Η κρίση, ο πόλεμος, η διεύρυνση της φτώχιας και η προέλαση της αντεργατικής επίθεσης σηματοδοτούν μια νέα δύσκολη και απαιτητική περίοδο συνολικά για τις εργαζόμενες μάζες που αναζητούν ηχηρά ή υπόκωφα απαντήσεις και διεξόδους από τη δύσκολη πραγματικότητα. Στα πλαίσια του εργατικού κινήματος, το οποίο συνεχίζει να δείχνει σαφή δείγματα αδυναμίας συγκρότησης με μαζικούς όρους αντιπαράθεσης με τις κυρίαρχες πολιτικές, ανοίγει ξανά μια όχι καινούργια συζήτηση γύρω απ’ τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ) και την πάλη για τη διεκδίκηση – επανακατάκτησή τους.
Η πρόσφατη ανακοίνωση υπογραφής ΣΣΕ απ’ την Ομοσπονδία Οικοδόμων, οι εξελίξεις στην Cosco κι η πρόταση ΣΣΕ απ’ την εργοδοσία μετά από πολύμηνη μάχη των εργατών και του σωματείου τους, η εκκίνηση συζητήσεων στα πλαίσια σωματείων (πχ. ΣΜΤ) για ΣΣΕ στον κλάδο τους, επαναφέρουν την κουβέντα γύρω απ’ το περιεχόμενο και κυρίως τους όρους και τη διαδικασία πάλης που απαιτούνται για μια τέτοια κατεύθυνση.
Καταρχάς, προσπαθώντας να θέσουμε το πλαίσιο, θα λέγαμε πως οι ΣΣΕ αποτελούν κατάκτηση του εργατικού κινήματος μιας προηγούμενης περιόδου και αποτέλεσμα σκληρών ταξικών αγώνων κι ενός διαφορετικού ταξικού συσχετισμού που αυτοί διαμόρφωσαν. Αποτύπωναν και κατοχύρωναν πλήθος δικαιωμάτων στις εργασιακές σχέσεις των εργαζόμενων μιας επιχείρησης ή ενός κλάδου. Μέσα απ’ την πάλη για ΣΣΕ παίρνει «σάρκα και οστά» η κοινότητα των συμφερόντων των εργαζόμενων και η ενιαία έκφρασή τους απέναντι στην εργοδοσία και τις αντεργατικές πολιτικές συνολικά.
Το κράτος και το κεφάλαιο, ιδίως την τελευταία δεκαετία και αξιοποιώντας πλήρως την περίοδο των μνημονίων και της κρίσης, έδωσε με στρατηγικά χαρακτηριστικά τη μάχη για την ισοπέδωση των ΣΣΕ και την εξάπλωση του κατακερματισμού, της πολυδιάσπασης και της ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων. Η κατάργηση των ΣΣΕ αποτέλεσε απ’ ευθείας χτύπημα της δυνατότητας της εργατικής τάξης να διαπραγματεύεται και να διεκδικεί συλλογικά απ’ τον ταξικό της αντίπαλο. Χρονικά αλλά και επί της ουσίας, τροφοδότησε και κυρίως τροφοδοτήθηκε απ’ την οπισθοχώρηση του εργατικού κινήματος, την απονέκρωση των σωματείων από τη βάση τους και την κυριαρχία των λογικών της υποταγής και της ήττας.
Ήδη απ’ το 2010 οι ανατροπές αποτυπώνονται σε νομοθετικό επίπεδο και ανοίγουν το δρόμο στο κεφάλαιο για την απόλυτη υπερίσχυση των επιχειρησιακών και στη συνέχεια των ατομικών συμβάσεων εργασίας σ’ όλο το φάσμα της εργασίας. Επειδή συνήθως η μορφή εξυπηρετεί το περιεχόμενο, οι εξατομικευμένες συμβάσεις περιείχαν τις νέες ελαστικές σχέσεις εργασίας και το σύγχρονο εργασιακό μεσαίωνα που βιώνουμε μέχρι και σήμερα.
