Στις 12 Μάρτη του 1984 ξεκινάει στη Μ. Βρετανία μια απεργία που έμελλε να συγκλονίσει τη χώρα για έναν ολόκληρο χρόνο. Ήταν η απεργία των ανθρακωρύχων. Μέσα σε λίγες μέρες, οι εργάτες στο 80% των ορυχείων σταματούν την εργασία τους. Αίτημα των απεργών είναι η ανάκληση της απόφασης της κυβέρνησης για το κλείσιμο 20 ορυχείων, που θα επέφερε 20.000 απολύσεις.
Η επίθεση αρχίζει
Ο γαιάνθρακας στη Μ. Βρετανία του 18ου και 19ου αιώνα συνδυάστηκε με την ίδια την ανάπτυξη της χώρας. Το άφθονο καύσιμο που υπήρχε στην αγγλική γη και η ευκολία στην εξόρυξή του κατέστησε την Αγγλία πρωτοπόρα στη βιομηχανική επανάσταση και στο πέρασμα από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Δε θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας για τη θέση της Μ. Βρετανίας στη διεθνή σκηνή του 19ου και του 20ου αιώνα ήταν ο άνθρακας.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, τα ανθρακωρυχεία περνάνε στα χέρια του κράτους και οι αγώνες των ανθρακωρύχων θα πετύχουν σημαντικές νίκες, ικανοποιώντας σε μεγάλο βαθμό τα οικονομικά και εργασιακά τους αιτήματα.
Όμως, στα τέλη της δεκαετίας του '70, τα αποτελέσματα της παγκόσμιας κρίσης οδηγούν την αστική τάξη της χώρας -ακόμα και με κυβερνήσεις Εργατικών- να επιλέξει το ξήλωμα των κατακτήσεων των εργαζομένων, εκμεταλλευόμενη τους αρνητικούς συσχετισμούς που είχαν αρχίσει να διαμορφώνονται για την εργατική τάξη παγκόσμια.
Έτσι, μια πρώτη προσπάθεια της κυβέρνησης των Εργατικών έγινε το 1979, χωρίς αποτέλεσμα. Η ανάδειξη, όμως, των Συντηρητικών και της Μ. Θάτσερ στην εξουσία, τον Μάιο του 1979, σηματοδότησε την έναρξη της επίθεσης στις κατακτήσεις των εργαζομένων. «Το βρετανικό κεφάλαιο, που στο πρόσωπο της Θάτσερ και της πολιτικής της βρήκε για τις σημερινές συνθήκες της παγκόσμιας κρίσης έναν από τους καλύτερους εκφραστές των συμφερόντων του, εντείνει ολοένα και περισσότερο την εκμετάλλευση πάνω στην εργατική τάξη…» (ΠΣ 7/4/1984). Οι λεγόμενες «νεοφιλελεύθερες» συνταγές της «Σχολής του Σικάγου» για την οικονομία, θα υιοθετηθούν πλέον και στην καρδιά του καπιταλισμού.
Μέσα σε λίγα χρόνια, εφαρμόστηκε μια αντιλαϊκή πολιτική περιορισμού των δημοσίων επενδύσεων και μείωσης του πληθωρισμού, με αποτέλεσμα την αύξηση της φορολογίας, τον διπλασιασμό της ανεργίας και τη δραματική μείωση των κοινωνικών δαπανών. Στην πάλαι ποτέ «ατμομηχανή του καπιταλισμού» υπήρχαν πάνω από 3,5 εκατομμύρια άνεργοι (περίπου 12%). Η πρώτη επίθεση στην εργατική τάξη έγινε στην παραγωγή του χάλυβα, με την κυβέρνηση να κλείνει όλες τις «αντιπαραγωγικές» υψικαμίνους. Οι εργάτες στον χάλυβα αντιστάθηκαν σθεναρά, αλλά ο πόλεμος στα Φώκλαντ λειτούργησε υπέρ της κυβέρνησης. Χιλιάδες εργάτες πετάχτηκαν στο δρόμο.
