνο θα ενταθούν αλλά θα μετατραπούν σε απογοήτευση καθώς όσο εντείνεται η επίθεση και οι απαιτήσεις των ιμπεριαλιστών τόσο θα συμμορφώνεται και η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και άλλο τόσο θα συμμορφώνεται και αυτό το δυναμικό που σήμερα καταγράφεται ως «αριστερή αντιπολίτευση». Η συμμόρφωση αυτή απαιτείται σήμερα και από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, τόσο με τις δηλώσεις του Ν. Παππά για «κομματική πειθαρχία» κατά την διάρκεια της ψήφισης της νέας συμφωνίας στην Βουλή όσο και με κύριο άρθρο στην «Αυγή» ότι «η κυβέρνηση και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι άθροισμα ιδιαίτερων προσωπικοτήτων με προσωπική ατζέντα και στρατηγική, δεν είναι μία συντροφιά παραγόντων αλλά μία ομάδα συντεταγμένη με κανόνες, διαδικασίες, πειθαρχία […]». Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ με τον τρόπο αυτό βάζει και τα όρια ανοχής της στην «εσωτερική δημοκρατία» που μπορεί να ανεχθεί, στην μετάλλαξη του κόμματος σε όχημα επίθεσης στα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα.
Καθώς τα ζητήματα πλέον δεν μπορούν να αποκρυφτούν, τα διλήμματα που θα τεθούν το αμέσως επόμενο διάστημα θα είναι κρίσιμα και από την απάντησή τους θα κριθεί και η «τύχη» παραγόντων, στελεχών και ομάδων στα πλαίσια του ΣΥΡΙΖΑ. Η συνέχιση της τακτικής να αλλάξουν οι συσχετισμοί στο κόμμα και η πολιτική κατεύθυνση «από τα μέσα», καθώς θα παίρνονται αντιλαϊκά μέτρα και θα εφαρμόζονται τα παλιότερα, θα τους καταστήσει τελείως ανυπόληπτους στους εργαζόμενους και τον κόσμο της Αριστεράς. Από την άλλη, τα όρια της κυβέρνησης θα στενεύουν για όσους αμφισβητούν την «συμφωνία σωτηρίας» και θα δείχνει την πόρτα της εξόδου για όσους έχουν «προσωπική ατζέντα».
Δύσκολη εποχή για οπορτουνιστικές λογικές και τακτικές που δέχτηκαν αυτόβουλα να γίνουν «δωρητές σώματος» σε συστημικές διαχειριστικές κατευθύνσεις και σήμερα «αγωνιούν» για την πορεία των πραγμάτων, εκτεθειμένοι για τις αυταπάτες και τον αποπροσανατολισμό που σκόρπισαν για χρόνια ολόκληρα και το βάρος των ευθυνών που έχουν για την ακινητοποίηση του εργατικού-λαϊκού παράγοντα. Είναι οι ίδιοι που έχουν διαγράψει την δυνατότητα του λαού να αναμετρηθεί με τους αντιπάλους του και να ανοίξει τον δρόμο για ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ και ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ και τον καλούν συνεχώς σε στήριξη «ενδιάμεσων» και «μεταβατικών» πολιτικών κατευθύνσεων, που στο «δια ταύτα» δεν αποτελούν παρά συστημικές επιλογές, όπως οι σημερινές εξελίξεις επιβεβαιώνουν.