Ως εκ τούτου, και ιδίως σε μια περίοδο σαν και τη σημερινή που το ζήτημα της επιβίωσης για πλατιές εργαζόμενες μάζες γίνεται καθημερινό, η μάχη για τη διεκδίκηση και επανακατάκτηση ΣΣΕ με εργασιακά δικαιώματα και αυξήσεις στους μισθούς έχει ιδιαίτερο και επιτακτικό χαρακτήρα. Θα λέγαμε πως είναι μια μάχη που έχει απέναντί της το σύνολο του κεφαλαίου και τον εκάστοτε εργοδότη που υπερασπίζεται τα ταξικά του συμφέροντα. Έχει απέναντί του το κράτος, τους μηχανισμούς του και το αντεργατικό νομοθετικό πλαίσιο που συνεχίζει να επεκτείνεται αδιάκοπα. Έχει απέναντί του τις υποταγμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες που γίνονται «νερό στον μύλο» της κυβερνητικής πολιτικής. Ο αγώνας για ΣΣΕ έχει έντονο ταξικό πρόσημο, πρέπει να είναι παρατεταμένος και είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τη συγκρότηση όρων αντίστασης συνολικά στην αντεργατική επίθεση. Τέλος, συνδέεται με την προσπάθεια αλλαγής του κλίματος ηττοπάθειας στα πλαίσια του εργατικού κινήματος και την ανατροπή της διαλυτικής κατάστασης στα σωματεία και το συνδικαλιστικό κίνημα συνολικά.
Σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, οι απαντήσεις που καλείται να δώσει το εργατικό κίνημα, δεν μπορεί να βασίζονται στις εντυπώσεις και τη δημιουργία επίπλαστου κλίματος, όπως διαφαίνεται απ’ την περίπτωση της Ομοσπονδίας Οικοδόμων, που ανακοίνωσε ΣΣΕ με αυξήσεις στα όρια των σημερινών μεροκάματων. Δεν μπορεί να βασίζονται στις λογικές «σωστού timing» και «ευκαιρίας» που ακούγονται στις πρώτες συζητήσεις του Σωματείου Μισθωτών Τεχνικών. Δεν μπορεί να έχουν εκκίνηση την υπογραφή ΣΣΕ ανεξαρτήτως περιεχομένου και μακριά από τις ανάγκες του σήμερα, όπως είδαμε επανειλημμένα να συμβαίνει στο παρελθόν.
Την ίδια στιγμή, η περίπτωση της Cosco είναι ενδεικτική τόσο για τις δυνατότητες των συλλογικών εργατικών αγώνων, που αποδεικνύουν ότι μπορούν και να κερδίζουν, όσο και των απαιτήσεων και των δυσκολιών αυτής της μάχης. Οι εργάτες της Cosco, μέσα απ’ το σωματείο τους την ΕΝΕΔΕΠ, μετά από έναν πολύμηνο αγώνα, με απεργιακές μάχες που δέχθηκαν την ανοιχτή επίθεση του κράτους και της εργοδοσίας, μετά από έναν εργάτη νεκρό σε ώρα εργασίας και άλλον έναν πολυτραυματία, κατάφεραν σήμερα να συζητούν με την εργοδοσία την υπογραφή ΣΣΕ με θετικό περιεχόμενο όπως οι ίδιοι ανακοινώνουν. Η πρώτη αυτή επιτυχία συνεχίζει να είναι ζητούμενο να φτάσει στο τέλος και να καταλήξει στη νέα ΣΣΕ με όλες τις διεκδικήσεις του αγώνα τους.
Η μάχη για ΣΣΕ με πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς, με καθοριστικό το στοιχείο της μόνιμης και σταθερής δουλειάς, με την κατεύθυνση της επανακατάκτησης και διεύρυνσης εργασιακών δικαιωμάτων, είναι μια μάχη του σήμερα, με επιτακτικό χαρακτήρα, που μπορεί και πρέπει να γίνει υπόθεση των πλατιών εργατικών και εργαζόμενων μαζών.