Η κρίση υπερπαραγωγής είχε ήδη αρχίσει. Η αγγλική καπιταλιστική οικονομία έπρεπε πάση θυσία να γίνει πιο ανταγωνιστική έναντι των υπολοίπων δυτικοευρωπαϊκών χωρών. Και τα βάρη αυτής της επιλογής έπρεπε να πέσουν πάνω στην εργατική τάξη.
Από το 1981, η κυβέρνηση των Συντηρητικών είχε ανακοινώσει ότι προγραμμάτιζε τον περιορισμό της ετήσιας παραγωγής άνθρακα και το κλείσιμο πολλών ανθρακωρυχείων σε όλη τη χώρα (τα «προβληματικά» ορυχεία, όπως έλεγε). Καθυστέρησε, όμως, στην εφαρμογή των σχεδίων της, γνωρίζοντας ότι θα υπάρξουν μεγάλες αντιδράσεις από τους εργάτες, που είχαν μια πλούσια παράδοση σε αγώνες. Η υλοποίηση των σχεδίων της θα πραγματοποιηθεί μόνο μετά την επανεκλογή της Θάτσερ στην εξουσία τον Ιούνη του 1983. Ισχυροποιημένη από τη νίκη στα Φώκλαντ και την επικράτησή της στις εκλογές, η Θάτσερ βάζει στόχο τη συντριβή των βρετανικών εργατικών συνδικάτων.
Η έναρξη της απεργίας
Στις 6 Μάρτη του 1984, η βρετανική κυβέρνηση ανακοινώνει το κλείσιμο 20 ορυχείων, τη μείωση της παραγωγής άνθρακα και την απόλυση 20.000 εργατών. Για να χρυσώσει το χάπι, υπόσχεται πρόωρη συνταξιοδότηση στους ανθρακωρύχους άνω των 50 ετών και μικρές ετήσιες αποζημιώσεις στους απολυμένους.
Η Εθνική Ένωση Ανθρακωρύχων απαντά με την κήρυξη απεργίας στις 12 Μάρτη. Η απεργία ξεκίνησε από το Γιορκσάιρ και μέσα σε λίγες μέρες επεκτάθηκε σε 140 από τα 170 ορυχεία. Μόνο τις δύο πρώτες εβδομάδες οι απώλειες στην οικονομία έφτασαν τις 875 εκατ. στερλίνες.
Η κυβέρνηση κινητοποιεί χιλιάδες αστυνομικούς και απεργοσπάστες με στόχο να καταστείλει την απεργία εν τη γενέσει της. Η δολοφονία ενός απεργού στο Νοτιγχαμσάιρ δίνει άλλη τροπή στις εξελίξεις.
Οι απεργοί οργανώνονται, στήνονται οδοφράγματα, πραγματοποιούνται επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα και καταλήψεις κτιρίων. Η περιφρούρηση της απεργίας τους γίνεται πρώτιστο καθήκον. Γνωρίζουν πλέον ότι η μάχη θα διαρκέσει και δημιουργούν απεργιακά ταμεία. Πολλοί άλλοι κλάδοι εργαζομένων, ακόμα και από το εξωτερικό, εκφράζουν την αλληλεγγύη τους και ενισχύουν οικονομικά τους απεργούς.