Ακόμα και το περιεχόμενο της περιβόητης «ρήξης» με τους δανειστές- εταίρους που υποτίθεται ότι καλούν την κυβέρνηση να κάνει δεν αποτελεί παρά μία εναλλαγή ιμπεριαλιστών επικυρίαρχων ή μίας αυταπάτης περί πολύπλευρης εξάρτησης τόσο από την «Δύση» όσο και από την «Ανατολή». Χαρακτηριστικά, όπως λέει ο Π. Λαφαζάνης, «Το γεωπολιτικό βάρος της χώρας μας όχι μόνο δεν μειώνεται από την οικονομική κρίση που περνάμε αλλά για μια σειρά πολιτικούς λόγους που αφορούν τις εξελίξεις στην περιοχή μας και όχι μόνο, αυξάνεται και αποκτά ακόμα πιο εξαιρετική σχεδόν καθοριστική σημασία». Ο λαός λοιπόν δεν έχει λόγους να ανησυχεί από τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, από το αίμα των λαών που χύνεται για τις στοχεύσεις τους, για το εκρηκτικό μίγμα στα Βαλκάνια, για τις εξελίξεις στο Αιγαίο, την Κύπρο, τις νέες βάσεις των Αμερικάνων, γιατί όλα αυτά αυξάνουν το «γεωπολιτικό βάρος» της χώρας στις διαπραγματεύσεις. Ακόμη περισσότερο η λογική του Π. Λαφαζάνη ότι «Ο ΤΑP με το αζέρικο φυσικό αέριο και ο ελληνικός αγωγός με το ρωσικό φυσικό αέριο δεν είναι κατ’ ανάγκη ανταγωνιστικοί και πολύ περισσότερο δεν είναι καθόλου ασύμβατοι μεταξύ τους. Αντίθετα, θα έλεγα ότι είναι αρκετά συμπληρωματικοί, δίνουν ευκαιρίες και δυνατότητες επιλογών στους καταναλωτές, ενώ συμβάλλουν από κοινού στην ενεργειακή ασφάλεια και σταθερότητα στην περιοχή μας και στην Ευρώπη» δείχνει να θέλει να αγνοήσει αυτό που καίει σήμερα χώρες και λαούς. Ήδη στην FYROM και στο Κουμάνοβο αποδείχθηκε πόσο «μη ανταγωνιστικοί» είναι οι στόχοι κυριαρχίας των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Και δεν είναι ασήμαντο να πούμε ότι εκεί που κατευθύνεται ένα κομμάτι της «αντιπολίτευσης» του ΣΥΡΙΖΑ, Ρωσία, Κίνα και BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική), δεν πρόκειται παρά για ιμπεριαλιστικές και περιφερειακές καπιταλιστικές δυνάμεις που από την ένταση της επίθεσης στην εργατική τάξη και τους λαούς τους, έχουν κάνει τέτοια και τόση συσσώρευση κεφαλαίων που αναζητούν «επενδύσεις» σε όλο τον πλανήτη. Και όχι μόνο.
Η «ευκολία» με την οποία παρουσιάζονται από πολλούς τόσο μέσα όσο και έξω από τον ΣΥΡΙΖΑ οι αλλαγές, οι ρήξεις, η επόμενη μέρα χωρίς ευρώ, δεν αποτελούν παρά «σχέδια επί χάρτου» που αυτό που θέλουν να αποκλείσουν είναι το βασανιστικό δρόμο της πάλης, της σύγκρουσης και της αναμέτρησης της εργατικής τάξης και του λαού με τους δυνάστες του. Καθώς όλα αυτά τα «σχέδια» έχουν ένα ελάττωμα (όπως έλεγε και ο Μπρεχτ), δεν περιλαμβάνουν τον αγώνα, την ανατροπή και αυτό που μπορεί να οικοδομήσει, στηριγμένος στις δικές του δυνάμεις, ο λαός.
Και αυτός είναι και ο κύριος λόγος που αυτά τα στελέχη και οι τάσεις εντός ΣΥΡΙΖΑ αλλά και κάποιοι άλλοι απέξω που τον στηρίζουν «κριτικά», ακόμα και αν θέλουν, για δικούς τους λόγους, δεν μπορούν να κινηθούν στην κατεύθυνση της ανασυγκρότησης του εργατικού-λαϊκού κινήματος που απαιτεί η περίοδος, καθώς η «κίνησή» τους αυτό που θα «παράξει» είναι νέες αυταπάτες και «ευκολίες» που θα κοστίσουν στο κίνημα.