Τα κατασταλτικά μέτρα είναι πρωτοφανή. Η αστυνομία επιτίθεται με λύσσα στους απεργούς, ξυλοκοπώντας και βασανίζοντάς τους άγρια. Χιλιάδες είναι οι τραυματίες. Η έφιππη αστυνομία ξεχνά τον υποτιθέμενο φολκλορικό της ρόλο και επιτίθεται στους συγκεντρωμένους απεργούς σπάζοντας τις αλυσίδες τους και ανοίγοντας το δρόμο για τους ροπαλοφόρους. Πολλές είναι και οι περιπτώσεις εισβολών σε σπίτια εργατών και απαγωγής απεργών. Οι εργατικές περιοχές για αρκετές εβδομάδες θα βρεθούν υπό την κατοχή των δυνάμεων καταστολής. Χιλιάδες εργάτες συλλαμβάνονται και καταδικάζονται. Η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη. Μέχρι και πολεμικό συμβούλιο συγκαλείται με τη συμμετοχή του Υφυπουργού Άμυνας για τον συντονισμό των επιθέσεων κατά των ανθρακωρύχων. Τα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα των βρετανικών Αρχείων αποκάλυψαν ότι η Θάτσερ ως έσχατη λύση σχεδίαζε να χρησιμοποιήσει το στρατό για απεργοσπαστικό μηχανισμό. Στις 15 Ιούλη δολοφονείται κι άλλος απεργός.
Κι όμως, 4 μήνες σχεδόν μετά την έναρξη της απεργίας, το 80% των εργατών των ορυχείων εξακολουθούν να απεργούν. Έχει μπλοκάρει η μεταφορά άνθρακα σε όλη τη χώρα και η βαριά βιομηχανία δυσκολεύεται να λειτουργήσει. Αξίζει να αναφέρουμε ένα χαρακτηριστικό γεγονός. Σε μια προσπάθεια στήριξης της βρετανικής κυβέρνησης, η Πολωνία του (αν)ύπαρκτου σοσιαλισμού ενισχύει τη βρετανική κυβέρνηση στέλνοντας άνθρακα.
Η αλληλεγγύη
Η εργατική τάξη της Μ. Βρετανίας δεν μένει απαθής. Οι σιδηροδρομικοί και οι λιμενεργάτες της χώρας ξεκινούν απεργία, όχι μόνο για να εκφράσουν τη συμπαράσταση και την ταξική τους αλληλεγγύη, αλλά γιατί κατανοούν ότι μετά τους ανθρακωρύχους έρχεται η σειρά τους. Η κυβέρνηση έχει δηλώσει ότι θα ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα, λιμάνια, σιδηρόδρομοι, ταχυδρομεία, τηλεπικοινωνίες κ.λπ. Οι λιμενεργάτες αρνούνται να ξεφορτώσουν πλοία που μεταφέρουν άνθρακα από άλλες χώρες. Ακόμη και τμήματα της κοινότητας των γκέι της Αγγλίας συμπαραστέκονται έμπρακτα στον αγώνα των ανθρακωρύχων, ενισχύοντάς τους οικονομικά και συμμετέχοντας σε πικετοφορίες. Η ταινία «Pride» του Μάθιου Γουόρτσας αναφέρεται στο γεγονός.
Τον Αύγουστο του 1984 η απεργία συνεχίζεται, όπως συνεχίζεται με ακόμα μεγαλύτερη αγριότητα και η καταστολή. «Οι βρετανικές δυνάμεις καταστολής… βαδίζουν πάνω στα πρότυπα των δυνάμεων κατοχής που δρουν ενάντια στις λαϊκές κινητοποιήσεις στη Β. Ιρλανδία και δείχνουν φοβερή αγριότητα… Σχεδόν δεν περνάει μέρα χωρίς συγκρούσεις και δεκάδες τραυματίες» (ΠΣ 24/8/1984). Φυσικά δεν έλειψαν και οι προβοκάτσιες και η ανοιχτά υπονομευτική στάση από την ηγεσία ορισμένων συνδικάτων, ώστε να διασπαστεί η ενότητα του εργατικού κινήματος.
Στις 3 Σεπτέμβρη πραγματοποιείται γενική απεργία με τη συμμετοχή εκατομμυρίων εργαζομένων. Η συμπαράσταση του βρετανικού λαού διευρύνεται. Οι εργαζόμενοι στην εφημερίδα «SUN» αρνούνται να τυπώσουν φύλλο που περιείχε συκοφαντικό άρθρο για τους απεργούς.
Άγρια καταστολή και λήξη της απεργίας
Η Θάτσερ επαναλαμβάνει σε όλους τους τόνους ότι δε συνομιλεί με «ταραξίες», όπως χαρακτηρίζει τους απεργούς. Στο Εργατικό Κόμμα, όμως, οι κλυδωνισμοί είναι εμφανείς. Από τη μια, πρέπει να υποστηρίζουν έστω και φραστικά την απεργία και από την άλλη, καταγγέλλουν τη βιαιότητα των απεργών. Ο ηγέτης τους, Νιλ Κίνοκ, αποδοκιμάζεται έντονα από τη βάση του στο συνέδριο του κόμματος, όταν ζητά να περάσει ψήφισμα καταδίκης των βιαιοτήτων «από όλες τις πλευρές». Το ψήφισμα απορρίπτεται. Όμως την ώρα που τα δικαστήρια έβγαζαν παράνομη την απεργία και οι απεργοί δήλωναν την πρόθεσή τους να συνεχίσουν, ο Κίνοκ τούς αδειάζει, επικαλούμενος τη νομιμότητα και δηλώνοντας ότι η πολιτική του κόμματός του ασκείται υπεύθυνα στο κοινοβούλιο και όχι στους δρόμους.
Η κυβέρνηση σκληραίνει τη στάση της. Ένα ολόκληρο χωριό με οικογένειες απεργών, το Γκρίμθορπ, καταλαμβάνεται από την αστυνομία. Αποφασίζεται η κατάσχεση περιουσίας των συνδικάτων που αρνούνται να σταματήσουν τον αγώνα τους.
Όταν η απεργία μπαίνει στον 10ο μήνα, απεργούν 150.000 ανθρακωρύχοι. Δύο εργάτες έχουν δολοφονηθεί και 7.000 έχουν συλληφθεί. Η κατάσχεση της περιουσίας των συνδικάτων επιδρά καταλυτικά. Τα Χριστούγεννα, χιλιάδες απεργοί αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης και η πείνα οδηγεί πολλούς στην απεργοσπασία.
Τον Μάρτη του 1985, η μεγάλη απεργία θα λήξει (με μικρή διαφορά στην ψηφοφορία). Έναν ολόκληρο χρόνο η εργατική τάξη της Αγγλίας πάλεψε ενάντια σε θεούς και δαίμονες. Μέσα σε ένα αρνητικό παγκόσμιο συσχετισμό έδωσε μια τιτάνια μάχη, υπερασπιζόμενη τις κατακτήσεις της. Δεν κατάφερε να νικήσει. Αν και οι διαθέσεις των εργαζομένων της χώρας ήταν προφανώς υπέρ των απεργών, οι ρεφορμιστικές διοικήσεις των συνδικάτων που ελέγχονταν από το Εργατικό Κόμμα σε πολλές περιπτώσεις υπονόμευσαν αυτή τη συμπαράσταση.
Περισσότεροι από 20.000 ανθρακωρύχοι θα χάσουν τη δουλειά τους. Πάνω από 1.700 θα τραυματιστούν και 10.000 θα συλληφθούν. Περισσότεροι από 4.000 σέρνονται στα δικαστήρια και καταδικάζονται. Το τίμημα για τους Βρετανούς εργάτες ήταν βαρύ. Η απεργία αυτή, όμως, θα μείνει στην ιστορία του βρετανικού εργατικού κινήματος ως μια από τις μαζικότερες, τις μεγαλύτερες σε διάρκεια αλλά και τις πιο αιματηρές κινητοποιήσεις της εργατικής τάξης. Η νίκη της Θάτσερ εκ μέρους της αγγλικής κεφαλαιοκρατίας σηματοδότησε την απαρχή της επίθεσης του κεφαλαίου σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο.
Σ.Σ.